“Αργοπεθαίνουν” τα μικρά μαγαζιά της γειτονιάς, τα οποία κάποτε αποτελούσαν τον πιο ακμαίο τομέα της ελληνικής οικονομίας, προσφέροντας δουλειά σε πολλές οικογένειες της χώρας μας. Η υψηλή φορολογία και τα δυσβάστακτα λειτουργικά έξοδα, η έλλειψη χρηματοδότησης και οι χαμηλοί τζίροι είναι οι βασικές αιτίες που οδηγούν πολλά “μικρομάγαζα” να βάλουν λουκέτο, τα οποία δεν μπορούν συναγωνιστούν τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι οποίες απολαμβάνουν διαφορετικά προνόμια, έχοντας περισσότερες αντοχές παρά τις αντιξοότητες που επικρατούν στην αγορά.
Ειδικότερα, το ποσοστό των μικρών επιχειρήσεων με χαμηλό κύκλο εργασιών (δηλαδή έως 20.000 ευρώ) μειώθηκε στο 32% το 2024, από 36% το 2023 και 40% το 2022. Αντίθετα, παρατηρείται διατήρηση της αυξητικής πορείας στην κατηγορία των επιχειρήσεων με κύκλο εργασιών από 20.001 έως 50.000 ευρώ, η οποία αγγίζει το 39% το 2024, έναντι του 38% το προηγούμενο έτος.
Παρ’ όλα αυτά, σε επίπεδο Κρήτης και συγκεκριμένα στην Περιφερειακή Ενότητα Ηρακλείου οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων, σε σχέση με τις διαγραφές, είναι περισσότερες, δείχνοντας μία ήπια ανάκαμψη της επιχειρηματικότητας εν συγκρίσει με τα σκληρά μνημονιακά χρόνια, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε το Επιμελητήριο Ηρακλείου.
Περισσότερες οι εγγραφές επιχειρήσεων στο Ηράκλειο
Το 2024 έκλεισε με 2.622 νέες εγγραφές επιχειρήσεων και 1.118 διαγραφές, το έτος χαρακτηρίζεται από ένα ισχυρό θετικό ισοζύγιο 1.504 επιχειρήσεων, διατηρώντας μία σταθερή ανοδική τάση, η οποία ξεκίνησε από το 2019. Αρκετά καλή χρονιά ήταν και το 2023, όπου έγιναν 2.201 εγγραφές και 659 διαγραφές, με ισοζύγιο 1.542.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, το Επιμελητήριο Ηρακλείου έχει καταγράψει θετικά ισοζύγια εγγραφών-διαγραφών στην τοπική επιχειρηματικότητα του Ηρακλείου:
2019 | +297 |
2020 | +529 |
2021 | +800 |
2022 | +1.251 |
2023 | +1.542 |
2024 | +1.504 |
Ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ηρακλείου κ. Μενέλαος Σκουλούδης μίλησε στη “Νέα Κρήτη” και το neakriti.gr, παρουσιάζοντας τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, η οποία εξακολουθεί, σύμφωνα με τον ίδιο, να παραμένει η “ραχοκοκκαλιά” της οικονομίας μας, ωστόσο τα πλήγματα που έχει δεχτεί είναι τεράστια, ειδικά στο κομμάτι της φορολογίας και της έλλειψης κεφαλαίων.
«Έχουμε το κράτος συνέταιρο στα κέρδη μας»
«Οι μικρές επιχειρήσεις “στενάζουν”. Πρώτα απ’ όλα δεν έχουν φοροαπαλλαγές, τα λειτουργικά έξοδα είναι δυσβάστακτα και δεν μπορούν να κάνουν επενδύσεις λόγω της έλλειψης χρημάτων, με αποτέλεσμα να προσπαθούν με ένα μικρό εμπόρευμα να καλύψουν όλα τους τα έξοδα. Για τους μικρομεσαίους μεγάλος “βραχνάς” είναι το ενεργειακό, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολλές επιχειρήσεις διαθέτουν ψυγεία, άλλες έχουν βιτρίνες οι οποίες πρέπει να φωτίζουν το μαγαζί και να αναδεικνύουν το εμπόρευμα, όλα αυτά ανεβάζουν πολύ το κόστος.
Από την άλλη, το κράτος επιβάλλει μεγάλη φορολογία, δυστυχώς όπως έχουν γίνει σήμερα τα πράγματα είναι σαν να έχει ο κάθε μαγαζάτορας το κράτος συνεταίρο στα έσοδά του. Ο φόρος επιτηδεύματος και η προκαταβολή φόρου, παρά τις υποσχέσεις για μειώσεις, εξακολουθούν να υπάρχουν», τόνισε.
«Δε βρίσκουμε χρήματα για να βάλουμε εμπόρευμα»
«Επιπλέον, ένα σοβαρό ζήτημα που αντιμετωπίζουμε είναι η έλλειψη κεφαλαίων. Εμείς ζητάμε από τις τράπεζες, οι οποίες μας έχουν κλείσει την πόρτα, να γίνουν επενδύσεις επί των κεφαλαίων κίνησης. Δηλαδή, με έντιμο τρόπο, η κάθε επιχείρηση να πηγαίνει με τα τιμολόγια στο χέρι και με τα απαραίτητα δικαιολογητικά στην τράπεζα, ζητώντας ένα δάνειο το οποίο θα κατευθύνεται αποκλειστικά στις ανάγκες της επιχείρησης και θα εξοφλείται σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να μπορεί να συνεχιστεί η συνεργασία. Δε θέλουμε να επανέλθουν τα λάθη του παρελθόντος, με τα διακοποδάνεια και την παροχή χρημάτων στον οποιονδήποτε, ο οποίος δεν πληρούσε τις προδιαγραφές για να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Οι μικρές επιχειρήσεις κλείνουν γιατί δεν μπορούν να αγοράσουν εμπόρευμα. Τα λίγα πράγματα που έχουν σίγουρα δεν μπορούν να αποφέρουν τα αναμενόμενα έσοδα για να καλυφθούν όλες οι υποχρεώσεις», είπε ο κ. Σκολούδης.
Η πορεία του κύκλου εργασιών
Αναφορικά με την πορεία του κύκλου εργασιών, παρατηρείται αισθητή μείωση του μεριδίου των επιχειρήσεων που ανέφεραν πτώση στον κύκλο εργασιών τους, το οποίο περιορίστηκε στο 27%, καταγράφοντας το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών. Η τάση αυτή φαίνεται να συνοδεύεται από μείωση του ποσοστού των επιχειρήσεων που διατήρησαν σταθερό κύκλο εργασιών, με την κατηγορία αυτή να αγγίζει το 44% (έναντι 49% το 2023).
Αξιοπρόσεκτη είναι η συνεχής μείωση της αναλογίας των επιχειρήσεων με αρνητική μεταβολή στον κύκλο εργασιών, η οποία υποχώρησε στο 27% το 2024, από 33% το 2023, καταγράφοντας τη χαμηλότερη τιμή από το 2016. Παράλληλα, το ποσοστό των επιχειρήσεων που κατέγραψαν αύξηση στον κύκλο εργασιών τους ενισχύθηκε σημαντικά, φτάνοντας στο 29% το 2024, έναντι 18% το 2023 και 19% το 2022. Είναι πιθανό ότι η βελτίωση αυτή οφείλεται, τουλάχιστον εν μέρει, στην ενίσχυση του τουριστικού τομέα, ο οποίος αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας. Η αυξημένη τουριστική κίνηση μπορεί να έχει συμβάλει στην άνοδο του κύκλου εργασιών, ιδίως σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε τουριστικές περιοχές.
“Καρκινοβατούν” οι μικρομεσαίοι
“Φλερτάρουν” σοβαρά με το ενδεχόμενο του “λουκέτου”
Σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις (44%) στο λιανικό δήλωσαν στασιμότητα του κύκλου εργασιών στα περυσινά επίπεδα, ενώ περισσότερες από τις μισές (52%) δεν αναμένουν μεταβολή στο προσεχές μέλλον. Η διαχείριση των ανατιμήσεων, οι οικονομικές υποχρεώσεις, η έλλειψη ρευστότητας και η δυσκολία εύρεσης του κατάλληλου προσωπικού αξιολογούνται κατά σειρά σπουδαιότητας, ως οι βασικότερες προκλήσεις των επιχειρήσεων. Το ενεργειακό κόστος συνεχίζει να αποτελεί σοβαρό πλήγμα για τη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς διογκώνει το λειτουργικό τους κόστος.
Το 2024, το 36% των επιχειρήσεων διέκοψε συνεργασία με κάποιον από τους προμηθευτές, έναντι 25% το 2023, καταγράφοντας την υψηλότερη αναλογία από το 2016, που υπάρχουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία. Η παραδοσιακή σταθερότητα στις εμπορικές σχέσεις του ελληνικού λιανεμπορίου δείχνει να διαταράσσεται, γεγονός που αντικατοπτρίζει την ανάγκη των επιχειρήσεων να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.