Μεριάνι

Angelo Meriani στο neakriti.gr: «Αναντικατάστατος πνευματικός πόρος οι κλασικοί»

Κοινωνία
Angelo Meriani στο neakriti.gr: «Αναντικατάστατος πνευματικός πόρος οι κλασικοί»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η αξία των κλασικών γραμμάτων, οι “αρνητές” και οι πολιτικοί επίγονοι

Ο Angelo Meriani είναι καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σαλέρνο και συντονίζει το διδακτορικό πρόγραμμα με τίτλο “Έρευνες και σπουδές για την Αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και τον Ανθρωπισμό”. 

Έχει ασχοληθεί κυρίως με τη λυρική ποίηση, τη θεωρία της αρχαίας ελληνικής μουσικής, την πεζογραφία στην αυτοκρατορική εποχή και την πρόσληψη των κλασικών στην Αναγέννηση και τη σύγχρονη εποχή, θέματα για τα οποία έχει δημοσιεύσει αρκετούς τόμους και πολλά άρθρα σε διεθνή περιοδικά. 

Ο καθηγητής Angelo Meriani θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ελληνιστές της Δύσης, να πούμε ότι μιλάει άριστα Ελληνικά, έτσι η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στην ελληνική γλώσσα. Τον ευχαριστούμε για την παραχώρηση της συνέντευξης. 

* Αξιότιμε καθηγητά, σύμφωνα με τον Victor Davis Hanson στο έργο του “Ποιος σκότωσε τον Όμηρο”, υπότιτλος “Ο θάνατος της κλασικής παιδείας και η αποκατάσταση της ελληνικής σοφίας”, οι κλασικές σπουδές βρίσκονται σε υποχώρηση. Αφενός η εποχή της τεχνολογίας, η οποία εγκαταλείπει το ανθρωπολογικό μοντέλο, και αφετέρου η αδιαφορία των επιστημόνων που είναι υπεύθυνοι για τη διάδοση των κλασικών σπουδών οδηγούν την κλασική γραμματεία και φιλοσοφία σε μαρασμό. Ο Άλαν Μπλουμ μάλιστα στο έργο του “Το κλείσιμο του αμερικάνικου νου” (“The closing of the American Mind”, 1987), επέκρινε τις ακαδημαϊκές κοινότητες των ΗΠΑ, αλλά και τις πολιτικές ηγεσίες για το χαμηλό επίπεδο των φοιτητών και την άγνοιά τους στην κλασική γραμματεία. Λέει για παράδειγμα: «Οι φοιτητές χωρίς να κατανοούν σημαντικά παλαιότερα κείμενα, όπως την “Πολιτεία” του Πλάτωνα ή τον “Ηγεμόνα” του Νικολό Μακιαβέλι, δεν έχουν κανένα σημείο αναφοράς με το οποίο μπορούν να σκεφτούν κριτικά ή να αντιμετωπίσουν τα τρέχοντα γεγονότα». Ποια είναι η άποψή σας; 

«Είναι αλήθεια ότι οι γνώσεις των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τον αρχαίο κόσμο έχουν μειωθεί, και όχι μόνο στις ΗΠΑ. Βλέπω όμως ότι για τη μελέτη της κλασικής αρχαιότητας υπάρχει πλέον ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον, τουλάχιστον στην Ευρώπη: δεν είναι λίγοι οι νέοι που εγγράφονται στα πανεπιστήμια για να τη σπουδάσουν, ακόμη και χωρίς να γνωρίζουν Αρχαία Ελληνικά ή Λατινικά. Είναι πρόθυμοι να μάθουν τα πάντα από το μηδέν! Για μένα, αυτός ο ενθουσιασμός τους αποτελεί ένδειξη της μεγάλης ζωτικότητας αυτών των επιστημών. Από την άλλη πλευρά, η τριτοβάθμια εκπαίδευση και η έρευνα στον κλάδο αυτό έχουν σημειώσει τεράστια πρόοδο, ακόμη και αν δεν είναι πάντα εύκολο να μεταφερθούν αυτά τα αποτελέσματα στο επίπεδο της βασικής εκπαίδευσης. Αυτός είναι ίσως ο λόγος για τον οποίο ο Hanson κάνει λόγο για “υποχώρηση”, φανταζόμενος ότι οι μελετητές της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας έχουν εγκαταλείψει να διεξάγουν ένα είδος πολέμου κατά του τεχνολογικού πολιτισμού. Εγώ δεν το θεωρώ έτσι: Ακόμη και αν οι κλασικοί δεν αποτελούν πλέον θεμελιώδες στοιχείο της εκπαίδευσης των κυρίαρχων τάξεων, κατά τη γνώμη μου εξακολουθούν να αποτελούν αναντικατάστατο πνευματικό πόρο. Και πράγματι, το γεγονός ότι οι κλασικοί δε θεωρούνται πλέον λειτουργικοί για κάτι άλλο - την εκπαίδευση των επαγγελματιών (γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών, αρχιτεκτόνων κ.λπ.) και των πολιτικών - επιτρέπει στους μελετητές που ασχολούνται με αυτούς να κατευθύνουν την έρευνά τους με μεγαλύτερη ψυχραιμία και να εμβαθύνουν πιο ανεξάρτητα στα προβλήματα που οι κλασικοί εξακολουθούν να θέτουν για την εξέτασή μας σήμερα. 

Ο Hanson, σε ένα βιβλίο του που εκδόθηκε το 2019, για να εξηγήσει ότι ο Donald Trump είναι ο άνθρωπος που η Αμερική χρειάζεται οπωσδήποτε (κάτι που δεν πιστεύω), τον παρουσιάζει ως τραγικό ήρωα. Δεν είμαι βέβαιος ότι η μελέτη της αρχαιότητας μπορεί να χρησιμεύσει γι’ αυτού του είδους την αιτιολόγηση. Ειλικρινά, αισθάνομαι πιο κοντά στη σκέψη του Bloom: οι κλασικοί μπορούν ακόμη να παρέχουν εργαλεία για να μάθουμε πώς να σκεφτόμαστε κριτικά για τον σύγχρονο κόσμο, και οι ακαδημαϊκοί πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για τη διάδοση των γνώσεών τους». 

* Κάποιοι διανοούμενοι έχουν καταφερθεί εναντίον των κλασικών. Ο Καρλ Πόπερ για παράδειγμα αποκαλούσε τον Πλάτωνα φασίστα, τον Όμηρο συνωμοσιολόγο, αλλά και ο Ουμπέρτο Εκο χαρακτήριζε τον Περικλή άθλιο δημαγωγό. Μήπως όλες αυτές οι εκτιμήσεις συντελούν στο να απομειώνονται τα κλασικά γράμματα; 

«Βεβαίως, οι κρίσεις που διατυπώνονται από έγκυρους διανοούμενους μπορούν να επηρεάσουν έντονα τις απόψεις εκείνων που τις αποδέχονται άκριτα: δεν είναι βέβαιο ότι ακόμη και οι μεγαλύτερες προσωπικότητες του πολιτισμού δεν μπορούν να διαπράξουν σφάλματα ιστορικής προοπτικής. Από την άλλη πλευρά, οι δηλώσεις τους πρέπει πάντοτε να εντάσσονται σε ένα πλαίσιο. Και οι δύο περιπτώσεις που αναφέρατε αποτελούν απαντήσεις στις προσπάθειες εργαλειοποίησης και χειραγώγησης των κλασικών. Ο φασισμός είναι μια σύγχρονη κατηγορία, που χαρακτηρίζεται έντονα αρνητικά, αν και, δυστυχώς, ακόμη και σήμερα ορισμένοι εξακολουθούν να βλέπουν με καλό μάτι τους νέους τύπους φασισμού που αναβιώνουν σε διάφορα επίπεδα. Ο ορισμός του Popper, που περιέχεται στο βιβλίο του “The Open Society and its Enemies” (“Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της”, 1945), αναπτύχθηκε ενώ βρισκόταν στη Νέα Ζηλανδία, όπου είχε μετακομίσει από την πατρίδα του, την Αυστρία, το 1937 για φυλετικούς λόγους. Στη ναζιστική επανερμηνεία της ελληνικότητας, ο Πλάτωνας είχε γίνει de facto ο επίσημος φιλόσοφος του Τρίτου Ράιχ. Ο Popper παραδέχτηκε εκ των υστέρων ότι ορισμένες από τις επικρίσεις του μπορεί να φαίνονται “τονικά συναισθηματικές και σκληρές”, καθώς η ιδέα για το βιβλίο είχε προκύψει μετά την προσάρτηση της Αυστρίας στη ναζιστική Γερμανία, και εκείνη την εποχή η περιγραφή του Πλάτωνα ως θεωρητικού της “κλειστής κοινωνίας” έγινε ένα “πρόσχημα” για την καταγγελία των ολοκληρωτικών καθεστώτων. 

«Η ανάγνωση των κλασικών δεν εγγυάται τίποτα, δεν “εμβολιάζει” ενάντια σε τίποτα. Οι κλασικοί δεν πρέπει να θεωρούνται πρότυπα προς μίμηση, αλλά συνομιλητές προς κριτική αμφισβήτηση»

Ο Umberto Eco αναφερόταν στον λόγο του Περικλή στον Θουκυδίδη σε μια εποχή που ο λόγος αυτός εργαλειοποιούνταν εναντίον του Berlusconi στην Ιταλία. Ο Eco σκόπευε να υποβαθμίσει τη σημασία αυτού του λόγου και αντιλαμβανόταν τον δημαγωγικό του σκοπό. Διέφυγε από τον Έκο ότι ο Θουκυδίδης έβαλε τον Περικλή να μιλήσει μπροστά στους ίδιους τους συμπολίτες του για να εξυμνήσει το αθηναϊκό δημοκρατικό καθεστώς που γνώριζαν καλά: όλα μπορούν να ειπωθούν, εκτός από το ότι ήταν “δημαγωγική” με τη σύγχρονη έννοια. Από την άλλη πλευρά, ο Popper είχε επισημάνει τον Περικλή ως τον μεγαλύτερο υπέρμαχο της αρχαίας δημοκρατίας και τον πιο διαυγή θεωρητικό της “ανοιχτής κοινωνίας”, αλλά ο ίδιος ο Θουκυδίδης σκέφτηκε διαφορετικά και η κρίση του για τον Περικλή είναι πολύ πιο διαφοροποιημένη. Στην ουσία, ο Eco και ο Popper έκαναν λάθος επειδή περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά θεώρησαν τους κλασικούς εκτός του πλαισίου τους». 

* Αν σήμερα η πολιτική κατάσταση παγκοσμίως βρίσκεται σε πτώση, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι συμβαίνει γιατί κανένας πολιτικός ηγέτης δε διάβασε Πλάτωνα, Αριστοτέλη, γιατί δεν υποψιάστηκε το πολιτικό βάθος της Αντιγόνης στον Σοφοκλή; 

«Δεν είμαι βέβαιος ότι οποιοσδήποτε πολιτικός ηγέτης δεν έχει διαβάσει ποτέ την “Αντιγόνη” του Σοφοκλή ή δεν έχει ακούσει για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Αλλά κατά τη γνώμη μου, δεν αρκεί οι πολιτικοί να διαβάζουν και να μελετούν τους κλασικούς για να ανεβάσουν το επίπεδο της πολιτικής. Κατά τη γνώμη μου, η πτώση του επιπέδου της πολιτικής έχει άλλες αιτίες. Από την άλλη πλευρά, οι κλασικοί έχουν χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσουν τις χειρότερες φρικαλεότητες. Στο Mein Kampf, ο Hitler είπε ότι ήταν απαραίτητο να προωθηθούν οι κλασικές σπουδές, και ιδιαίτερα εκείνες για την αρχαία Ελλάδα, προκειμένου να οικοδομηθεί ένα καθεστώς που θα βασιζόταν στην κοινότητα της φυλής μεταξύ των ελληνικών και των γερμανικών λαών. Το 1940, ο Nazzareno Padellaro, ένας φασίστας παιδαγωγός, δήλωσε ότι η μελέτη των Λατινικών ήταν απαραίτητη επειδή “τα Λατινικά είναι αντιμαρξιστικά” και ότι “είναι δύσκολο για έναν άνθρωπο που εμβολιάστηκε από μια ωδή του Οράτιου να πέσει θύμα μιας μαρξιστικής επιδημίας”. Αυτά είναι μόνο δύο παραδείγματα ιδεολογικής χειραγώγησης του αρχαίου κόσμου. Η ανάγνωση των κλασικών δεν εγγυάται τίποτα, δεν “εμβολιάζει” ενάντια σε τίποτα. Οι κλασικοί δεν πρέπει να θεωρούνται πρότυπα προς μίμηση, αλλά συνομιλητές προς κριτική αμφισβήτηση». 

* Πώς βλέπετε το μέλλον των κλασικών γραμμάτων; 

«Οι κλασικοί δεν έπαψαν ποτέ να έχουν το δικό τους μέλλον: είναι στη φύση τους να μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά. Μου έρχεται στο μυαλό ένας διάσημος ορισμός του Italo Calvino: “Κλασικό είναι ένα βιβλίο που δεν έχει τελειώσει ποτέ να λέει αυτό που έχει να πει”. Ο Όμηρος μίλησε στους Έλληνες του 5ου αιώνα π.Χ. και στον Αλέξανδρο, ο οποίος, λέει ο Πλούταρχος, κοιμόταν με ένα αντίγραφο της “Ιλιάδας” κάτω από το μαξιλάρι του. Και δε σταμάτησε ποτέ να μιλάει στην ανθρωπότητα μέχρι σήμερα. Δεν μπορεί κανείς να μη θυμηθεί, εκεί στην Κρήτη, τον μεγάλο Νίκο Καζαντζάκη, συγγραφέα μιας “Οδύσειας” που αποτελεί συνέχεια της ομηρικής. Τα παραδείγματα θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν επ’ άπειρον. Θα ήθελα να υπενθυμίσω δύο βιβλία που εκδόθηκαν σχετικά πρόσφατα από τις Εκδόσεις “Γκόνη”, και τα οποία επιμελήθηκαν δύο συνάδελφοι και φίλοι μου, ο Alberto Camerotto και η Filippomaria Pontani: “Κλασικοί κατά” (2017) και “Ουτοπία (Ευρώπη), ή πώς να γίνουμε Ευρωπαίοι πολίτες” (2019), τα οποία φέρνουν στην προσοχή του κοινού ορισμένες από τις προκλήσεις που εξακολουθούν να θέτουν οι κλασικοί στον κόσμο σήμερα. Ομολογουμένως, το ενδιαφέρον για τους κλασικούς γνώρισε σκαμπανεβάσματα, φώτα και σκιές, αλλά δεν έπαψε ποτέ εντελώς. Για την πραγματικότητα, οι κλασικοί απολάμβαναν πάντοτε καλή υγεία. Από εδώ και πέρα, το μέλλον τους θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας να τους ακούμε και να συνεχίσουμε να αναζητούμε την αντιπαράθεση μαζί τους, να τους θέτουμε τα σωστά ερωτήματα για το παρόν μας. Πρόκειται για μια δύσκολη δέσμευση, αλλά ξέρουμε ότι θα αξίζει τον κόπο. Κατά κάποιο τρόπο, το μέλλον των κλασικών θα είναι και το δικό μας μέλλον». 

* Ο Απόστολος Αποστόλου είναι καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας. 
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News