Το κακό στην Κρήτη έγινε, δυστυχώς, ξανά. Ο χρόνος δε γυρίζει πίσω. Ένα κράτος που θέλει να λέγεται οργανωμένο - όπως υποτίθεται ότι είναι η Ελλάδα - οφείλει τώρα να διαχειριστεί την επόμενη μέρα. Όχι με “ιδιαιτερότητες”, ούτε με ειδικούς όρους λόγω τόπου και παραδόσεων, άλλωστε από την Αττική της παραβατικότητας και της εγκληματικότητας, ως τη Μακεδονία και όπου αλλού, μιλάνε για «τοπικές ιδιαιτερότητες» τα ΜΜΕ των Αθηνών; Με τον ίδιο τρόπο ακριβώς που θα αντιμετώπιζε ένα ανάλογο γεγονός οπουδήποτε αλλού στην επικράτεια.
Τα περισσότερα Μέσα Ενημέρωσης - ίσως για λόγους τηλεθέασης - επιμένουν στο εύκολο αφήγημα της “βεντέτας”. Όμως όλες οι σοβαρές πηγές συμφωνούν: η τραγωδία που συγκλονίζει σήμερα την Κρήτη δεν έχει καμία σχέση με τα γεγονότα της δεκαετίας του ’50. Ό,τι συνέβη τώρα, σχετίζεται με πολύ περισσότερα - και σίγουρα βαθύτερα - απ’ όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Η “προσαρμογή” που έγινε συνενοχή
Η μακρόχρονη προσαρμογή των Αρχών - και κυρίως της Αστυνομίας - στις “ιδιαίτερες συνθήκες κάποιων περιοχών του νησιού και κάποιων ιδιαίτερων οικογενειών” υπήρξε ο σπόρος του σημερινού προβλήματος. Αυτή η ανοχή, που παρουσιαζόταν ως “σεβασμός στην ιδιαίτερη κουλτούρα τους”, επέτρεψε να καλλιεργηθεί η αίσθηση ισχύος ορισμένων οικογενειών.
Γιατί όσο κι αν το “γινάτι βγάζει μάτι”, το πραγματικό κίνητρο πίσω από τόσο ακραίες εκτροπές είναι συνήθως η προστασία συμφερόντων - πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών. Ένα δίκτυο αλληλεξαρτήσεων, που ξεκινά από τοπικούς παράγοντες και φτάνει μέχρι την πολιτική εξουσία, με την Αστυνομία να “προσαρμόζεται” καταλλήλως, όπως πάντα.
Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, αν κάτι απέδειξε, είναι πως η ευαισθησία των ελεγκτικών μηχανισμών εξαντλείται στα “μικρά ψάρια”. Τα μεγάλα απλώς κολυμπούν ανενόχλητα σε θολά νερά. Και όλοι κάνουν πως δε βλέπουν.
Όλοι ήξεραν
Τα ερωτήματα για την ολιγωρία των Αρχών είναι πολλά και σαφή. Το χειρότερο όμως είναι πως - όπως προκύπτει από πληθώρα στοιχείων - όλοι γνώριζαν.
Ήξεραν τις διαφορές, τα επεισόδια, τις έχθρες που ποτέ δεν καταγράφονταν στα επίσημα δελτία. Η τραγωδία θα μπορούσε να έχει αποτραπεί. Όταν όμως έχεις μπροστά σου μια κατάσταση που κλιμακώνεται σταδιακά και συνεχίζεις να κωφεύεις, δεν είσαι απλός παρατηρητής, είσαι συνυπεύθυνος.
“Ομερτά” και “status quo”
Η σιωπή - η γνωστή “ομερτά” - ήταν ο κανόνας. Ακόμα κι αν το θέμα είχε κλείσει μετά τη βομβιστική επίθεση στο σπίτι, και πάλι θα είχαμε επιστρέψει στο ίδιο τοπικό status quo: στη σιωπή, στις “συμφωνίες κυρίων”, στην ελπίδα ότι “θα ξεχαστεί”.
Μόνο που αυτή τη φορά δεν υπήρξε επιστροφή. Υπάρχουν νεκροί και τραυματίες. Και όλοι μας, και στην Αθήνα και στην Κρήτη, οφείλουμε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη.
Quo vadis;
Πού βαδίζουμε; Η απάντηση πρέπει να δοθεί από εκείνους που μέχρι χθες έκαναν πως δε βλέπουν. Από τους ίδιους που τώρα σηκώνουν τα χέρια ψηλά μπροστά στις κάμερες. Αλλά και τους αναλυτές και περισπούδαστους δημοσιογράφους των Αθηνών που ξαφνικά θυμήθηκαν και πάλι την Κρήτη για να τη στοχοποιήσουν γενικώς και αδιακρίτως και φυσικά για την ταμπακιέρα του “τις πταίει” κουβέντα, για όλα φταίει μας λένε η «τοπική ιδιαιτερότητα». Οι πολιτικοί, για άλλη μια φορά, επιδεικνύουν ρητορική δεινότητα και επικοινωνιακό ταλέντο. Αλλά το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: οι παθογένειες μένουν ανέγγιχτες, οι ευθύνες διαχέονται και οι τραγωδίες επαναλαμβάνονται. Γι’ αυτό και σήμερα πολλές οικογένειες στην Κρήτη φορούν μαύρα. Όχι από παράδοση, αλλά από πόνο.
Το αδιέξοδο των “ιδιαίτερων” σχέσεων
Το πλέγμα σχέσεων, συμφερόντων και εξαρτήσεων έχει γίνει πια τόσο δαιδαλώδες, που οδηγεί σε πολιτικό και ηθικό αδιέξοδο. Εκείνοι που καλούνται να λάβουν αποφάσεις, αν κατάγονται από το νησί - και δεν είναι λίγοι - γνωρίζουν καλά πως για να πράξουν το σωστό, πρέπει να στραφούν ενάντια σε ένα κομμάτι της ίδιας τους της πολιτικής βάσης. Θα τολμήσει κανείς; Θα βρεθεί έστω ένας με το ηθικό ανάστημα και το σθένος να “σπάσει αβγά” - όχι για τα μάτια του κόσμου, αλλά για την ουσία;
Υπάρχει άραγε λόγος να κλείσουμε με αισιοδοξία; Δύσκολο. Γιατί, στην Κρήτη - όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα όμως, μη μας δείχνουν με το δάχτυλο μόνο την Κρήτη - το πρόβλημα δεν είναι πια οι “παραδόσεις”, αλλά η συνήθεια στη σιωπή και την ανοχή.
