Η Ευρώπη αυτή τη στιγμή υπνοβατεί περιμένοντας την επόμενη μεταναστευτική κρίση. Υπό το καθεστώς των εκρήξεων και πιθανών αναφλέξεων, όπως διαφαίνονται από το Παλαιστινιακό ζήτημα και την αλλαγή του καθεστώτος στη Συρία, η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει να διατηρεί μια διπλωματική στάση περιορισμένης δράσης, η οποία αντικατοπτρίζει τις εσωτερικές περιορισμένες δυνατότητες και εκ προελεύσεως παθογένειες, που αναδείχθηκαν από έναρξη των μαζικών μεταναστευτικών ροών του 2015.
Αν και οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναγνωρίζουν τους κινδύνους, η αδυναμία τους να δράσουν συντονισμένα είναι εμφανής και διατυπώνεται στην άνοδο της ακροδεξιάς πτέρυγας στην Ευρώπη και την έλλειψη ενός συνεκτικού πλαισίου λήψης αποφάσεων.
Για τη χώρα μας, από το 2019, η ελληνική μεταναστευτική πολιτική κλήθηκε να ανταπεξέλθει στις δυναμικές αλλαγές του μεταναστευτικού μοτίβου και των προκλήσεων που αυτές επέφεραν. Η Ελλάδα αλλά και ως σύνολο, η Ευρώπη, ήρθαν αντιμέτωπες με αυξημένες ροές παράτυπης μετανάστευσης, το Brexit αλλά και την άνοδο του λαϊκισμού και συνάμα της ακροδεξιάς. Όλα αυτά σε ένα πλαίσιο όπου οι Βόρειοι γείτονες τα χώρας, αλλά και η ίδια η Ελλάδα κλήθηκαν αντιμέτωπες των πολιτικών και οικονομικών αβεβαιοτήτων που τις συνοδεύουν.
Από το 2015 έως και το 2024, σημειώθηκαν πάνω από τέσσερα εκατομμύρια παράνομες διελεύσεις στα κράτη υποδοχής της Ανατολικής Μεσογείου όπως την Ελλάδα και την Ιταλία, πολλοί από τους οποίους τότε συμμετέχουν σε δευτερεύουσες μετακινήσεις προς άλλες χώρες της ΕΕ. Μεταξύ 2015 και 2016, οι αιτήσεις που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη της ΕΕ ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο. Αυτή η νέα πραγματικότητα σχεδόν πυροδότησε “μια πλήρη κατάρρευση στον κοινό ταξιδιωτικό χώρο Σένγκεν και το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Όσον αφορά τα κράτη- μέλη υποδοχής, τα συστήματα καταχώρισης και καταγραφής τους αγωνίστηκαν να συμβαδίσουν και να αντιμετωπίσουν αυτή την εισροή, καθώς το υφιστάμενο καθεστώς ασύλου και ελέγχου των συνόρων (και η βιωσιμότητα του) τέθηκε υπό αμφισβήτηση.
Επ’ αυτού, παρά τους ισχυρούς πολιτισμικούς και οικονομικούς δεσμούς που περίκλειαν τις διπλωματικές σχέσεις των κρατών της βόρειας και νότιας Μεσογείου, η μετανάστευση αποτέλεσε τον κυρίαρχο καταλύτη των συζητήσεων, από το 2019 και έπειτα, ιδιαίτερα όσον αφορά τις ευρωμεσογειακές σχέσεις και το βάρος των ροών στα κράτη υποδοχής, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, ενίοτε πιέζοντας για την ενίσχυση της συνεργασίας και την αύξηση των πρωτοβουλιών στους τομείς που επηρεάστηκαν, άμεσα, από τις νέες συγκυρίες.
Για τη χώρα, η αύξηση των ροών, με τις ιδιαίτερες συνθήκες που ακολουθήθηκαν από το άνοιγμα των χερσαίων συνόρων από την Τουρκία, αλλά και από την αύξηση των θαλάσσιών μεταναστευτικών οδών οδήγησαν σε έναν ατέρμονο κύκλο θετικών και αρνητικών απολήξεων επερχόμενων των πρακτικών διάσωσης και push back, σε μια ενεργή προσπάθεια του ελληνικού κράτους να ανταπεξέλθει αποτελεσματικά στη φύλαξη των συνόρων. Συνάμα, ο φράχτης στον Έβρο, αναδείχθηκε σε σύμβολο της αυστηροποίησης της πολιτικής φύλαξης των συνόρων και αποτέλεσε κεντρικό στοιχείο στις συζητήσεις για την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας.
Σε εξωτερικό βαθμό επιρροής, η μετανάστευση σημειώνεται ως μια από τις επιτακτικότερες προκλήσεις της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης, όπου το ζήτημα της μετανάστευσης διαμόρφωσε τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική δυναμική της Ένωσης. Εσωτερικά, η μετανάστευση επηρέασε αυξητικά τις ενδο-κρατικές εκλογικές τάσεις προς την άκρο-δεξιά/αντί-Ευρωπαϊκή πτέρυγα, υπονομεύοντας, με αυτό τον τρόπο, το βαθμό την Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Επεξηγηματικά, η ασφαλειοποιήση των μεταναστευτικών ροών είχε ως αποτέλεσμα τη τμηματική διάσπαση των κρατών, σε αποδέκτες και αρνητές της λήψης αποφάσεων βοήθειας και ενίσχυσης των κρατών υποδοχής. Πάνω σε αυτό το εξελισσόμενο εσωτερικό πλαίσιο έχει εδραιωθεί μια αυξανόμενη αντίληψη για τη μετανάστευση ως απειλή για την ασφάλεια, και είχε ως αποτέλεσμα περισσότερα μέτρα και πολιτικές αναχαίτισης των μεταναστευτικών ροών.
Επέκταση Φράχτη στον Έβρο
Ο φράχτης στον Έβρο αποτέλεσε μια από τις ενεργητικότερες πρωτοβουλίες του πρώην Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, η οποία υιοθετήθηκε από την υφιστάμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο φράκτης δημιουργήθηκε το 2012, ενώ από το 2019 η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχώρησε σε στρατηγική αναβάθμιση και επέκταση του φράκτη, η οποία ολοκληρώθηκε το 2021 επεκτείνοντας το μήκος του κατά 27 χλμ. στα 12,5 χλμ. που προϋπήρχαν. Συμπληρώνοντας στην αυστηροποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής της Ελλάδας, το 2023 ανακοινώθηκε περαιτέρω επέκταση το φράχτη κατά 35χλμ., προγραμματισμό να φτάσει συνολικά τα 100χλμ έως το 2026.
Η κατασκευή του φράχτη χρηματοδοτήθηκε από εθνικούς πόρους, καθώς η Ε.Ε δεν παρέχει άμεση υποστήριξη στη κατασκευή έργων φυσικών εμποδίων. Παρ’ όλα αυτά, η Ένωση χρηματοδότησε έμμεσα την ενίσχυση της συνοριακής επιτήρησης μέσω εξοπλισμού και υποδομών όπως θερμικές κάμερες, drones και συστήματα επιτήρησης.
Η κρίση του 2020 ως ορόσημο ασφαλειοποίησης
Το Φεβρουάριο του 2020, η Τουρκία ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει στους μετανάστες να περάσουν τα ελληνικά σύνορά, οδηγώντας σε μαζικές προσπάθειες παραβίασης των χερσαίων συνόρων του Έβρου, καθώς χιλιάδες παράτυποι μετανάστες συγκεντρώθηκαν στις Καστανιές Έβρου, η οποία οδήγησε στην υιοθέτηση αυστηρών αστυνομικών και στρατιωτικών μέτρων επιτήρησης των χερσαίων συνόρων και ενεργοποίησης του μηχανισμού της Frontex.
Οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη από τις Καστανιές Έβρου υπογράμμισαν τη σταθερή πρόθεση της Ελλάδας να προστατεύσει την εθνική της κυριαρχία και να λειτουργήσει ως ασπίδα της Ένωσης, απέναντι από τις οργανωμένες πιέσεις της Τουρκίας. Σε αυτό το πλαίσιο καταγγελίας της Συμφωνίας της ΕΕ με την Τουρκία, τονίστηκε ότι το πρόβλημα δεν είναι πλέον μόνο προσφυγικό, αλλά μια ασύμμετρη απειλή με γεωπολιτικές διαστάσεις. Στηρίζοντας τις ελληνικές προσπάθειες, οι επικεφαλής των θεσμών της ΕΕ έστειλαν μήνυμα αλληλεγγύης, υπογραμμίζοντας τη σημασία της Ευρωπαϊκής ενότητας και τη δέσμευσή τους για ενίσχυση των Ελληνικών προσπαθειών προς την αντιμετώπιση των εξελίξεων σε οικονομικό και επιχειρησιακό επίπεδο.
Η κρίση αποτέλεσε χρονική τομή ανάδειξης της αναγκαιότητας ενίσχυσης των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης, με το φράχτη να λαμβάνει κεντρικό ρόλο στις εσωτερικές αλλά και ευρωπαϊκές πολιτικές συζητήσεις για την εθνική και ευρωπαϊκή ασφάλεια καθώς και την αποτρεπτική ικανότητα σε πιθανά μελλοντικά περιστατικά.
ΕΥΠ και Παράτυπη Μετανάστευση
Η ραγδαία αύξηση των παράνομων αφίξεων στην Ελλάδα- από 49.061 το 2022 σε 72.104 το 2023 και με την περαιτέρω αύξηση κατά 20% εντός τους 2024- ενέτεινε τη διαχείριση των κρίσεων σε επιχειρησιακό, πολιτικό και δομικό επίπεδο.
Συγκεκριμένα, στην ετήσια έκθεση της ΕΥΠ για το 2024, αναγράφεται ότι η υπηρεσία έχει ενισχύσει τις διεθνείς συνεργασίες και επιχειρησιακές δράσεις προς τη πρόληψη του φαινομένου . Παράλληλα , έμφαση δίνεται στην εξάρθρωση των δικτύων διακινητών , τα οποία εξελίσσουν και διαφοροποιούν συνεχώς τις μεθόδους και τις διαδρομές τους.
Επ’ αυτού η Υπηρεσία σημειώνει πως σημαντικό εύρημα είναι η διασύνδεση της παράνομης μετανάστευσης με το οργανωμένο έγκλημα, καθώς τα κυκλώματα αξιοποιούν τις μεταναστευτικές ροές για να επεκτείνουν το πεδίο των δραστηριοτήτων τους, δημιουργώντας νέα προβλήματα διαχείρισης για την εθνική ασφάλεια.

Πρόσφυγες
Εθνική Μεταναστευτική Πολιτική και Ευρωπαϊκές Συνέπειες
Από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για τους Πρόσφυγες μέχρι τον Κανονισμό του Δουβλίνου, όπου η ΕΕ, για να προστατέψει τη συνοχή της, χρεώνει τα κρίσιμα στο πρώτο κράτος διέλευσης, δηλαδή στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία τοποθετείται η πεμπτουσία του Κανονισμού: παρά τις επιμέρους τροποποιήσεις, πιστώνει στο πρώτο κράτος διέλευσης την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.
Η Ελλάδα, ως χώρα υποδοχής, εφάρμοσε πολιτικές που συχνά αποτελούσαν άμεσες υπαγορεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλες φορές άμεσες πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης. Οι διαδικασίες ταυτοποίησης και καταγραφής στα hotspots – κέντρα προσωρινής φιλοξενίας μεταναστών, στα νησιά “υποδοχής” είχαν ως στόχο την ταχεία διάκριση μεταξύ προσφύγων και οικονομικών μεταναστών.
Σημειωτέων πως τα δεδομένα διοίκησης, κράτησης και πληθυσμιακής συσσώρευσης εντός των κέντρων, οδήγησαν σε διττά αποτελέσματα. Από τη μία υπήρχαν εκρήξεις παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου οι διαδικασίες παρέμεναν ανεπαρκείας και οι συνθήκες διαβίωσης προβληματικές. Από την άλλη, η συσσώρευση οδήγησε σε ασφυκτικές συνθήκες διαβίωσης των περιοίκων του νησιού, και τούτο διότι ο εγχώριο πληθυσμός κλήθηκε αντιμέτωπος με έντονες πληθυσμιακές κορυφώσεις εντός της τοπογραφίας του νησιού.
Συμπληρωματικά, η ελληνική πολιτική αποδείχθηκε περιορισμένη σε θέματα κοινωνικής ένταξης. Η ρητορική της «Ελλάδας ως ασπίδα» έγινε κυρίαρχη, ενισχύοντας την εικόνα της χώρας ως σύνορο της Ευρώπης, αλλά ταυτόχρονα περιορίζοντας τις δυνατότητές βιώσιμης ένταξης των μεταναστών στην κοινωνία. Βέβαια, δόκιμο κρίνεται να αναφερθεί ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των μεταναστών που εισέρχονταν στη χώρα, δεν τη θεωρούσαν ως κράτος τελικού προορισμού αλλά ως οδό διέλευσης προς άλλα Ευρωπαϊκά κράτη με προορισμό τα κράτη της Δυτικής, Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Η κατάσταση αυτή προοικονόμησε το μικρό βαθμό ηθελημένης ένταξης των ίδιων των μεταναστών στην Ελληνική κοινωνία.
Διαδρομές παράνομης διέλευσης
Όσον αφορά στις διαδρομές διέλευσης, αυτές δεν παραμένουν σταθερές με μεγάλες μεταβολές να συναντώνται κατά τα μετά το 2019 έτη. Όπως αναφέρθηκε η αυστηροποίηση και οι δυσκολίες διέλευσης των συνόρων (πχ φράκτης Έβρου) αποτελεί μία από τις αιτίες αλλαγής στην διαδρομή διέλευσης. Ωστόσο, οι μεταβολές αυτές αποδίδονται κυρίως στην διαφοροποιημένη ένταση των εξόδων από τις χώρες τροφοδότες / χώρες πρώτης εγκατάστασης των παρατύπως εισερχομένων πριν την είσοδο σε μια από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου.
Πιο συγκεκριμένα, εντοπίζεται μια δεκάδα διαδρομών που ακολουθούνται από τους προερχόμενους από την Ασία και την Αφρική στην προσπάθειά τους να εισέλθουν στην ΕΕ.
Από όλες αυτές τις διαδρομές αυτές, την πιο δημοφιλή κατά την τελευταία δεκαετία αποτέλεσε η κεντρική και η ανατολική Μεσογειακή οδός, με την πρώτη να χρησιμοποιείται από όσους συγκεντρώνονται σε χώρες όπως η Τυνησία και η Λιβύη και επιθυμούν να περάσουν στην ΕΕ μέσω της Μάλτας και της Ιταλίας.
Αναφορικά, η χώρα ως η δεύτερη οδός, κλήθηκε, επίσης, αντιμέτωπη με δίκτυα διακινητών οι οποίοι κάνοντας χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης υπόσχονταν σε παράτυπους μετανάστευσες την μετάβασή τους στη «γη της επαγγελίας». Σύμφωνα με έρευνα γνωστής ελληνικής εφημερίδας του 2023, αποκαλύφθηκε ότι κύκλωμα αποτελούμενο από Αφγανούς, Κούρδους και Αλβανούς αποσπούσε μεγάλα ποσά για να διοχετεύσει μετανάστες προς τη Μεγάλη Βρετανία. Αφετηρίες των σχεδίων αποτελούσαν η Αθήνα ή τα Τίραννα προς τις ακτές τις Βόρειας Γαλλίας και από εκεί με κατεύθυνση σε φουσκωτά προς τη βρετανική πλευρά της Μάγχης.
Από ελληνικής πλευράς, η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές ότι η προστασία των συνόρων δεν είναι αποκλειστικά εθνικό καθήκον, αλλά ευρωπαϊκή αποστολή. Ο Κ. Μητσοτάκης, έχει επανειλημμένα ζητήσει την οικονομική στήριξη της Ε.Ε. για έργα, όπως ο φράχτης στον Έβρο, προκειμένου να προστατευτούν αποτελεσματικά τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης.
Ειδικότερα, στις πιο πρόσφατες συνομιλίες του με τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σόλτς, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η Ελλάδα «δεν μπορεί να επωμίζεται δυσανάλογα βάση», ενώ υπεραμύνθηκε της ανάγκης για κοινή ευρωπαϊκή πολιτική επιστροφών, μια διαδικασία η οποία έχει αρχίσει να διερευνάται μετά την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία.
Η κυβέρνηση έχει επίσης θέσει ως προτεραιότητα τη μείωση των ροών μέσω της θάλασσας, ενισχύοντας τη συνεργασία με τη Τουρκία και προωθώντας την εφαρμογή τα Κοινής Δήλωσης Ε.Ε. – Τουρκίας του 2016. Ο Πρωθυπουργός επανέλαβε ότι «δεν πρέπει οι διακινητές να καθορίζουν ποιος εισέρχεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση», δίνοντας έμφαση στη σημασία της νόμιμης μετανάστευσης μέσα από διμερείς συμφωνίες με χώρες όπως η Αίγυπτος και η Ινδία.
Αύξηση των Μεταναστευτικών ροών στη Κρήτη
Όσον αφορά την Κρήτη, τονίζεται ότι το νησί φέρεται να αποτελεί έναν νέο κόμβο του μεταναστευτικού, σημειώνοντας εκρηκτική αύξηση των αφίξεων εντός του έτους.
Συγκεκριμένα, το 2023 καταγράφηκαν 77 παράνομες αφίξεις, ενώ το 2024 οι αριθμοί ξεπέρασαν τους 2.700 με τις αφίξεις να συνεχίζουν να αυξάνονται. Η γεωγραφική της θέση σε συνδυασμό με τις ολοένα και αυξανόμενες δραστηριότητες των δικτύων διακινητών, την έχουν μετατρέψει σε προορισμό για μετανάστες από χώρες όπως η Αίγυπτος, το Σουδάν και το Μπαγκλαντές.
Σε ειδικότερα πλαίσιο, μεγάλο προβληματισμό δημιουργούν οι αφίξεις στη Γαύδο, όπου την κατάσταση καλείται να αντιμετωπίσει ένα μέγεθος πληθυσμού εκατό κατοίκων. Η τοπική κοινότητα καλείται να διαχειριστεί τις ανάγκες υποδοχής με ελάχιστους πόρους, ενώ η δήμαρχος ζητά συνεχώς την ενίσχυση από την ελληνική κυβέρνηση και τον ΟΗΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Υπουργός Μετανάστευσης, Νίκος Παναγιωτόπουλος δήλωσε τον Σεπτέμβριο του 2024, περί της εξέτασης δημιουργίας Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης στην Κρήτη, αν οι ροές αρχίσουν να αυξάνονται, τονίζοντας πως «Τα ΚΥΤ δεν είναι κοινωνικός κόλαφος για την κοινωνία που τα υποδέχεται, είναι ένα οργανωμένο σύστημα ώστε όσοι εισέρχονται παρανόμως και πρέπει να ελεγχθούν να μην είναι ανεξέλεγκτοι».
Σημειώνοντας, δεν υπάρχει κανένα κέντρο υποδοχής στο νησί, με τους υφιστάμενους χώρους που χρησιμοποιούνται να αποτελούν προϊόν προσπάθειας των Δήμων και της Περιφέρειας, προς τον έλεγχο τον κυμάτων. Παρά την δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για την οικονομική στήριξη της Κρήτης και της Γαύδου, παρατηρείται αυξημένη έλλειψη συντονισμού των πολιτικών σε εθνικό, τοπικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Συγκεχυμένη Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη
- Η ακροδεξιά με κύριο θέμα στην ατζέντα της το μεταναστευτικό, ανεβαίνει παντού
Η μετανάστευση, αποδείχτηκε εξαιρετικά διχαστική για τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εν όψει των ευρωεκλογών του 2021 όπου παρατηρήθηκε ότι πολλά δεξιά κόμματα σε χώρες όπως η Ιταλία, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Γερμανία έχουν καταστήσει το θέμα κεντρικό στις πολιτικές τους, απαιτώντας περισσότερους περιορισμούς.

Πάνω σε αυτό το πλαίσιο, εκτυλίσσεται και ο δεύτερος πυλώνας του προβλήματος του μεταναστευτικού, ο οποίος διαπερνά την αποφασιστικότητα και την ενίσχυση των συνόρων και εισέρχεται στο καθεστώς της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και τη βοήθεια των αιτούντων άσυλο. Εντούτοις, κρίνεται και η συγκεχυμένη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, καθώς με του πρόσφυγες από την Ουκρανία, τα Ευρωπαϊκά κράτη απέδειξαν ότι είναι ικανά και πρόθυμα να συντονιστούν προς την επίδειξη μαζικής αλληλεγγύης. Συγκεκριμένα, σε αυτή τη περίπτωση, εκατομμύρια ευρωπαίοι πρόσφεραν απλόχερα βοήθεια, γεγονός που δεν ίσχυσε κατά τη διάρκεια των μεταναστευτικών ροών που δέχθηκε η Ευρώπη από το 2015 μέχρι και σήμερα.
Σε πιο αναλυτική βάση, η άνοδος των μεταναστευτικών ροών από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου συνοδεύτηκε με την ταυτόχρονη ενίσχυση της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, ως αποτέλεσμα των σύνθετων κοινωνικών, πολιτικών και ασφάλειας διεργασιών, με τον μεταναστευτικό παράγοντα να λειτουργεί ως καταλύτης. Η Ανατολική Μεσόγειος, ως στρατηγικός χώρος υποδοχής των μεταναστευτικών ροών, έχει μετατραπεί σε «ζώνη υψηλής έντασης», όπου οι χώρες πρώτης γραμμής, σηκώνουν το βάρος της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων.
Η αποτυχία εφαρμογής μιας συνεκτικής πολιτικής μετανάστευσης και ασύλου, σε συνδυασμό με τις εμφανείς ανισότητες προς τη διαχείριση των προσφυγικών ροών έχουν τροφοδοτήσει το αφήγημα της «κυριαρχικής απώλειας» και μεταφέρει το προσφυγικό ζήτημα από ένα καθαρά ανθρωπιστικό πρόβλημα, σε ένα ζήτημα αμυντικής κρίσης και ασφάλειας. Η εργαλειοποίηση του παραπάνω αφηγήματος από την ακροδεξιά πολιτική πτέρυγα της Ένωσης έχουν ενισχύσει την αντίληψη περί ανασφάλειας, και έχουν ταυτίσει του μετανάστες με την απειλή και την απουσία δημόσιας τάξης.
Ενισχύοντας, η ασυμμετρία στην κατανομή ευθυνών και πόρων μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. λειτουργεί υπονομευτικά των πυλώνων της θεσμικής αλληλεγγύης, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τη διχοτόμηση μεταξύ “κέντρου” και “περιφέρειας”, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό το λειτουργικό καινό, έρχεται να εκμεταλλευτεί η ακροδεξιά, υποσχόμενη περί της λύσης των κλειστών συνόρων και της διασφάλισης της εθνικής ασφάλειας.
Τώρα που η κατάσταση ολισθαίνει επί τα χείρω, οι χώρες της κεντρικής Ευρώπης με πρώτη τη Γερμανία, προχωρούν στη κατάργηση της πράξης για τη μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε, γεγονός που συνδηλώνει πως η Ελλάδα, γενικά, και ειδικά η Κρήτη θα υποχρεωθεί να δέχεται “επιστροφές” μεταναστών που δεν θα γίνονται δεκτοί σε άλλα κράτη, δηλώνοντας την περεταίρω επιβάρυνση της χώρας αλλά και της Κρήτης, ιδιαίτερα υπό το καθεστώς έλλειψης των απαραίτητων δομών.
Άνοδος της Ακροδεξιάς στις χώρες της Ευρώπης
- Κυβερνούν σε επτά χώρες
Η “παραδοσιακή” στρατηγική της πολιτικής απομόνωσης των Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, καταρρέει. Σήμερα, επτά χώρες της Ε.Ε – η Ιταλία, η Φιλανδία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία και η Κροατία, η Τσεχία και η Ολλανδία- περιλαμβάνουν ακροδεξιά κόμματα στους κυβερνητικούς συνασπισμούς τους. Στα κράτη “βάσης” της ένωσης, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, ο κίνδυνος της ανόδου της ακροδεξιάς καραδοκεί ενεργά, ενώ στη Σουηδία, η κυβέρνηση επιβιώνει μέσω συνεργασίας με του εθνικιστές Σουηδούς Δημοκράτες,
Καθώς η ακροδεξιά κερδίζει την υποστήριξη των ψηφοφόρων, γίνεται γρήγορα σαφές ότι οι καθιερωμένες και παραδοσιακές δημοκρατίες της Ένωσης αντιμετωπίζουν σημαντικές προσπάθειες συρρίκνωσης του αστικό χώρο και διάβρωσης των νομικών, δικαστικών και δημοκρατικών ελέγχων και ισορροπιών – με σημαντικές επιπτώσεις για το κράτος δικαίου.

Η άνοδος κομμάτων όπως το γαλλικό RN και το Alternative für Deutschland (AfD) της Γερμανίας – δεδομένης της οπισθοδρομικής στάσης τους για τη δράση για το κλίμα και τη μετανάστευση και την απροκάλυπτη αντίθεσή τους στην αποστολή περαιτέρω βοήθειας στην Ουκρανία – έχει επίσης πυροδοτήσει ανησυχίες για το πώς θα μπορούσαν τέτοιες εθνικιστικές και ξενοφοβικές ιδεολογίες να αποκτήσουν έλξη εντός της επικρατούσας πολιτικής, να επηρεάσουν και να αποτυπώσουν εκ νέου την πολιτική τους σε επίπεδο ΕΕ.
«Υπάρχει σύνδεση μεταξύ του κράτους δικαίου και της ανόδου αυτών των ριζοσπαστικών ή δεξιών υπερσυντηρητικών κομμάτων», λέει ο Μπαλατς Ντένες, Εκτελεστικός Διευθυντής της Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών για την Ευρώπη (Liberties) με έδρα το Βερολίνο. «Η σταθερή αύξηση (της δημοτικότητας) αυτών των κομμάτων θα έχει τελικά συνέπειες στο κράτος δικαίου και στα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και στις θεμελιώδεις ελευθερίες».
Όσον αφορά στο ιδιάζοντος θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την αλληλεπίδραση τους από την άνοδο της ακροδεξιάς, κρίνεται εύλογο να τονιστεί ότι σε αξιολογικό επίπεδο, τα ίδια τα κόμματα με τις ιδεολογικές προσκείμενές του διακρίνονται σε ένα ευρύτερο φάσμα θετικών και αρνητικών προσκείμενων, όπως διατυπώνονται εντός της πολιτικής τους. Επεξηγώντας, εδώ διαφαίνεται ότι η ακροδεξιά ρητορική, εντός ορισμένων κομμάτων, έχει προοδευτικά ομαλοποιήσει τη ρητορική και πρακτικής της σε επίπεδο διάβρωσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας ως παράδειγμα τη Ιταλία «Κάποιοι λένε ότι (της Μελόνι) δεν είναι τόσο κακή όσο φοβόντουσαν και ότι στην πραγματικότητα ήταν αρκετά ρεαλιστική και υποστήριξε ευρύτερες ευρωπαϊκές προσπάθειες κ.λπ., αλλά για τα δικαιώματα των φύλων στην Ιταλία βλέπουμε τη σταδιακή διάβρωση της προόδου στις αμβλώσεις. Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα του αυστηρότερου περιβάλλοντος προστασίας των δικαιωμάτων στην Ιταλία» τονίζει η Σόυζι Ντένισον, ανώτερος συνεργάτης στον τομέα της πολιτικής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων και επικεφαλής του προγράμματος European Power του Oργανισμού.
Επ’ αυτού, εδώ ο κίνδυνος κρίνεται στο βαθμό ενσωμάτωσης των ακροδεξιών πολιτικών εντός της κοινωνίας και της ομαλοποίησης της εισδοχής της, η οποία παρατηρείται με μια ταυτόχρονη μείωση της αντίστασης από τη κοινωνική βάση των κρατών. «Αυτό που είναι επίσης ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι όταν παρουσιάζονται κατασταλτικές προτάσεις οι άνθρωποι τείνουν να αρχίζουν να ενεργούν σαν να ίσχυαν οι προτάσεις» σημειώνει η Άννι Ράμπεργκ, Συμπρόεδρος του Ινστιτούτου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του IBA και πρώην Γενικός Γραμματέας του Σουηδικού Δικηγορικού Συλλόγου, σε ένα πλαίσιο όπου η ακροδεξιά στοχοποιεί ολόκληρο το μεταναστευτικό οικοσύστημα και όχι μόνο την παράτυπη μετανάστευση.
Για τη χώρα μας, η δεξιά πτέρυγα φαίνεται να σημειώνει αυξητικές τάσεις, ωστόσο ο βαθμός δε αποτυπώνεται στην ίδια κλίμακα με άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Από την άλλη, όσον αφορά τον τομέα της ασφάλειας και τη φύλαξη των συνόρων, παρατηρείται η φιλοδεξιά ροπή της κέντρο-δεξιάς κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, σε θέματα θεμελιώδους και πλαισιακής αυστηροποίησης της φύλαξης των συνόρων, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. «Κοινός τόπος στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι η ανάγκη της στήριξης της οικονομικής και γεωπολιτικής δυναμικής της ηπείρου μας. Είτε μιλάμε για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της σε συνέχεια των συστάσεων της έκθεσης Ντράγκι, είτε μιλάμε για την ενίσχυση της αμυντικής της δυνατότητας να μπορεί από μόνη της να αποτρέψει τις όποιες απειλές ενδεχομένως να εκδηλωθούν έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης» τόνισε ο πρωθυπουργός στην ατζέντα των «27» που συνεδριάζουν στις Βρυξέλλες, στις 19 Δεκεμβρίου.
«Η προστασία των συνόρων είναι αναπόσπαστο μέρος της μεταναστευτικής στρατηγικής» πρόσθεσε ο Πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της Συνόδου Βορρά-Νότου στη Λαπωνία, που διεξήχθη στις 22 Δεκεμβρίου. Επισημαίνοντας, ωστόσο, στη συνέχεια ότι η «καλύτερη διαχείριση αυτών των προκλήσεων, πρέπει να αποτελεί ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλημα και αυτό είναι και το θέμα που συζητήσαμε και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.