Έχοντας συμπληρώσει δύο χρόνια και κάτι, από τη στιγμή που ανακοινώθηκε επίσημα η ύπαρξη του πρώτου κρούσματος κορωνοϊού στην Ελλάδα, ήρθε η ώρα να αξιολογήσουμε τις ενδεχόμενες επιπτώσεις που άφησε αυτή η λυπερή κατάσταση στα παιδιά.
Ο SARS-CoV-2 είχε ξεκινήσει να απασχολεί τους επιστήμονες ήδη από τον Δεκέμβριο του 2019 όταν και αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά στην πόλη Ουχάν, πρωτεύουσα της επαρχίας Χουπέι της Κίνας.
Στις 9 Ιανουαρίου 2020 οι υγειονομικές αρχές της Κίνας ανακοίνωσαν ότι πρόκειται για νέο στέλεχος κορονοϊού (2019-nCoV) που ανήκει σε μία ομάδα ιών που συνήθως προκαλούν αναπνευστικές λοιμώξεις με ποικίλη σοβαρότητα στον άνθρωπο και στα ζώα.
Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη καθορίσει την προέλευση του Sars-CoV-2. Η συζήτηση για τη γένεσή του έχει συγκεντρωθεί γύρω από δύο ιδέες: μια εργαστηριακή «απόδραση» ή μια μόλυνση από ζώα.
Τι γίνεται όμως όσον αφορά τα μέτρα που υιοθετήθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας; Ήταν τελικά τα κατάλληλα μέτρα ή υπήρχε εναλλακτικός τρόπος επίτευξης των ίδιων στόχων;
Ποιες ήταν οι επιπτώσεις αυτών των μέτρων στην άσκηση των δικαιωμάτων των παιδιών στην εκπαίδευση, στην ψυχική υγεία και στην προστασία από την ενδοοικογενειακή βία;
Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δίνει η έκθεση με τίτλο «Οι επιπτώσεις των περιοριστικών μέτρων COVID-19 στα Δικαιώματα του Παιδιού», η οποία διεξήχθη το 2021 από τον δρα Αντώνιο Κουρουτάκη, επίκουρο καθηγητή του Πανεπιστημίου IE της Μαδρίτης, υπό την αιγίδα του Συνηγόρου του Πολίτη σε συνεργασία με το Γραφείο της UNICEF στην Ελλάδα και υπό τον συντονισμό της Βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Παιδιού.
H έρευνα
Η έρευνα βασίστηκε στην ανάλυση στοιχείων που συλλέχθηκαν μέσω ερωτηματολογίων που διανεμήθηκαν ηλεκτρονικά σε παιδιά, γονείς, εκπαιδευτικούς και άλλους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στο πεδίο της παιδικής προστασίας.
Το 90,6% των παιδιών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αντιμετώπισε προβλήματα κατά τη διάρκεια της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Στα κυριότερα προβλήματα καταγράφηκαν η έλλειψη καλής σύνδεσης στο Διαδίκτυο (53,1%), το γεγονός ότι ο τρόπος που γινόταν το μάθημα δεν παρουσίαζε ενδιαφέρον (51,5%), η εκδήλωση προβλημάτων στην εκπαιδευτική πλατφόρμα (48,4%) και η αδυναμία συγκέντρωσης και παρακολούθησης του μαθήματος (45,8%).
Οσον αφορά την ψυχική υγεία των παιδιών, το 87,2% των γονέων/κηδεμόνων παρατήρησε ότι τα παιδιά τους ήταν πιο νευρικά και ανήσυχα, ενώ το 42,2% ανέφερε ότι εμφανίστηκαν συναισθηματικές μεταπτώσεις στα παιδιά.
Αύξηση περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας
Ως γνωστόν, στη διάρκεια της πανδημίας καταγράφηκε αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Τηλεφωνικής Γραμμής για Παιδιά «SOS 1056», οι κλήσεις αυξήθηκαν πάνω από 36% το 2020. Ειδικότερα, από 1/1/2019 έως 31/12/2019 είχαν καταγραφεί συνολικά 825 καταγγελίες για σοβαρά περιστατικά παιδικής κακοποίησης και οι καταγγελίες αφορούσαν συνολικά 1.622 παιδιά.
Σε περιόδους αναστολής λειτουργιάς των σχολείων υπάρχει αδυναμία έγκαιρης αναγνώρισης των ενδείξεων ενδοοικογενειακής βίας. «Η αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας δεν οδήγησε σε αυξημένη εγρήγορση του συστήματος παιδικής προστασίας, αντίθετα αναδείχθηκε η ανεπάρκεια αλλά και η δυσκολία ανταπόκρισης των αρμόδιων υπηρεσιών κατά τη διάρκεια ισχύος των περιοριστικών μέτρων», σημειώνουν οι ερευνητές.
Οι συνέπειες της τηλεκπαίδευσης
Συναισθηματικές μεταπτώσεις, προβλήματα κατά την τηλεκπαίδευση, αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας.
Το 2020 ο συνολικός αριθμός των καταγγελιών σοβαρής κακοποίησης παιδιών ήταν 1.123 και ο συνολικός αριθμός των παιδιών στα οποία αφορούσαν οι καταγγελίες ήταν 2.009. Σύμφωνα και με την έρευνα του Συνηγόρου του Πολίτη και της UNICEF, το 77,6% των επαγγελματιών υγείας διαπίστωσε αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας.
Αναλύοντας τα δεδομένα, οι ερευνητές κατέληξαν ότι η διδακτική ύλη και η διδασκαλία δεν προσαρμόστηκαν στις ανάγκες της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, δηλαδή δεν ακολουθήθηκε μια πιο διαδραστική, βιωματική και λιγότερο κουραστική προσέγγιση για τα παιδιά. Μαθήτριες και μαθητές που δεν είχαν την υλικοτεχνική υποδομή ή τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις για να την αξιοποιήσουν αποκλείστηκαν από την εκπαίδευση.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης, η πολύμηνη εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (για περίπου 5,5 μήνες έναντι των 7,5 μηνών της σχολικής χρονιάς) επέτεινε τις αρνητικές επιπτώσεις της κόπωσης, του αποκλεισμού αλλά και εκείνες στην ομαλή ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη μαθητριών και μαθητών που έχασαν τον φυσικό χώρο κοινωνικοποίησης και έκφρασής τους.
Πηγή: kathimerini.gr
Φωτογραφία αρχείου Unsplash