Ο νέος Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ μοιάζει σαν μια περίπτωση... από τα παραμύθια. Είναι ο πρώτος ινδικής καταγωγής Βρετανός που ανέρχεται στο ύπατο πολιτικό αξίωμα, ένας γόνος της middle class (της πραγματικής μεσαίας τάξης, όπως αυτή ορίζεται στη Βρετανία, όχι όπως στην Ελλάδα όπου οι μεροκαματιάρηδες των 800 ευρώ νομίζουν ότι είναι μέση τάξη), που κατόρθωσε να ανέλθει στην αστική τάξη και μάλιστα να κληθεί να την υπηρετήσει ως πρωθυπουργός του κόμματός της, των Τόρις.
Οι πρόγονοί του (για την ακρίβεια οι παππούδες του) ήταν μετανάστες από την Τανζανία, αλλά με καταγωγή από το Παντζάμπ της Ινδίας, που “έκαναν καλιμέντο” στην αποικιοκρατική δύναμη που είχε κατακτήσει τη χώρα τους και τη διαφέντευσε για πολλά χρόνια.
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή... Οι γονείς του - αμφότεροι Ευαγγελιστές, παρότι ο Σούνακ δηλώνει ινδουιστής και έτσι είναι ο πρώτος μη χριστιανός πρωθυπουργός της Βρετανίας - γνωρίστηκαν όταν σπούδαζαν, ο πατέρας του Ιατρική και η μητέρα του Φαρμακευτική. Παντρεύτηκαν, έγιναν επιτυχημένοι και ευκατάστατοι επαγγελματίες στους τομείς τους και ένα από τα τρία παιδιά τους έμελλε να γίνει πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ο Ρίσι Σούνακ ήταν... γεννημένος Τόρι. Πέτυχε την εποχή της μετάβασης, όταν όλο και περισσότεροι μετανάστες εντάσσονταν στην αστική τάξη ή στα ανώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης και προσπαθούσαν να κάνουν πολιτική καριέρα στο κόμμα των Συντηρητικών. Εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία και με αποφασιστικό προσόν τού ότι ήταν “παιδί” του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, άνθρωπος των “αγορών” και επίσης... πάμπλουτος, κατάφερε να σκαρφαλώσει την ιεραρχία των Τόρις με άλματα και να βρεθεί σε “θέση βολής” όταν ο Μπόρις Τζόνσον τα έκανε... μαντάρα και έπρεπε να φύγει από την πρωθυπουργία. Δεν “του ’κατσε” η πρώτη απόπειρα, αλλά με τη δεύτερη, αφού η Λιζ Τρας τα έκανε ακόμη πιο μαντάρα και μάλιστα σε λιγότερο από ενάμιση μήνα έγινε ο ηγέτης των Τόρις και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Αμύθητα πλούτη
Η οικογένειά του ήταν ευκατάστατη αλλά όχι πραγματικά πλούσια. Πρόσβαση σε πραγματικά πλούτη απέκτησε με τον γάμο του, με την κόρη του “Ινδού Μπιλ Γκέιτς”, του ιδρυτή της περίφημης Infosys και εξαιρετικά επιτυχημένου επιχειρηματία, Ναραγιάνα Μάρτι. Την Ακσάτα Μάρτι ο Σούνακ τη γνώρισε στο Πανεπιστήμιο (στο υπερ-πρεστιζάτο “θερμοκήπιο” μελλοντικών οικονομικών και πολιτικών ηγετών) Στάνφορντ των ΗΠΑ, όπου έκανε μεταπτυχιακό. Τις προπτυχιακές σπουδές του ολοκλήρωσε σε ένα επίσης πρεστιζάτο κολέγιο της Οξφόρδης στη Βρετανία, όπου έκανε και τις πρώτες εξαιρετικά χρήσιμες για τη συνέχεια της καριέρας του γνωριμίες, τις οποίες... συμπλήρωσε στο Στάνφορντ. Παντρεύτηκαν μετά από μερικά χρόνια, το 2009, και αφού ο Σούνακ είχε ήδη κάνει καριέρα ως στέλεχος της Goldman Sachs, όπου προσελήφθη μετά το Στάνφορντ και άρχισε να χτίζει καριέρα και περιουσία. Η περιουσία του μεγάλωσε όταν ανέλαβε μάνατζερ σε hedge funds (τα funds- “κοράκια” που κερδοσκοπούν σε σορταρίσματα και παιχνίδια των αγορών, βγάζοντας αμύθητα κέρδη).
Προσθέτοντας και την περιουσία της συζύγου του, η οποία υπολογίζεται στα 550 και πλέον εκατομμύρια λίρες, το ζεύγος Σούνακ “αξίζει” παρεούλα πάνω από 750 εκατομμύρια λίρες και είναι έτσι μακράν πλουσιότερο, ας πούμε, από τον βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου, η περιουσία του οποίου είναι “μόλις” 415 εκατ. λίρες.
Και φυσικά, όπως όλοι οι πλούσιοι, έχουν εμπλακεί σε οικονομικά σκάνδαλα. Νωρίτερα φέτος, η σύζυγος του Σούνακ είχε βρεθεί να πρωταγωνιστεί σε φορολογικό σκάνδαλο, όταν αποκαλύφθηκε ότι παρουσιαζόταν ως διαμένουσα στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά όχι ως κάτοικος («non-domiciled» resident), γεγονός που της επέτρεπε να μην πληρώνει φόρους στη Βρετανία για όσα χρήματα κέρδιζε στο εξωτερικό.
Upper class snob
Όσοι έχουν ιδέα από τη βρετανική κοινωνία, γνωρίζουν ότι είναι βαθύτατα ταξική. Η μεσαία τάξη είναι “τροφοδότης” της αστικής τάξης (upper class, ανώτερη τάξη) αλλά οι working classes (εργατική τάξη) δεν έχουν καμία μα καμία επαφή με τις ανώτερες τάξεις. Πού και πού, σπάνια, κάποιος από την εργατική τάξη “ξεφεύγει” και μετακομίζει στο επόμενο κλιμάκιο, αλλά γενικά η κοινωνική κινητικότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι μάλλον σπάνια και σποραδική. Και τα σύνορα μεταξύ των τάξεων δεν είναι απλώς σαφώς προσδιορισμένα όρια, είναι χάσματα.
Ο Σούνακ, παρότι γόνος της (ανώτερης) μέσης τάξης, κέρδισε με το σπαθί του μια θέση στην άρχουσα τάξη της βρετανικής κοινωνίας. Και όπως όλοι οι γόνοι (έστω και... υιοθετημένοι) της ανώτερης βρετανικής τάξης, είναι σνομπ και απεχθάνεται την εργατική τάξη. Σε ένα ντοκιμαντέρ του BBC το 2001, με τίτλο “Middle classes: Their rise and sprawl”, ο νεαρός τότε Σούνακ είχε μιλήσει για τους αριστοκράτες φίλους του και την προνομιακή του εκπαίδευση.
«Έχω φίλους αριστοκράτες, έχω φίλους ανώτερης τάξης, έχω φίλους της εργατικής τάξης... Λοιπόν, όχι, δεν έχω φίλους από την εργατική τάξη». «Αυτοσχεδιάζω όταν πηγαίνω να δω παιδιά από ένα κρατικό σχολείο της πόλης και τους λέω να κάνουν αίτηση στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και τους μιλάω για ανθρώπους σαν εμένα. Και μετά από μισή ώρα, στο τέλος της κουβέντας μας, τους σοκάρω όταν τους λέω ότι ήμουν στο Γουίντσεστερ (σ.σ. υψηλού πρεστίζ πανάκριβο ιδιωτικό κολέγιο) και ότι ένας από τους καλύτερους φίλους μου είναι από το Ίτον και διάφορα τέτοια, και λένε: “Ω, εντάξει”». Για όσους αναρωτιούνται πώς ένας γόνος μεταναστών που ξεκίνησαν από πολύ χαμηλά μπορεί να έχει εξελιχθεί σε εντελώς τυπικό upper class snob... οι “γενίτσαροι” είναι οι χειρότεροι πάντα.
Άνθρωπος των αγορών
Τα περισσότερα απ' όσα έχουν γραφεί για τον Σούνακ έχουν να κάνουν με το ότι είναι ινδουιστής, είναι γόνος μεταναστών, είναι ο πρώτος ινδικής καταγωγής ένοικος της Ντάουνινγκ Στριτ κ.λπ., κ.λπ. Πρόκειται για μία σαφέστατα ρηχή ανάγνωση των συμβάντων, που προϋποθέτει κάποιον βαθιά εμπεδωμένο φυλετικό ρατσισμό στη βρετανική κοινωνία. Στην πραγματικότητα, το Η.Β. είχε πολλές δεκαετίες συνύπαρξης με άφθονους μετανάστες από την Ινδία και από την Αφρική, για να γνωρίσει τον “άλλο” και να τον εκτιμήσει. Εξάλλου, αν κυκλοφορήσεις στο Λονδίνο, οι “λευκοί” τυπικοί Βρετανοί είναι μειοψηφία σε σχέση με τους μελαμψούς (ευάριθμη και η ελληνοκυπριακή και ελληνική παροικία του Λονδίνου, μην την ξεχνάμε). Και η βρετανική άρχουσα τάξη, που κάποτε ήταν βαθύτατα ρατσιστική, σήμερα δε “μετρά” τους υπηρέτες (ή τα τέκνα της) με το χρώμα και την καταγωγή, αλλά με τη χρησιμότητά τους και τα εχέγγυά τους. Ο Σούνακ είναι “χρισμένος” από τις αγορές, έχει υπηρετήσει την κατεξοχήν εταιρεία-χειραγωγό των αγορών, την τεράστια Goldman Sachs, και έχει αποδείξει την προσωπική του αξία ως “γεράκι” μανατζάροντας hedge funds. Πέρασε από πανεπιστήμια στα οποία φοιτούν οι πιο εκλεκτοί γόνοι της αστικής τάξης, όπου έκανε και τα “κονέ” και τις γνωριμίες που θα του επέτρεπαν αργότερα να ανελιχθεί κοινωνικά και πολιτικά. Η Λιζ Τρας και ο “δικός της” άνθρωπος περί των οικονομικών ήταν “κολλημένοι νεοφιλελεύθεροι”, όπως είναι εμμονικά νεοφιλελεύθεροι πάρα πολλοί Τόρις, αλλά ο Σούνακ είναι “ευέλικτος νεοφιλελεύθερος” και ως “άνθρωπος των αγορών” προφανώς και δε φοβάται να “σπάσει μερικά αβγά” για να κάνει μια αξιοπρεπή ομελέτα. Όπου ομελέτα = σταθεροποίηση της βρετανικής οικονομίας, η οποία μετά από τη μνημειώδη κακοδιαχείριση των Τόρις, τα τελευταία χρόνια, βρίσκεται σε μόνιμη περιδίνηση και απαιτεί στιβαρότητα και σταθερότητα, πριν απ' οτιδήποτε άλλο. Βεβαίως ο Σούνακ θήτευσε επί διετία υπουργός Οικονομικών και... τα έκανε μπάχαλο, αλλά έχει το άλλοθι ότι δεν εφάρμοζε το δικό του οικονομικό πρόγραμμα, αλλά του ενοίκου της Ντάουνινγκ Στριτ, που την εποχή αυτή ήταν ο ανεκδιήγητος κλόουν Μπόρις Τζόνσον. Πάντως, με δεδομένο ότι και το προηγούμενο αξίωμά του ήταν στα ύπατα οικονομικά αξιώματα (γ.γ. του υπουργείου Οικονομικών από το 2019 έως το 2020), αναρωτιέται κανείς τι θα κάνει τώρα ως πρωθυπουργός που δεν έκανε ως μέλος της ηγεσίας του ΥΠ.ΟΙΚ. επί τριετία...
(φωτογραφία αρχείου ΑΡ)