Είναι καλοκαίρι, ο υδράργυρος χτυπάει “κόκκινο”, τα πεύκα ξεραίνονται και οι άνθρωποι προσεύχονται να μη φυσήξει. Ολόκληρη η χώρα ζει με τον τρόμο μιας νέας καταστροφικής πυρκαγιάς. Κι όμως, μέσα σε αυτό το σκηνικό κάποιοι εξακολουθούν να πετούν αναμμένα τσιγάρα από το παράθυρο του αυτοκινήτου, λες και βρίσκονται σε άλλη χώρα, σε άλλη εποχή ή απλώς σε άλλη πραγματικότητα. Αν η αμέλεια είχε πρόσωπο, θα ήταν αυτός ο οδηγός που ρίχνει με απάθεια τη στάχτη του στο ξερό χορτάρι. Δεν είναι απλώς ασέβεια. Είναι έγκλημα. Και το χειρότερο, γίνεται με ύφος σχεδόν προκλητικό σαν να είναι δικαίωμα του καθενός να καπνίζει και να πετά το αποτσίγαρο όπου τον βολεύει.
Ποιος νοιάζεται για το δάσος, τα σπίτια, τα ζώα, τους ανθρώπους που μπορεί να καούν; Αρκεί να μη μείνει η στάχτη μέσα στο τασάκι του αυτοκινήτου. Αυτή είναι η μικροπρέπεια που κοστίζει ζωές και δάση. Η Πολιτεία μπορεί να θεσπίζει νόμους και πρόστιμα, αλλά όσο δεν εφαρμόζονται, όσο οι οδηγοί δεν αισθάνονται τον έλεγχο και την ευθύνη, η κατάσταση δε θα αλλάξει. Ίσως τελικά αυτό που μας λείπει δεν είναι τόσο οι νόμοι, όσο η στοιχειώδης ενσυναίσθηση. Αν ένα τσιγάρο μπορεί να βάλει φωτιά σε έναν ολόκληρο τόπο, τότε ίσως ήρθε η ώρα να βάλουμε εμείς φωτιά στις συνειδήσεις. Να μιλήσουμε, να καταγγείλουμε, να ενεργοποιηθούμε. Η σιωπή είναι συνενοχή. Το ίδιο και η ανοχή.
Το καλοκαίρι δεν είναι για στάχτες και καπνό, είναι για ζωή. Ας μην το αφήσουμε να καεί για πάντα από ένα τσιγάρο. Αλήθεια, σε τι κόσμο ζούνε όλοι αυτοί; Μια βόλτα στον ΒΟΑΚ θα σας πείσει γι’ αυτό στο οποίο αναφερόμαστε.