Το ζήτημα της ταφής ή αποτέφρωσης των κατοικίδιων ζώων αποτελεί κεντρικό προβληματικό τομέα, που απασχολεί ολοένα και περισσότερους πολίτες του Ηρακλείου. Παρόλο που η αγάπη για τα ζώα έχει εδραιωθεί βαθιά στην ελληνική και κρητική κοινωνία, οι δομές και οι υποδομές για την υγειονομική και νόμιμη διαχείριση των νεκρών κατοικίδιων ζώων φαίνεται να παραμένoυν ανεπαρκείς σε τοπικό επίπεδο, δημιουργώντας αδιέξοδα και σοβαρούς προβληματισμούς από τους πολίτες.
Το νέο νομικό πλαίσιο για τη διαχείριση των νεκρών ζώων (Ν. 4830/2021) απαγορεύει την ταφή κατοικίδιων σε ιδιωτικούς χώρους, όπως αυλές ή χωράφια. Παράλληλα, ωστόσο, δεν προσφέρεται ρεαλιστική εναλλακτική λύση στους πολίτες. Σύμφωνα με τις διατάξεις, οι τοπικές Αρχές φέρουν την ευθύνη για την περισυλλογή και διαχείριση των νεκρών ζώων, συμπεριλαμβανομένων της ταφής και της αποτέφρωσης, αλλά οι διαδικασίες αυτές συχνά ανατίθενται σε ιδιωτικές εταιρείες χωρίς επαρκή εποπτεία.
Αναφορικά με το κυνοκομείο του Δήμου Ηρακλείου, η ταφή για τα σκυλιά του κυνοκομείου - αποκλειστικά - ανατίθεται για χρόνια σε ιδιωτική εταιρεία διαχείρισης αποβλήτων.
Το neakriti.gr έθεσε το θέμα στην αντιδήμαρχο Πολιτισμού, κ. Ρένα Παπαδάκη-Σκαλίδη, υπεύθυνη του κυνοκομείου και των αδέσποτων ζώων, καθώς και στον αντιδήμαρχο Καθαριότητας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Νίκο Γιαλιτάκη, όσον αφορά στην υγειονομική επίπτωση του θέματος.
Από τις απαντήσεις των υπευθύνων του Δήμου, διαπιστώθηκε ότι υπάρχει ζήτημα αρμοδιοτήτων και ζήτημα νομικής κάλυψης του θέματος, ενώ το ζήτημα φαίνεται να μην υπάρχει, μέχρι στιγμής, στην ατζέντα των συζητήσεων του Δήμου.
Αναλυτικά, βάσει του άρ. 37 του Νόμου 4830/2021, κρίνεται ότι «αποτεφρωτήρια και κοιμητήρια ζώων ιδρύονται και λειτουργούν από Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και συνδέσμους αυτών, καθώς και από φυσικά πρόσωπα, τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις περιβαλλοντικής αδειοδότησης, σύμφωνα με τον Ν. 4014/2011 (Α’ 209). Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορούν, επίσης, να συμβάλλονται με ιδιωτικά αποτεφρωτήρια και κοιμητήρια ζώων, σύμφωνα με τον Ν. 4412/2016 (Α’ 147)».
Αντιδράσεις πολιτών
Η αυστηρότητα του νόμου σε συνδυασμό με την απουσία διαθέσιμων χώρων ταφής ή αποτεφρωτηρίων έχει προκαλέσει οργή και απογοήτευση πολιτών και ιδιοκτητών κατοικιδίων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση πολίτη, ο οποίος προχώρησε σε ταφή του σκύλου εντός της ιδιωτικής του περιουσίας, και μετά από μήνυση από γείτονα, προχώρησαν οι διαδικασίες εκταφής και καταλογισμού ανάλογου προστίμου.
«Το ζήτημα της ταφής αποτελεί ένα ιδιαίτερα μεγάλο ζήτημα για τους ιδιοκτήτες κατοικίδιων», δήλωσε κτηνίατρος της πόλης που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, προσθέτοντας πως «η έλλειψη οδηγεί εξαναγκαστικά τους ιδιοκτήτες να προχωρήσουν σε ταφή των ζώων τους εντός των δικών τους περιουσίων, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε ζητήματα υγειονομικής ασφάλειας, ειδικότερα όταν το ζώο έχει λάβει ισχυρή αγωγή για προηγούμενα προβλήματα στην υγεία του. Από την άλλη, υπάρχει και το θέμα των πολιτών που δεν έχουν περιουσία να διαθέσουν προς την ταφή και εκεί, δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποια λύση, με μερικούς να τα πετάνε ακόμα και στα σκουπίδια».
Ο ίδιος τόνισε πως «υπάρχει αδιέξοδο διότι ο Δήμος ή η Περιφέρεια δεν προχωράνε σε ιδιαίτερες ενέργειες για να δοθεί κάποια λύση στο ζήτημα».
Έλλειψη υποδομών αποτέφρωσης και χώρων ταφής
Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από τη “Νέα Κρήτη” και με πληροφορίες που λήφθηκαν από τις τοπικές Αρχές και επαγγελματίες του κλάδου, ο νομός δε διαθέτει δημόσιους χώρους ταφής ή υπηρεσίες αποτέφρωσης των κατοικίδιων ζώων. Οι Δήμοι, συχνά, παραπέμπουν τους πολίτες σε ιδιωτικές εταιρείες διαχείρισης, με την έλλειψη διαφάνειας και τις υψηλές χρεώσεις να αποτελούν κεντρικά εμπόδια της χρήσης των υπηρεσιών. Ταυτόχρονα, η νομοθεσία δεν προβλέπει σαφείς οδηγίες για τη δημιουργία και λειτουργία τέτοιων υποδομών από τις τοπικές Αρχές.
Ζήτημα υγειονομικής ασφάλειας για πολίτες και εργαζόμενους στην καθαριότητα
Η απουσία ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης δημιουργεί, εκτός από σύγχυση, και ζητήματα υγειονομικής ασφάλειας για τους πολίτες. Η ανεξέλεγκτη ταφή και η ρίψη των νεκρών ζώων στους κάδους των απορριμμάτων εγείρουν περαιτέρω προβληματισμούς αναφορικά με την υγειονομική ασφάλεια των πολιτών, αλλά και των εργαζόμενων διαχείρισης απορριμμάτων, οι οποίοι εκτίθενται σχεδόν καθημερινά σε τέτοιου είδους περιστατικά.
Παράλληλα, η εμφανής ελλιπής πληροφόρηση από την κεντρική διοίκηση και τις τοπικές Αρχές δυσχεραίνει περαιτέρω την κατάσταση, οδηγώντας σε ανελλιπής διαχείριση των αποβλήτων όσον αφορά στα δεδομένα εύρεσης νεκρών ζώων εντός των απορριμμάτων, με το ζήτημα να ξεπερνά τα συναισθηματικά δεσμά που συνδέουν τους πολίτες με τα κατοικίδιά τους και να μεταφέρετε στον τομέα της υγειονομικής ασφάλειας, της λειτουργίας υπηρεσιών που θα βοηθά τους πολίτες και τα θεσμικά κενά που πλαισιώνουν την κατάσταση.