7

Στον "πάτο" οι απολαβές των εργαζομένων: Ο πραγματικός μισθός μειώθηκε 32,8% - Πού τοποθετείται η Κρήτη στον "χάρτη" της φτώχιας

Κρήτη
Στον "πάτο" οι απολαβές των εργαζομένων: Ο πραγματικός μισθός μειώθηκε 32,8% - Πού τοποθετείται η Κρήτη στον "χάρτη" της φτώχιας

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

“Πάτο” έπιασαν οι απολαβές των εργαζομένων την τελευταία 15ετία - Η μέση μηνιαία κατανάλωση παρέμεινε στάσιμη

Απογοητευτικά για τους εργαζόμενους είναι τα στοιχεία του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για τα επίπεδα των μισθών στην Ελλάδα, καθώς, όπως προκύπτει από την έρευνα, ενώ θεωρητικά τα τελευταία χρόνια αυξάνονται τα εισοδήματα, αυτό στην πραγματικότητα δεν ισχύει σε απόλυτο βαθμό, εφόσον από το 2009, την τελευταία χρονιά πριν η χώρα μας περάσει σε καθεστώς αυστηρής οικονομικής επιτήρησης, μέχρι και το 2024 ο μέσος ετήσιος πραγματικός μισθός μειώθηκε κατά 32,8%. Ενώ από το 2019-2024 η μείωση υπολογίζεται στο 1,1%, παρά το γεγονός ότι υπήρξε αύξηση του μέσου πραγματικού μισθού τη διετία 2023-2024 κατά 2,9%. 

Τα δεδομένα αυτά προκύπτουν από το γεγονός ότι η αγοραστική δύναμη των πολιτών δε βελτιώθηκε ούτε στο ελάχιστο, αντιθέτως παρέμεινε σε αρκετά χαμηλά επίπεδα, αποδεικνύοντας ότι ο μηνιαίος μισθός δεν έχει ενισχύσει εισοδηματικά όσο θα έπρεπε τους Έλληνες. Συγκεκριμένα, η μέση μηνιαία πραγματική κατανάλωση των νοικοκυριών, των οποίων το εισόδημα προέρχεται κυρίως από μισθωτή εργασία, παρέμεινε στάσιμη, η κατανάλωση των αυτοαπασχολούμενων περιορίστηκε, ενώ για τα νοικοκυριά στα οποία το κυρίως υπεύθυνο άτομο είναι εργοδότης αυξήθηκε και έγινε σχεδόν διπλάσια της αντίστοιχης των μισθωτών. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν με τον πιο σαφή τρόπο το πώς κατανέμεται ο πλούτος στην ελληνική κοινωνία. 

Η αύξηση του συνόλου των μισθών ήταν 130 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που το πραγματικό εισόδημα από μη μισθωτή εργασία αυξήθηκε κατά 2,6 δισ.

Μεταξύ του 2019 και του 2023 το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε περίπου 8,3 δισ. ευρώ και η πραγματική κατανάλωση κατά 7,9 δισ. ευρώ. Ωστόσο, η αντίστοιχη αύξηση του συνόλου των πραγματικών μισθών ήταν μόλις 130 εκατ. ευρώ, όταν το πραγματικό εισόδημα από μη μισθωτή εργασία αυξήθηκε κατά 2,6 δισ. ευρώ και το πραγματικό εισόδημα από πλούτο κατά 4,5 δισ. ευρώ. 

Η Ελλάδα κατέγραψε το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης στην Ε.Ε. 

Όπως αναφέρει η έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, παρά τη βελτίωση βασικών ποσοτικών μεγεθών της αγοράς εργασίας, η χώρα μας πέρυσι κατέγραψε το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης, εμφανίζοντας καλύτερη επίδοση μόνο συγκριτικά με την Ιταλία. Ίδια είναι και η εικόνα όσον αφορά στη διαφορά του ποσοστού απασχόλησης μεταξύ ανδρικού και γυναικείου πληθυσμού, με την Ελλάδα να εμφανίζει και σε αυτήν την κατηγορία τη δεύτερη μεγαλύτερη απόκλιση των εν λόγω ποσοστών στην Ε.Ε.-27. Στην τρίτη θέση κατατάσσεται η χώρα μας όσον αφορά στην απόκλιση του ποσοστού απασχόλησης μεταξύ της ηλικιακής ομάδας 40-64 ετών και των νέων 15-39 ετών. Επίσης, η Ελλάδα εμφάνισε το 2024 το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης σε αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (80,3%) μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. 

Μόνο πάνω από τη Βουλγαρία 

Από τους πιο στερημένους είναι οι Έλληνες μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών σε βασικά υλικά και κοινωνικά αγαθά, τα οποία δεν μπορούν να απολαύσουν λόγω των πενιχρών μισθολογικών τους απολαβών. Η χώρα μας έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό, 8,8%, έναντι 8% το 2023 και 3,8% στο σύνολο της Ε.Ε., με τις χειρότερες επιδόσεις μέχρι σήμερα να σημειώνει η Βουλγαρία. 

Επομένως, έτσι φτάσαμε, εν έτει 2024, το ποσοστό των μισθωτών που δήλωναν στην Ελλάδα ότι αδυνατούν να ξοδέψουν ένα μικρό ποσό χρημάτων για τον εαυτό τους να εμφανίζει αύξηση και από το 27,9% το 2023 να “σκαρφαλώνει” στο 29,3%. Το αντίστοιχο ποσοστό για όσους δήλωναν ότι δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής διαμορφώθηκε στο 23,5%. 

Ενδεικτικό των υποβαθμισμένων συνθηκών διαβίωσης των μισθωτών είναι, επίσης, ότι το ποσοστό υποκειμενικής φτώχιας για τη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα ανήλθε το 2024 στη χώρα μας στο 57,1%. Η τιμή αυτή είναι με διαφορά η μεγαλύτερη στην Ε.Ε. και υπερβαίνει κατά 28,6 ποσοστιαίες μονάδες τη δεύτερη υψηλότερη, που καταγράφεται στη Βουλγαρία.

Τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση των συνθηκών απασχόλησης και την απορρύθμιση κρίσιμων προστατευτικών θεσμών της αγοράς εργασίας, συνιστούν παράγοντες που συστηματικά υποσκάπτουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας και τη διατηρησιμότητα των ρυθμών μεγέθυνσής της. Στο σημερινό εξαιρετικά σύνθετο γεωοικονομικό περιβάλλον, η προοδευτική αναδόμηση των θεσμών της αγοράς εργασίας, η ενεργός στήριξη του εισοδήματος των εργαζομένων και η βελτίωση των συνθηκών απασχόλησής τους αποτελούν αναγκαίες παρεμβάσεις για την ανάσχεση των αυξανόμενων αβεβαιοτήτων, την ενίσχυση της μακρο-χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της οικονομίας και την άνοδο της ευημερίας των πολιτών. 

Οι πιο φτωχές και οι πιο πλούσιες περιφέρειες - Σε ποια κατηγορία τοποθετείται η Κρήτη με βάση τα εισοδηματικά κριτήρια 

Μεγάλο ενδιαφέρον καταγράφεται και στα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΓΣΕΕ και αφορούν τα επίπεδα φτώχιας που παρουσιάζει η κάθε ελληνική περιφέρεια. Εύκολα μπορεί να παρατηρήσει κάποιος ότι η Ελλάδα είναι χωρισμένη στα δύο, με τις πιο φτωχές περιφέρειες να είναι εκείνες που θεωρούνται πιο απομακρυσμένες γεωγραφικά, με τις οικονομικές δραστηριότητες των κατοίκων τους να είναι αρκετά περιορισμένες. Η Κρήτη συγκαταλέγεται στις πιο πλούσιες περιοχές της πατρίδας μας, με τα φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού να είναι ναι μεν υπαρκτά, αλλά περιορισμένα εν συγκρίσει με άλλες περιπτώσεις. 

Συγκεκριμένα, τα υψηλότερα ποσοστά εντοπίζονται, μεταξύ άλλων, στις περιφέρειες Ιονίων Νήσων (41,4%), Δυτικής Μακεδονίας (36,3%), Δυτικής Ελλάδας (35,2%), Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης (33,8%), Βορείου Αιγαίου (33,2%) και Πελοποννήσου (32,3%). Αντίθετα, το 2024 κοντά στον εθνικό μέσο όρο της χώρας (26,9%) διαμορφώθηκαν τα αντίστοιχα ποσοστά στις περιφέρειες Θεσσαλίας (25,8%) και Στερεάς Ελλάδας (25,7%), ενώ τα λιγότερα επεισόδια φτώχιας ή κοινωνικού αποκλεισμού εντοπίστηκαν το ίδιο έτος στην Ήπειρο (19,6%), στο Νότιο Αιγαίο (20,3%) και στην Κρήτη (20,7%). 
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News