Τα κρητικά γλέντια έχουν κερδίσει μια αναπόσπαστη θέση στα καλοκαίρια των νέων (και όχι μόνο) της Κρήτης, με εκατοντάδες επισκέπτες να γεμίζουν τις πλατείες των χωριών, αφήνοντας πίσω τους τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης.
Ωστόσο, φαίνεται πως η κρητική μουσική έχει εισχωρήσει στις ζωές μας καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, αφού μαθητές και φοιτητές επιδιώκουν μέσω χοροεσπερίδων ή συλλόγων να βρεθούν κοντά στις ρίζες τους, ανεξαρτήτως εποχικότητας.
Βέβαια, η νέα τάση των κρητικών γλεντιών προκύπτει και από τη σκληρή και αξιόλογη δουλειά των καλλιτεχνών. Στη εφημερίδα “Νέα Κρήτη” και στο neakriti.gr μίλησαν τρεις καλλιτέχνες που με πολλή μελέτη και εξερεύνηση έφτασαν στην κορυφή, υπηρετώντας πάντα τη γνήσια κρητική μουσική και την παράδοση του νησιού.
Τα social media ανοίγουν πόρτες
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία των Κρητικών μουσικών, ιδίως μετά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως εξηγεί στη “Νέα Κρήτη” ο μουσικός Μιχάλης Χαρκιολάκης και συγκεκριμένα δηλώνει τα εξής: «Η σωστή διαχείριση των social media, ειδικά από τους νεότερους καλλιτέχνες, οδήγησε την κρητική μουσική στο επίκεντρο της αποδοχής».
Έτσι λοιπόν, η γιγάντωση των social media άνοιξε τις πόρτες της επιτυχίας τόσο στους μουσικούς, όσο και στον θεσμό του κρητικού γλεντιού, με τις έννοιες “τάση” και “μόδα” να συνοδεύονται με την κρητική παράδοση. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως ο πυρήνας της διάδοσης των καλλιτεχνών αλλάζει, με τον κ. Χαρκιολάκη να τονίζει πως «η ενασχόληση και η προώθηση μέσω των social media είναι η σύγχρονη αναγκαιότητα, καθώς βλέπουμε και μεγαλύτερης ηλικίας καλλιτέχνες κρητικής μουσικής να αναρτούν τη δουλειά τους σε αντίστοιχες πλατφόρμες».

Ωστόσο, η αποδοχή των ακροατών επιβεβαιώνεται και από τα νούμερα προβολών που σημειώνονται στο YouTube, καθώς παλαιότερα, αν ένα αναρτημένο βίντεο είχε για παράδειγμα 20.000 κλικ, ήταν θαύμα, την ίδια ώρα που οι 100.000 προβολές εν έτει 2025 θεωρούνται κάτω του μετρίου. Επομένως τα social media είναι ο κανόνας, καθώς προσφέρουν εύκολη πρόσβαση και προβολή, ενώ ταυτόχρονα αποτελούν εργαλείο για τους καλλιτέχνες, όπως αναφέρει και ο μουσικούς Κωστής Βελιγραντάκης.
«Τα τραγούδια γίνονται “viral” και υπάρχει εύκολη ενημέρωση για μουσικές εκδηλώσεις και πανηγύρια. Ο κόσμος έρχεται σε επαφή με την κρητική μουσική, που μπορεί να μην την είχε ανακαλύψει αλλιώς», σημειώνει.
Ωστόσο, η οπτικοακουστική εικόνα των social μεταδίδει την ευχάριστη ατμόσφαιρα του γλεντιού, με αποτέλεσμα πολλοί χρήστες να θέλουν να αποδεσμευτούν από την ψηφιακή ζωή, βιώνοντας μια πραγματική στιγμή, όπως προσθέτει χαρακτηριστικά ο κ. Βελιγραντάκης.
Η ποιότητα της κρητικής μουσικής
Το επίπεδο της κρητικής μουσικής φέρεται να έχει ανέβει κατακόρυφα σε σχέση με το παρελθόν, κάτι στο οποίο όλοι οι μουσικοί με τους οποίους μιλήσαμε συμφωνούν ομόφωνα. Αυτό όμως που διαφοροποιεί την κρητική μουσική είναι το γεγονός πως γίνεται λόγος για εμπορευματοποιημένη τέχνη, την ίδια στιγμή που οι καλλιτέχνες δεν εμπορευματοποιούνται, όπως ξεκαθαρίζει ο Γιώργος Ρεράκης, καλλιτέχνης κρητικής μουσικής.
Ο ίδιος αναφέρει χαρακτηριστικά πως «αφενός η ποιότητα φέρνει και αυξημένα έξοδα και αφετέρου μια μεγάλη μερίδα μουσικών έχουν σταθερό εισόδημα από κάποια σταθερή δουλειά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα όλα τα σχήματα να έχουν τη διάθεση να δημιουργήσουν αγνή μουσική, με ποιότητα». Ο ίδιος συνεχίζει λέγοντας πως «ακριβώς αυτό είναι που ενισχύει και την προσέλκυση του κόσμου και της νεολαίας, καθώς η κρητική μουσική “γεννά”, την ίδια εποχή που άλλα είδη μουσικής μένουν στασιμά».
Ο κ. Χαρκιολάκης προσθέτει πως από τους 1.000 μουσικούς ενδεχομένως οι 40 ασχολούνται με αυτό καθαυτό, επιβεβαιώνοντας πως το “επάγγελμα” του κρητικού μουσικού έχει σκοπό τη γεμάτη αγάπη δημιουργία και όχι τον καθαρό βιοπορισμό.
Ταυτόχρονα, το “κλειδί” της επιτυχίας για τον κ. Χαρκιολάκη είναι η συνεχής μελέτη και η εξέλιξη, ενώ προσθέτει πως «το μέλλον είναι λαμπρό και ελπιδοφόρο, γιατί οι νέοι έχουν πολύ υλικό, το οποίο σε σχέση με παλαιότερα έχει καλύτερες βάσεις, καθώς υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία και σημαντικά εφόδια, τα οποία επιτρέπουν στους καλλιτέχνες την προσωπική τους ανέλιξη».
Παράλληλα, η τάση των νέων να επισκέπτονται τα γλέντια της Κρήτης προκύπτει επίσης και από την αποστροφή της νεολαίας για τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, όπως περιγράφει και ο κ. Χαρκιολάκης.
«Η νέα τάση οφείλεται στις μειωμένες επιλογές διασκέδασης, καθώς τα κέντρα λειτουργούν με μουσική, η οποία δεν εκφράζει πλέον τους νέους», επισημαίνει.
Ωστόσο, η κρητική μουσική σε σχέση και με παλαιότερα παρουσιάζει σοβαρότερες παραγωγές, εντατικότερες προσπάθειες από την πλευρά των καλλιτεχνών και περισσότερες αναρτήσεις σε σχετικές μουσικές πλατφόρμες με άρτιο οπτικοακουστικό υλικό, υψηλών προδιαγραφών.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η κρητική μουσική είναι δομημένη έτσι ώστε ο ακροατής να “καταναλώνει” ένα εύπεπτο άκουσμα, υψηλής όμως ποιότητας. Ο κ. Βελιγραντάκης μάς εξηγεί πιο αναλυτικά: «Οι μελωδίες είναι συνήθως σύντομες, οι ρυθμοί προσιτοί και ευχάριστοι. Οι στίχοι συχνά επαναλαμβάνονται. Όλα αυτά μαζί δημιουργούν τραγούδια και σκοπούς εύκολους στη μνήμη και στην ακρόαση, που κάνουν τον ακροατή να τα θυμάται εύκολα».

Ταυτόχρονα, ένας άλλος παράγοντας είναι ο πλούσιος πολιτισμός της Κρήτης και η ανάγκη των νέων να αναζητούν τον τόπο τους και την ταυτότητά τους. Την ίδια ώρα που η μετακίνηση πολλών ατόμων σε άλλα μέρη εκτός του νησιού έκανε περισσότερο έντονη την επιθυμία τους και την ανάγκη τους να αναζητήσουν το παραδοσιακό στοιχείο.
Ακριβώς λοιπόν γι’ αυτόν τον λόγο έχουν δημιουργηθεί και ο σύλλογοι, όπως αναφέρει και ο κ. Βελιγραντάκης: «Εκεί βρίσκεται η “μαγιά” και εκεί γίνεται η “ζύμωση”, καθώς μέσω αυτών γίνεται η διατήρηση της παράδοσης, η ενίσχυση της πολιτισμικής ταυτότητας και μέσα από εκεί μαθαίνουν οι νέοι να εκφράζονται μέσω του πολιτισμικού πλούτου της Κρήτης».
Τέλος, οι νέοι, πέρα από το να επισκέπτονται τα γλέντια, έχουν βρει ενδιαφέρον και στην εκμάθηση της παραδοσιακής μουσικής, δίνοντας στον χώρο φρέσκιες ιδέες και νέες φωνές.
Η κρητική μουσική δε χάνει την αίγλη της
Πολλές φορές δίπλα από τη λέξη δημοφιλής ίσως κρύβεται και η έννοια της φθοράς, ιδίως όταν γίνεται λόγος για παράδοση. Παρ’ όλα αυτά, κάτι τέτοιο δε φαίνεται να ισχύει στην περίπτωση της κρητικής μουσικής, καθώς η διατήρηση της ποιότητας σε συνδυασμό με την παράδοση είναι ακριβώς αυτό που προσελκύει τον κόσμο, όπως αναφέρει ο κ. Ρεράκης, ενώ συμπληρώνει ο κ. Χαρκιολάκης ότι «η παράδοση δεν αλλοιώνεται και δε χάνει την αίγλη της. Συντηρείται το στοιχείο της κρητικής μουσικής με πυρήνα το κλασικό άκουσμα».

Επομένως, ο κίνδυνος της έννοιας “φολκλόρ” δε φαίνεται να απειλεί την παραδοσιακή κρητική μουσική, αφού όλοι οι καλλιτέχνες κρατάνε γερά τη σκηνή, προωθώντας ατόφια και αγνή αγάπη για τη μουσική. Ωστόσο, η αποδοχή του κόσμου και η αναγνωσιμότητα των Κρητικών μουσικών έχουν δημιουργήσει χώρο σε νέους καλλιτέχνες μεν, οι οποίοι ενδεχομένως δεν είναι έτοιμοι να παρουσιάσουν το έργο τους στο κοινό δε. Αυτό βέβαια, σύμφωνα με τον κ. Χαρκιολάκη, «είναι η μόνη παραφωνία της τάσης», ενώ συμπληρώνει ότι «το σημαντικό είναι να υπάρχει σωστή ενασχόληση και εξερεύνηση της μουσικής εις βάθος, καθώς τα νέα παιδιά πρέπει να παίρνουν τις σωστές βάσεις από τα ωδεία και τους δασκάλους τους. Σαφώς, η διαδικασία αυτή είναι πολύωρη και απαιτεί αφοσίωση».
Ωστόσο, η νέα τάση γύρω από τα κρητικά γλέντια και τα προαναφερόμενα social media επιφυλάσσουν και κινδύνους. Η εμπορευματοποίηση και η επιφανειακή αντιμετώπιση που συμβαίνει μπορεί να οδηγήσει σε απλοποίηση ή αλλοίωση της παραδοσιακής μουσικής. Ακόμη, επειδή πολλές φορές μάς αρέσουν τα βίντεο που προκαλούν εντύπωση, προβάλλονται αρνητικές συμπεριφορές και καταστάσεις σε γλέντια ή παρέες που σχηματίζουν άσχημες εικόνες και συμπεράσματα, όσον αφορά στην κατανάλωση αλκοόλ, εξηγεί ο κ. Βελιγραντάκης.
Παρ’ όλα αυτά, η κρητική μουσική δεν είναι κάτι σταθερό, εξελίσσεται, μεταβάλλεται και προχωράει. Σαφώς οι μουσικές τάσεις της εποχής μας, τα ξένα μουσικά είδη μπορούν να συνδυαστούν με την παραδοσιακή μουσική και να προκύψουν πάντα νέα ακούσματα και στυλ. Επομένως, είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα ακούσματα του τόπου μας εκσυγχρονίζονται και αποκτούν άλλη υπόσταση, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η βάση της κρητικής μουσικής απομακρύνεται από την παράδοση. Πιο αναλυτικά, ο κ. Βελιγραντάκης περιγράφει την εξέλιξη του τόπου μας με μια αλληγορία:
«Το δέντρο αυτό όσο μεγαλώνει αναπτύσσει ξεχωριστά κλαδιά και διαφορετικούς καρπούς, όπως και τα διαφορετικά στυλ-είδη κρητικής μουσικής, μα ο κορμός αποτελεί πάντα τη βάση. Έτσι και η κρητική μουσική έχει τη δικιά της βάση, όπως προείπα, που ορίζει τα στοιχεία και τα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν ένα αγνό κρητικό άκουσμα».