Η νόσος Covid-19 είναι εδώ μετά από 2,5 χρόνια πανδημίας

Απόψεις
Η νόσος Covid-19 είναι εδώ μετά από 2,5 χρόνια πανδημίας

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Τι έκανε και τι πρέπει να κάνει η κεντρική Πολιτεία για να βοηθήσει την ιατρική κοινότητα και να θωρακίσει την κοινωνία απέναντι στην απειλή του κορωνοϊού»

Πέρασαν 2,5 χρόνια «συμβίωσης» της ανθρωπότητας με τον κορωνοϊό και την πανδημία.

*Του Νίκου Ηγουμενίδη

Οι κατακτήσεις (νέες θεραπείες) του ανθρώπινου μυαλού υποτάχθηκαν στα κέρδη συγκεκριμένων φαρμακευτικών μονοπωλίων. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που δεν αντιμετωπίστηκαν με ριζικό τρόπο (άρση πατέντας) οι ανισότητες στην πρόσβαση στα εμβόλια και στα φάρμακα κατά του ιού. Έτσι, ενώ το πρώτο δίδαγμα από την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει υγειονομικά ασφαλής νησίδα σε υγειονομικά επισφαλές περιβάλλον, δεν εξασφαλίστηκε η ταυτόχρονη υγειονομική κάλυψη σε κάθε γωνιά της Γης. Αποτέλεσμα όλων αυτών, το γεγονός ότι ο COVID-19 παραμένει ακόμα εδώ, απειλητικός για την υγεία μας.

Σήμερα λοιπόν, που περνάμε σε μια νέα φάση της πανδημίας, είναι ανάγκη να αποτιμήσουμε τη μέχρι σήμερα πορεία, να σταθούμε στα συμπεράσματα και τις υποχρεώσεις που έχουμε μπροστά μας. Τι έκανε και τι πρέπει να κάνει η κεντρική Πολιτεία για να βοηθήσει την ιατρική κοινότητα και να θωρακίσει την κοινωνία απέναντι στην απειλή του κορωνοϊού.

Συμπέρασμα πρώτο: Αναποτελεσματική κυβερνητική πολιτική...

Τα τελευταία 2,5 χρόνια στην Ελλάδα, η κυβέρνηση της Ν.Δ. εφάρμοσε ένα μείγμα πολιτικής που οδήγησε σε:

  • α) Αρνητικές πρωτιές της χώρας σε επίπεδο Ευρώπης στους σκληρούς δείκτες της πανδημίας.
  • β) Πλήρη αποδιοργάνωση του ΕΣΥ.
  • γ) Ραγδαία αύξηση των ανισοτήτων στην υγεία (τριπλασιασμός ακάλυπτων υγειονομικών αναγκών).

Ένα μείγμα πολιτικής, κρινόμενο από αυτά τα αποτελέσματα, αναποτελεσματικό. Αυτό είναι το πρώτο συμπέρασμα, το οποίο αξίζει να υπογραμμίσουμε, ιδιαίτερα τώρα που διανύουμε μια περίοδο ανησυχητικής αύξησης κρουσμάτων COVID-19, για να αποφύγουμε επανάληψη λανθασμένων επιλογών.

Συμπέρασμα δεύτερο: Ο κορωνοϊός είναι εδώ...

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) είχε προειδοποιήσει ότι είναι «ασυγχώρητη επιπολαιότητα» να μιλάμε για το «τέλος της πανδημίας». Η τελευταία αύξηση των κρουσμάτων, δυστυχώς, επιβεβαιώνει την κατάρρευση της θεωρίας της «προσωρινότητας» της COVID-19.

Έτσι, η πρόωρη «λήξη» της πανδημίας από την κυβέρνηση και η υγειονομικά επισφαλής άρση όλων των προληπτικών-περιοριστικών μέτρων, στο όνομα της οικονομίας, του τουρισμού και της οικονομικής ανάπτυξης, δυνητικά οδηγεί σε υγειονομικά επικίνδυνα μονοπάτια. Αντίθετα μάλιστα, η εμπειρία μας μετά από δυόμισι χρόνια πανδημίας δείχνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει τουρισμός, βιώσιμη οικονομία, ανάπτυξη και κοινωνική ευημερία χωρίς να είναι επαρκώς προστατευμένη η δημόσια υγεία.

Ωστόσο, η κυβέρνηση της Δεξιάς δε φαίνεται να διδάσκεται από την πρόσφατη εμπειρία. Οι αντιλήψεις-θέσεις, «να μάθουμε να ζούμε με τον COVID», «δεν πιέζεται το ΕΣΥ, άρα δε χρειάζονται νέα μέτρα» και «δε μας χρειάζεται και επομένως σταματά η ημερήσια έκθεση αναφοράς των κρουσμάτων, η οποία αντικαθίσταται από εβδομαδιαία», που κυριαρχούν στην πολιτική της κυβέρνησης σήμερα, είναι από τις τραγικά επικίνδυνες για την κοινωνία και τη δημόσια υγεία. Η κυβερνητική λογική βλάπτει σοβαρά την υγεία, την κοινωνία, τη χώρα...

Στη νέα φάση της πανδημίας που διανύουμε, και για τη διαχείριση των επόμενων κυμάτων της, απαιτείται μια νέα υγειονομική στρατηγική με βασικές προτεραιότητες: πρόβλεψη, προετοιμασία και πρόληψη της διασποράς στην κοινότητα, και αναθέρμανση του εμβολιασμού με αναμνηστικές δόσεις στις ενδεικνυόμενες πληθυσμιακές κατηγορίες. Σήμερα, επιτακτικότερα από ποτέ, πρέπει «να μάθουμε να μην αγνοούμε τον COVID» και να αναβαθμίζουμε συνεχώς τα “εργαλεία” για τον περιορισμό και την αδρανοποίησή του.

Συμπέρασμα τρίτο: Ενίσχυση δημόσιου Συστήματος Υγείας...

Το σημαντικότερο συμπέρασμα από την εμπειρία της αντιμετώπισης της πανδημίας είναι η ανάγκη ισχυρού δημόσιου Συστήματος Υγείας. Το ΕΣΥ κλήθηκε να αποτελέσει - και αποτέλεσε - την ασπίδα προστασίας της κοινωνίας, από την απειλή του COVID-19. Η επένδυση στο ΕΣΥ και στις Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας της χώρας οφείλει να επικεντρωθεί κυρίως στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και στα Νοσοκομεία.

1) Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ). Στην ενίσχυση της ΠΦΥ περιλαμβάνονται:

Α. Σχεδιασμός κάλυψης του αστικού ιστού της χώρας, με τη δημιουργία των απαραίτητων, κατά τον χάρτη υγείας, ΤΟπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ), καθώς και των Κέντρων Υγείας Αστικού Τύπου.

Β. Σχεδιασμός κάλυψης της υπαίθρου με βάση τα επικαιροποιημένα δεδομένα του χάρτη υγείας και τη μετακίνηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο (νέα Περιφερειακά Ιατρεία, συγχώνευση ή κατάργηση παλιών κ.λπ.).

Γ. Αντίστοιχα με τον σχεδιασμό, δημιουργία νέων υποδομών, όπου χρειάζονται.

Δ. Μόνιμες προσλήψεις προσωπικού.

Ε. Σαφείς, καθαροί, σταθεροί κανόνες συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα, για την πλήρη πρωτοβάθμια υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού. Ούτε αμοιβές-κίνητρο για παραίτηση από το δημόσιο Σύστημα Υγείας, ούτε κρατικοδίαιτος ιδιωτικός τομέας, ούτε αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των ιδιωτών γιατρών.

Στ. Ενίσχυση στην προνοσοκομειακή-κατ’ οίκον φροντίδα καθώς και στη συνέργεια των δομών ΠΦΥ του ΕΣΥ με τις κοινωνικές δομές των Δήμων και με τις υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας των Περιφερειών.

2) Νοσοκομεία ΕΣΥ:

Η “κοβιντοποίηση” με την οποία αντιμετωπίστηκαν προηγούμενα επιδημικά κύματα οδήγησε σε ανεπάρκεια κάλυψης των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού. Έτσι, αναδεικνύεται επιτακτική η ενίσχυση των νοσοκομείων σήμερα, «τώρα που δεν πιέζεται το σύστημα», για να αποφύγουμε την επιδείνωση που θα επιφέρουν νέα επιδημικά κύματα.

Στα νοσοκομεία μας παρατηρείται, σταθερά, επιδείνωση της λειτουργίας ορισμένων κλινικών (αποστράτευση-συνταξιοδότηση προσωπικού που δεν αντικαθίσταται, έλλειψη ειδικευομένων, έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού και οριακή λειτουργία της νοσηλευτικής υπηρεσίας) που τις φέρνει στα όρια της λειτουργικής κατάρρευσης, με τον κίνδυνο να συμπαρασύρουν, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, το σύνολο των νοσοκομείων.

Συμπέρασμα τέταρτο: Αναστροφή της φυγής στο εξωτερικό...

Η εικόνα των τραγικών ελλείψεων προσωπικού στις δομές του δημόσιου Συστήματος Υγείας είναι δραματική. Η επιδείνωση των συνθηκών δουλειάς των υγειονομικών και η προοπτική της λειτουργικής κατάρρευσης των δημόσιων Δομών Υγείας, που είχε απομακρυνθεί την περίοδο της διακυβέρνησης της Αριστεράς, αρχίζει πάλι να εμφανίζεται. Πρόκειται για συνθήκες που, ως ένα βαθμό, “διώχνουν” τους νέους επιστήμονες από τη χώρα. Η κατάσταση απαιτεί δραστικά μέτρα.

Στα μέτρα αυτά συμπεριλαμβάνονται: η άμεση επιστροφή των εργαζομένων που είναι σε αναστολή, η μόνιμη παραμονή στο ΕΣΥ όλων των συμβασιούχων, η ένταξη των υγειονομικών στα Βαρέα Ανθυγιεινά Επαγγέλματα, η αναβάθμιση εργασιακών και μισθολογικών συνθηκών και η με γενναία κίνητρα στελέχωση των Δομών στα νησιά και στην περιφέρεια, καθώς και στις “άγονες” ιατρικές θέσεις και ειδικότητες.

Τελικό συμπέρασμα: Οφείλουμε να στείλουμε προς κάθε κατεύθυνση σήμα-μήνυμα ενίσχυσης του δημόσιου Συστήματος Υγείας και σεβασμού του επαγγέλματος του υγειονομικού. Μόνον η προβολή ενός τέτοιου ολιστικού σχεδίου ενίσχυσης του συστήματος μπορεί να συμβάλει στην αναστροφή της “αιμορραγίας” προς το εξωτερικό τού επιστημονικού προσωπικού της πατρίδας.

Η υλοποίηση του σχεδιασμού ενίσχυσης του δημόσιου Συστήματος Υγείας προϋποθέτει και απαιτεί γενναία χρηματοδότηση. Οι δαπάνες για την υγεία στην Ελλάδα πρέπει να φτάσουν τουλάχιστον στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και όχι μόνο αυτό. Ακριβώς επειδή η χώρα βγαίνει από μια 12ετή οικονομική περιδίνηση, πρέπει να δούμε την ενίσχυση του δημόσιου Συστήματος Υγείας και από άλλες πηγές όπως το Ταμείο Ανάκαμψης. Ωστόσο, η κυβέρνηση μείωσε στον τελευταίο προϋπολογισμό τις δαπάνες για την υγεία κατά 800 εκατ. ευρώ. Και εδώ δείχνει το νεοφιλελεύθερο πρόσωπό της, τη μεροληπτική στάση της υπέρ του ιδιωτικού τομέα, υπέρ της πλήρους εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών υγείας.

Ας μην έχουμε αυταπάτες: Ισχυρό δημόσιο Σύστημα Υγείας είναι στοιχείο μιας προοδευτικής, δημοκρατικής Ελλάδας, της Ελλάδας της νέας εποχής, της Ελλάδας της απαλλαγμένης από τα βαρίδια του παρελθόντος που οδήγησαν στη χρεωκοπία της. Σήμερα, λοιπόν, επιτακτικά προβάλλει η ανάγκη αλλαγής της πολιτικής ρότας της χώρας. Να φύγει η Δεξιά, να ανοίξει ο προοδευτικός δρόμος για την πατρίδα μας. Αυτό είναι το καθήκον των προοδευτικών, δημοκρατικών δυνάμεων. Σε αυτόν τον αγώνα, οι δυνάμεις της Αριστεράς θα βρεθούν, όπως πάντα, στην πρώτη γραμμή!

* Ο Νίκος Ηγουμενίδης είναι βουλευτής Ηρακλείου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτικής Συμμαχίας.

Φωτογραφία αρχείου ΙΝ ΤΙΜΕ

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News