simitis

Κώστας Σημίτης: H παρακαταθήκη των κυβερνήσεων 1996-2004

Ελλάδα
Κώστας Σημίτης: H παρακαταθήκη των κυβερνήσεων 1996-2004

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η πολιτική του “εκσυγχρονισμού” του Σημίτη και οι διεθνείς προεκτάσεις της

Στη ραδιοφωνική εκπομπή του Γιώργου Σαχίνη στον 98,4 εκτυλίχθηκε μια εκτενής συζήτηση με τον νομικό, διδάκτορα Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης του ΑΠΘ και μεταδιδακτορικό ερευνητή Θέμη Τζήμα, για την πολιτική κληρονομία του Κώστα Σημίτη, με επίκεντρο τον “εκσυγχρονισμό” που εισήγαγε στη διακυβέρνηση της χώρας. 

Η ανάλυση που αναπτύχθηκε πρόσφερε μια πολυδιάστατη οπτική στις δομικές αλλαγές που επέφερε η διακυβέρνησή του, από την οικονομική φιλελευθεροποίηση και την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, μέχρι τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τη θέση της χώρας στο διεθνές σύστημα. 

Η εποχή Σημίτη και ο πυρήνας του εκσυγχρονισμού 

Ο Κώστας Σημίτης φανερώνεται ως μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της ελληνικής πολιτικής σκηνής. 
«Προώθησε τον εκσυγχρονισμό, αλλά και τις ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικών τομέων της οικονομίας, οι οποίες έγιναν δόγμα», τόνισε ο κ. Τζήμας, σημειώνοντας μάλιστα πως ο εκσυγχρονισμός αυτός συνδέθηκε άμεσα με τη διαμόρφωση μιας «καθεστωτικής ιδεολογίας», που παραμένει κυρίαρχη μέχρι σήμερα. 
Ο Σημίτης, όπως επισήμανε ο καθηγητής, κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει την ιδεολογική αλλοτρίωση που είχε ξεκινήσει στο ΠΑΣΟΚ, από τις τελευταίες ημέρες κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου, η οποία πρόσδεσε την Ελλάδα στη Δύση, υιοθετώντας το δόγμα της μονοπολικότητας με βασικούς πυλώνες την Ε.Ε. και τις Ηνωμένες Πολιτείες. 

Η διακυβέρνησή του σημαδεύτηκε από την απόφαση της Ελλάδας να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις πολιτικές των ΗΠΑ και της Ε.Ε., που αποτυπώνεται στο πλαίσιο του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας και την παράδοση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν στην Τουρκία

Η οικονομία της φιλελευθεροποίησης και του ευρώ 

Η οικονομική πολιτική της περιόδου Σημίτη υπήρξε ένα από τα κύρια σημεία της ανάλυσης. Ο κ. Τζήμας επεσήμανε πως η είσοδος της Ελλάδας στο ευρώ συνδέθηκε με τη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας και τη χρηματιστικοποίηση. Παρότι αρχικά υπήρξε ευημερία, αυτή βασίστηκε στη μόχλευση δανεικών κεφαλαίων. 

«Τα μεγέθη της οικονομίας άρχισαν να φθίνουν, με αποτέλεσμα το μοντέλο αυτό να οδηγήσει στην κρίση του ελληνικού χρέους και τα μνημόνια», σχολίασε. 
Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι «τα αποτελέσματα της διακυβέρνησής του ήταν διττά και πρέπει να κριθούν αξιολογικά, αναφερόμενος στη συμβολή του στα μεγάλα έργα υποδομών και των Ολυμπιακών Αγώνων. Εδώ, τα δεδομένα, παρά την προστιθέμενη αξία που παρείχαν σε όρους διεθνούς προβολής, συνοδεύτηκαν από καταγγελίες για διαφθορά και υπέρογκα έξοδα». 

«Η “χρηματιστικοποίηση” της οικονομίας, μέσω του Χρηματιστηρίου, ενίσχυσε μια κουλτούρα γρήγορου πλουτισμού, αλλά ταυτόχρονα εμβάθυνε τις κοινωνικές ανισότητες, όπως εκδηλώθηκαν με τις επιπτώσεις της κρίσης και την είσοδο στα μνημόνια», πρόσθεσε. 

Ελληνοτουρκικές σχέσεις: Οι μεταλλασσόμενες κατευθύνσεις 

Ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα σημεία της διακυβέρνησης του Κώστα Σημίτη ήταν η διαχείριση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ο Θέμης Τζήμας τόνισε, σε αυτό το επίπεδο, ότι ο εκσυγχρονισμός στον τομέα αυτό προώθησε τη λογική της «συναίνεσης μέσω παραχωρήσεων». Η τραγωδία των Ιμίων το 1996 αποτέλεσε την αρχή μιας σειράς εξελίξεων, που κατέληξαν στο Κοινό Ανακοινωθέν της Μαδρίτης, ενώ η απόφαση του Ελσίνκι αποτέλεσε παράγοντα που δημιούργησε ένα προηγούμενο που επέτρεψε στην Τουρκία να ενισχύσει το αφήγημα των “ζωτικών συμφερόντων” και της “Γαλάζιας Πατρίδας” στο Αιγαίο. 
Σε αυτόν τον βαθμό, η εκτύλιξη των γεγονότων από την περίοδο ένταξης της Κύπρου στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα φαίνεται να μη λειτουργεί ως μια επαρκής αντιστάθμιση για τις υποχωρήσεις που έγιναν σε επίπεδο κυπριακής άμυνας. 

«Στην Κύπρο είχαμε, επίσης, την απόσυρση των S300 ,που έπρεπε να τοποθετηθούν και τελικά μεταφέρθηκαν στην Κρήτη. Το αντάλλαγμα σε αυτά ήταν η ένταξη στην Ε.Ε., όπου επί ημερών ένταξης, όσο η Κύπρος είναι μέλος στην Ε.Ε., έχουμε μικρές στο έδαφος αλλά υπαρκτές προωθήσεις του Αττίλα», υπενθύμισε ο καθηγητής. Επισήμανε έτσι πως, παρά την ένταξη της Κύπρου στην Ένωση και τις περαιτέρω προσπάθειες ένταξής της στο ΝΑΤΟ, η Κυπριακή Δημοκρατία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις διαρκείς αμφισβητήσεις και άμεσες συνέπειες της τουρκικής κατοχής επί των εδαφών της. 

Επ’ αυτού, ενώ η ένταση της Κύπρου στην Ε.Ε. προβάλλεται ως επιτυχία, η σταδιακή υποχώρηση της Ελλάδας σε θέματα όπως οι τουρκικές διεκδικήσεις, η μη επέκταση της ΑΟΖ στα 12 ν.μ. και τα “ζωτικά συμφέροντα” στο Αιγαίο δημιούργησαν ένα συνεχές προηγούμενο, που επηρεάζει την ελληνική εξωτερική πολιτική από τότε μέχρι σήμερα. 

Η εξάρτηση από τη Δύση και οι γεωπολιτικές προκλήσεις 

Ο Κώστας Σημίτης, όπως σχολιάστηκε, ίσως ήταν ο τελευταίος πρωθυπουργός που είχε μια συνολική στρατηγική αντίληψη. Ωστόσο, ο κ. Τζήμας σημείωσε πως η στρατηγική αυτή θεμελιώθηκε πάνω στην αποδοχή της πλήρους εξάρτησης της Ελλάδας από τη Δύση. 

«Η Ελλάδα, επί Σημίτη, παρέδωσε την εξωτερική και αμυντική της πολιτική στις Ηνωμένες Πολιτείες και την οικονομία της στις Βρυξέλλες», είπε χαρακτηριστικά. 
Η διακυβέρνησή του σημαδεύτηκε από την απόφαση της Ελλάδας να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις πολιτικές των ΗΠΑ και της Ε.Ε., που αποτυπώνεται στο πλαίσιο του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας και την παράδοση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν στην Τουρκία. Αποφάσεις οι οποίες επικρίθηκαν έντονα, σε δεύτερο χρόνο, για την ηθική τους διάσταση και την υποβάθμιση της ελληνικής ανεξαρτησίας στην εξωτερική πολιτική. 

Όπως ο ίδιος είπε, η πορεία του Σημίτη αποτέλεσε το επιστέγασμα μιας κλειστής γραμμής στην ελληνική εξωτερική πολιτική, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με την Τουρκία να εκμεταλλεύεται αυτές τις αδυναμίες της ελληνικής διπλωματίας και προβάλλει τις αναθεωρητικές διεκδικήσεις της, στο πλαίσιο της “Γαλάζιας Πατρίδας”. 

Σήμερα, η γεωπολιτική ισορροπία στην περιοχή συνεχίζει να καθορίζεται από τις σχέσεις της Ελλάδας με τις μεγάλες δυνάμεις και τις περιφερειακές συμμαχίες που τη διέπουν. Οι υφιστάμενες συγκυρίες έχουν αναδείξει την Τουρκία σε μια αναθεωρητική δύναμη, η οποία, εκμεταλλευόμενη τη στρατηγική της θέση μεταξύ Ιράν, Ρωσίας και ΗΠΑ, προχωρά στην προώθηση των δικών της μακροπρόθεσμων συμφερόντων. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, σε επίπεδο διμερών σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ υπάρχει ένα παράδοξο: «Η στρατηγική σύμπτωση Ισραήλ-Τουρκίας στην περιοχή είναι πάρα πολύ μεγάλη. Ο βασικός ανταγωνιστής και των δύο είναι το Ιράν. Επομένως έχουμε μια σύμπτωση όπου μέχρι νεωτέρας δεν ξέρουμε εάν θα διατηρηθεί και η σύγκρουση μεταξύ αυτών των δύο δυνάμεων. Έχουν κοινά συμφέροντα σε μεγάλο βαθμό». 

Η παρακαταθήκη του Σημίτη και το παρόν 

Συνοψίζοντας, ο κ. Τζήμας επεσήμανε πως η παρακαταθήκη του Σημίτη είναι σύνθετη: «Από τη μια πλευρά, πρόκειται για έναν πολιτικό με στρατηγική αντίληψη και συνέπεια. Από την άλλη, ήταν ο θεμελιωτής του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα, της αποδυνάμωσης της εθνικής ανεξαρτησίας και της προσκόλλησης των εξαρτήσεών της από τους μεγάλους πόλους του συστήματος». 

simitis2

Σε αυτό το επίπεδο προστίθεται και η αυξανόμενη ανισότητα, η οποία έχει οδηγήσει σε ευρύτερα κοινωνικά ρήγματα. Όπως είπε, η σημερινή γενιά καλείται να αντιμετωπίσει θεμελιώδη ζητήματα που τέθηκαν στην εποχή του Κώστα Σημίτη, δηλαδή την εξάρτηση της χώρας από τις ξένες δυνάμεις, τη θέση της στο διεθνές σύστημα και την ανάγκη για μια νέα, βιώσιμη αναπτυξιακή στρατηγική. Και όλα αυτά, εντός ενός μεγάλου προβλήματος, της στρατηγικής εργαλειοποίησης των πλατφορμών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της περαιτέρω υπονόμευσης του δημοκρατικού κεκτημένου, αναφερόμενος στις τελευταίες εξελίξεις παρέμβασης του Ίλον Μασκ εντός των ευρωπαϊκών πολιτικών ζητημάτων. 
 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News