Η Ανατολική Μεσόγειος παραμένει μια από τις πιο πολύπλοκες γεωπολιτικές ζώνες του πλανήτη, με τις ενεργές συγκρούσεις να λαμβάνουν μέρος σε ένα πλαίσιο παλινδρομήσεων μεταξύ στρατηγικών φιλοδοξιών, ενεργειακών συμφερόντων και ιστορικών αντιπαλοτήτων.
Η αστάθεια στη Συρία και οι αναταράξεις στη Μέση Ανατολή λειτουργούν ως καταλύτες που επηρεάζουν σε βάθος τις πολιτικές ισορροπίες της περιοχής, αλλά και τις υφιστάμενες στρατηγικές συμμαχίες. Στο επίκεντρο αυτών των εξελίξεων βρίσκεται η Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα η Κρήτη, η οποία διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στις γεωστρατηγικές επιλογές της Αθήνας.
Η Συριακή κρίση και η Ανατολική Μεσόγειος
Η συνεχιζόμενη αστάθεια και απροσδιοριστία του καθεστώτος της Συρίας, με την ανάμειξη των πέντε μεγάλων γεωπολιτικών δρώντων (ΗΠΑ, Ιράν, Τουρκία, Ρωσία, Ισραήλ) στις εδαφικές εξελίξεις της χώρας έχει επαναφέρει την περιοχή στο προσκήνιο των διεθνών ανταγωνισμών. Η μετατροπή της Συρίας σε ναρκο-κράτος και η υφιστάμενη “φατριοποίηση” των εδαφών της έγκειται να επηρεάσει βαθιά τις διεθνείς ισορροπίες ισχύος.
Η κεφαλαιοποίηση των αδυναμιών της συριακής και αμφότερα λιβυκής κυβέρνησης, προς τη διεκπεραίωση των δικών τους μακροπρόθεσμων γεωπολιτικών στόχων, αποτελούν δυναμικές ενέργειες της Άγκυρας να προβάλλει την ισχύ της στην περιοχή. Παράλληλα, η αποτρεπτική θέση των Ηνωμένων Πολιτειών όσον αφορά στα ενδεχόμενα εισβολής αλλά και περιορισμού του Κουρδικού παράγοντα από το τουρκικό καθεστώς πραγματώνει το γεγονός ότι οι αντιπαραθέσεις καθιστούν την Ανατολική Μεσόγειο κόμβο διαχείρισης κρίσεων.
Η Κρήτη ως στρατηγικός παίκτης
Η γεωγραφική θέση της Κρήτης στην Ανατολική Μεσόγειο την τοποθετεί πάνω σε ένα τόξο συγκοινωνίας των ενεργειακών και εμπορικών διόδων, που συνδέουν την Ευρώπη με την Ανατολική Ασία και τη Νότια Αφρική. Η θέση του νησιού, όταν προσβλέπετε και εννοιολογείται μέσα από το τρίγωνο Κρήτη-Κύπρος- Σικελία, γίνεται αντιληπτό ότι λειτουργεί ως γεωστατικό ορμητήριο ελέγχου της Ανατολικής Μεσογείου.
Με την αναβάθμιση της Βάσης της Σούδας σε κρίσιμο κόμβο ναυτικών και αεροπορικών επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ, η Κρήτη φαίνεται να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην προβολή ισχύος των δυτικών δυνάμεων.
Η Σούδα λειτουργεί ως το κύριο σημείο εξισορρόπησης έναντι της ρωσικής και τουρκικής δραστηριότητας. Ειδικότερα, η Βάση παρέχει ζωτικής σημασίας υποδομές στις ΗΠΑ, διευκολύνοντας την παρακολούθηση κρίσιμων ενεργειακών και στρατιωτικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή.
Η Στρατηγική Αμυντική Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας-Ηνωμένων Πολιτειών και Ελλάδας-Ισραήλ καθιστά το νησί στρατηγικό πυλώνα ασφάλειας για την ασφάλεια της περιοχής. Παράλληλα, η Κρήτη αποτελεί σημαντικό σημείο ενεργειακών και επικοινωνιακών διαδρομών, όπως ορίζονται από τις έρευνες για την εύρεση υδρογονανθράκων, αλλά και στο πλαίσιο προτάσεων του αγωγού φυσικού αερίου “EastMed”.
Επ’ αυτού, η ανάγκη ενεργοποίησης των διπλωματικών υπηρεσιών της χώρας προς τις προσπάθειες επανέναρξης της δημιουργίας του αγωγού κρίνεται κρίσιμη. Το EastMed δεν μπορεί να ιδωθεί μόνο από το πρίσμα της ενεργειακής ασφάλειας και ενίσχυσης των κρατών, αλλά ως ένας ευρύτερος διπλωματικός πόλος διασύνδεσης των αναφερόμενων δρώντων.
Οι στρατηγικές επιπτώσεις της αστάθειας
Η πιθανή υπογραφή συμφωνίας μεταξύ Τουρκίας και Συρίας για καθορισμό Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης προκαλεί έντονη ανησυχία στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Κρήτη. Μια τέτοια εξέλιξη δεν αποτελεί αποκλειστικά ζήτημα διεθνούς δικαίου, αλλά έχει στρατηγικές συνέπειες για την Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου οι έρευνες για την εύρεση και επερχόμενη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου βρίσκονται στο επίκεντρο.
Θυμίζοντας, η Τουρκία φαίνεται να ακολουθεί ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο το οποίο ξεκίνησε με τη δημιουργία μιας κυβέρνησης- “μαριονέτα” στη Λιβύη, προκειμένου να την αναγκάσει να υπογράψει την ανυπόστατη και παράνομη συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ, η οποία παραβίαζε έντονα τα δικαιώματα της Κρήτης και αμφότερα της Ελλάδας.
Μια παρόμοια συμφωνία με τη Συρία θα χρησιμοποιηθεί ως μέτρο άσκησης πίεσης και επιδίωξης των μακροπρόθεσμων θαλάσσιων φιλοδοξιών της, δημιουργώντας μια συνεχή «τουρκική ζώνη» στην Ανατολική Μεσόγειο, που θα εκτείνεται από τα τουρκικά παράλια μέχρι τα συριακά. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την απομόνωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου, καθώς και τον περιορισμό των ερευνών για τα κοιτάσματα της Κρήτης.
Υπενθυμίζοντας, η υπεύθυνη εταιρεία Exxon Mobil θα προχωρήσει, κατά τους πρώτους μήνες του έτους, να αποφανθεί αναφορικά με την έναρξη των γεωτρήσεων για φυσικό αέριο, στα νότια και δυτικά της Κρήτης. Επεξηγώντας, η θαλάσσια περιοχή εμβαδού 40.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων καλύπτει τα δύο “οικόπεδα” δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, στα οποία προβλέπεται ότι εδράζονται κοιτάσματα της τάξης των 24 τρισεκατομμυρίων κυβικών ποδιών φυσικού αερίου (680 bcm), με δυνητική αξία που μπορεί να ξεπεράσει τα 250 δισ. ευρώ.
Ο Τούρκος υπουργός Μεταφορών και Υποδομών Αμπντουλκαντίρ Ουράλογλου επισήμανε ότι «φυσικά, θα κάνουμε μια συμφωνία ναυτικής δικαιοδοσίας», προσθέτοντας πως οι κινήσεις διενεργούνται «για να μπορέσουμε να προστατεύσουμε τα συμφέροντά μας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Γαλάζια Πατρίδα». Πρόσθεσε δε ότι «όταν έρθει η ώρα, οι αρμόδιοι θεσμοί μας θα λάβουν θέση επί τούτου».
Επ’ αυτού, η οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Συρίας θα είχε άμεσα διπλωματικά, ενεργειακά και νομικά εμπόδια για τη χώρα. Το νησί αποτελεί αρωγό και τοποθεσία ζωτικής σημασίας για τη διέλευση των ενεργειακών αγωγών, όπως ο EastMed, καθώς και για την πρόσβαση στα προαναφερθέντα κοιτάσματα, υπονομεύοντας τη στρατηγική συνοχής της ελληνικής θαλάσσιας ζώνης και επικράτειας.
Αύξηση των ανησυχιών
Η ανησυχία για την κατάσταση αυξάνεται, με την περίοδο να σηματοδοτεί το πιθανό τέλος του καθεστώτος των “ήρεμων θαλασσών”, που έχει οικοδομηθεί με τις προσπάθειες της ελληνικής διπλωματίας. Συγκεκριμένα, η αεροναυτική άσκηση με την επωνυμία “Γαλάζια Πατρίδα 2025”, η οποία θα διεξαχθεί μεταξύ 7-16 Ιανουαρίου από την Τουρκία σε περιοχές του Αιγαίου, της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, επαναφέρει στο προσκήνιο τον τουρκικό παροξυσμό περί των σχεδίων περικύκλωσης και οικειοποίησης μεγάλου μέρους της αιγιακής κυριαρχίας μας.
Οι νέες συγκυρίες προαναγγέλλουν τη ζοφερότητα και συνάμα αιρετικότητα που συνόδευσε το ξεκίνημα του νέου έτους, επιβεβαιώνοντας τελικά την επισφάλεια του υφιστάμενου καθεστώτος της Ανατολικής Μεσογείου, με την κατανομή των ευθυνών να μεταφράζεται σε διαδοχικά στάδια πρωτοβουλιών που θα πρέπει να ληφθούν από την ελληνική διπλωματία.
Η Ελλάδα οφείλει να αναπτύξει μια πολυδιάστατη στρατηγική αποτροπής απέναντι στις αναθεωρητικές πρακτικές της Τουρκίας, οι οποίες πλέον δεν περιορίζονται σε λεκτικές επιθέσεις, αλλά σε ένα εφαρμόσιμο επιχειρησιακό σχέδιο. Εφόσον ο τουρκικός και αναθεωρητικός παράγοντας προχωρήσει σε μια τέτοια παράνομη οριοθέτηση, αναπόφευκτα πρέπει η Ελλάδα και η Κύπρος, της οποίας τα δικαιώματα καταπατούνται πλήρως, να ζητήσει παύση της χρηματοδότησης της Τουρκίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναφορικά, κατά το 2024 η Ένωση ενέκρινε εξαγωγές όπλων μεγάλης κλίμακας αξίας 230 εκατομμυρίων ευρώ, καθώς και τη χρηματοδότηση της χώρας για τον έλεγχο των μεταναστευτικών κυμάτων, τα οποία η Τουρκία εργαλειοποίησε για την άσκηση πιέσεων κατά της Ελλάδας και αμφότερα της Ένωσης.
Η προβολή ισχύος κρίνεται το ίδιο κρίσιμη με την ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας της χώρας στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και την ανάπτυξη δυνατοτήτων στρατηγικής αποτροπής στην Κρήτη, χρήσης ναυτικών ασκήσεων και εγκατάστασης αποτρεπτικών πυραυλικών μέσων.