Σε τέσσερα επίπεδα θα αυξηθούν μισθοί και συντάξεις το 2025 με τους συνταξιούχους, ωστόσο, να είναι οι χαμένοι των κυβερνητικών μέτρων. Διότι πέραν της μικρής αύξησης που θα λάβουν το νέο έτος (περίπου 2,5%) δεν θα έχουν καμία αύξηση όσοι έχουν προσωπική διαφορά (πριν από το 2016), καθώς και οι συνταξιούχοι με σύνταξη άνω των 1.400 ευρώ, οι οποίοι επιβαρύνονται με το χαράτσι της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) που τελικά δεν θα αναμορφωθεί αλλά θα παγώσει ώστε να μην υπάρχουν απώλειες.
Ειδικότερα:
1. Συντάξεις
Αυξήσεις μεταξύ 2,2% έως 2,5% για το 2025 θα λάβουν περίπου 2 εκατ. συνταξιούχοι. Η αύξηση θα δοθεί με τη σύνταξη μηνός Ιανουαρίου που θα αναμένεται να πληρωθεί πριν από τα Χριστούγεννα. Το τελικό ποσοστό βρίσκεται ήδη υπό επεξεργασία, καθώς εξαρτάται από την τελική πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης και τον πληθωρισμό του τρέχοντος έτους. Αυτά είναι τα δύο μεγέθη βάσει των οποίων καθορίζονται οι αυξήσεις συντάξεων από το 2023 και μετά. Οι αυξήσεις θα αφορούν και τους υφιστάμενους συνταξιούχους και όσους υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης ως τον Δεκέμβριο του 2024. Όσοι αποχωρήσουν το 2025 θα λάβουν την ανταποδοτική σύνταξη, βάσει των νέων κριτηρίων που είναι το επίπεδο μισθών και τα έτη ασφάλισης, αλλά και την αυξημένη εθνική σύνταξη.
2. Προσωπική διαφορά
Οι συνταξιούχοι με προσωπική διαφορά και άθροισμα κύριων συντάξεων έως 1.600 ευρώ θα λάβουν τον Δεκέμβριο έκτακτη οικονομική ενίσχυση 100-200 ευρώ ανάλογα με το ύψος της σύνταξης.
3. Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ)
Παγώνουν οι μειώσεις συντάξεων που συνοδεύονται από την Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων, όπως έγραψαν "Τα Νέα". Η νομοθετική ρύθμιση που θα κατατεθεί μέχρι τις γιορτές θα παγώνει την ΕΑΣ όμως θα παγώσουν και οι αυξήσεις στις συντάξεις των συνταξιούχων μέχρι το ποσό του ανώτατου κλιμακίου όπου ανήκει ο συνταξιούχος για να μην αλλάξει κλίμακα. Με το νέο σύστημα η σύνταξη του ασφαλισμένου θα παγώνει στα 1.700 ευρώ και δεν θα αυξάνεται για να μη μεταβεί στο επόμενο κλιμάκιο και να καταβάλει υψηλότερη κλίμακα ΕΑΣ.
4. Μισθοί
Από την ερχόμενη άνοιξη θα δοθούν οριζόντιες αυξήσεις έως και 100 ευρώ τον μήνα σε περίπου 700.000 δημοσίους υπαλλήλους.
Η αύξηση των μισθών στο Δημόσιο αποσκοπεί στο να ισοσκελίσει τον εισαγωγικό μισθό των νέων υπαλλήλων, προκειμένου να μην υπολείπεται του επιπέδου του κατώτατου μισθού. Το ύψος της αύξησης του κατώτατου μισθού, σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία, θα προσδιορίσει και την αύξηση των μισθών στο Δημόσιο, που θα εφαρμοστεί από 1ης Απριλίου 2025.
Επαναπροσδιορίζονται οι αποδοχές σε δημόσιο, ιδιωτικό τομέα
Η ετήσια αύξηση στον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα θα αυξάνει αυτόματα και το εισαγωγικό κλιμάκιο αλλά και όλα τα υπόλοιπα μισθολογικά κλιμάκια των δημοσίων υπαλλήλων. Σήμερα ο κατώτατος μισθός στον ιδιωτικό τομέα ανέρχεται σε 830 ευρώ και στόχος είναι να ανέλθει σε 950 ευρώ τον Απρίλιο του 2027, που σημαίνει ότι η μέση ετήσια αύξηση με βάση τον στόχο για 950 ευρώ το 2027 ανέρχεται σε περίπου 40 ευρώ.
Ο εισαγωγικός μισθός στο Δημόσιο σήμερα ανέρχεται στα 850 ευρώ. Προκειμένου να μην υπολείπεται του νέου κατώτατου μισθού θα ακολουθήσουν αναλογικές οριζόντιες αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων (όπως έγινε και με τα 70 ευρώ το 2024).
Έτσι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι θα λάβουν σταδιακά έως το 2027 οριζόντια αύξηση ύψους 100 ευρώ μεικτά συνολικά, ώστε ο εισαγωγικός να ανέλθει στα 950 ευρώ. Στο σενάριο αύξησης του κατώτατου μισθού 40 ευρώ ετησίως έως το 2027 και σε περίπτωση που ο κατώτατος το 2025 προσδιοριστεί σε 870 ευρώ, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων θα αυξηθούν οριζόντια κατά 20 ευρώ (μεικτά) μηνιαίως από 1ης Απριλίου 2025, με καθαρό κόστος για τους 8 μήνες 72 εκατ. ευρώ (μεικτό κόστος 119 εκατ. ευρώ). Για το 2026 αναμένεται αύξηση της τάξεως των 40 ευρώ μηνιαίως και επιπλέον 40 ευρώ το 2027.
Μεγαλύτερες ή μικρότερες αυξήσεις του κατώτατου θα αυξάνουν ή θα μειώνουν αναλογικά και τις μεταβολές για το μισθολόγιο του Δημοσίου. Το συνολικό κόστος μέχρι το 2027 είναι 500 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων πάνω από 100 εκατ. ευρώ για το 2025. Παράλληλα προωθείται η διεύρυνση του επιδόματος επίτευξης στόχων στο Δημόσιο, με κόστος 40 εκατ. ευρώ.