Στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου επέστρεψε το απόγευμα της Δευτέρας 22 Μαΐου, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας - και μεγάλος νικητής των προχθεσινών εθνικών εκλογών - Κυριάκος Μητσοτάκης τη διερευνητική εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης. Είχε προηγηθεί τη χθεσινή ημέρα τηλεφωνική επικοινωνία του κ. Μητσοτάκη με τους πολιτικούς αρχηγούς, συμπεριλαμβανομένου του Αλέξη Τσίπρα.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ. γνωστοποίησε στους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων (που προέκυψαν κατά την προχθεσινή εκλογική διαδικασία) την πρόθεση να επισπευθούν οι διαδικασίες για τη σύγκληση - κι εν συνεχεία - τη διάλυση της νέας Βουλής, με στόχο τη διεξαγωγή των νέων εθνικών εκλογών την Κυριακή 25 Ιουλίου.
Ωστόσο, κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει εφόσον συμπτυχθούν τα χρονοδιαγράμματα με τις διερευνητικές εντολές. Σύμφωνα με το υφιστάμενο χρονοδιάγραμμα, η νέα Βουλή που προέκυψε από την προχθεσινή εκλογική διαδικασία θα ορκιστεί την ερχόμενη Κυριακή, ενώ θα διαλυθεί μία ημέρα μετά. Ειδικότερα, τη Δευτέρα 29 Μαΐου αναμένεται να εκλεγεί από τη Βουλή το Προεδρείο και την ίδια ημέρα θα ακολουθήσει η διάλυσή της. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά την έναρξη της νέας προεκλογικής περιόδου.
Όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα, σήμερα στις 11 το πρωί η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα δεχτεί τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να του αναθέσει τη δεύτερη διερευνητική εντολή. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη δηλώσει ότι δε θα την κρατήσει, οπότε η διερευνητική εντολή θα δοθεί στον αρχηγό του τρίτου κόμματος, δηλαδή τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Κατά τη χθεσινή του συνάντηση με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε ότι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Σύμφωνα με πληροφορίες, φέρεται να ανέφερε ακόμη στην κ. Σακελλαροπούλου ότι θα ήθελε στη νέα προεκλογική περίοδο οι εκπρόσωποι των κομμάτων να μιλήσουν περισσότερο για τα πραγματικά προβλήματα του τόπου.
«Σε εκλογές το συντομότερο δυνατό»
«Θεωρώ ότι οι χθεσινές (σ.σ. προχθεσινές) εκλογές ήταν προωθητικό βήμα ωριμότητας για τη Δημοκρατία μας. Συγκρατώ ως θετική εξέλιξη το γεγονός ότι αυξήθηκε η συμμετοχή σε σχέση με τις εκλογές του 2019, το γεγονός ότι για πρώτη φορά ψήφισαν συμπολίτες μας που διαμένουν μόνιμα στο εξωτερικό. Τα αποτελέσματα εκδόθηκαν σε χρόνο-ρεκόρ.
Με τη σειρά του το μήνυμα της κάλπης ήταν απολύτως σαφές, θεωρώ ότι δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία προϋπόθεση για σχηματισμό κυβέρνησης από την παρούσα Βουλή και θέλω να επισημάνω ότι αν ίσχυε χθες (σ.σ. προχθές) το εκλογικό σύστημα που θα ισχύει στις επόμενες εκλογές, η Ν.Δ. θα είχε μία ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία, η οποία θα ξεπερνούσε τις 170 έδρες.
Το θεωρώ λοιπόν χρέος μου να συμβάλλω και εγώ ώστε να ξεπεράσουμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα αυτό το εμπόδιο της απλής αναλογικής, γι’ αυτό και προτίθεμαι να σας επιστρέψω τη διερευνητική εντολή σήμερα (σ.σ. χθες) το απόγευμα, έτσι ώστε να οδηγηθούμε σε νέες εκλογές για τη συγκρότηση κυβέρνησης το συντομότερο δυνατό, ενδεχομένως και στις 25 Ιουνίου, αν καταφέρουμε να συντμήσουμε τις συνταγματικά προβλεπόμενες προθεσμίες», δήλωσε, μεταξύ άλλων, χθες ο πρόεδρος της Ν.Δ.
Τα επόμενα βήματα
Τι προβλέπεται, ωστόσο, αναφορικά με τις διερευνητικές εντολές και τον σχηματισμό κυβέρνησης; Κάθε πολιτικός αρχηγός των τριών πρώτων κομμάτων έχει τη δυνατότητα να κρατήσει τη διερευνητική εντολή έως τρεις ημέρες, προκειμένου να ολοκληρώσει τις σχετικές διαβουλεύσεις με τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Η εξάντληση του τριημέρου, ωστόσο, δεν είναι υποχρεωτική: Εάν κάποιος εκ των πολιτικών αρχηγών θέλει, μπορεί να αρνηθεί τη δυνατότητα άσκησης των διερευνητικών εντολών και να την παραδώσει αμέσως με την επίδοσή της από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή σε οποιαδήποτε στιγμή εντός του τριημέρου. Να γίνει, με λίγα λόγια, αυτό που συνέβη χθες με τον κ. Μητσοτάκη και αυτό που αναμένεται να γίνει - και - σήμερα με τον κ. Τσίπρα.
Επισημαίνεται ότι το συνταγματικό όριο για τον σχηματισμό κυβέρνησης είναι η δυνατότητα να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή των Ελλήνων, δηλαδή είτε 151 θετικές ψήφους είτε από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, που δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα 2/5 του συνολικού αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 120 ψήφων, αρκεί βέβαια να είναι περισσότεροι εκείνων που θα την καταψηφίσουν.
Εάν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν και δε διαφαίνεται ότι μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει στο Προεδρικό Μέγαρο τους αρχηγούς όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Εάν ούτε η εν λόγω προσπάθεια τελεσφορήσει, τότε η κ. Σακελλαροπούλου θα επιδιώξει τον σχηματισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης ευρύτερης αποδοχής από όλα τα κόμματα της Bουλής, με σκοπό να γίνουν νέες εκλογές.
Στην περίπτωση αυτή, καθήκοντα πρωθυπουργού αναλαμβάνει ο αρχαιότερος από τους τρεις προέδρους των ισάριθμων Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας.
Σημειώνεται ότι οι περισσότεροι από τους βουλευτές που εξελέγησαν μετά τις προχθεσινές εκλογές πιθανώς θα βρίσκονται και στην επόμενη Βουλή, καθώς οι νέες εκλογές θα λάβουν χώρα με λίστα (δηλαδή χωρίς σταυροδοσία). Προφανώς, ωστόσο, αρκετοί από τους εκλεγέντες θα μείνουν εκτός Βουλής, καθώς οι ερχόμενες εκλογές θα διεξάγονται με ενισχυμένη αναλογική, η οποία δίνει μπόνους έως και 40 έδρες στο πρώτο κόμμα.
«Αναλαμβάνω την ευθύνη» - “Βέλη” Τσίπρα μετά τη συνεδρία του Εκτελεστικού κατά ΠΑΣΟΚ
Στο μεταξύ, μετά τη χθεσινή συνεδρίαση του Εκτελεστικού Γραφείου του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο συνεδρίασε προκειμένου να αποτιμήσει τα αποτελέσματα των εκλογών, ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε: «Έχω μάθει στις δύσκολες στιγμές να αναλαμβάνω την ευθύνη. Έχω μάθει να μην εγκαταλείπω τη μάχη, δε θα εγκαταλείψω ούτε τώρα, στη μέση μάλιστα ενός δύσκολου αγώνα». Ο ίδιος επεσήμανε πως «στις χθεσινές (σ.σ. προχθεσινές) εκλογές νίκησε η Ν.Δ., αλλά ταυτόχρονα ηττήθηκε η στρατηγική της απλής αναλογικής», συμπληρώνοντας ότι «οι προοδευτικές δυνάμεις στις οποίες τείναμε το χέρι της συνεργασίας καθ’ όλη την προεκλογική περίοδο είχανε μέτωπο σχεδόν αποκλειστικά ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ. Και χθες (σ.σ. προχθές) την ώρα μιας ιστορικής εκλογικής νίκης της Δεξιάς, αυτοί πανηγυρίζανε περισσότερο από τους νεοδημοκράτες για την πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ».
«Εμείς κοιτάζαμε τη χώρα. Εκείνοι το δικό τους “χωράφι”», τόνισε ωστόσο και πρόσθεσε ότι «στις επόμενες εκλογές έχουμε την ευθύνη πρωτίστως να αποτρέψουμε την προοπτική ενός παντοδύναμου και ανεξέλεγκτου ηγεμόνα πρωθυπουργού. Αλλά και να προστατέψουμε την πρωταγωνιστική παρουσία της Αριστεράς στην πολιτική ζωή του τόπου. Ως μια δύναμη ασυμβίβαστη, που έρχεται από μακριά και θα πάει μακριά».
«Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι και θα παραμείνει εδώ», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας, «ως ο βασικός κορμός των προοδευτικών δυνάμεων και εκφραστής των λαϊκών και κοινωνικών συμφερόντων. Για να υπερασπιστεί τον κόσμο της εργασίας. Και να μην επιτρέψει την παλινόρθωση ενός βολικού συστημικού δικομματισμού».
Η απάντηση του ΠΑΣΟΚ
Μετά τα “βέλη” που εξαπέλυσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προς τις “προοδευτικές δυνάμεις”, το Γραφείο του ΠΑΣΟΚ αντέδρασε, αναφέροντας σε ανακοίνωση ότι «οι πρωταθλητές του θράσους συνεχίζουν την ίδια τακτική, λες και δε μεσολάβησε η λαϊκή ετυμηγορία».
«Πριν τις εκλογές τους έφταιγαν οι δημοσκοπήσεις, που όμως, όπως αποδείχτηκε περίτρανα, τους ευνοούσαν σκανδαλωδώς εις βάρος του ΠΑΣΟΚ, αποδεικνύοντας ποιο είναι το βολικό κόμμα για να πετύχει τους στόχους του ο κ. Μητσοτάκης. Η Νέα Δημοκρατία ενώ αύξησε τις κοινωνικές ανισότητες, κυβέρνησε με γνώμονα τα συμφέροντα των λίγων και ισχυρών, επιδείνωσε τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας και το πολυδιαφημισμένο επιτελικό κράτος αποδείχτηκε το “περιτύλιγμα” του παρακράτους των υποκλοπών και της εκτεταμένης διαφθοράς, αντί να καταρρεύσει, ενίσχυσε τα ποσοστά της χάρη στον “χρυσό” χορηγό της», αναφέρει η ανακοίνωση και επισημαίνει πως «θα μείνετε στη μνήμη των προοδευτικών πολιτών ως αυτός που έδωσε το “φιλί της ζωής” στην κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη».
«Καλύτερα οι κ.κ. του ΣΥΡΙΖΑ να κοιταχτούν στον καθρέφτη και να αναρωτηθούν για τις επικίνδυνες θέσεις τους στα εθνικά θέματα, όπως ήταν οι “Πρέσπες του Αιγαίου” και “η θάλασσα δίχως σύνορα”, για τα τοπικά νομίσματα και την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης. Κύριε Τσίπρα, ο πολιτικός σας κατήφορος είναι ανάλογος με τον εκλογικό σας κατήφορο. “Ξύσατε” τον πάτο του βαρελιού πάνω στην αγωνία της πολιτικής σας επιβίωσης, φτάνοντας στο σημείο να αγκαλιάσετε τα στελέχη του Πάνου Καμμένου, να “ξεπλύνετε” την κυβέρνηση της χρεωκοπίας του Κώστα Καραμανλή, εντάσσοντας στα ψηφοδέλτια τον Ευάγγελο Αντώναρο και απευθύνοντας προσκλητήριο μέχρι και στους ψηφοφόρους του Κασιδιάρη και των δολοφόνων του Παύλου Φύσσα, αποκαλύπτοντας γιατί δεν ψηφίσατε την τροπολογία, που απαγόρευε σε μια νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση να συμμετέχει στο δημοκρατικό μας πολίτευμα».
Μετά τη διάλυση της Βουλής - Οι τρεις υποψήφιοι υπηρεσιακοί πρωθυπουργοί
Υπηρεσιακός πρωθυπουργός θα αναλάβει τα ηνία της χώρας το διάστημα που θα μεσολαβήσει ανάμεσα στη διάλυση της Βουλής, μετά τη μεγάλη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές της 21ης Μαΐου, υπηρεσιακή κυβέρνηση που θα προκύψει και θα έχει ως επικεφαλής έναν δικαστή και θα είναι στα πρότυπα των υπηρεσιακών κυβερνήσεων Παναγιώτη Πικραμμένου και Βασιλικής Θάνου. Συνεπώς, ένας από τους προέδρους των τριών Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας θα ηγηθεί, βάσει Συντάγματος, της υπηρεσιακής κυβέρνησης.
Οι 3 υποψήφιοι υπηρεσιακοί πρωθυπουργοί:
*Μαρία Γεωργίου, πρόεδρος του Αρείου Πάγου (επιλέχτηκε το 2021, εισήχθη στο σώμα το 1983).
*Ευαγγελία Νίκα, πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας (επιλέχτηκε το 2022, εισήχθη στο σώμα το 1983).
*Ιωάννης Σαλμάς, πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου (επιλέχτηκε τον Νοέμβριο του 2019, εισήχθη στο σώμα το 1987).
Τι ορίζει το Σύνταγμα
Όλα αυτά τα ορίζει το άρθρο 37 του Συντάγματος, το οποίο δε θέτει περιορισμούς αρχαιότητας ή άλλες προϋποθέσεις για το ποιος από τους 3 προέδρους θα αναλάβει την ευθύνη της υπηρεσιακής κυβέρνησης. Μάλιστα, αυτή η επιλογή ανήκει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπως σαφώς διατυπώνεται στο άρθρο 37, εδάφιο 3.
Τι αναφέρει το άρθρο 37 για τον διορισμό πρωθυπουργού και κυβέρνησης
«O Πρόεδρος της Δημοκρατίας διορίζει τον πρωθυπουργό και, με πρότασή του, διορίζει και παύει τα λοιπά μέλη της κυβέρνησης και τους υφυπουργούς.
Πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος, το οποίο διαθέτει στη Bουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών. Αν κανένα κόμμα δε διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει στον αρχηγό του κόμματος που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία διερευνητική εντολή για να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης, που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Bουλής.
Αν δε διαπιστωθεί αυτή η δυνατότητα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος και, εάν δεν τελεσφορήσει και αυτή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος. Κάθε διερευνητική εντολή ισχύει για τρεις ημέρες. Αν οι διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και, αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Bουλής, επιδιώκει τον σχηματισμό κυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Bουλής για τη διενέργεια εκλογών και σε περίπτωση αποτυχίας αναθέτει στον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου τον σχηματισμό κυβέρνησης, όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές και διαλύει τη Bουλή.
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ανατίθεται, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ή διερευνητική εντολή σε αρχηγό κόμματος, αν το κόμμα δεν έχει αρχηγό ή εκπρόσωπο, ή αν ο αρχηγός ή ο εκπρόσωπός του δεν έχει εκλεγεί βουλευτής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει την εντολή σ’ αυτόν που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος. H πρόταση για την ανάθεση εντολής γίνεται μέσα σε τρεις ημέρες από την ημέρα που ο πρόεδρος της Bουλής ή ο αναπληρωτής του ανακοινώνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη δύναμη των κομμάτων στη Bουλή και η ανακοίνωση αυτή γίνεται πριν από κάθε ανάθεση εντολής».
Υπάρχει δικαίωμα άρνησης;
Όπως εξηγεί το dikastiko.gr ένα ερώτημα, που και κατά το παρελθόν έχει τεθεί, είναι η τυχόν δυνατότητα του προέδρου ενός εκ των Ανωτάτων Δικαστηρίων, που καλείται να σχηματίσει κυβέρνηση, να αποποιηθεί τη σχετική πρόταση. Κατά την κρατούσα άποψη, η αποδοχή της εντολής από τον ανώτατο δικαστικό λειτουργό συνιστά υπηρεσιακό καθήκον που του επιβάλλεται από το Σύνταγμα. Η ιδιάζουσα κατάσταση της ανάθεσης της πρωθυπουργίας της υπηρεσιακής κυβέρνησης σε δικαστικό λειτουργό έγκειται στο ότι αυτή διενεργείται μέσα σε κλίμα πολιτικής έντασης (αφού έχει προηγηθεί μια σειρά ατελέσφορων διερευνητικών εντολών και προσπαθειών συγκρότησης κυβέρνησης) και κατά συνέπεια αναλαμβάνει υπό αυτές τις συνθήκες την οργάνωση και την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών.