Όλα έχουν αλλάξει ως προς την πασχαλινή αγορά του Ηρακλείου, σε σχέση με παλιότερες δεκαετίες, όταν πραγματικά ο κόσμος βρισκόταν σε εορταστική διάθεση και η ατμόσφαιρα ήταν εξόχως πασχαλιάτικη, όπως θυμάται και εξιστορεί στο neakriti.gr ο πρώην πρόεδρος των οπωροπωλών του νομού Ηρακλείου Μιλτιάδης Χαλκιαδάκη, που διατηρεί κατάστημα στο κέντρο της πόλης, από το 1983.
Η δεκαετία του ’80 με τη δεκαετία του ’90 δεν εμφανίζουν, όπως λέει, ιδιαίτερες διαφορές. Η πασχαλιάτικη αγορά όμως του “σήμερα” με το “τότε”, αλλά ακόμα και με τη δεκαετία του 2000, από κάθε άποψη είναι “η μέρα με τη νύχτα”! Ο Μιλτιάδης Χαλκιαδάκης αναφέρεται σε πρώτη φάση στον διατροφικό παράγοντα.
«Παλιότερα και ιδιαίτερα στη δεκαετία του ’80 αλλά και αργότερα, θυμάμαι ότι όλος ο κόσμος νήστευε τη Μεγαλοβδομάδα. Αλλά ακόμα και αν δε νήστευε, τα λαχανικά είχαν την τιμητική τους. Όλα ήταν ένα πανηγύρι, όλη τη Σαρακοστή αλλά ειδικά τη Μεγάλη Εβδομάδα... Παπούλες, αγκινάρες, κουκκιά, ντολμαδάκια, όλα αυτά... Ο κόσμος έψηνε αγκινάρες και κουκκιά στη μεγαλύτερη πλειοψηφία του τέτοιες μέρες. Όσον αφορά στο κρέας, είχε κι αυτό την εποχή του. Δηλαδή, μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα δεν είχαμε τόσο μεγάλη κατανάλωση κρέατος, σε αντίθεση με το σήμερα»...
Όπως λέει ο πρώην πρόεδρος των οπωροπωλών του νομού Ηρακλείου, σήμερα, πέρα από τις διατροφικές συνήθειες, «έχουμε και την οικονομική ανέχεια. Τότε ήταν τα πράγματα καλύτερα. Το κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν πολύ υψηλότερο και δεν είχαμε και αυτή την ανεργία που έχουμε σήμερα. Τότε έκαναν οι άνθρωποι τις παρέες τους. Έπιναν τη ρακή τους. Έκαναν τις παρέες τους στο σπίτι. Σήμερα έχει εκλείψει και η παρέα στο σπίτι. Τώρα δεν κάνει κανείς τραπέζι. Ακόμα και αν κάποιος γιορτάζει, δεν κάνει πια τραπέζια, γιατί δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα».
Στο σημείο αυτό, ο πρώην πρόεδρος των οπωροπωλών διευκρινίζει πως και στις παλιότερες δεκαετίες τέτοιες μέρες στον κόσμο δεν έμεναν χρήματα για εκδρομές και για να πάει στην ταβέρνα πολλές φορές, αλλά περίσσευαν κάποια χρήματα μετά τις πασχαλιάτικες αγορές, αφού οι άνθρωποι δε χρώσταγαν τόσο. Πλήρωναν στην ώρα τους τις υποχρεώσεις τους.
«Τώρα όλοι χρωστάνε ρεύμα. Όλοι χρωστάνε νερό. Όλοι χρωστάνε στην τράπεζα και δεν μπορούν να περάσουν»...
“Εικόνες” από το παρελθόν
Ο Μιλτιάδης Χαλκιαδάκης το 1983 και για 15 χρόνια είχε κατάστημα σε σημείο της οδού Έβανς. Και πάλι το δεύτερο κατάστημά του το διατηρεί στην ίδια οδό τα τελευταία 25 χρόνια.
«Τέτοιες μέρες, λοιπόν, θυμάμαι ότι κατέβαινες στην αγορά και έβλεπες ένα κλίμα πραγματικά γιορτινό. Ο κόσμος ήταν χαμογελαστός. Οι άνθρωποι κατέβαιναν να ψωνίσουν... Λαμπάδες να δουν τα μάτια σου... Να ψωνίσουν στα παιδιά, να ψωνίσουν ρούχα, παπούτσια κ.λπ. Τώρα είναι μια ερημιά», λέει.
Σύμφωνα με όσα μας εξιστορεί ο ίδιος, «μέχρι και το 2000, όχι ότι βοηθούσαν οι κυβερνήσεις τον κόσμο, αλλά τότε έβγαιναν και προϊόντα και είχαν κάποια “εισοδήματα” οι άνθρωποι. Μη βλέπετε τώρα το λάδι. Μια χρονιά πήγε καλά. Τότε ήταν καλύτερες οι τιμές στα προϊόντα, δεν είχαμε και τις περικοπές στους μισθούς, με αποτέλεσμα να κινείται η αγορά. Αφού λέγαμε “πότε θα έρθουν οι γιορτές, να κινηθεί η αγορά”... Χρήμα στην αγορά! Τώρα είναι ερημιά και απογοήτευση».
Όπως επισημαίνει ο Μιλτιάδης Χαλκιαδάκης, «τότε το Πάσχα είχαν μεγάλη ζήτηση τα παιδικά είδη. Καταρχήν γινόταν χαμός με τις λαμπάδες. Δεν υπήρχε παιδί να μην πάρει τη γιορτινή του λαμπάδα. Να του πάρει ο νονός του, ο θείος του ή από το σπίτι. Να πάρει παιχνίδια. Υποχρεωτικώς καινούργια παπούτσια. Καινούργια ρούχα. Τώρα δεν έχει τέτοια πράγματα. Δεν προλάβαιναν τα μαγαζιά να δουλέψουν. Περίμενες να έρθουν οι γιορτές να “ρεφάρεις”... Ό,τι έκανες μέσα στις γιορτές δεν το έκανες όλο τον χρόνο»!
«Όλα τα μαγαζιά δούλευαν τη Μ. Παρασκευή»
Ειδικά για το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, η περιγραφή του Μιλτιάδη Χαλκιαδάκη είναι χαρακτηριστική: «Τόνοι από χταπόδια διακινούνταν στα μαγαζιά το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής. Μετά τον Επιτάφιο, όλος ο κόσμος έβγαινε στα ουζερί. Σήμερα είναι ζήτημα να βγαίνουν τη βραδιά εκείνη ένα 20% του κόσμου. Σήμερα, βλέπεις, όλα αυτά τα είδη είναι πανάκριβα. Δεν μπορούν οι άνθρωποι πλέον να τα πληρώσουν. Ούτε συγκρίνεται η σημερινή εποχή με τις εποχές εκείνες».
Οι διαφορές των τιμών
«Οι τιμές τότε ήταν πολύ πιο ανεβασμένες, αλλά ο κόσμος είχε καλύτερη εισοδηματική δυνατότητα», θυμάται ο ίδιος για προηγούμενες δεκαετίες. Και μάλιστα, φέρνει ως παράδειγμα το 2002, όταν πρωτοβγήκε το ευρώ.
«Είχαν οι μελιτζάνες 6-7 ευρώ τέτοιες μέρες. Και τώρα έχουν 3,5 ευρώ το κιλό και δεν παίρνει κανείς. Τόσο με δραχμή όσο και με ευρώ, ο φτωχός ήταν φτωχός και ο πλούσιος ήταν πλούσιος. Τι είχε γίνει όμως. Η υποδιαίρεση του ευρώ έκανε τη ζημιά. Εγώ θυμάμαι, για παράδειγμα, τον καφέ και τον πίναμε με 100 δραχμές και όταν βγήκε το ευρώ, τον έβαλαν 1 ευρώ. Μια καφετζού στην Καινούργια Πόρτα μου είχε πει “ένα ήταν και ένα τον βάζω”... Ναι, αλλά πού οι 100 δραχμές και πού οι 340,75 δραχμές που έκανε το ευρώ»...
Ρωτήσαμε τον πρώην πρόεδρο των οπωροπωλών του νομού Ηρακλείου αν θυμάται τη διαφορά της τιμής της ντομάτας στο Πάσχα μια χρονιά της δεκαετίας του ’80 και στο σημερινό Πάσχα.
«Τη δεκαετία του ’80 δεν πήγαινε πάνω από 200 δραχμές το κιλό. Και σήμερα είναι σε τιμές που, αν τις δούμε σε δραχμές, δεν πέφτει κάτω από τα 170 με 180 δραχμές το κιλό»...
Για το αρνί, θυμάται: «Είχε το αρνί όταν πρωτοβγήκε το ευρώ 5-6 ευρώ το κιλό και τώρα έχει 10 ευρώ το κιλό. Διπλάσιες οι τιμές σήμερα, αλλά οι μισθοί είναι στα ίδια επίπεδα, με την ανεργία πραγματικά στα ύψη».
Σχόλια