Η Ελλάδα ήταν κατά την τετραετία 2013 – 2016 δεύτερη χώρα σε εξαγωγές ελαιολάδου, όμως το 2017 έχασε δύο θέσεις από την Ισπανία και την Τυνησία.
Τονίζεται ότι ο Καναδάς δεν παράγει ελαιόλαδο παρά μόνο ένα είδος ελαίου, το επονομαζόμενο κραμβέλαιο/canola oil, όπως αναφέρεται σε ενημερωτικό έγγραφο του γενικού προξενείου της Ελλάδας στο Τορόντο.
Έχουν ζήτηση τα ιταλικά μπουκάλια
Την πρώτη θέση στην καναδική αγορά κατέχει το ιταλικό ελαιόλαδο, ενώ τον τελευταίο χρόνο το ελληνικό λάδι έχασε αρκετό έδαφος αλλά και αξία αφού ο μέσος όρος τιμής λιανικής πώλησης του ελληνικού ελαιολάδου είναι 15,75 δολάρια (φιάλη των 700 ml), αρκετά χαμηλότερα από τα αντίστοιχα ιταλικά που πωλούνται 22,15 δολάρια (επίσης, φιάλη των 700 ml).
Οι εισαγωγές από την Ιταλία καλύπτουν το 66% των συνολικών εισαγωγών, αξιοποιώντας συγκριτικά πλεονεκτήματα όπως οι μεγάλες σε μέγεθος ελαιουργίες και τυποποιητικές μονάδες, η ελαστική νομοθεσία που επιτρέπει την ανάμιξη του ιταλικού με άλλα ελαιόλαδα προκειμένου να ενισχυθεί η γεύση και το άρωμα του, ιδίως από το ελληνικό, οι έντονες και συστηματικές προωθητικές εκστρατείες τόσο κρατικών αρχών όσο και διεπαγγελματικών οργανώσεων και συνενώσεων παραγωγών και εμπόρων, και, τέλος η προώθηση του ελαιόλαδου μέσω του δικτύου των πολυάριθμων ιταλικών εστιατορίων που λειτουργούν στον Καναδά ως πρεσβευτές της ιταλικής γαστρονομίας και των προϊόντων της.
Ιδιαίτερη προσοχή αποδίδουν οι Ιταλοί τυποποιητές στις φιάλες ελαιόλαδου, καθώς το σχήμα, σχέδιο και ετικέτα ελκύει την προσοχή του καταναλωτή. Μεγαλύτερο χώρο στα ράφια των καταστημάτων τροφίμων παρατηρείται ότι κερδίζουν τα τετραγωνισμένα μπουκάλια, το έντονο χρώμα σε αδιαφανή μπουκάλια.
Ισπανία: Πώς κρατά χαμηλά τις τιμές
Η μεγάλη αύξηση των εξαγωγών της Ισπανίας (τριπλάσιες σε σχέση με το 2016) οφείλεται στις χαμηλές τιμές λιανικής, πολιτική την οποία χρησιμοποιούν κατά τρόπο μόνιμο και συστηματικό τα τελευταία χρόνια οι τυποποιητές της συγκεκριμένης χώρας.
Αυτό προσφέρει ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που προκύπτει από τις μεγάλες ποσότητες (ο μεγαλύτερος παραγωγός ελιαολάδου παγκοσμίως) και το χαμηλό κόστος παραγωγής, ενώ στη φήμη του ισπανικού ελαιολάδου έχει συντελέσει η διάκριση του σε αρκετούς διεθνείς διαγωνισμούς ελαιολάδου. Εκτιμάται ότι, ο εφετινός ευνοϊκός καιρός για τις ελιές στην Ισπανία (υγρή άνοιξη) θα έχει ως συνέπεια ακόμη μεγαλύτερη παραγωγή ελαιολάδου για το 2018-2019.
Μεγάλο βάρος έχει δώσει η Ισπανία τα τελευταία χρόνια και στην προώθηση του βιολογικού ελαιολάδου, αφουγκραζόμενη τις τάσεις των καταναλωτών που επιζητούν περισσότερα «εχέγγυα» για τα προϊόντα που καταναλώνουν, όπως την ανάλογη πιστοποίηση.
Τυνησία: Το «outsider» που άφησε πίσω την Ελλάδα
Στην τρίτη θέση ανήλθε το έτος 2017 η Τυνησία, με επιθετική πολιτική μάρκετινγκ (προβολή των στοιχείων: ελαιοκομική περιοχή της Μεσογείου, χρήση του ελαιολάδου από τα αρχαία χρόνια και ουσιαστικό μέρος της εγχώριας διατροφής) και πολύ χαμηλές τιμές στο ράφι.
Η Τυνησία, προσπαθώντας να στραφεί από τις πωλήσεις σε χύμα στην εμφιάλωση και τυποποίηση τυνησιακών brand, και εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι οι λάτρεις του καλού φαγητού και της εκλεκτικότητας των τροφίμων αναζητούν ελαιόλαδα από λιγότερο γνωστές ελαιοπαραγωγικές περιοχές, έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να αποκτήσει το δικό της όνομα στην αγορά, ξεπερνώντας την Ελλάδα το 2017.
Ανερχόμενος παραγωγός ελαιόλαδου θεωρείται πλέον και η περιοχή της Καλιφόρνια στις Η.Π.Α., που λόγω εγγύτητας με τον Καναδά, έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα σε θέματα μεταφοράς.
Οι αιτίες της κάμψης
Η μη συστηματική προβολή του ελληνικού ελαιολάδου με στοχευμένες προωθητικές ενέργειες είναι μία από τις αιτίες της κάμψης.
Παράλληλα, χώρες όπως η Τυνησία κερδίζουν έδαφος στις εξαγωγές γιατί χτίζουν προσεχτικά την εικόνα τους ως παραγωγοί ελαιολάδου, χρησιμοποιώντας τα ίδια πλεονεκτήματα που έχει και η Ελλάδα, για το προωθητικό τους πρόγραμμα και συνδυάζοντάς τα με την τουριστική προβολή: μεσογειακή χώρα με παραγωγή ελαιολάδου από τα αρχαία χρόνια, τοπία με ελαιώνες, χρήση του ελαιολάδου στην παραδοσιακή διατροφή των κατοίκων, μεσογειακή κουζίνα κλπ.
Λύσεις για να ανέβει ξανά το ελληνικό ελαιόλαδο
Όπως σημειώνεται στο σχετικό έγγραφο, προκειμένου το ελληνικό ελαιόλαδο να μπορέσει να εκμεταλλευτεί πλήρως τις ευνοϊκές συγκυρίες που δημιουργούνται στην καναδική αγορά από την αύξηση του ενδιαφέροντος των καταναλωτών για την υγιεινή και μεσογειακή διατροφή, απαιτούνται συστηματικές και σταθερές προωθητικές ενέργειες, όπως in store promotion και γευστικές δοκιμές σε σημεία πώλησης, αρθρογραφία σε συνδυασμό με επιτόπιες επισκέψεις Καναδών δημοσιογράφων στην Ελλάδα, γαστρονομικές εκδηλώσεις για την ελληνική κουζίνα, εκπομπές μαγειρικής κ.α.
Επίσης, η συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις και γαστρονομικά φεστιβάλ, βοηθούν στην αύξηση της αναγνωρισιμότητας και την προβολή του branding.
Ειδικά, το ελληνικό ελαιόλαδο θα πρέπει να προβάλει με συστηματικό τρόπο τα πλεονεκτήματα υγείας για την ανθρώπινη κατανάλωση και τις πολλές και ευεργετικές του ιδιότητες, καθώς οι καταναλωτές είναι στην πλειοψηφία τους ανεκπαίδευτοι και χωρίς τις γνώσεις που απαιτούνται για να ξεχωρίσουν το νοθευμένο ελαιόλαδο (όπως από το χρώμα, το άρωμα, τη γεύση, τα ιζήματα στο μπουκάλι κλπ.).
Παρατηρείται, δε, το φαινόμενο ότι αρκετές φορές γίνονται καταγγελίες για νοθευμένα ελαιόλαδα ή ελαιόλαδα που παραπλανούν το κοινό, όπως π.χ. αναγράφοντας «εξαιρετικά παρθένο» χωρίς να ανήκουν στην κατηγορία αυτή.
Το ελληνικό ελαιόλαδο θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί αυτή τη συγκυρία, προβάλλοντας τα πλεονεκτήματα της αυθεντικότητας, παραδοσιακότητας, μοναδικότητας της γεύσης, οξύτητας, αρώματος κ.λ.π., ώστε να συνδεθεί με τις έννοιες «υγεία», «ποιότητα», «αγνότητα» «στη συνείδηση του καταναλωτή, ιδίως αυτού που ανήκει στα ανώτερα επίπεδα της αγοράς.