Η ενδομητρίωση είναι μια από τις πιο μυστηριώδεις και ταυτόχρονα επιβαρυντικές παθήσεις που επηρεάζουν τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Παρά το γεγονός ότι αφορά περίπου το 7-10% των γυναικών παγκοσμίως, η διάγνωση και η αντιμετώπισή της εξακολουθούν να αποτελούν προκλήσεις για την ιατρική κοινότητα.
Η πάθηση χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενδομητριακού ιστού έξω από τη μήτρα, όπως στις ωοθήκες, το έντερο ή άλλες περιοχές της πυέλου, ενώ αυτός ο ιστός ανταποκρίνεται στις ορμονικές αλλαγές του κύκλου, προκαλώντας φλεγμονές και χρόνιο πόνο.
Το neakriti.gr συνομίλησε με τους ειδικούς ιατρούς κ. Ιωάννη Ματαλλιωτάκη, καθηγητή Μαιευτικής-Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και πρόεδρο της Παγκρήτιας Μαιευτικής-Γυναικολογικής Εταιρείας, τον κ. Εμμανουήλ Τζανάκη, διευθυντή της Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής του Βενιζέλειου Γενικού Νοσοκομείου, καθώς και με τον κ. Μιχαήλ Ματαλλιωτάκη, επιμελητή Β’ της Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής του Βενιζέλειου Γενικού Νοσοκομείου, προκειμένου να ενημερωθεί διεξοδικά για το ζήτημα της ενδομητρίωσης.
Μια χρόνια νόσος με σύνθετα συμπτώματα
Όπως ανέφερε ο γυναικολόγος-μαιευτήρας κ. Μιχαήλ Ματαλλιωτάκης, «πρόκειται για μία οιστρογόνο-εξαρτώμενη, φλεγµονώδη, μη νεοπλασματική πάθηση και ανάλογα με την εντόπιση και το στάδιό της, μπορεί να προκαλέσει από καθόλου έως σοβαρά συμπτώματα».
Ο χρόνιος πυελικός πόνος, η δυσμηνόρροια (πόνος κατά την έμμηνο ρύση) και η υπογονιμότητα είναι τα πιο συνηθισμένα συμπτώματά της.
Ωστόσο, η νόσος δεν παρουσιάζεται πάντα με τυπικά συμπτώματα, καθώς μπορεί να εκδηλωθούν και με άλλες μορφές, όπως «ο μετεωρισμός, η εντερορραγία και γενικότερα οι γαστρεντερικές επιπλοκές», οι οποίες, όπως προσθέτει, «αποτελούν σπανιότερες εκδηλώσεις της ασθένειας», γεγονός που δυσκολεύει τη διάγνωση.
Συμπληρώνοντας, ο διευθυντής της Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής του Βενιζέλειου Γενικού Νοσοκομείου, κ. Εμμανουήλ Τζανάκης, σημειώνει πως «η ενδομητρίωση σταδιοποιείται σε 4 κατηγορίες (Ι-ΙV ελάχιστη έως σοβαρή) ανάλογα με τη θέση, την έκταση και το βάθος των εστιών, την ύπαρξη και τη βαρύτητα των συμφύσεων και την ύπαρξη κύστεων στις ωοθήκες».
Όπως αναφέρεται, οι γυναίκες με ενδομητρίωση συχνά αναφέρουν δυσπαρευνία (πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή), γαστρεντερικές ενοχλήσεις, όπως μετεωρισμό ή ακόμα και εντερορραγία, ενώ η επίδραση της νόσου στην ψυχολογία τους είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πέρα από την καθημερινή ταλαιπωρία, η ενδομητρίωση επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής, την απόδοση στην εργασία και τη συναισθηματική ισορροπία.
Η “αδιάγνωστη” νόσος
Σε ερώτηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους η ενδομητρίωση αναφέρεται ως η «αδιάγνωστη» ή η «αόρατη» νόσος, ο κ. Μιχάλης Ματαλλιωτάκης αναφέρει πως αυτό συμβαίνει «λόγω της εξαιρετικά πολύπλοκης και ουσιαστικά ανεξήγητης αιτιοπαθογένειας και των μη ειδικών κλινικών συμπτωμάτων». Αυτό συμβαίνει λόγω της μη ειδικής συμπτωματολογίας, που συχνά συγχέεται με άλλες παθήσεις, όπως η πυελική φλεγμονώδης νόσος, η σκωληκοειδίτιδα ή ακόμα και ψυχοσωματικές διαταραχές.
Περίπου το 7-10% του γυναικείου πληθυσμού της Κρήτης, που βρίσκεται σε αναπαραγωγική ηλικία, έχει προσβληθεί από την ασθένεια
Σύμφωνα με τον κ. Μιχάλη Ματαλλιωτάκη, σημειώνεται πως «η μισδιάγνωση συναντάται σε ένα μεγάλο εύρος και μπορεί να φτάσει έως και το 75%, πριν τεθεί η τελική διάγνωση της ενδομητρίωσης». Οι γυναίκες μπορεί να κάνουν διάφορες ιατρικές εξετάσεις, λόγω της «µη ειδικής συµπτωµατολογίας, δηλαδή σε συμπτώματα που θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν και από κάποια άλλη πάθηση», χωρίς, ωστόσο, να λαμβάνουν την απαραίτητη θεραπεία. Η πολυπλοκότητα της ενδομητρίωσης και η έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης καθιστούν την έγκαιρη διάγνωση εξαιρετικά δύσκολη.
Η σημασία της διάγνωσης
Όσον αφορά στη διαδικασία της διάγνωσης, ο κ. Τζανάκης ενημερώνει πως «η λαπαροσκόπηση παραμένει το “χρυσό πρότυπο” για τη διάγνωση της ενδομητρίωσης». Ωστόσο, πρόκειται για επεμβατική διαδικασία, γεγονός που καθιστά αναγκαία την ανάπτυξη λιγότερο επεμβατικών διαγνωστικών μεθόδων, όπως η χρήση βιοδεικτών, που, όπως επισημαίνει, μελετώνται ολοένα και περισσότερο στη διεθνή βιβλιογραφία.
Ο κ. Τζανάκης, αναφερόμενος στις νεαρές γυναίκες και τις έφηβες, είπε πως «η διάγνωση της ενδομητρίωσης είναι εξαιρετικά δύσκολη. Συνήθως υπάρχει καθυστέρηση 8 έως 12 ετών από την πρώτη εμφάνιση των συμπτωμάτων μέχρι τη διάγνωση της ασθένειας», ενώ, όπως επισήμανε «η δυσμηνόρροια και ο κυκλικός και ακυκλικός πυελικός πόνος θα πρέπει να προειδοποιούν τους παιδιάτρους και τους γυναικολόγους, ώστε να αποφεύγονται οι καθυστερήσεις στη διάγνωση και τη θεραπεία».
Η ενδομητρίωση και η υπογονιμότητα
«Η ενδομητρίωση συνδέεται άμεσα με την υπογονιμότητα, καθώς επηρεάζει το 30-50% των γυναικών που αντιμετωπίζουν προβλήματα σύλληψης», σημειώνει ο καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και πρόεδρος της Παγκρήτιας Μαιευτικής-Γυναικολογικής Εταιρείας, κ. Ιωάννης Ματαλλιωτάκης, ενώ προσθέτει πως «αντίστοιχα, το 25-55% των υπογόνιµων γυναικών έχουν τη νόσο».
Οι μηχανισμοί που οδηγούν στην υπογονιμότητα περιλαμβάνουν τις φλεγμονές στα όργανα της πυέλου, τις συμφύσεις, τις αλλοιώσεις στις σάλπιγγες, καθώς και τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Επιπλέον, η ενδομητρίωση μπορεί να εμποδίσει την ωοθυλακιορρηξία ή να οδηγήσει σε ορμονικές διαταραχές, όπως η υπερπρολακτιναιμία, με το αντίκτυπο να είναι ότι «αυτές οι καταστάσεις μπορούν να επιφέρουν προβλήματα εμφύτευσης του εμβρύου, µε αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένη πιθανότητα αποβολών», όπως επισημαίνει ο καθηγητής.
Εξωσωματική γονιμοποίηση και ενδομητρίωση
Όσον αφορά στη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης, «το αποτέλεσμα της εξωσωματικής γονιμοποίησης για τις γυναίκες με ενδομητρίωση εξαρτάται από τη σοβαρότητα της νόσου, αλλά και τις συνοδές αιτίες υπογονιμότητας», επεξηγεί ο καθηγητής, με την αντιμετώπιση της πάθησης σε ασθενείς που, όπως αναφέρει, «υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, αυτή πρέπει να εξατομικεύεται, λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές αιτίες υπογονιμότητας στο ζευγάρι», για την αύξηση της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας.
Θεραπεία και πρόγνωση
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής, «η πρόληψη δεν είναι προς το παρόν εφικτή και αυτό τονίζει την ανάγκη της αυξημένης υποψίας της νόσου και πρώιμης διάγνωσης», ενώ συμπληρώνει πως «η ενδομητρίωση είναι ένα πολυπαραγοντικό νόσημα, το οποίο μπορεί να εκδηλωθεί από ορισμένους παράγοντες του τρόπου ζωής που μπορεί να επηρεάσουν τον κίνδυνο εμφάνισής της».
Όσον αφορά στη διαδικασία περιορισμού της νόσου, ο καθηγητής αναφέρει πως οι επιλογές της θεραπείας περιλαμβάνουν «τη φαρμακευτική αγωγή, τη χειρουργική αντιμετώπιση ή τη συνδυαστική θεραπεία».
Ο διευθυντής της Μαιευτικής-Γυναικολογικής Κλινικής του Βενιζέλειου Γενικού Νοσοκομείου, κ. Τζανάκης προσθέτει πως, παρόλο που η ενδομητρίωση δεν μπορεί να θεραπευτεί πλήρως, τα συμπτώματά της υποχωρούν φυσικά κατά την εμμηνόπαυση «λόγω της κάμψης της ωοθηκικής λειτουργίας».
Τα ποσοστά των γυναικών της Κρήτης που προσβάλλονται από την ασθένεια
Όσον αφορά τα δεδομένα εμφάνισης της νόσου στην Κρήτη, ο καθηγητής κ. Ιωάννης Ματαλλιωτάκης αναφέρει ότι «σε τοπικό επίπεδο τα ποσοστά γυναικών που νοσούν με ενδομητρίωση δε διαφέρουν από τα ευρωπαϊκά δεδομένα, όπου το 7-10% του γενικού πληθυσμού γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας θα εμφανίσει τη νόσο».
Τα παραπάνω δεδομένα φανερώνουν πως η ενδομητρίωση είναι μια χρόνια νόσος με σημαντικές επιπτώσεις στη ζωή των γυναικών. Η έγκαιρη διάγνωση, η σωστή θεραπεία και η ψυχολογική υποστήριξη είναι καθοριστικής σημασίας για τη διαχείρισή της, με την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και την ενίσχυση της έρευνας να αποτελούν τα επόμενα βήματα για την αντιμετώπιση αυτής της “αόρατης” νόσου.