Απρόβλεπτη χαρακτηρίζεται μέχρι αυτή τη στιγμή η αγορά του ελαιολάδου στην Κρήτη αλλά και παγκοσμίως, με το βλέμμα των εμπλεκόμενων φορέων να είναι στραμμένο στις καιρικές συνθήκες, που θα καθορίσουν και τις εξελίξεις στην παραγωγή και συνεπώς και στις τιμές κατά τη νέα ελαιοκομική περίοδο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις μεταξύ ανθρώπων που είναι γνώστες στον τομέα της αγοράς του ελαιολάδου. Άλλοι βλέπουν πως η νέα χρονιά θα έχει και στην Κρήτη και στη χώρα μας αλλά και παγκοσμίως καλύτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με την προηγούμενη και άλλοι φοβούνται πως το παιχνίδι με τον καιρό έχει χαθεί, αφού δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για να έχουμε τα αναγκαία βροχομετρικά στοιχεία, που θα άλλαζαν προς τη σωστή κατεύθυνση τα δεδομένα της αγοράς!
Μιλώντας στο neakriti.gr, ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ - Μ. Συνεταιρισμών Μύρων Χιλετζάκης σημείωσε χαρακτηριστικά: «Σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την Κρήτη το πρόβλημα και φέτος είναι πολύ σοβαρό. Από τα 10 ελαιόδεντρα, τα 7 έχουν πρόβλημα. Βλέπουμε τα φύλλα κιτρινισμένα και αφυδατωμένα, διότι είχαμε πολύ λίγες βροχοπτώσεις σε σχέση με τις ανάγκες των ελαιοδέντρων. Γενικότερα σε όλο το νησί είχαμε έναν ελαφρύ χειμώνα, με εξαίρεση τα Χανιά, ενώ είχε προηγηθεί ένα πολύ θερμό καλοκαίρι. Χοντρικά, δηλαδή, το τελευταίο 18μηνο είναι πολύ θερμό. Μην ξεχνάμε ότι ο Δεκέμβριος, ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος ήταν οι πιο θερμοί μήνες των τελευταίων 100 ετών»!
Στο σημείο αυτό, ο Μύρων Χιλετζάκης επισημαίνει ότι «η κλιματική κρίση συνεχίζει να δημιουργεί πρόβλημα. Και την ίδια ώρα, ο κρητικός ελαιώνας είναι ξηρικός σε ένα ποσοστό άνω του 90%. Άρα ακόμα και να φορτωθεί από ανθοφορία, το βλέπουμε λίγο δύσκολο να βγάλει τη χρονιά, με τα ποσοστά βροχόπτωσης που έχουμε τα τελευταία χρόνια».
Μάλιστα, για το φαινόμενο που επικρατεί ήδη, να ετοιμάζονται οι ελιές να μπουν στην ανθοφορία ή έχουν σε πολλές περιπτώσεις ανθίσει, «είναι κάτι που αποτελεί κακό οιωνό για τα δέντρα αυτά. Διότι είναι δύσκολο να περιμένουμε από ’δω και πέρα τις πολλές βροχές που θέλουμε. Αυτό που ήτανε να γίνει, έγινε».
Υπάρχουν λάδια μέσα;
Όμως, υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες εκτιμήσεις και για τα απούλητα περυσινά λάδια. «Πόσα λάδια να έχουν κρατηθεί από πέρυσι; Είναι νομίζω ελάχιστα», εκτιμά ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ- Μ. Συνεταιρισμών Μύρων Χιλετζάκης. Βέβαια, δεν αποκλείει να είναι πολλοί παραγωγοί που έχουν κρατήσει όλο το λάδι τους από πέρυσι για να το καταναλώσουν στα νοικοκυριά τους και να μην αναγκαστούν να το αγοράσουν. Δε θεωρεί όμως πως πρόκειται για πολλούς.
Πάντως, «το μεγάλο πρόβλημα είναι, και δε νομίζω να αλλάξει ούτε την επόμενη φορά, ότι έχουν αλλάξει τελείως τις διατροφικές τους ανάγκες οι καταναλωτές, αφού έχουν στραφεί στην αγορά των σπορελαίων. Και δε βλέπω και την πτώση τιμών στον ορίζοντα από τώρα»...
Στο μεταξύ, όπως λέει, «η Ισπανία πέρυσι έβγαλε μόλις 750.000 τόνους με μηδενικά αποθέματα. Και αυτή η ποσότητα δε φτάνει ούτε για να καλύψει τις δικές της ανάγκες», σύμφωνα με τον Μύρωνα Χιλετζάκη, «κι αυτό όταν η Ισπανία το 2013 είχε βγάλει 2 εκατομμύρια τόνους ελαιολάδου».
Την ίδια ώρα, απουσία ενδιαφέροντος εξακολουθεί να χαρακτηρίζει το εμπόριο ελαιολάδου εντός των συνόρων, με ορισμένες περιοχές να εκφράζουν τον προβληματισμό τους, καθώς πρόκειται για μια ελλειμματική χρονιά.
Αδράνεια, όμως, αναφέρεται και από την αγορά του εξωτερικού, με το εύρος τιμών που προσφέρεται στον παραγωγό να είναι από 8,50 έως και 9,35 ευρώ (αναλόγως χώρας, ποιότητας και συναλλασσόμενων), χωρίς ουσιαστικά να πραγματοποιούνται πράξεις.
Καθοριστικό, πάντως, φαίνεται πως θα είναι το Πάσχα των Καθολικών, το οποίο έρχεται νωρίς φέτος. Σε αυτό “ποντάρουν” και οι παίκτες της αγοράς, μήπως αρχίσει να κινείται κάτι στο διεθνές εμπόριο, το οποίο βρίσκεται σε αδράνεια λόγω της καθίζησης που έχει υποστεί η κατανάλωση.
Kρατούν στις αποθήκες τα αποθέματα, ελπίζοντας σε άνοδο των τιμών
Μιλώντας από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου Μανόλης Γιαννούλης δήλωσε χαρακτηριστικά πως «με τις τιμές αυτές, οι καταναλώσεις “υποφέρουν”. Μάλιστα, παρά τις σημερινές τιμές, υπάρχουν παραγωγοί που κρατούν το λάδι τους άκοπο, προσδοκώντας ακόμα μεγαλύτερες τιμές. Από την άλλη, το εμπόριο βλέπει ότι το εμπόρευμα δε φεύγει. Οπότε καταλαβαίνετε τι γίνεται».
Στο σημείο αυτό, ο Μανόλης Γιαννούλης λέει πως «η νέα παραγωγή θα ξεκινήσει με πολύ χαμηλά αποθέματα. Και για τους Ισπανούς και για όλο τον κόσμο. Όμως, δεν ξέρουμε τι θα γίνει με τις τιμές. Διότι, άμα βάλουμε τα πράγματα κάτω, θα δούμε ότι η Ελλάδα έχει πάει καλά από πλευράς βροχών. Μπορεί να μην είναι αυτό που θα θέλαμε, αλλά θα είναι η χρονιά πολύ καλύτερη από την περυσινή. Οι Τούρκοι το ίδιο, θα πάνε καλύτερα. Για την Ισπανία το ίδιο. Θα το δούμε βέβαια. Σε κάθε περίπτωση είναι πάρα πολύ νωρίς για προβλέψεις. Εξάλλου, πριν από τα μέσα Ιουνίου δεν πρέπει να είμαστε σίγουροι για την επόμενη χρονιά. Να δούμε πρώτα την ελιά “δεμένη” πάνω στο δέντρο. Ό,τι και να λέμε τώρα, έχουμε μπροστά μας την ανθοφορία, την καρπόδεση κ.λπ. Πολλές φορές έχουμε δει μόλις “δένει” η ελιά να συμβαίνει κάτι και να χάνει τις μισές. Άρα μέσα με τέλος Ιουνίου θα έχουμε μία καλή εικόνα για το τι θα γίνει την επόμενη χρονιά. Οι συνθήκες πάντως φέτος είναι πολύ καλύτερες απ’ ό,τι πέρυσι».
Πάντως, ο Μανόλης Γιαννούλης πιστεύει ότι ακόμα και σήμερα μπορεί και το 40% ή το 50% των Ελλήνων παραγωγών να έχουν απούλητα τα περυσινά λάδια τους, είτε για να πουλήσουν σε καλύτερες τιμές σε σχέση με τις σημερινές, είτε για ιδιοκατανάλωση.
«Λένε πολλοί “άμα δεν πάει 10 ευρώ, δε θα πουλήσω”. Όμως, μόλις δει ο άλλος ότι έρχεται παραγωγή καλή, θα αρχίσει να πουλάει. Με το να αρχίσουν τον Οκτώβριο να παράγονται τα πρώτα λάδια, όλοι θα περιμένουν πτώση τιμών. Επομένως, ο παραγωγός θα βιαστεί να πουλήσει τα απούλητα λάδια του για να προλάβει τις τιμές να μην πέσουν. Τώρα το πού θα καταλήξει η πτώση των τιμών, αυτό είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων».