Σαν κεραμίδα έπεσε η απόφαση των γιατρών της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας του ΠΑΓΝΗ να υποβάλουν μαζικά τις παραιτήσεις τους, αντιδρώντας δυναμικά στην πρακτική του “εντέλλεσθε”, δηλαδή της μετακίνησης από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, προκειμένου να καλυφθούν τα πολύ σημαντικά κενά που παρουσιάζονται σε όλα τα νοσηλευτικά ιδρύματα της Κρήτης.
Η απόφαση πάρθηκε μετά από τη νέα εντολή που δόθηκε για ακόμα μία μετακίνηση από τη ΜΕΘ του ΠΑΓΝΗ στην αντίστοιχη στο Νοσοκομείο του Αγίου Νικολάου.
Υπό την πίεση της εκρηκτικής κατάστασης που επικρατεί στο ΕΣΥ εξαιτίας της εκτεταμένης υποστελέχωσης, η ΔΥΠΕ Κρήτης έκανε ένα βήμα πίσω, ακυρώνοντας την εντολή για αναγκαστικές εφημερίες στο Νοσοκομείο Αγίου Νικολάου. Έτσι, προχώρησε στην προκήρυξη 6 νέων θέσεων για να καλυφθούν άμεσα ανάγκες στο ιατρικό προσωπικό, ενώ δεσμεύτηκε ότι μελλοντικά θα υπάρξουν ανάλογες αποφάσεις.
Οι γιατροί του ΠΑΓΝΗ πήραν προσωρινά πίσω τις παραιτήσεις τους, χωρίς ωστόσο να σταματούν ούτε στιγμή να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, περιμένοντας με αγωνία την υλοποίηση των δεσμεύσεων. Νωρίτερα, χθες Δευτέρα το πρωί, σε μία επιστολή- “φωτιά” οι γιατροί της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας του ΠΑΓΝΗ, καταγγέλλοντας τις μεθοδεύσεις που ακολούθησε η Διοίκηση της Υ.ΠΕ. όλο το προηγούμενο διάστημα, καθώς δεν προκηρύχθηκε καμία από τις 6 θέσεις γιατρών ΕΣΥ που ζήτησε με έγγραφό του το Δ.Σ. του ΠΑΓΝΗ από τον Φεβρουάριο του 2024, πήραν την πρωτοβουλία να υποβάλουν τις παραιτήσεις τους.
Μάλιστα, στην επίμαχη επιστολή γίνεται λόγος για συνθήκης πλήρους αποδόμησης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, με το υπάρχον ιατρικό προσωπικό να είναι αναγκασμένο να σηκώσει ένα δυσβάστακτο βάρος, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες των πολιτών. Οι ελλείψεις σε βασικές ειδικότητες έχουν οδηγήσει του γιατρούς του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, που αποτελεί το μεγαλύτερο νοσηλευτικό ίδρυμα της Κρήτης, συγκεντρώνοντας περιστατικά όχι μόνο από τους τέσσερις νομούς της Κρήτης αλλά και από τα γύρω νησιά, να έχουν ξεπεράσει τις αντοχές τους, αφού, όπως υποστηρίζουν οι ίδιοι, για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις κάνουν εφημερίες τρεις φορές πάνω από ανώτερο όριο εφημεριών.
Η ανακοίνωση της παραίτησης
Συγκεκριμένα, στην επιστολή τους οι γιατροί, μεταξύ άλλων, αναφέρουν τα εξής:
«Με αποκλειστική υπευθυνότητα της διοίκησης της Υ.ΠΕ. δεν προκηρύχθηκε καμία εκ των 6 (έξι) θέσεων ιατρών ΕΣΥ (2 επιμελητών Α’ και 4 επιμελητών Β’) που είχαν ζητηθεί με έγγραφο του Δ.Σ. ΠΑΓΝΗ από τον Φεβρουάριο 2024, ενώ έχουν ήδη γίνει 3 (τρεις) προκηρύξεις θέσεων ιατρών ΕΣΥ πανελληνίως φέτος. Ως αποτέλεσμα, για την κάλυψη ασφαλούς εφημεριακού προγράμματος και προκειμένου να μη μειωθεί ο αριθμός των νοσηλευτικών κλινών, όλοι οι ιατροί της Κλινικής λειτουργούμε σε καθεστώς υπερ-εφημέρευσης, πραγματοποιώντας από τρεις και πλέον εφημερίες πάνω από το ανώτερο όριο εφημεριών ανά βαθμίδα.
Ενώ η διεύθυνση και οι γιατροί της ΜΕΘ ΠΑΓΝΗ αναγνωρίζουμε το χρέος που έχουμε προς τους ασθενείς μας, έχοντας νοσηλεύσει πλέον των 700 ασθενών ήδη το 2024, αρκετοί εκ των οποίων είχαν ανάγκη από επεμβάσεις και θεραπείες που πραγματοποιούνται μόνο στο ΠΑΓΝΗ, η διοίκηση της Υ.ΠΕ. έμπρακτα αγνοεί τις προσπάθειές μας και δυσχεραίνει το έργο της κλινικής μας. Συγκεκριμένα, με αποκλειστική υπευθυνότητα της διοίκησης της Υ.ΠΕ. δεν προκηρύχθηκε καμία εκ των 6 (έξι) θέσεων γιατρών ΕΣΥ που είχαν ζητηθεί με έγγραφο του Δ.Σ. ΠΑΓΝΗ από τον Φεβρουάριο 2024, ενώ έχουν ήδη γίνει τρεις προκηρύξεις θέσεων ιατρών ΕΣΥ πανελληνίως φέτος. Έτσι, και ενώ τον Δεκέμβριο 2024 το εφημεριακό πρόγραμμα της ΜΕΘ ΠΑΓΝΗ καλύπτεται με τους ιατρούς όλων των βαθμίδων, να εφημερεύουν 10 και 11 μέρες τον μήνα, η Υ.ΠΕ. αποφάσισε να επιβάλει για άλλη μία φορά την κάλυψη εφημεριών από ιατρούς της ΜΕΘ ΠΑΓΝΗ στο Γ.Ν. Αγίου Νικολάου.
Θεωρούμε, λοιπόν, ότι με την τελευταία ενέργεια της Διοίκησης της Υ.ΠΕ. επιβεβαιώνεται η συνεχής απαξίωση του έργου και της υπερπροσπάθειας των ιατρών της Κλινικής ΜΕΘ ΠΑΓΝΗ. Ως εκ τούτου, για λόγους αρχής, αξιοπρέπειας και επιστημονικής υπευθυνότητας, η εργασία μας στη ΜΕΘ ΠΑΓΝΗ υπό αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να συνεχιστεί και σας υποβάλλουμε την παραίτησή μας.
Οι ιατροί της Κλινικής,
Ευμορφία Κονδύλη, καθηγήτρια Εντατικής Ιατρικής, διευθύντρια Κλινικής Εντατικής Θεραπείας ΠΑΓΝΗ, Βαπορίδη Αικατερίνη, αναπληρώτρια καθηγήτρια Εντατικής Ιατρικής, Ακουμιανάκη Ευαγγελία, επίκουρη καθηγήτρια Εντατικής Ιατρικής, Αναστασάκη Μαρία, διευθύντρια ΕΣΥ, Ξηρουχάκη Νεκταρία, διευθύντρια ΕΣΥ, Πρινιανάκης Γεώργιος, διευθυντής ΕΣΥ, Ψαρολογάκης Χαράλαμπος, επιμ. Α’ ΕΣΥ, Παππάς Χαράλαμπος, επιμ. Α’ ΕΣΥ, Κοκκίνη Σοφία, επιμ. Α’ ΕΣΥ, Πρόκλου Αθανασία, επιμ. Α’ ΕΣΥ, Παντελή Αικατερίνη, επιμ. Α’ ΕΣΥ».
Τα σωματεία εργαζομένων
Τα σωματεία εργαζομένων του ΠΑΓΝΗ και του Αγίου Νικολάου σε κοινή τους δήλωση εκφράζουν την αντίθεσή τους στην απαράδεκτη τακτική του “εντέλλεσθε” και στις μετακινήσεις ιατρών και προσωπικού από νοσοκομείο σε νοσοκομείο. Η κατάσταση αυτή, σύμφωνα με τους εργαζόμενους, υποβαθμίζει τις παρεχόμενες υπηρεσίες Υγείας, οδηγεί σε συρρίκνωση το Εθνικό Σύστημα Υγείας, ενώ οδηγεί σε απροθυμία πολλούς ιατρούς, ώστε να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στα δημόσια νοσοκομεία.
Αναλυτικότερα, δήλωσαν: «Με αφορμή την ανακοίνωση πρόθεσης παραίτησης των εντατικολόγων του ΠΑΓΝΗ λόγω των “εντέλλεσθε” να εφημερεύουν στη ΜΕΘ του Νοσοκομείου Αγίου Νικολάου, εκφράζουμε την αντίθεσή μας στα “εντέλλεσθε” και στις αποφάσεις μετακίνησης ιατρών και προσωπικού από το ένα νοσοκομείο στο άλλο.
Η τακτική αυτή απορρυθμίζει τις δομές με κίνδυνο να υποβαθμιστεί η λειτουργία των κλινικών και των τμημάτων που λειτουργούν ομαλά, επιδεινώνει τις εργασιακές σχέσεις και οδηγεί σε παραιτήσεις και σε απροθυμία υποβολής υποψηφιοτήτων για νέες θέσεις.
Με τις μετακινήσεις και τα “εντέλλεσθε” όχι μόνο δε λύνονται τα προβλήματα των νοσοκομείων της Κρήτης, αλλά μεγεθύνονται.
Ζητούμε απ’ όλους τους θεσμικούς φορείς της Υγείας και της κοινωνίας να εκφράσουν την αντίθεσή τους σε τέτοιου είδους λογικές και δηλώνουμε έτοιμοι να συνεχίσουμε τους κοινούς αγώνες στην κατεύθυνση της διεκδίκησης της βελτίωσης των μισθολογικών και εργασιακών συνθηκών και της στελέχωσης των νοσοκομείων με μόνιμες θέσεις ιατρών και του υπόλοιπου προσωπικού, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης και ασφαλής λειτουργία τους».
Δημόσια νοσοκομεία: Εκατοντάδες χιλιάδες ακυρωμένες επεμβάσεις
Την ίδια στιγμή, μία νέα έκθεση του Κέντρου Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία (ΚΕΠΥ) έρχεται να ταράξει τα νερά. Αντικείμενο της έκθεσης είναι οι χαμένες χειρουργικές επεμβάσεις του ΕΣΥ και τα δωρεάν απογευματινά χειρουργεία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Τα ευρήματα καταρρίπτουν πλήρως το αφήγημα της κυβέρνησης περί αναβάθμισης του δημόσιου Συστήματος Υγείας και βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Επιπλέον, στη συγκεκριμένη έκθεση γίνεται αναφορά και στην ολέθρια απόφαση της κυβέρνησης να μετατρέψει τα δημόσια νοσοκομεία της χώρας σε «δομές μίας νόσου» την περίοδο της πανδημίας. Το γεγονός αυτό οδήγησε εκατοντάδες χιλιάδες ασθενείς που υπέφεραν από άλλα νοσήματα, όπως χρόνιες παθήσεις, σε ραγδαία επιδείνωση της υγείας τους.
Στην έκθεση παρουσιάζονται, λοιπόν, για πρώτη φορά συγκεντρωτικά στοιχεία για τη χειρουργική δραστηριότητα στα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά τη δεκαετία 2014-2023.
«Η εικόνα, αν και αναμενόμενη, είναι σοκαριστική», σημειώνει η ερευνητική ομάδα του ΚΕΠΥ.
- Έως και 545.000 χειρουργικές επεμβάσεις χάθηκαν από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά την περίοδο της πανδημίας και τον πρώτο χρόνο μετά από αυτήν, προϊόν προφανώς της μετατροπής του ΕΣΥ σε μονοθεματικό Σύστημα Υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς και της χρόνιας υποστελέχωσής του.
- Υπολογίζεται ότι, σε σχέση με το 2019, κατά τη χρονική περίοδο 2020-23 χάθηκαν από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ σωρευτικά 359.630 χειρουργικές επεμβάσεις, εκ των οποίων το 42% (151.952 χειρουργικές επεμβάσεις) αφορά σε νοσοκομεία της 1ης και 2ης Υ.ΠΕ. σε Αττική και Πειραιά και το 35% (125.653 χειρουργικές επεμβάσεις) σε νοσοκομεία της 3ης και 4ης Υ.ΠΕ. σε Μακεδονία και Θράκη.
Το 2023 διενεργήθηκαν στα νοσοκομεία του ΕΣΥ 473.772 χειρουργικές επεμβάσεις (επείγουσες και προγραμματισμένες κατά την τακτική λειτουργία των νοσοκομείων). Το 43% αυτών των χειρουργικών επεμβάσεων διενεργήθηκαν σε νοσοκομεία της 1ης και 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας (οι οποίες και καλύπτουν τις Περιφέρειες Αττικής, Πειραιά και Αιγαίου), το 24% σε νοσοκομεία της 3ης και 4ης Υγειονομικής Περιφέρειας (οι οποίες και καλύπτουν τις Περιφέρειες της Κεντρικής, Ανατολικής και Δυτικής Μακεδονίας και της Θράκης), το 17% σε νοσοκομεία της 6ης Υγειονομικής Περιφέρειας (η οποία καλύπτει τις Περιφέρειες Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας, Ιονίων Νήσων και Ηπείρου) και το υπόλοιπο 16% σε νοσοκομεία της 5ης και 7ης Υγειονομικής Περιφέρειας.
- Το 2020, το πρώτο έτος της πανδημίας COVID-19, παρατηρήθηκε μία μέση μείωση στις χειρουργικές επεμβάσεις στα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά 23% (η οποία κυμάνθηκε από -20% στην 7η Υ.ΠΕ. της Κρήτης έως -32% στην 3η Υ.ΠΕ. της Μακεδονίας).
- Το 2021, το δεύτερο έτος της πανδημίας, παρατηρήθηκε μία μέση μείωση στις χειρουργικές επεμβάσεις στα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά 28% (η οποία κυμάνθηκε από -14% στην 7η Υ.ΠΕ. της Κρήτης έως -41% στην 3η Υ.ΠΕ. της Μακεδονίας).
- Τα έτη 2022 και 2023 παρατηρήθηκε μια σταδιακή αύξηση των χειρουργικών επεμβάσεων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, χωρίς όμως η χειρουργική δραστηριότητα των δημόσιων νοσοκομείων να ανακάμπτει στα προ πανδημίας επίπεδα (το 2023 υπολείπεται κατά 5% σε σχέση με τις χειρουργικές επεμβάσεις του 2019 προ πανδημίας).
Για την Ελλάδα, προβλέπεται διάθεση 1,5 δισ. ευρώ για την Υγεία, τα οποία θα κατανεμηθούν κατά 21% για την κτηριακή αναβάθμιση νοσοκομείων του ΕΣΥ (371 εκατ. ευρώ), κατά 19% για την ανάπτυξη υπηρεσιών τηλεϊατρικής (277 εκατ. ευρώ), κατά 18% για την ενεργειακή αναβάθμιση Κέντρων Υγείας του ΕΣΥ (271 εκατ. ευρώ), κατά 17% σε δράσεις για τον έλεγχο της φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα (250 εκατ. ευρώ), κατά 17% σε δράσεις δημόσιας υγείας - πρόγραμμα “Σπύρος Δοξιάδης” (250 εκατ. ευρώ), ενώ το υπόλοιπο 8% σε δράσεις για την Ψυχική Υγεία και λοιπές δράσεις.
Η “τρίπλα” με το Ταμείο Ανάκαμψης
Τον Νοέμβριο του 2024 η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι τμήμα της χρηματοδότησης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) θα διατεθεί για τη χρηματοδότηση των ιδιωτικών απογευματινών χειρουργείων και την «επιτάχυνση των εκκρεμών επεμβάσεων της λίστας χειρουργείων». Βάσει δηλώσεων του υπουργείου Υγείας, το 2025 θα χρηματοδοτηθούν από το ΤΑΑ 34.000 χειρουργικές επεμβάσεις στα ιδιωτικά απογευματινά χειρουργεία του ΕΣΥ (αξίας 45 εκατ. ευρώ) και σε συμβεβλημένες ιδιωτικές κλινικές (χειρουργικές επεμβάσεις συνολικής αξίας 9 εκατ. ευρώ).
«Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι για πρώτη φορά μετά την πανδημία το υπουργείο Υγείας αναγνωρίζει τη συσσώρευση μεγάλου όγκου ασθενών στις λίστες αναμονής για χειρουργικές επεμβάσεις στα νοσοκομεία του ΕΣΥ (πάνω από 100.000 ασθενείς κατά δήλωση του υπουργείου Υγείας), φιλοδοξώντας ότι με την εν λόγω παρέμβαση η μέση αναμονή για χειρουργική επέμβαση στο ΕΣΥ το 2026 δε θα ξεπερνά τους 6 μήνες», υπενθυμίζεται στην έκθεση του ΚΕΠΥ.
«Οι πολιτικές της κυβέρνησης είναι σε λάθος κατεύθυνση»
Η έρευνα κατέληξε στο παρακάτω συμπέρασμα: «Οι πολιτικές που προκρίνει η κυβέρνηση για την επίλυσή του είναι ατελείς και σε λάθος κατεύθυνση». Τα 34.000 “δωρεάν”, χρηματοδοτούμενα από το ΤΑΑ, απογευματινά χειρουργεία στα νοσοκομεία του ΕΣΥ και τις ιδιωτικές κλινικές το 2025, «πέραν του ότι αποτελούν “σταγόνα στον ωκεανό” των εκατοντάδων χιλιάδων χαμένων χειρουργείων της τελευταίας 4ετίας, δεν έχουν επενδυτικό χαρακτήρα, δε δημιουργούν δηλαδή τις αναγκαίες προϋποθέσεις σε υλικές υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό για τη μακρόπνοη αντιμετώπιση του χρόνιου προβλήματος των αναμονών για χειρουργικές επεμβάσεις στη χώρα μας.
Ομοίως η θεσμοθέτηση των επί πληρωμή απογευματινών χειρουργείων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, σε μια χώρα με τη 2η υψηλότερη ιδιωτική δαπάνη Υγείας και τις υψηλότερες αυτοαναφερόμενες λόγω κόστους ανικανοποίητες ανάγκες υγείας στην Ευρώπη, είναι ένα κοινωνικά άδικο μέτρο, το οποίο μετακυλίει επιπλέον χρηματοδοτικά υγειονομικά βάρη στα ήδη υπέρμετρα οικονομικά βεβαρημένα νοικοκυριά στην Ελλάδα.
Είναι δε προφανές ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί τα “δωρεάν” απογευματινά χειρουργεία του ΤΑΑ, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να διαφημίσει και τελικά να εμπεδώσει τη λειτουργία των ιδιωτικών απογευματινών χειρουργείων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ. Προκύπτει, δηλαδή, ότι βασική επιδίωξη του υπουργείου Υγείας είναι η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών του ΕΣΥ και όχι η ενδυνάμωσή τους με προσωπικό και εξοπλισμό».