Η Θεομήτωρ, σε μια σύζευξη χαρμολύπης, αποχωρίζεται τον κόσμο, ωστόσο ενδόξως, παρακαθήμενη στον υιό της και Θεό, τον Ιησού Χριστό, μεσιτεύει, ως πλατυτέρα των ουρανών για τις ικεσίες και τους πόνους των ανθρώπων. Αυτό το λυπηρό, αλλά και χαρμόσυνο παράλληλα θαυμαστό γεγονός εορτάζουμε σήμερα.
Για το μεγαλειώδες αυτό γεγονός της Κοιμήσεως της μητέρας του Θεού και των ανθρώπων, της ταπεινότερης και καθαρότερης, μίλησε στο neakriti.gr ο καθηγητής Δογματικής Θεολογίας κ. Ιωάννης Λίλης.
Ο καθηγητής αναφέρθηκε στην ζωή της Παναγίας καθώς και στην προετοιμασία της, μετά την ενημέρωσή της από Άγγελο Κυρίου, ενώ παράλληλα στο πώς προσεγγίζουν καθολικοί και προτεστάντες το θαυμαστό αυτό γεγονός. Την ίδια ώρα μίλησε και για τις αρχαίες ελληνικές ρίζες της εορτής, καθώς και από πού πληροφορούμαστε το γεγονός αυτό.
«Οι πηγές από τις οποίες πληροφορούμαστε την Κοίμηση της Θεοτόκου», όπως αναφέρει ο κ. Λίλης, «είναι απόκρυφα Ευαγγελία της πρώτης περιόδου του χριστιανισμού, τα οποία η Εκκλησία δεν δέχτηκε ποτέ επίσημα στην παράδοση της, και τα κείμενα μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, (4ος αιώνας) ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (4ος αιώνας), τα κείμενα που αποδίδονται στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη (6ος αιώνας), ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (8ος αιώνας). Οι πληροφορίες για την Κοίμηση της Θεοτόκου είναι γνωστές από τους ίδιους τους Αποστόλους και από την προφορική παράδοση της Εκκλησίας έφτασαν μέχρι τους προαναφερθέντες Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι τα ενέταξαν στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Από την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας (εσπερινός, όρθρος της ημέρας της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αλλά και η εικονογραφία της Εκκλησίας) πληροφορούμαστε τα γεγονότα της Κοιμήσεως. Οι Ευαγγελιστές δεν διέσωσαν πληροφορίες για την Κοίμηση της Θεοτόκου καθώς το ενδιαφέρον τους ήταν η περιγραφή της Σταυρώσεως και της Αναστάσεως του Κυρίου μας, συνήθως στα πλαίσια της προσπάθειας τους να Κατηχήσουν κάποιο πρόσωπο που θα εισέρχονταν στην Εκκλησία (λαμπρό παράδειγμα το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, όπου όλο το Ευαγγέλιο είναι η επιστολή του Λουκά προς τον Κατηχούμενο Θεόφιλο, και οι Πράξεις των Αποστόλων η δεύτερη επιστολή του Λουκά προς τον ίδιο Κατηχούμενο. Η εισαγωγή και του Κατά Λουκά Ευαγγελίου και των Πράξεων των Αποστόλων το λέγει πολύ καθαρά)».
Η ενημέρωση ότι ο επίγειος χρόνος τελειώνει
Ο καθηγητής μας περιγράφει τα γεγονότα από την στιγμή που η ίδια η Θεοτόκος ενημερώνεται τον Άγγελο Κυρίου, ότι ο επίγειος χρόνος της «τελειώνει»: «Η Παναγία πληροφορήθηκε τον θάνατο της τρεις μέρες πριν πεθάνει από τον άγγελο Κυρίου. Προσευχήθηκε στο όρος των Ελαιών και έδωσε τα υπάρχοντα της σε δύο γειτόνισσες χήρες. Την ημέρα της Κοιμήσεως νεφέλη άρπαξε όλους του μαθητές από όπου βρίσκονταν για να κηρύξουν τον λόγο του Θεού. Απουσίαζε μόνο ο μαθητής Θωμάς. Οι Απόστολοι μετέφεραν το νεκρικό κρεβάτι στον κήπο της Γεθσημανής και έθαψαν την Παναγία. Όταν μετά από τρεις ημέρες επισκέφτηκε τον τάφο της Παναγίας ο Θωμάς βρήκε μόνο τα εντάφια. Η Παναγία είχε αναστηθεί».
Ποιες οι διαφορές μεταξύ Ορθόδοξης και Καθολικής Εκκλησίας
Παράλληλα αναφερόμενος στις δογματικές διαφορές, προσέγγισης και εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, μεταξύ της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας, αναφέρει: «Η ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύει στην Κοίμηση της Θεοτόκου μέσα στα πλαίσια της Αναστάσεως του Κυρίου μας. Ο Κύριος ανέστησε την Παναγία επειδή είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και δεν αναστήθηκε μόνη της η Παναγία, γιατί η Παναγία είναι άνθρωπος. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία διδάσκει την ενσώματη μετάσταση της Παναγίας στους ουρανούς. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν δέχτηκε ποτέ την ενσώματη μετάσταση της Παναγίας στους ουρανούς γιατί αυτό θα έδινε έναν τόνο διαφορετικότητας της Παναγίας σε σχέση με την φύση των υπόλοιπων ανθρώπων, ενώ έπρεπε να φαίνεται στη διδασκαλία της Εκκλησίας πως η Παναγία πέθανε κανονικά όπως όλοι οι άνθρωποι, χωρίστηκε το σώμα με την ψυχή της (βασικό σημείο του προπατορικού αμαρτήματος) και κατόπιν ο Κύριος, ως Θεός, πραγματοποίησε την Ανάληψη της στους ουρανούς. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ανέπτυξε μία ιδιαίτερη διδασκαλία για την Παναγία, τη λεγόμενη Μαριολογία, η οποία δεν αναπτύχθηκε ποτέ στην Ορθόδοξη Εκκλησία ακριβώς γιατί θα ξεχώριζε επικίνδυνα την Παναγία σε σχέση με τους υπόλοιπους ανθρώπους».
Πώς προσεγγίζουν οι Προτεστάντες το Θαυμαστό γεγονός
Την ίδια ώρα ο κ. Λίλης αναφερόμενος στο πώς προσεγγίζουν την Κοίμηση και την μετάσταση της Θεοτόκου, οι Προτεστάντες επισημαίνει τα εξής: «Οι πρώτοι Προτεστάντες δέχονταν σωστά το πρόσωπο της Παναγίας, την αποκαλούσαν Θεοτόκο και αειπάρθενο, είχαν όμως αμφιβολία αν θα πρέπει να τιμάται και να θεωρείται πως μεσιτεύει στους ουρανούς. Είχαν την γνώμη πως έτσι θα μειώνονταν η μεσιτεία του Κυρίου. Για τους Ορθοδόξους όμως ο Κύριος φέρει τέλεια την θεϊκή φύση και τέλεια την ανθρώπινη, ενώ η Παναγία φέρει τέλεια μόνο την ανθρώπινη φύση. Δεν τίθεται θέμα συγκρίσεως και φόβου της μεσιτείας της Παναγίας και του προσώπου του Κυρίου που είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Η Παναγία είναι μεσίτρια μεταξύ ουρανού και γης γιατί έδωσε την ανθρώπινη φύση στον Κύριο, τον είχε εννέα μήνες στην μήτρα της και αγιάσθηκε πλήρως από τον Κύριο.
Εορτή και αρχαίες ελληνικές ρίζες
Η σημερινή εορτή έχει αρχαίες ελληνικές ρίζες, σύμφωνα με τον καθηγητή, «Οι όροι που έντυσαν την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας που αναφέρεται στην εορτή της Κοιμήσεως ήταν αριστοτελικοί όπως οι όροι ουσία και υπόσταση. Με τους συγκεκριμένους όρους η ορθόδοξη θεολογία ανέπτυξε σωστά το τριαδικό (ποια είναι η Αγία Τριάδα) και χριστολογικό δόγμα (ποιος είναι ο Χριστός). Η εορτή της Παναγίας είναι μία εορτής της ορθοδοξίας που επίσημα θεμελιώθηκε στη 4η οικουμενική σύνοδο το 431 μ.Χ. όταν ο τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος αμφισβήτησε το πρόσωπο της Παναγίας και την αποκάλεσε Χριστοτόκο. Στην προσπάθεια απαντήσεως της Εκκλησίας προς τον Πατριάρχη Νεστόριο, ο οποίος βέβαια καθαιρέθηκε στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, η Εκκλησία θέσπισε εορτές προς τιμήν της Παναγίας για να δείξει στο εκκλησίασμα την ακριβή θέση της Παναγίας στη ζωή της Εκκλησίας μας. Επειδή στην Ανατολή συνέβησαν όλες αυτές οι διεργασίες, στην Ανατολή εορτάζεται περίλαμπρα η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου».