Η εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, σύμφωνα με τη «ζωντανή» παράδοση, έχει δημιουργηθεί από πηλό και αίμα των μοναχών που σφαγιάστηκαν από Σαρακηνούς το 10ο αιώνα σε μοναστήρι που ήταν αφιερωμένο στους αρχαγγέλους σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από το σημερινό προσκύνημα.
Στο Μανταμάδο, στο προσκύνημα των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, που γιορτάζει αύριο Παρασκευή 8 Νοεμβρίου. χτυπά και η καρδιά ολόκληρης της Λέσβου, καθώς το τριήμερο η προσέλευση των πιστών και από άλλες περιοχές της Ελλάδας είναι μαζική.
Η ζωντανή εικόνα
Είναι αναρίθμητα τα θαύματα και η παρουσία των Αρχαγγέλων, όπως αποτυπώνεται από πιστούς που έχουν απευθυνθεί στους ιερείς του προσκυνήματος, τον πρωτοπρεσβύτερο π. Ευστράτιο και τον π. Χρήστο, εξιστορώντας ο καθένας τη δική του επαφή με τους Αγίους αρχαγγέλους. Αν και οι αγγελικές μορφές είναι αποτυπωμένες στην αγιογραφία της εκκλησίας μας με λευκό δέρμα και ξανθά μαλλιά, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, αποδίδεται στη μορφή ενός νέου ψηλού άνδρα με σκουρόχρωμο δέρμα. Άλλοτε εμφανίζεται με πανοπλία κι άλλοτε με κανονικά ενδύματα μεταφέροντας κάποιο μήνυμα στους πιστούς.
Και μπορεί στους σύγχρονους καιρούς μας με την πρόοδο της επιστήμης όλα τα παραπάνω να φαντάζουν ως αδιανόητα και παράλογα, όποιος όμως βρεθεί στο προσκύνημα του Μανταμάδου και μιλήσει με εκατοντάδες πιστούς που θα βρεθούν για να ευχαριστήσουν τον Άγιο, εύκολα θα καταλάβει ότι κάποια άλλη ενέργεια υπάρχει σε αυτόν τον χώρο, κάτι που ξεπερνά και τα όρια της λογικής και της επιστήμης.
Πώς μπήκε το τζάμι στην εικόνα
Η εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, σύμφωνα με τη «ζωντανή» παράδοση, έχει δημιουργηθεί από πηλό και αίμα των μοναχών που σφαγιάστηκαν από Σαρακηνούς το 10ο αιώνα σε μοναστήρι που ήταν αφιερωμένο στους αρχαγγέλους σε απόσταση 2 χιλιομέτρων από το σημερινό προσκύνημα. Από τα θυρανοίξια του σημερινού προσκυνήματος στις 8 Μαΐου του 1888 μέχρι και πριν από 20 χρόνια περίπου η εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ ήταν εκτεθειμένη στους πιστούς για να την αγγίζουν και να την ασπάζονται απευθείας στο πρόσωπο του Αγίου Αρχαγγέλου χωρίς διαχωριστικό τζάμι.
Σύμφωνα με τον εφημέριο του προσκυνήματος π. Χρήστο Τσιτμηδέλλη, αρκετές φορές η εκκλησία στο παρελθόν είχε προσπαθήσει να τοποθετήσει τζάμι μπροστά από την εικόνα, όπως λέει όμως ο ιερέας στα Νέα της Λέσβου «κατά περίεργο τρόπο το τζάμι το βρίσκαμε σπασμένο ή ραγισμένο, οπότε καταλαβαίναμε ότι ήταν ένα μήνυμα του Ταξιάρχη να το απομακρύνουμε». Και συνέχισε: «Το τζάμι που βρίσκεται σήμερα μπροστά από την εικόνα τοποθετήθηκε περίπου προ 20 χρόνια όταν διάφοροι επιτήδειοι βεβήλωναν την ιερή εικόνα ξύνοντας τμήματά της για να τα πάρουν μαζί τους ως κειμήλιο και φυλαχτό ή ακόμα και να τα προωθήσουν για εργαστηριακές αναλύσεις, ώστε να διαπιστώσουν αν πραγματικά είναι από πηλό και αίμα ανθρώπων».
Όπως εξηγεί ο π. Χρήστος «με θαυμαστό τρόπο, ο ίδιος ο Αρχάγγελος ζήτησε να μπει το τζάμι μπροστά εμφανιζόμενος στον ύπνο μιας πιστής από το χωριό, η οποία μας μετέφερε το μήνυμα και ο παπά-Στρατής ενήργησε ώστε να τοποθετηθεί το προστατευτικό τζάμι. Το τζάμι το έφερε σχεδόν χωρίς να πάρει μέτρα ένας κάτοικος του χωριού, που είχε θεραπευτεί από τον καρκίνο με παρέμβαση του Αρχαγγέλου και όταν το έφερε ταίριαξε απόλυτα μπροστά στην εικόνα».
Από τότε το τζάμι δεν ράγισε και δεν έσπασε ποτέ και κάπως έτσι οι νεότεροι ηλικιακά προσκυνητές δεν είχαν ταην ευκαιρία μέχρι τώρα να αγγίξουν την εικόνα του Αρχαγγέλου, κάτι που μπορούσαν να κάνουν στο παρελθόν προ εικοσαετίας όσοι μετέβαιναν στο προσκύνημα.
Και μια ιστορία προ 10ετίας
Ήταν φθινόπωρο του 2013 όταν βραδινές ώρες αφού προηγουμένως είχε ενημερώσει τηλεφωνικά, μας επισκέφθηκε ένας προσκυνητής από την περιοχή του Αγρινίου, που όπως μας δήλωσε, κάθε χρόνο επισκεπτόταν τη Λέσβο με τη σύζυγό του, που στο όνομά της έφερε το αξίωμα των Ταξιαρχών, την έλεγαν Ταξιαρχούλα. Ο άνθρωπος είχε κάνει το μακρινό ταξίδι προς τη Μυτιλήνη και το Μανταμάδο για να κάνει το τάμα του και επισκέφτηκε τα Νέα της Λέσβου προσκομίζοντας μαζί με τη φωτογραφική μηχανή μία φωτογραφία που είχε τραβήξει κατά την επίσκεψή του τότε ένα καλοκαίρι πριν.
Στη φωτογραφία βλέπετε τη σύζυγό του την οποία φωτογραφίζει ο ίδιος χαμογελαστή μπροστά στην εικόνα του Ταξιάρχη. Οι άνθρωποι έκαναν το τάμα τους, πήραν τα πράγματά τους και τη φωτογραφική μηχανή και έφυγαν τότε το 2013 για το Αγρίνιο. Όταν όμως στο σπίτι τους έβαλαν στον υπολογιστή τις ψηφιακές φωτογραφίες για να τις αποθηκεύσουν, διαπίστωσαν μια λεπτομέρεια που δεν είχαν προσέξει.
Σε μία από τις φωτογραφίες της εικόνας αποτυπώνεται ο αρχάγγελος Μιχαήλ στη μορφή που τον βλέπετε. Αν προσέξει κανείς η εικόνα του Αγίου Αρχαγγέλου δείχνει σαν ζωντανή, σαν να έχει μάτια ο Ταξιάρχης και λοξοκοιτάζει τη γυναίκα που προφανώς είχε ευεργετήσει και φέρει το όνομά του. Προσέξτε το πρόσωπο του Αγίου, όπως αποτυπώνεται στη φωτογραφία με τη μύτη και το πηγούνι, θαρρείς και είναι ζωντανός. Και, το κυριότερο, όλοι εσείς οι αναγνώστες μας συγκρίνετε αυτή τη φωτογραφία με οποιαδήποτε άλλη φωτογραφία του Ταξιάρχη έχετε στη διάθεσή σας και με τις ακτίνες του ήλιου να χτυπάνε μέσα από τα τζάμια στην εκκλησία και χωρίς, η διαφορά είναι τεράστια.
Στείλαμε την εικόνα σε έναν τεχνικό συνεργάτη, ο οποίος την εξέτασε και μας είπε ότι δεν βλέπει κάποια στοιχεία που να δείχνουν επεξεργασία και τη δημοσιεύσαμε στις 8 Νοεμβρίου του 2013, ενώ την είχαμε στείλει και στον εφημέριο του ναού, ο οποίος δεν εξεπλάγη με τόσα θαύματα που, όπως μας είπε, έχει δει!
Από τότε μέχρι τώρα έχουμε επισκεφθεί πολλές φορές το ναό και εμείς ως προσκυνητές και πάντα κάθε φορά στα χρόνια που πέρασαν προσπαθούμε να σταθούμε και να αντικρίσουμε την εικόνα του Ταξιάρχη από διαφορετική γωνία. Να «παίξουμε» με το φως και με τις συνθήκες μήπως τελικά δούμε ότι πρόκειται για κάποιο παιχνίδι της όρασης από το περιβάλλον μέσα στην εκκλησία. Μέχρι τώρα δεν τα έχουμε καταφέρει. Ούτε κατ’ ελάχιστο να δούμε αυτό το θέαμα από μία οποιαδήποτε γωνία στην εικόνα του Ταξιάρχη, έστω και να προσομοιάζει με τη «ζωντανή» εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στη φωτογραφία μας.
Εξήγηση δεν μπορέσαμε να δώσουμε τόσα χρόνια και δεν είμαστε οι μόνοι! Υπάρχουν τόσα και τόσα άλλα ανεξήγητα στο προσκύνημα του Μανταμάδου τα οποία ξεπερνούν τα όρια και της λογικής και της επιστήμης.
Θαύματα του Ταξιάρχη
Ένα από τα πολλά θαύματα του Ταξιάρχη στο Μανταμάδο, με προσωπική παρουσία του, είναι και η θεραπεία ενός παιδιού, του Βασίλη Καραστήρη από την Αθήνα.
Ενώ έπαιζε ο μικρός, έπεσε και χτύπησε άσχημα στο κεφάλι. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο, όπου διαπίστωσαν πώς είχε μείνει τυφλός και παράλυτος. Ο διευθυντής κάλεσε τους γονείς του παιδιού στο γραφείο του και τους είπε ότι η κατάσταση του παιδιού είναι σοβαρή και ότι χρειάζεται άμεση επέμβαση, αλλά οι ελπίδες επιτυχίας είναι σχεδόν μηδαμινές.
Το παιδί οδηγήθηκε στο χειρουργείο. Ενώ το ετοίμαζαν για την εγχείρηση, καθώς διηγήθηκε αργότερα το ίδιο, το σκοτάδι των ματιών του διαλύθηκε, κι ένα φωτεινό όραμα πήρε τη θέση του: Βρέθηκε μπροστά σ’ ένα ναό με καμάρες, που η πρόσοψη του ήταν χτισμένη με κόκκινες πέτρες. Από την ανοιχτή του πόρτα έβγαινε ένα εκτυφλωτικό φως. Ο Βασιλάκης πλησίασε στην πόρτα, και τι να δει! Ένα ωραίο παλικάρι, λουσμένο στο φως, είχε απλώσει τα χέρια και τον καλούσε: «Έλα Βασίλη, μη φοβάσαι, θα γίνεις καλά. Εγώ θα οδηγώ στην εγχείριση το χέρι του γιατρού». Το παιδί πλησίασε, γονάτισε μπροστά του, αγκάλιασε τα πόδια του νέου κι ακούμπησε το κεφάλι του στον αριστερό του μηρό. Τότε εκείνος άπλωσε το χέρι του και χάιδεψε το κεφάλι του μικρού. Πριν χαθεί η οπτασία, τα παιδικά μάτια πρόλαβαν και είδαν στο βάθος του ναού μια εικόνα μαυριδερή με ασημένιες φτερούγες.
Η εγχείριση πέτυχε. Η δράση και οι κινήσεις των μελών επανήλθαν. Οι γιατροί απέδωσαν την επιτυχία σε θαύμα. Ήταν 8 Νοεμβρίου, εορτή των παμμεγίστων Ταξιαρχών.
Πέρασαν χρόνια. Έγιναν πολλές άλλ’ άκαρπες αναζητήσεις. Ώσπου μια μέρα, σε τηλεοπτική παρουσίαση, αναγνώρισε ανέλπιστα και με συγκίνηση ο Βασίλης το ναό της οπτασίας του. Και πήγε προσκυνητής στον Ταξιάρχη, για να προσφέρει τα δάκρυα της ευγνωμοσύνης του στο σωτήρα της ζωής του.
Το θαύμα της άρρωστης με εγκεφαλικό
Ο Γιάννης από το Μανταμάδο, ξενιτεμένος στη Γερμανία, ζούσε ήσυχα και χριστιανικά με τη γυναίκα του Καλλιόπη. Το Νοέμβριο του 1987 μ.Χ. η Καλλιόπη αρρώστησε σοβαρά με βαρύ εγκεφαλικό. Μεταφέρθηκε αμέσως σε γερμανικό νοσοκομείο, όπου παρέμεινε σε κωματώδη κατάσταση για πέντε βδομάδες. Οι γιατροί δεν της έδιναν ζωή. Ώρα με την ώρα περίμεναν το μοιραίο. Στην οικογένεια επικρατούσαν πόνος και θλίψη. Να όμως πού φάνηκε κάποια ελπίδα: Ο προστάτης του Μανταμάδου, της ιδιαίτερης πατρίδας τους, ο Ταξιάρχης Μιχαήλ. Όλη η οικογένεια γονάτισε αυθόρμητα μπροστά στο εικονοστάσι και σήκωσε τα μάτια ικετευτικά στο εικόνισμα του αρχαγγέλου. Προσευχήθηκαν με πόνο, με πίστη, με δάκρυα. Ύστερα σηκώθηκαν γαληνεμένοι, με κάποια κρυφή ελπίδα.
Απ’ αυτήν όμως την ομαδική προσευχή απουσίασε ο αδελφός της άρρωστης, ο Ηρακλής. Ήταν μάρτυρας του Ιεχωβά, γι’ αυτό είχε ανοίξει αθόρυβα την πόρτα κι είχε εξαφανιστεί. Πρωί-πρωί ξεκίνησαν για το νοσοκομείο. Εκεί δοκίμασαν μια έκπληξη. Η άρρωστη, πού μέχρι χθες βρισκόταν σε κώμα, είχε ανοιχτά τα μάτια και τους κοιτούσε.
– Τι συμβαίνει, Καλλιόπη; ρώτησε ο Γιάννης.
– Που πήγατε την εικόνα του Ταξιάρχη πού είχαμε στο σπίτι; ρώτησε εκείνη με δυσκολία.
– Εκεί είναι, στη θέση της.
Τότε φάνηκε η γυναίκα να ησυχάζει, και με πολύ κόπο συνέχισε.
– Χθες το βράδυ μ’ επισκέφθηκε ο Ταξιάρχης και στάθηκε εδώ, δίπλα μου. Ήταν λίγο στενοχωρημένος. Με κοίταξε πονετικά και μου είπε: «Θέλω ν’ απλώσω τις φτερούγες μου και να σας σκεπάσω, αλλά δυσκολεύομαι». Με κοίταξε λίγο ακόμα κι εξαφανίστηκε. Τι συμβαίνει Γιάννη; Γιατί διστάζει ο Ταξιάρχης»;
Ο Γιάννης αμέσως κατάλαβε. Το εμπόδιο ήταν ο χιλιαστής αδελφός της. Το βράδυ τον συνάντησε, τον ενημέρωσε και, τελειώνοντας, τόνισε:
– Ο αρχάγγελος, Ηρακλή, δεν θέλει μόνο τη σωματική θεραπεία της αδελφής σου, αλλά και τη δική σου την ψυχική. Θέλει τη σωτηρία σου. Θέλει την επιστροφή σου στην ορθόδοξη πίστη. Και μαζί μ’ αυτή, θέλει και την προσευχή σου για την αδελφή σου.
Σε λίγο άρχισε ένας αγώνας σκληρός. Πάλευε ο χιλιαστής με την ορθόδοξη χριστιανική του συνείδηση. Η τελευταία είχε σύμμαχο την αγάπη της αδελφής του. Τελικά υπέκυψε στη δύναμη του Χρίστου, γονάτισε μπροστά στο εικονοστάσι, προσευχήθηκε με δάκρυα, αναγεννήθηκε.
Το πρωί βιάστηκαν όλοι να πάνε στο νοσοκομείο. Μα τι να δουν! Η άρρωστη τους περίμενε όρθια. Ο θάλαμος ήταν γεμάτος από γιατρούς και νοσοκόμες. Τα είχαν όλοι χαμένα.
– Τη νύχτα, άρχισε να λέει χαρούμενη η Καλλιόπη, άκουσα μέσα στην ησυχία δυνατό φτερούγισμα. Κοιτάζω ξαφνιασμένη, και βλέπω πάλι τον Ταξιάρχη. Τώρα όμως ήταν χαρούμενος και γελαστός. «Θα γίνεις καλά», μου είπε. Σήκωσε το χέρι του, με σταύρωσε, μου χαμογέλασε και χάθηκε. Έκανα να σηκωθώ, και είδα πως μπορούσα.
Στο θάλαμο νοσηλευόταν μια ακόμη άρρωστη. Με είδε που περπατούσα, ήρθε και μ’ αγκάλιασε. «Τα είδα όλα», μου είπε. «Είδα να σε πλησιάζει στο κρεβάτι σου κάποιος ψηλός, μαυριδερός και λευκοντυμένος άνδρας. Τον είδα να κουνάει τα χέρια του. Και ξαφνικά χάθηκε… Στην αρχή νόμισα πως ήταν γιατρός με την άσπρη μπλούζα. Αυτός όμως ήταν ασυνήθιστα ψηλός, πάνω από δύο μέτρα. Δεν πατούσε στη γη και δεν έκαναν θόρυβο τα πόδια του. Με την παρουσία του ξεχύθηκε μια ευωδιά στο δωμάτιο. Τρόμαξα και σκεπάστηκα περισσότερο».
– Τι θα κάνουμε τώρα; ρώτησε ο Γιάννης το γιατρό.
– Δεν ξέρω, κύριε. Μόνο ένα θαύμα μπορούσε να φέρει αυτό το αποτέλεσμα. Και το θαύμα έγινε!
Την άλλη μέρα ο Γιάννης βρισκόταν κιόλας στην πατρίδα του, μπροστά στον Ταξιάρχη, κι έβρεχε την ιερή εικόνα του ευεργέτη του με δάκρυα χαράς κι ευγνωμοσύνης.