Χάθηκε το 80% των οινάμπελων της Κρήτης: Ελληνικό κρασί... με σταφύλια Σκοπίων και Βουλγαρίας - Αποκαλυπτικά στοιχεία

Κρήτη
Χάθηκε το 80% των οινάμπελων της Κρήτης: Ελληνικό κρασί... με σταφύλια Σκοπίων και Βουλγαρίας - Αποκαλυπτικά στοιχεία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από 85.000 στρέμματα το 1980 στο Ηράκλειο, σήμερα έχουν απομείνει λιγότερα από 20.000 στρ. - Εγκαταλείπουν τα οινάμπελα οι παραγωγοί, αδυνατώντας να αντέξουν το αυξημένο κόστος παραγωγής και τις εξευτελιστικές τιμές του προϊόντος

Σε αφανισμό οδηγείται ο οινοπαραγωγικός αμπελώνας στην Ελλάδα, με την Κρήτη να αντιμετωπίζει ιδιαίτερα μεγάλο πρόβλημα, αφού από χρόνο σε χρόνο εκτιμάται πως η μείωση του αμπελώνα στο νησί ανέρχεται σε ένα 15% με 20%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον του κρητικού κρασιού.

Την ίδια ώρα, κάθε χρόνο γύρω στις 25 με 30 χιλιάδες τόνοι κρασιών μπαίνουν στη χώρα μας και από τις ποσότητες αυτές, ένα σημαντικό μέρος έρχεται και στην Κρήτη, χωρίς να υπάρχει ο απαραίτητος έλεγχος ως προς τη διάθεσή τους στην αγορά.

Τις καταγγελίες αυτές έκαναν στο neakriti.gr τόσο ο πρόεδρος της ΚΕΣΟΕ Χρήστος Μάρκου, όσο και ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ηρακλείου Μύρων Χιλετζάκης, τονίζοντας ότι μέσα σε λίγα χρόνια ο ελληνικός αμπελώνας έχει μειωθεί κατά δεκάδες χιλιάδες στρέμματα, με τους αμπελουργούς να εγκαταλείπουν τα οινάμπελα, αδυνατώντας να αντέξουν το αυξημένο κόστος παραγωγής και τις εξευτελιστικές τιμές του προϊόντος!

«Από χρόνο σε χρόνο, τα οινάμπελα στην Κρήτη μειώνονται κατά 15% με 20%. Οδεύουμε σε αφανισμό», λέει και από την πλευρά του στο neakriti.gr ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ηρακλείου Μύρων Χιλετζάκης. Και φέρνει ως παράδειγμα τον νομό Ηρακλείου.

«Είχαμε 85.000 στρέμματα οιναμπέλων το 1980 και σήμερα δεν έχουμε ούτε 20.000 στρέμματα. Δηλαδή, έχουμε μια μείωση της τάξης του 80%»!

Πάντως, τονίζει ότι η Κρήτη εξακολουθεί να βγάζει εξαιρετικά κρασιά. «Οι μόνοι που φυτεύουν αμπέλια είναι οι οινοποιοί, που θέλουν να έχουν σταφύλια για να φτιάχνουν τα κρασιά τους. Καλούμε την Πολιτεία να στηρίξει με κίνητρα τόσο τον αμπελουργό όσο και τον οινοποιό».

Αναφορικά με τις εισαγωγές, αναφέρει πως «διοχετεύονται στη χώρα μας πάνω από 30.000 τόνοι κρασιού κάθε χρόνο και η Κρήτη είναι αποδέκτης αυτών των εισαγωγών. Είναι ευρωπαϊκοί οίνοι. Έρχονται νόμιμα στη χώρα μας, αλλά δε γίνεται να διατίθενται στην Κρήτη σαν οίνοι τοπικοί και σαν οίνοι με ΠΓΕ και με ΠΟΠ! Είναι το γνωστό πρόβλημα. Στην Κρήτη δεν ξέρουμε πόσα κρασιά έρχονται κάθε χρόνο, αλλά όπως έρχονται σε όλη την Ελλάδα, έτσι έρχονται και στην Κρήτη, λόγω του τουρισμού».

«Οι ξενοδόχοι προτιμούν τα ποιοτικά κρασιά, αλλά η μάζα των τουριστών θέλει το φτηνό κρασί. Όμως, στην Κρήτη δεν μπορούμε να βγάλουμε τόσο φτηνά κρασιά που να ανταγωνιστούμε τα εισαγόμενα. Κι αυτό διότι έχουμε υψηλό κόστος παραγωγής. Έχει μεγάλη σημασία ότι εδώ στην Κρήτη ο τρύγος γίνεται με τον παραδοσιακό τρόπο. Όπως γινόταν πριν από 150 χρόνια ο τρύγος στο νησί μας, έτσι γίνεται και σήμερα. Τρυγάμε ακόμα με το ψαλίδι, με το τσαπράζι, με το τσιγκάκι και με την κλούβα. Επομένως, το κοστολόγιο αυτό με το κοστολόγιο των εργατικών χεριών εκτοξεύει το κόστος παραγωγής. Και ο παραγωγός, όταν βλέπει την ίδια τιμή των 40 λεπτών το κιλό που είχε και πριν από 20 χρόνια, απογοητεύεται και εγκαταλείπει», σύμφωνα με τον Μύρωνα Χιλετζάκη.

Όσο για τα αποθέματα κρασιών, ο ίδιος λέει ότι «η ΕΑΣΗ έχει αποθέματα. Έχουμε περίπου 4.000 τόνους κρασί στις εγκαταστάσεις μας. Το 80% είναι λευκό και το 20% ροζέ και κόκκινο κρασί. Πέρυσι πουλήσαμε όλο μας το κρασί, όπως θα πουληθεί και φέτος. Δυστυχώς όμως τα οινάμπελα συρρικνώνονται από χρόνο σε χρόνο και πρέπει να δοθούν κίνητρα από την Πολιτεία να φυτευτούν οινάμπελα και να φυτεύονται δικές μας ποικιλίες, για να αναδεικνύονται τα ΠΓΕ κρασιά και τα ΠΟΠ κρασιά της Κρήτης. Δεν έχουμε να ζηλέψουμε σε τίποτα τα ξένα κρασιά. Αυτή η “καπερνοποίηση” που είχε πλήξει τον οίνο της χώρας μας πριν από λίγα χρόνια πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει. Δεν μπορούμε εμείς την ιστορία του Γάλλου, την τεχνική του Γάλλου, να την κλέψουμε στην Κρήτη. Εμείς έχουμε παραδοσιακές ποικιλίες δικές μας, που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα σε σχέση με τις γαλλικές ποικιλίες και τις ποικιλίες της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Καταλήγοντας, λέει πως η ΕΑΣΗ δε θα έχει πρόβλημα να πουλήσει τα αποθέματά της και φέτος. Επειδή όμως η απόσταξη κρίσης ως θεσμός είναι αναγκαίος, «δηλώνουμε κι εμείς παρόντες σε αυτή τη διαδικασία», σύμφωνα με τον συνεταιριστή.

Ελληνικό κρασί... με σταφύλια Σκοπίων και Βουλγαρίας

«Πάντα γίνονται εισαγωγές. Το θέμα είναι ότι δεν υπάρχει καμία διαδικασία ελέγχου. Έρχονται από τρίτες χώρες, όπως Αλγερία για παράδειγμα, κρασιά σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και επειδή κανένας δεν τα ελέγχει, έρχονται στη συνέχεια σαν ευρωπαϊκά κρασιά στη χώρα μας. Τέτοια κρασιά έρχονται κατά κόρον στην Κρήτη», καταγγέλλει στο neakriti.gr ο πρόεδρος της ΚΕΟΣΟΕ Χρήστος Μάρκου.

Μάλιστα, ο ίδιος συνεχίζει λέγοντας ότι υπάρχουν περιοχές της χώρας όπου δε γίνονται καθόλου έλεγχοι, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα οι έλεγχοι δεν είναι αυτοί που θα έπρεπε. Σύμφωνα με τον παλαίμαχο αγροτοσυνεταιριστή, μέχρι και οινοστάφυλα μπαίνουν από τη Βουλγαρία και τα Σκόπια.

«Μπαίνουν ακόμα και σταφύλια από τρίτες χώρες, όπως Σκόπια και Βουλγαρία, και οινοποιούνται σε οινοποιεία της Βορείου Ελλάδος. Κι εκεί γίνονται αποστάγματα και ελληνοποιούνται, ενώ σε περιοχές όπως η Κόρινθος οργιάζει η κατάσταση. Εκεί “ξεπλένονται” ένα σωρό εισαγόμενα προϊόντα»!

Και για τις ετήσιες εισαγωγές, ο Χρήστος Μάρκου λέει: «Μπαίνουν στη χώρα μας ετησίως 25 με 30 χιλιάδες τόνοι. Και μπαίνουν νόμιμα. Αλλά από ’κει και πέρα τι γίνεται, κανείς δεν ξέρει».

Σύμφωνα με τον συνεταιριστή, «η Κρήτη έχει μια δική της παραγωγή, η οποία είναι πάρα πολύ καλή. Αλλά έχει και τα ξενοδοχεία, όπου ο τουρισμός δεν προτιμάει τα κρασιά της Κρήτης. Εγώ λοιπόν θα έλεγα στους ξενοδόχους ότι κάποια στιγμή, όταν οι αμπελώνες στο τέλος θα μείνουν χέρσοι, θα χτυπηθεί και ο τουρισμός. Γιατί δεν είναι μόνο η θάλασσα, είναι και η ενδοχώρα που ενδιαφέρει τον τουρίστα, να δει κάτι όμορφο».

Καταλήγοντας, ο πρόεδρος της ΚΕΟΣΟΕ λέει πως σε όλες τις αμπελουργικές ζώνες της χώρας, η εγκατάλειψη από χρόνο σε χρόνο αυξάνονται ανησυχητικά.

«Τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά. Οι παραγωγοί τα εγκαταλείπουν γιατί δεν μπορούν να ζήσουν. Μέσα σε 20 χρόνια, ο ελληνικός αμπελώνας έχει μειωθεί σε περίπου 200 χιλιάδες στρέμματα».

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News