Στα επίπεδα του πληθωρισμού, κοντά στο 9%, ήτοι 45,35 ευρώ σε σχέση με το 2021 (41,70 ευρώ), υπολογίζεται το μέσο τυπικό καλάθι για το πασχαλινό τραπέζι του 2022, για δύο άτομα. Αυτό προκύπτει από τα αποτελέσματα έρευνας τιμών των προϊόντων του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων (μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ) στην Ελλάδα, που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ).
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έρευνα δεν περιλαμβάνονται τα αμνοερίφια.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στο neakriti.gr ο Γενικός Διευθυντής του ΙΕΛΚΑ, Λευτέρης Κιοσές «σε γενικές γραμμές τα στοιχεία που προκύπτουν για την Κρήτη δε διαφέρουν από αυτά της υπόλοιπης Ελλάδας, κυρίως από την καθημερινότητα, τις καθημερινές αγορές των πολιτών και τις αγοραστικές συνήθειες.
Αυτό πού διαφέρει σε κάποιο βαθμό, είναι ότι η Κρήτη είναι σε λίγο καλύτερη οικονομική κατάσταση από την υπόλοιπη Ελλάδα και επειδή έχει την αυτάρκεια το νησί έχει μικρότερο άγχος ο μέσος καταναλωτής σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα για ελλείψεις και για πράγματα που αυτή την περίοδο είναι στην καθημερινότητα.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΕΛΚΑ, Λευτέρης Κιοσές
Κατά τα άλλα αυτό που πάντα διαφοροποιεί την περιοχή είναι ότι επειδή έχει την παραγωγή πολύ θρεπτικών, υγιεινών και γευστικών προϊόντων είναι μία σημαντική ευκαιρία που έχει η περιοχή και το νησί να αναδείξει τα προϊόντα και με βάση και την διεθνή ζήτηση που έχουμε καταγράψει και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, φαίνεται ότι είναι κάτι που το επόμενο διάστημα θα έχει ιδιαίτερη ανάπτυξη, δηλαδή οι καταναλωτές ζητούν πιο υγιεινά προϊόντα, βιολογικά προϊόντα, προϊόντα με αυξημένη κριτική αξία. Είναι κάτι που έχει πολύ μεγάλη ζήτηση και παρά τα προβλήματα που υπάρχουν τη στιγμή αυτή στις διεθνείς αλυσίδες τροφοδοσίας, τα επόμενα χρόνια είναι κάτι που θα αναδειχτεί σίγουρα».
Η αύξηση του καλαθιού κατά 9% το 2022 σε σχέση με το 2021 είναι αναμενόμενη με βάση την εικόνα των πληθωριστικών πιέσεων τους τελευταίους μήνες, σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ. Παράλληλα, το μέσο εύρος τιμών (διαφορά μικρότερης με μέγιστης τιμής τυπικού καλαθιού) εντός των εξεταζόμενων κατηγοριών παραμένει υψηλό με 35%, καταδεικνύοντας ότι οι καταναλωτές για άλλη μία χρονιά έχουν πρόσβαση σε μεγάλο εύρος εναλλακτικών επιλογών (διαφορετικές ποικιλίες, ποιότητες, προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, αξιοποίηση προσφορών και εκπτώσεων. Σημαντικό ρόλο για άλλη μια χρονιά αναμένεται να παίξει και η παρατηρούμενη το τελευταίο διάστημα ένταση των προσφορών και προωθητικών ενεργειών από τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ και τις προμηθευτικές εταιρείες με τη μορφή παροχής επιπλέον εκπτώσεων, επιπλέον ποσοτήτων, δωροεπιταγών, εκπτωτικών κουπονιών κλπ, η οποία αφορά σχεδόν το σύνολο των εποχιακών προϊόντων και εκτιμάται ότι παρέχει επιπλέον όφελος περίπου 13% από τις προσφορές κατά μέσο όρο στους καταναλωτές που θα τις επιλέξουν.
Εντονότερες ανατιμήσεις καταγράφονται στο μαρούλι (το οποίο είναι αυξημένο λόγω των πολύ δυσμενών καιρικών συνθηκών) και στο αλεύρι και ακολουθούν σε αρκετά χαμηλότερα ποσοστά ανατιμήσεων το βούτυρο, η μουστάρδα και το φύλλο κρούστας. Μείωση καταγράφουν το γιαούρτι, οι μπύρες και τα αναψυκτικά.
«Συγκριτικά με άλλες περιοχές, η Κρήτη είναι πάλι σε καλύτερη κατάσταση. Και στο πασχαλινό τραπέζι, γιατί ακριβώς έχει την ίδια παραγωγή προϊόντων, όπως είναι τα οπωροκηπευτικά, που στην υπόλοιπη Ελλάδα έχουν σημαντικές αυξήσεις, στην Κρήτη δεν έχουν την ίδια επίδραση. Δηλαδή τα προϊόντα που έχουν μεγαλύτερη αύξηση συνολικά το καλάθι ήταν η ντομάτα ήταν το μαρούλι ειδικά, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν ήταν αντίστοιχη η πορεία των τιμών στην περιοχή, γιατί είχαν ακριβώς την ίδια παραγωγή», επισημαίνει ο κ. Κιοσές.
«Υψηλότερη τιμή στον οβελία δεν έχουμε καταγράψει τουλάχιστον τα τελευταία 13 χρόνια»
Σε σχέση με τα αμνοερίφια, δεν έχει διαμορφωθεί ακόμα η τελική εικόνα της αγοράς, αλλά με βάση τις τιμές παραγωγού θεωρείται δεδομένο ότι θα είναι αυξημένη η τιμή του αρνιού τη Μεγάλη Εβδομάδα. Σύμφωνα με τα στελέχη της αγοράς ένας συνδυασμός παραγόντων πιέζει τις τιμές αυξητικά. Η τιμή των αμνοεριφίων θεωρείται δεδομένο ότι θα είναι χαμηλότερη στα καταστήματα των μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ σε σχέση με τα ανταγωνιστικά κανάλια (π.χ. κρεοπωλείο, υπαίθριο εμπόριο κλπ). Η διαφορά τιμών των καταστημάτων μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ από την υπόλοιπη αγορά (είναι αποτέλεσμα των οικονομιών κλίμακας, της αποτελεσματικής λειτουργίας των οργανωμένων τμημάτων προμηθειών των σουπερμάρκετ και της μακροχρόνιας συνεργασίας με οργανωμένους μεγάλους προμηθευτές.
«Ακόμα και στο κρέας, στο αρνί και στον οβελία που είναι το προϊόν της περιόδου, πάλι επειδή υπάρχει η ίδια παραγωγή, πάλι δεν υπάρχει αυτό το πρόβλημα με τις ανατιμήσεις στην υπόλοιπη Ελλάδα, αφού η Κρήτη εξάγει προϊόντα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Υψηλότερη τιμή στον οβελία δεν έχουμε καταγράψει τουλάχιστον τα τελευταία 13 χρόνια, κάτι που έχει να κάνει με πολλούς παράγοντες. Και σε ένα βαθμό πρέπει να είμαστε και «ικανοποιημένοι» από την εξέλιξη θα μπορούσε να είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση, γιατί αυτό που συμβαίνει με τις διεθνείς τιμές και τις ζωοτροφές είναι κάτι που δεν το έχουμε δει στο 100%, τον απότοκο από τον πόλεμο στην Ουκρανία και είναι κάτι που μας απασχολεί πάρα πολύ».
Ανησυχία για την διεθνή κρίση
Οπως επισημαίνεται στην έρευνα του ΙΕΛΚΑ η μειωμένη διάθεση προϊόντων από το Ηνωμένο Βασίλειο την τελευταία διετία λόγω Brexit προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, η απορρόφηση προϊόντων από την ελληνική αγορά προς το εξωτερικό για το καθολικό Πάσχα (ειδικά Ιταλία και Ισπανία), λόγω και του ότι το καθολικό Πάσχα φέτος «έπεσε» νωρίτερα από το ορθόδοξο, σε συνδυασμό με το ότι το ορθόδοξο Πάσχα φέτος «πέφτει» τόσο αργά, σημαίνει ότι τα αμνοερίφια βάρους 10-13 κιλών τα οποία ζητούνται κυρίως από τους καταναλωτές είναι λιγότερα (γιατί τέτοια εποχή τα ζώα έχουν μεγαλώσει) και η μειωμένη προσφερόμενη ποσότητα σε αυτό το βάρος πιέζει την τιμή αυξητικά.
«Αυτό που φοβόμαστε είναι ότι θα τραβήξει κι άλλο η κρίση, ούτως ή άλλως έχει χαθεί η παραγωγή από αυτές τις δύο χώρες για τη χρονιά που διανύουμε, υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα και δεν είναι σαφές πότε θα τελειώσει. Το ότι βαδίζουμε στο άγνωστο είναι η μεγαλύτερη ανησυχία μας, ότι προχωράμε δηλαδή χωρίς να γνωρίζουμε πότε θα τελειώσει και ποια θα είναι η πλήρης επίδραση που θα έχει στην οικονομία, στην αγορά, στην εφοδιαστική αλυσίδα το συγκεκριμένο πρόβλημα», τονίζει ο κ. Κιοσές.
Οι καταναλωτικές συνήθειες στην Ελλάδα
Σε ό,τι αφορά στην κυλιόμενη έρευνα καταναλωτών του ΙΕΛΚΑ, με δείγμα 1.000 καταναλωτές, που πραγματοποιήθηκε την εβδομάδα 5-10 Απριλίου 2022 και αφορούσε στις καταναλωτικές συνήθειες στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο πασχαλινό τραπέζι προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι τα οικογενειακά τραπέζια αυτών των ημερών θα είναι μικρότερα. Παλαιότερα, προ του 2020, το 62% ή 2 στους 3 καταναλωτές συμμετείχαν σε μεγάλα οικογενειακά τραπέζια άνω των 10 ατόμων. Το ποσοστό αυτό ήταν το 2020 εν μέσω Lockdown ήταν μόλις 3%, το 2022 έχει αυξηθεί στο 30, αλλά απέχει αρκετά από τις εποχές προ κορονοϊού. Αντίστοιχη εικόνα υπάρχει και για τους καταναλωτές που θα επιλέξουν να ταξιδέψουν στο χωρίου ή νησί, με το ποσοστό το 2022 να είναι μόλις 25% έναντι 58% παλαιότερα, ως αποτέλεσμα της οικονομικής πίεσης και του κόστους μεταφορών. Ακόμα και οι μαγειρικές συνήθειες καταγράφονται να έχουν σημαντική επίδραση από το οικονομικό περιβάλλον. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των καταναλωτών που θα σουβλίσει αρνί και κατσίκι μειώνεται από το 61% στο 25%, ενώ το κοινό που θα ψήσει κομμάτι στο φούρνο αυξάνεται από 39% σε 52%.
Η έρευνα βασίζεται σε πρωτογενή δεδομένα που συνέλεξαν ερευνητές του ΙΕΛΚΑ από τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ και αφορούν τις τιμές της Μεγάλης Εβδομάδας, καθώς και από στοιχεία από την εφαρμογή e-katanalotis. Τα προϊόντα που αναλύθηκαν αποτελούν αντιπροσωπευτικά προϊόντα του πασχαλινού τραπεζιού για τους Έλληνες καταναλωτές και η επιλογή τους έγινε από εξειδικευμένα στελέχη της αγοράς με πολυετή εμπειρία στον χώρο. Τα προϊόντα που εξετάστηκαν είναι: αυγά 6άδα, τσουρέκι, ξύδι, αλεύρι για όλες τις χρήσεις, μουστάρδα, φέτα, γιαούρτι, κρασί μοσχοφίλερο, μπύρες, πατάτες, ντομάτες, βούτυρο, μαρούλι, φύλλο κρούστας, αναψυκτικό τύπου Cola.
Σε ερώτηση για το αν νηστεύουν οι πολίτες της χώρας αλλά και για τις τιμές των νηστήσιμων τροφίμων, ο κ. Κιοσές ανέφερε χαρακτηριστικά πως «ότι νηστεύουμε, νηστεύουμε και η αλήθεια είναι ότι το ποσοστό των ανθρώπων που νηστεύουν είναι σταθερό την τελευταία δεκαετία. Είναι κάτι που το ελέγχουμε και είναι αρκετά σημαντικό. Από άλλη έρευνα γνωρίζουμε ότι περίπου 1 στα 10 ευρώ που ξοδεύετε στα καταστήματα τροφίμων αφορά τη νηστεία, το οποίο είναι πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό αν το σκεφτούμε.
Οι τιμές των νηστήσιμων τροφίμων
Για τις τιμές, αυτό είναι μία άλλη κουβέντα και έχει να κάνει με την γενικότερη εικόνα που έχει αγορά. Έχουμε προβλήματα κυρίως με τις ζωοτροφές και αυτό δυστυχώς είναι κάτι που επηρεάζει πολύ τα πράγματα.
Το κόστος ενέργειας είναι το κύριο πρόβλημα και από κει πηγάζουν όλα. Αν μειωθεί το κόστος ενέργειας το οποίο τραβάει πολύ μεγάλο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος, ότι και να γίνει με τις τιμές δεν θα διορθωθεί.
Αυτό γιατί το κόστος ενέργειας είναι κάτι που δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, δεν μπορούμε να το μειώσουμε, είναι κάτι που αναγκαστικά πρέπει να το πληρώσουμε, ενώ στο κομμάτι των τροφίμων μπορούμε να κάνουμε κάποια πράγματα να εξοικονομήσουμε χρήματα, να φάμε ένα διαφορετικό προϊόν, κάποιο υποκατάστατο, αντί για μακαρόνια να φάμε ρύζι για παράδειγμα. Μπορούμε να αγοράσουμε μια άλλη μάρκα προϊόντος σε ένα απορρυπαντικό, μπορούμε να προμηθευτούμε ένα φθηνότερο προϊόν, μπορούμε να κάνουμε κάποιες έξυπνες αγορές όπως τις προσφορές. Αυτό στην ενέργεια και στα καύσιμα δεν μπορούμε να το κάνουμε και από κει πηγάζουν τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα».
Ο ρόλος του τουρισμού στον κλάδο των τροφίμων
Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Κιοσέ, καταγράφεται μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στην Κρήτη και την υπόλοιπη χώρα ως προς τον κλάδο των τροφίμων.
Η Κρήτη έχει την τουριστική κίνηση του καλοκαιριού, η οποία βοηθάει πάρα πολύ για την ανάδειξη των προϊόντων, αλλά και στο να έχει μια πιο ανταγωνιστική εικόνα στην αγορά, γιατί τραβάει μεγάλο μέρος του τζίρου, πωλήσεων, το οποίο βοηθάει και τον πολίτη την υπόλοιπη διάρκεια του χρόνου να έχει μία καλύτερη εικόνα και εξυπηρέτηση στα καταστήματα, μια καλύτερη εμπειρία».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της απομαγνητοφώνησης των δηλώσεων Κιοσέ:
«Σε γενικές γραμμές τα στοιχεία που προκύπτουν για την Κρήτη δε διαφέρουν από αυτά της υπόλοιπης Ελλάδας, κυρίως από την καθημερινότητα, τις καθημερινές αγορές των πολιτών και τις αγοραστικές συνήθειες.
Αυτό πού διαφέρει λίγο είναι ότι η Κρήτη είναι σε λίγο καλύτερη οικονομική κατάσταση από την υπόλοιπη Ελλάδα και επειδή έχει την αυτάρκεια το νησί έχει μικρότερο άγχος ο μέσος καταναλωτής σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα για ελλείψεις και για πράγματα που αυτή την περίοδο είναι στην καθημερινότητα.
Κατά τα άλλα αυτό που πάντα διαφοροποιεί την περιοχή είναι ότι επειδή έχει την παραγωγή πολύ θρεπτικών, πολύ υγιεινών και γευστικών προϊόντων είναι μία σημαντική ευκαιρία που έχει η περιοχή και το νησί να αναδείξει τα προϊόντα και με βάση και τις διεθνή ζήτηση που έχουμε καταγράψει και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό φαίνεται ότι είναι κάτι που το επόμενο διάστημα θα έχει ιδιαίτερη ανάπτυξη, δηλαδή οι καταναλωτές ζητούν πιο υγιεινά προϊόντα, βιολογικά προϊόντα, προϊόντα με αυξημένη κριτική αξία. Είναι κάτι που έχει πολύ μεγάλη ζήτηση και παρά τα προβλήματα που υπάρχουν τη στιγμή στις διεθνείς αλυσίδες τροφοδοσίας, τα επόμενα χρόνια είναι κάτι που θα αναδειχτεί σίγουρα.
Συγκριτικά με άλλες περιοχές, η Κρήτη είναι πάλι σε καλύτερη κατάσταση. Και στο πασχαλινό τραπέζι, γιατί ακριβώς έχει την ίδια παραγωγή προϊόντων, όπως είναι τα οπωροκηπευτικά, που στην υπόλοιπη Ελλάδα έχουν σημαντικές αυξήσεις, στην Κρήτη δεν έχουν την ίδια επίδραση.
Δηλαδή τα προϊόντα που έχουν μεγαλύτερη αύξηση συνολικά το καλάθι ήταν η ντομάτα ήταν το μαρούλι ειδικά, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν ήταν αντίστοιχη η πορεία των τιμών στην περιοχή, γιατί είχαν ακριβώς την ίδια παραγωγή.
Ακόμα και στο κρέας, στο αρνί και στον οβελία που είναι το προϊόν της περιόδου, πάλι επειδή υπάρχει η ίδια παραγωγή, πάλι δεν υπάρχει αυτό το πρόβλημα με τις ανατιμήσεις στην υπόλοιπη Ελλάδα, αφού η Κρήτη εξάγει προϊόντα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Υψηλότερη τιμή στον οβελία δεν έχουμε καταγράψει τουλάχιστον στην προηγούμενη διετία, κάτι που έχει να κάνει με πολλούς παράγοντες. Και σε ένα βαθμό πρέπει να είμαστε και «ικανοποιημένοι» από την εξέλιξη θα μπορούσε να είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση, γιατί αυτό που συμβαίνει με τις διεθνείς τιμές και τις ζωοτροφές είναι κάτι που δεν το έχουμε δει στο 100%, τον απότοκο από τον πόλεμο στην Ουκρανία και είναι κάτι που μας απασχολεί πάρα πολύ.
Αυτό που φοβόμαστε είναι ότι θα τραβήξει κι άλλο η κρίση, ούτως ή άλλως έχει χαθεί η παραγωγή από αυτές τις δύο χώρες για τη χρονιά που διανύουμε, υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα και δεν είναι σαφές πότε θα τελειώσει. Το ότι βαδίζουμε στο άγνωστο είναι η μεγαλύτερη ανησυχία μας, ότι προχωράμε δηλαδή χωρίς να γνωρίζουμε πότε θα τελειώσει και ποια θα είναι η πλήρης επίδραση που θα έχει στην οικονομία, στην αγορά, στην εφοδιαστική αλυσίδα το συγκεκριμένο πρόβλημα.
Ότι νηστεύουμε, νηστεύουμε και η αλήθεια είναι ότι το ποσοστό των ανθρώπων που νηστεύουν είναι σταθερό την τελευταία δεκαετία.
Είναι κάτι που το ελέγχουμε και είναι αρκετά σημαντικό. Από άλλη έρευνα γνωρίζουμε ότι περίπου 1 στα 10 ευρώ που ξοδεύετε στα καταστήματα τροφίμων αφορά τη νηστεία, το οποίο είναι πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό αν το σκεφτούμε.
Για τις τιμές, αυτό είναι μία άλλη κουβέντα και έχει να κάνει με την γενικότερη εικόνα που έχει αγορά. Έχουμε προβλήματα κυρίως με τις ζωοτροφές και αυτό δυστυχώς είναι κάτι που επηρεάζει πολύ τα πράγματα.
Το κόστος ενέργειας είναι το κύριο πρόβλημα και από κει πηγάζουν όλα. Αν μειωθεί το κόστος ενέργειας το οποίο τραβάει πολύ μεγάλο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος, ότι και να γίνει με τις τιμές δεν θα διορθωθεί.
Αυτό γιατί το κόστος ενέργειας είναι κάτι που δεν μπορούμε να το αλλάξουμε, δεν μπορούμε να το μειώσουμε, είναι κάτι που αναγκαστικά πρέπει να το πληρώσουμε, ενώ στο κομμάτι των τροφίμων μπορούμε να κάνουμε κάποια πράγματα να εξοικονομήσουμε χρήματα, να φάμε ένα διαφορετικό προϊόν, κάποιο υποκατάστατο, αντί για μακαρόνια να φάμε ρύζι για παράδειγμα. Μπορούμε να αγοράσουμε μια άλλη μάρκα προϊόντος σε ένα απορρυπαντικό, μπορούμε να προμηθευτούμε ένα φθηνότερο προϊόν, μπορούμε να κάνουμε κάποιες έξυπνες αγορές όπως τις προσφορές. Αυτό στην ενέργεια και στα καύσιμα δεν μπορούμε να το κάνουμε και από κει πηγάζουν τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Η διαφορά με την υπόλοιπη χώρα στον κλάδο των τροφίμων, είναι ότι η Κρήτη έχει την τουριστική κίνηση του καλοκαιριού, η οποία βοηθάει πάρα πολύ για την ανάδειξη των προϊόντων, αλλά και στο να έχει μια πιο ανταγωνιστική εικόνα στην αγορά, γιατί τραβάει μεγάλο μέρος του τζίρου, πωλήσεων, το οποίο βοηθάει και τον πολίτη την υπόλοιπη διάρκεια του χρόνου να έχει μία καλύτερη εικόνα και εξυπηρέτηση στα καταστήματα, μια καλύτερη εμπειρία».