Την Καλαμάτα επισκέφτηκε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Θεόδωρος, όπου σε ειδική τελετή που πραγματοποιήθηκε χθες Παρασκευή (2/2) το βράδυ στο Μέγαρο Χορού της πόλης ανακηρύχθηκε Επίτιμος δημότης του Δήμου Καλαμάτας, κατόπιν ομόφωνης απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου.
Την προσφώνηση στον Μακαριώτατο έκανε ο δήμαρχος της πόλης Θανάσης Βασιλόπουλος, ο οποίος εξήρε την προσωπικότητα αλλά και το έργο που επιτελεί ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας και πάσης Αφρικής. Επίσης, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Καλαμάτας, ανέγνωσε και επέδωσε το ομόφωνο ψήφισμα του δημοτικού συμβουλίου της Πόλης το οποίο αποφάσισε την ανακήρυξη του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεοδώρου Β σε επίτιμο δημότη Καλαμάτας.
Ακολούθως ο δήμαρχος Καλαμάτας επέδωσε στον Μακαριώτατο το χρυσό κλειδί της πόλης, αντίγραφο της «Προειδοποίησις εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς» καθώς και επιστήθιο εγκόλπιο που φέρει ανάγλυφη οστέινη εικόνα της Παναγίας Υπαπαντής.
Στην ομιλία του ο Μακαριώτατος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόδωρος Β΄, δεν έκρυψε την συγκίνηση του για την παρουσία του στην Καλαμάτα, ύστερα από 32 χρόνια, ενώ τόνισε, ότι η αγάπη που έλαβε κατά την παρουσία του στη Μεσσηνιακή Πρωτεύουσα του δίνει δύναμη να συνεχίζει το έργο της Ιεραποστολής που επιτελεί το Ορθόδοξο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας στην Αφρικανική ήπειρο.
Αμέσως μετά ο Μακαριώτατος, επέδωσε το “Θυρεό” του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στον δήμαρχο Καλαμάτας.
Η τελετή ολοκληρώθηκε με συναυλία αφιερωμένη στον εορτασμό της Πολιούχου της πόλης, Παναγίας Υπαπαντής, από τη Δημοτική Φιλαρμονική Καλαμάτας και τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας.
Η τριήμερη επίσκεψη του Πατριάρχη Αλεξανδρείας στη Μεσσηνία ολοκληρώθηκε με επίσκεψη στην Ιερά Μονή του Βουλκάνου στο όρος Ιθώμη του δήμου Μεσσήνης.
Τι είπε σε συνέντευξή του ο Μακαριώτατος
O Μακαριώτατος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόδωρος Β’ παραχώρησε συνέντευξη στην ΕΡΤ, όπου τόνισε τα εξής:
«Είναι ένα ταξίδι που το περίμενα χρόνια τώρα, από την προηγούμενη φορά πέρασαν ήδη τριάντα δύο χρόνια. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης, χρόνια τώρα, μου λέγει “Πότε θα σας περιμένουμε στην Καλαμάτα της Υπαπαντής”. Κάθε φορά είτε έφευγα για την Αφρική είτε είχα πολλές ασχολίες. Παρακαλούσα όμως την Παναγία να με αξιώσει να έρθω να την προσκυνήσω και να το θαύμα της. Εφέτος που κλείνω τα 20 χρόνια μιας ταπεινής Πατριαρχείας, με αξίωσε. Ακολούθησα τη λιτανεία και με όλη μου την καρδιά αναχωρώ πάλι για το Πατριαρχείο και για την Αφρική».
-Μακαριώτατε, ποια είναι η φόρτιση τόσο συναισθηματική, όσο η πρακτικής ευθύνης που φέρετε ως ο άρχων ενός εκ των τεσσάρων πρεσβυτέρων Πατριαρχείων
«Πάντα ενθυμούμαι τη στιγμή, πριν από είκοσι χρόνια όλοι οι Πατέρες, όλοι οι Αρχιερείς με ψήφισαν και έτσι παμψηφεί ανέβηκα στον θρόνο του Αγίου Μάρκου και μετά από ένα δευτερόλεπτο που βγαίνει το αποτέλεσμα, λέγω και τώρα Θεόδωρε, είσαι ο πατέρας, ο Προκαθήμενος της Αλεξανδρινής Εκκλησίας.
Αυτή η ευθύνη δεν έφυγε από πάνω είκοσι χρόνια τώρα και κάθε φορά είτε είναι μεγάλα τα προβλήματα είτε μικρά, πάντα έρχεται στην σκέψη μου “Θεόδωρε, στο Σταυρό του Αγίου Μάρκου, είσαι ένας καραβοκύρης που πρέπει γερά να κρατάς το σκάφος της Αλεξανδρινής Εκκλησίας”».
-Στα μηνύματά σας τονίζετε ότι το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής εισέρχεται δυναμικά στην τρίτη χιλιετία της ιστορικής πορείας. Ταυτόχρονα χαρακτηρίζετε την Αφρική ως ήπειρο του μέλλοντος. Μετά την συμπλήρωση λοιπόν αυτών των δύο χιλιετιών στο σήμερα, σε τι επίπεδο ασκείται το έργο του Πατριαρχείου στην κατεύθυνση αυτή.
«Το βλέπω κάθε φορά στις μεγάλες περιοδείες. Η Αφρική είναι ένας γίγαντας, ένας γίγαντας που κοιμάται, που βρυχάται, όπως λέμε με τα μεταλλεύματα, με τον εσωτερικό, τον υπόγειο πλούτο που έχει. Πριν δύο χιλιάδες χρόνια, έρχεται από Εβραίους εμπόρους το μήνυμα του Χριστού στην Αλεξάνδρεια. Είναι ένα κοσμοπολίτικο κέντρο που έρχεται ο Μέγας Αλέξανδρος με τους σοφούς της εποχής. Εκεί την κάνει την Αλεξάνδρεια, την πόλη, το κέντρο του κόσμου του πολιτισμού.
Πέρασαν ήδη δύο χιλιάδες χρόνια.
Φεύγει ο Χριστιανισμός, πάει, για Αιθιοπία, Λιβύη και πριν 150 χρόνια, άρχισε να εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Αφρική.
Το Πατριαρχείο μας έφυγε και πορεύθηκε αυτό τον δρόμο της πορείας. Όμως η Ήπειρος παραμένει η ίδια και όπως την ονομάζω, είναι η Ήπειρος του μέλλοντος και όπως λέγω, όλοι οι ήπειροι υπόλοιποι γέρασαν.
Η Αφρική δεν είναι γερασμένη, είναι ξεχασμένη και εγκαταλελειμμένη. Ήρθαν βέβαια μεγάλες δυνάμεις από την Δύση τα παλιά χρόνια. Έρχονται οι Βέλγοι, έρχονται οι Γερμανοί, έρχονται οι Άγγλοι, όλοι ήρθαν να πάρουν και να φύγουν.
Κανείς, μα κανείς ούτε λυπήθηκε, ούτε τον ενδιέφερε η υγεία τους, η φτώχεια τους, η κακομοιριά τους.
Ήρθε ο καθένας να μαζέψει τα ορυκτά, τον πλούτο και να φύγουν. Βεβαίως η Αφρική προχωράει σιγά σιγά, δημιουργούνται σχολεία τα παιδιά, από αναλφάβητα βέβαια το 80% είναι αναλφάβητοι, σιγά – σιγά μαθαίνουνε ποιοι είναι, γιατί είναι στην Αφρική και ότι αυτό το χώμα είναι το δικό τους.
Και στενοχωριέμαι όμως ότι έχουνε τα πρότυπα της Δύσης, γιατί στο πρόσωπο τους είδανε τον άνθρωπο της Δύσης, όχι να προσπαθεί να τους βοηθήσει, αλλά να τους εκμεταλλευτεί.
Έτσι λοιπόν μπήκε στην τρίτη χιλιετία η Αφρική και αυτό που την ταράσσει είναι οι εμφύλιες συρράξεις.
Διότι οι αντίπαλοι παρασέρνουν και τους ανθρώπους μέσα στην ίδια τους την πατρίδα, αλλά πιστεύω ότι ο κόσμος προοδεύει.
Σιγά σιγά προχωράει και δε θα μείνει πίσω σε αυτό το καράβι του ωκεανού, σε αυτό το σιδηρόδρομο και η Αφρική».
-Υπάρχει ένας κόσμος εκεί με πολλές δυσκολίες, ιδιαίτερες συνθήκες και άνθρωποι με απόψεις πολύ διαφορετικές από της ορθόδοξης πίστης.
«Πρέπει να ξέρουμε ότι ο Αφρικάνος, είτε γίνεται μουσουλμάνος, είτε γίνεται χριστιανός ορθόδοξος, ρωμαιοκαθολικός, δεν παύει ποτέ να έχει τις δικές του θρησκείες και δοξασίες. Βεβαίως βαπτίζεται, κοινωνεί, αλλά δεν παύει το βράδυ που θα επιστρέψει στην καλύβα του να είναι Αφρικανός, έχει τις δικές του θεότητες, έχει τους γιατρούς, τους τοπικούς και βλέπουμε μορφωμένα παιδιά,. το βράδυ, όταν επιστρέφουν στη Φυλή, είναι δεμένα τόσο με την παράδοση, αλλά κυρίως και με τα ήθη και τα έθιμα.
Εμείς σαν Ορθόδοξη Εκκλησία δε θέλουμε να τα απαλείψουμε, αλλά θέλουμε να τους δείξουμε ό, τι πως μπορούμε να τα καλλωπίσουμε με ένα κάλυμμα, όχι το δικό μας, αλλά με ένα πιο ανθρώπινο και κυρίως της ελευθερίας που δίδει ο Χριστός».
-Έχετε πολλές εμπόλεμες ζώνες, συνεπώς και μεγάλο αριθμό προσφυγιάς. Επί πλέον, στη γειτονική σας Γάζα συντελείται ίσως η πιο αποτρόπαιη στη σύγχρονη ιστορία γενοκτονία των Παλαιστινίων. Μπορεί η Ορθόδοξη Εκκλησία να είναι καταλύτης της παύσης αυτής της ανθρώπινης κατάστασης.
«Νομίζω είναι δύσκολο έργο. Βέβαια πριν ένα μήνα είχα έρθει από το Μπουρούντι, πέρυσι ήμουν στη Ρουάντα και έζησα από κοντά, τα υπολείμματα από τον πόλεμο, τη γενοκτονία, Ρουάντα και Μπουρούντι.
Πριν από ένα μήνα βρίσκομαι σε φτωχογειτονιές του Μπουρούντι και συναντώ περίπου πέντε χιλιάδες παιδιά.
Είναι τα εγγονάκια, τα παιδιά από τη γενοκτονία με τη γειτονική χώρα, πέρασαν τα σύνορα περίπου δύο εκατομμύρια.
Έτσι λοιπόν έχουμε τις γενοκτονίες, αλλά έχουμε και τις συρράξεις τις εμφύλιες στο χώρο της Αφρικής δεν υπάρχει γειτονιά αφρικανικών κρατών που να μην έχουμε σύρραξη, όπως στο Τσαντ, στο Καμερούν, στη Νιγηρία που πάω μετά από λίγο.
Βεβαίως η Γάζα είναι στη γειτονιά μας από την πλευρά της Μέσης Ανατολής, από την πλευρά της Αιγύπτου.
Θέλω να ξέρετε ότι πολλοί από το ποίμνιό μας είναι Παλαιστίνιοι. Έχουν έρθει πριν από πολλά πολλά χρόνια, πονούν και θλίβονται.
Η Ορθοδοξία μας βεβαίως, δεν έχει τη δύναμη μιας Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ή και των Προτεσταντών. Έχουμε όμως και εμείς το ποίμνιό μας, της Εκκλησίας μας και προσπαθούμε με τους δικούς μας ανθρώπους να βοηθήσουμε όχι εκατό τοις εκατό, αλλά κυρίως να τους βοηθήσουμε σε ανθρωπιστικά γεγονότα της υγείας τους, να προσφέρουμε αίμα, να προσφέρουμε ό, τι έχουμε. Ήδη μεγάλες βοήθειες ξεκίνησαν από το Κάιρο, από το δικό μας ορθόδοξο αραβόφωνο ποίμνιο, τα οποία τα προσφέρουμε σε αυτούς τους ανθρώπους γιατί είναι οι δικοί μας άνθρωποι και πληγωνόμαστε γιατί αυτά τα άγια χώματα, γιατί να μη μπορούν να βρουν και αυτοί την ειρήνη και την ησυχία».
-Να σταθούμε λίγο στο κομμάτι της ιεραποστολής, είστε το Πατριαρχείο που παγκόσμια έχετε τη μεγαλύτερη ιεραποστολή.
«Τα άλλα δόγματα έχουν τεράστιες φοβερές ιεραποστολές, αλλά δεν πάει πίσω και η δική μας Εκκλησία.
Θέλω να τονίσετε ότι το Πατριαρχείο μας ήταν πάντα φτωχό Πατριαρχείο. Δε καυχάται ούτε για ακίνητα ούτε για χρήματα. Έτσι το θέλησε ο Θεός και διαβάζοντας τη ζωή των προηγούμενων Πατριαρχών βλέπω ότι όλοι κάνανε μεγάλες προσπάθειες να διασώσουν τα ιερά και τα όσια μας.
Έτσι το Πατριαρχείο εκτός από προσφυγενές είναι κατεξοχήν ιεραποστολικό.
Έτσι λοιπόν, πριν έρθω στο θρόνο, πριν 20 χρόνια, έχω κάνει αρκετά χρόνια μητροπολίτης στη γαλλόφωνη περιοχή στο Καμερούν και στην αγγλόφωνη Αφρική ως Αρχιεπίσκοπος. στη Ζιμπάμπουε.
Από εκεί εξελέγην Πατριάρχης. Ακολουθούσα όμως στα ταξίδια τους τρεις τελευταίους Πατριάρχες.
Ίσως το σχέδιο του Θεού ήταν να καταλάβω αυτή την ήπειρο και ξέρω κάθε γωνιά, μόλις κλείσω τα μάτια μου και οραματιστώ σε ποιο μέρος θα πάω, αμέσως γνωρίζω πρόσωπα, πράγματα, τοποθεσίες.
Είναι το καλό ότι έχω λίγους μα εκλεκτούς αδελφούς, αρχιερείς, Ελληνόπουλα, αραβόφωνοι, από την Κύπρο μας, από την Ελλάδα, αυτόχθονες Αφρικανοί τώρα επίσκοποι και όλοι κάνουμε ένα μεγάλο αγώνα για να μπορέσουμε να δώσουμε κάτι σε αυτούς τους ανθρώπους που καμία ελπίδα δεν έχουν.
Μόνο προστρέχουν στις εκκλησίες και στα δόγματα ότι μπορεί να βοηθήσει, βεβαίως μετά που η Ελλάδα μας έχει αυτές τις δυσκολίες, τις οικονομικές, είναι ένα παράδειγμα για μας να σταματήσουμε μόνοι μας τις δικές μας δυνάμεις στα πόδια μας, κάνοντας ό, τι μπορούμε, καλλιεργώντας τη γη, φτιάχνοντας πράγματα.
Διδάσκονται στα παιδιά τέχνες για να μπορούμε να επιβιώσουμε και να σταματήσουμε ως Ορθόδοξη Ιεραποστολική Εκκλησία».
-Παπασαραντόπουλος: Βρίσκεστε στον τόπο του, ήταν καταγόμενος από το χωριό Βασιλίτσι στην περιοχή της Κορώνης και υπάρχει μια εξέλιξη που πρώτη φορά θα ακουστεί.
«Ο πατήρ Χρυσόστομος ξεκινάει μεγάλος άνθρωπος 70 ετών. Έτσι λοιπόν αποφασίζει, έρχεται στην Αλεξάνδρεια. Μάλλον τον απογοήτευσαν, αλλά αυτός έμεινε πιστός στα όνειρά του και ξεκίνησε από το Κονγκό.
Πηγαίνει λοιπόν εκεί που θα πάει μετά ο Χ. Πνευματικάκης και ξεκινάει δύσκολα χωρίς να ξέρει ούτε μια ξένη γλώσσα, αλλά παίρνοντας ένα σταυρό ξύλινο, το ράσο του, την αγάπη του και τη μεγάλη του καρδιά και έτσι κάνει ένα τόσο μεγάλο ιεραποστολικό έργο.
Μέχρι σήμερα τα πνευματικά του παιδιά, μερικά ζούνε οι περισσότεροι έχουν πεθάνει, αλλά τα παιδιά των παιδιών τους είναι ορθόδοξα και συνεχίζουν την παράδοση που χάραξε.
Έτσι λοιπόν θα είμαι πολύ ευτυχής Πατριάρχης με την Ιερά Σύνοδο να κατατάξουμε στις δέλτους, όπως λέμε τις αγιοκατάταξης και τον Άγιο Χρυσόστομο, τον Παπασαραντόπουλο και να μας αξιώσει ο Θεός να έρθω στο χωριό του, να λειτουργήσω και να παραδώσω την αγιοποίηση στους ανθρώπους, μια που εκεί με τη μητέρα του ζούσανε σε ένα μοναστήρι και από κει έφυγε για την Αφρική».
-Πρόκειται να γίνει άμεσα, χρονικά, αμέσως μέσα στο έτος.
«Βεβαίως μέσα στο έτος».
-Μακαριώτατε, πενήντα χρόνια φέτος από την έναρξη της διακονίας σας στην Εκκλησία, ενώ τα είκοσι από αυτά στην ανώτατη Ιεραρχία της. Τι σας δίδαξε αυτή η διαδρομή και ως άνθρωπο σας άλλαξε;
«Όχι. Όπως ήμουν παιδί, ξεκινώ για το μοναστήρι.
Παίρνω το χέρι της μητέρας μου, το κλήροφιλώ και ξεκινώ. Η συμβουλή της ήταν παιδί μου να μείνεις πάντα άνθρωπος καλός.
Ίσως με γέννησε και η ίδια η μητέρα μου Μικρασιάτισσα, με καλές καταβολές. Κι έτσι ξεκίνησα και μου λένε τώρα στο Πατριαρχείο Μακαριώτατε, μα τόση δύναμη και τόσα οράματα!
Κάθε μέρα ακούμε και ένα νέο σας σχέδιο.
Όλα όμως αυτά τα 50 χρόνια διδάχθηκα περισσότερο την υπομονή.
Η ζωή μου δεν πέρασε μέχρι σήμερα εύκολη. Βλέπετε και στην Κρήτη ήμουν στην πιο ορεινή μητρόπολη των Σφακίων.
Μετά ξεκινώ για δέκα χρόνια στην Οδησσό, στην Ουκρανία. Εκεί σπούδασα λογοτεχνία και ιστορία, μαθαίνω τα ρώσικα, ανακαλύπτω το Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας, συναντώ ανθρώπους που αγάπησαν από τη Μεσσηνία, από την Καλαμάτα, τον αγώνα μας και φεύγουμε μαζί με τη βοήθεια τους να φτιάξουμε τα ιερά και τα όσια μας.
Μετά πηγαίνω για Αλεξάνδρεια για λίγο και μετά ανοίγει ένα βιβλίο τεράστιο που λέει τώρα ιεραπόστολος σε πολύ δύσκολες, συνθήκες, αλλά αυτό μου έδωσε περισσότερη δύναμη και με έμαθε, να υπομένω, να αγαπώ και να ελπίζω».
-Στην Αλεξάνδρεια του Αλέξανδρου, του Καβάφη και της έντονης ελληνικότητας.
Ελληνική Κοινότητα Αιγύπτου γενικότερα, λοιπόν, ποια είναι η δική σας προσδοκία για τα επόμενα χρόνια.
«Είναι ότι ζούμε με το παρελθόν, ζούμε με τα σχολεία μας, με τον Καβάφη που ακούμε να λέει η λαλιά μου είναι η ελληνική με τον Αλέξανδρο στα κύματα, ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος … το μόνο μεγάλο πρόβλημα ότι συρρικνώθηκε η κοινότητά μας.
Ελάχιστοι πια οι Έλληνες στο Κάϊρο και στην Αλεξάνδρεια, όμως λειτουργούνται οι εκκλησίες μας, υπάρχουν τα ελληνικά τετράγωνα.
Οι άνθρωποι ξεκίνησαν από τα μέρη τα δικά σας και ήρθαν ευεργέτες και στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια.
Προσπαθούμε λοιπόν να κρατήσουμε αυτή τη φλόγα την ελληνική, όπως στέλνουν από απόψε στην ωραία αυτή εκπομπή, ότι ο πρόεδρος Σίσι μου παρέδωσε 7 στρέμματα στη νέα πρωτεύουσα του Καΐρου και τώρα ετοιμάζουμε το Κέντρο Ελληνισμού που θα διδάσκει την Ελληνική λαλιά και θα δίδει μια τόνωση στο ελληνικό στοιχείο ότι η Αλεξάνδρεια του Καβάφη, του Μεγάλου Αλεξάνδρου ζει και θα ζει.
Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ φεύγοντας από την Καλαμάτα για να επιστρέψω στην Αφρική, στη Νιγηρία.
Θέλω να σας πω ένα μεγάλο μεγάλο ευχαριστώ, γιατί η ελληνική τηλεόραση και η ραδιοφωνία με συνοδεύει χρόνια τώρα και όπως σας λέγω είναι τα παιδιά μου, οι φίλοι μου, που αυτοί καταλαβαίνουν τους κόπους, τους παλμούς και της οδοιπορίες μου.
Θέλω να σας ευχηθώ σε όλους να έχουν υγεία και πάνω απ’ όλα υπομονή, υπομονή αλλά και χαρά, γιατί η χαρά δίδει αισιοδοξία και ελπίδα. Ευχαριστώ πολύ».