Πάσχα: Η ιστορία του κειμηλίου - Ένα συναρπαστικό ταξίδι στον χρόνο μέσα από το ακάνθινο στεφάνι

Πολιτισμός
Πάσχα: Η ιστορία του κειμηλίου - Ένα συναρπαστικό ταξίδι στον χρόνο μέσα από το ακάνθινο στεφάνι

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ηγεμόνες και μνημεία που συνέδεσαν την ιστορική τους διαδρομή με εκείνη του στεφανιού και των αγκαθιών του

Μπορεί σήμερα το φερόμενο ως αληθινό ακάνθινο στεφάνι, εκείνο που τοποθέτησαν οι Ρωμαίοι στρατιώτες στο κεφάλι του Ιησού, να βρίσκεται στην Παναγία των Παρισίων, ωστόσο η ιστορική του διαδρομή από την Ιερουσαλήμ (αν είναι όντως αυθεντικό) ως τη Γαλλία περνάει από ένα μνημείο που όχι άδικα περιγράφεται από προσκυνητές και ιστορικούς εδώ και αιώνες σαν η ομορφότερη εκκλησία του Παρισιού. Εκείνη που χαρακτηρίστηκε ως η Πύλη του Παραδείσου.

Το απόλυτο αριστούργημα του γοτθικού ρυθμού, το Άγιο Παρεκκλήσι ή Σαν Σαπέλ, χτίστηκε από τον μοναδικό βασιλιά της Γαλλίας που ανακηρύχθηκε Άγιος, τον Λουδοβίκο τον 9ο, αποκλειστικά για να στεγάσει ένα τμήμα από τον ακάνθινο στέφανο που τοποθετήθηκε στο κεφάλι του Ιησού κατά το μαρτύριό του. Η ύπαρξη του κειμηλίου είναι γνωστή ιστορικά τουλάχιστον από το 409, όταν ο Άγιος Παολίνος της Νόλα έγραφε για «τα αγκάθια με τα οποία στεφανώθηκε ο Σωτήρας, και τα οποία φυλάσσονταν ως κειμήλια μαζί με τον Σταυρό όπου καρφώθηκε και τον κίονα στον οποίο δέθηκε και μαστιγώθηκε». Οι αναφορές έκτοτε είναι συχνές, όπως εκείνη του Γρηγορίου της Τουρς, ο οποίος στο “De Gloria martyri” σχολιάζει ότι το ακάνθινο στεφάνι έμοιαζε ακόμα πράσινο και ότι το χρώμα του ανανεωνόταν θαυματουργά κάθε μέρα. Ο Αντονίνος της Πιατσέντζα μνημονεύει την ύπαρξή του τον 6ο αιώνα, ενώ ήδη από τον 5ο αιώνα αναφέρονται προσκυνητές, οι οποίοι το είχαν δει στην Ιερουσαλήμ. Το κειμήλιο αυτό φαίνεται ότι μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη περίπου στα 1063, ή για να ακριβολογούμε ένα τμήμα του, καθώς προγενέστερες αναφορές μνημονεύουν ότι τεμάχιά του είχαν δοθεί σε άλλες εκκλησίες κυρίως από αυτοκράτορες, πιθανότατα σαν δώρο.

Αναφέρεται ότι ο Ιουστινιανός έδωσε «ένα αγκάθι» στον Αρχιεπίσκοπο του Παρισιού Σαν Ζερμέν, ο οποίος το τοποθέτησε στο Σαν Ζερμέν ντε Πρε, ενώ η αυτοκράτειρα Ειρήνη στα 798 ή 802 έστειλε στον Καρλομάγνο κομμάτια του ακάνθινου στεφανιού, ο οποίος με τη σειρά του τα φύλαξε στον ναό που έχτισε στο Άαχεν της σημερινής Γερμανίας. Οι αναφορές μοιάζουν ατέλειωτες, γεγονός που κάνει ακόμη πιο πυκνή την ομίχλη γύρω από την ιστορικότητα όλων αυτών των αγκαθιών που μοιράστηκαν σε πλείστες όσες εκκλησίες ανά τη Δύση.

Ενέχυρο για... δάνειο

Η ιστορία του κειμηλίου ακολούθησε εκείνη των περισσότερων που σχετίζονται με τη Σταύρωση του Ιησού και συνδέθηκε με τη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους. Στα 1238, ο Λατίνος αυτοκράτορας της Πόλης, ο Μπαλντοβίνος ΙΙ, αναζητώντας απεγνωσμένα υποστήριξη από τις στρατιές της Δύσης για να κρατήσει την Κωνσταντινούπολη, χρησιμοποίησε το ακάνθινο στέφανο ως ενέχυρο για να αποσπάσει ένα δάνειο από τους Βενετούς. Καθώς όμως δεν μπόρεσε να το αποπληρώσει, οι Βενετοί πούλησαν με τη σειρά τους στον ευσεβή Λουδοβίκο 9ο, κατά τη διάρκεια της πρώτης σταυροφορίας το 1239, το ακάνθινο στεφάνι μαζί με άλλα κειμήλια, όπως τμήματα του Τιμίου Σταυρού, καρφιά από τη Σταύρωση και σταγόνες από το αίμα του Χριστού, ζητώντας του 13.134 χρυσά νομίσματα της εποχής, δηλαδή σχεδόν τρεις φορές περισσότερο απ’ όσο πλήρωσε ο βασιλιάς για την κατασκευή της Σαν Σαπέλ. Ήδη όμως από εκείνη την εποχή το ακάνθινο στέφανο φαίνεται ότι είχε χάσει τα 60 ή 70 αγκάθια του, τα οποία κυκλοφορούσαν σε διάφορους ναούς της Δύσης, και το μόνο που είχε απομείνει ήταν πια το ξύλο του στεφανιού. Κανένα από τα αγκάθια αυτά δε φαίνεται να βρίσκεται πλέον στο Παρίσι, ενώ πολλές εκκλησίες της Δύσης υποστηρίζουν ότι έχουν στην κατοχή τους κάποια από εκείνα. Το ακάνθινο στεφάνι που απέκτησε ο εξαιρετικά ευσεβής Λουδοβίκος από την Κωνσταντινούπολη μεταφέρθηκε στο Παρίσι δύο χρόνια αργότερα, αφού κρατήθηκε ως ενέχυρο από τους Βενετσιάνους ως τη συγκέντρωση του υπέρογκου για την εποχή ποσού, και τοποθετήθηκε προσωρινά στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου μέχρι την ολοκλήρωση της Sainte Chapelle και τα εγκαίνιά της στις 26 Απριλίου 1248.

Σε θέα των πιστών

Τα ιερά κειμήλια τοποθετήθηκαν τότε σε ένα μεγάλο θησαυροφυλάκιο με διακόσμηση από χρυσό και πολύτιμους λίθους σε υψηλό σημείο στο βάθος της αψίδας του Ιερού και κάθε Μεγάλη Παρασκευή παρουσιάζονταν σε κοινή θέα στους πιστούς. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται ακόμα σήμερα, από τη νέα τους έδρα όμως, την Παναγία των Παρισίων, όπου μεταφέρθηκαν, όσα τουλάχιστον διασώθηκαν, στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης μετά από μια σύντομη παραμονή τους στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού. Σήμερα η Σαν Σαπέλ συνεχίζει να αποτελεί ένα μνημείο-σταθμό για την τέχνη, με τα αριστουργήματα που φιλοξενεί να παραπέμπουν στο πιο ιερό από τα κειμήλια που στέγασε, τον ακάνθινο στέφανο.

Από το ισόγειο, που ήταν προορισμένο για τους απλούς πιστούς, ο επισκέπτης παρασύρεται στη μαγεία του μοναδικού αυτού αρχιτεκτονήματος, η οποία αποκαλύπτεται διάπλατα μόλις ανέβει στον όροφο, κοιτώντας έκθαμβος τα συγκλονιστικά βιτρό του 13ου αιώνα, τα παλαιότερα που έχουν διασωθεί στο Παρίσι. Χωρισμένα από λίθινους κίονες, διηγούνται ιστορίες από τη Βίβλο που ξεκινούν από τη Γένεση και φτάνουν ως τη Σταύρωση.

Το παρεκκλήσι του ισογείου, το οποίο ήταν αφιερωμένο στην Παναγία, και στο οποίο εκκλησιαζόταν ο λαός, καθαγιάστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο της Μπρουζ, Pierre Berruyer, ενώ το επίσημο βασιλικό παρεκκλήσι και φυσικά το εντυπωσιακότερο, στον όροφο, από τον απεσταλμένο του Πάπα, τον Eudes de Chateauroux. Στο ισόγειο, κάτω από τον έναστρο ουρανό του παρεκκλησίου, ανοίγονται οι κιονοστοιχίες και απλώνονται σαν πλοκάμια οι εντυπωσιακοί γοτθικοί νευρώνες, ενώ η εκπληκτική διακόσμηση προϊδεάζει για την ακόμη πιο επιβλητική συνέχεια.

Τα οικόσημα της μητέρας του Λουδοβίκου, καθώς και ο βασιλικός θυρεός δεσπόζουν ακόμα επιβλητικά. Είναι τα ίδια ακριβώς σύμβολα σε περίοπτη θέση που έδωσαν αιώνες πριν επιχειρήματα στους επαναστατημένους πολίτες, κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, να στρέψουν τα βέλη τους ακόμη και εναντίον του παρεκκλησιού, θεωρώντας το αφενός σαν σύμβολο της θρησκευτικής εξουσίας και αφετέρου σαν σημείο αναφοράς της βασιλείας. Τότε ήταν που μεταφέρθηκαν όλα τα έπιπλα που υπήρχαν στο παρεκκλήσι, ως και τα εκκλησιαστικά όργανα. 

Από τη λήθη ξανά στη δόξα

Ευτυχώς όμως η τύχη ήταν με το μέρος της Sainte Chapelle. Χάρη στην παρέμβαση του Alexander Lenoir, στάθηκε δυνατό να σωθούν τα αγάλματα του παρεκκλησιού, ενώ μόλις στα 1846 ξεκίνησαν οι αναστηλωτικές εργασίες που επανέφεραν το μνημείο στην αρχική του αίγλη. Το βασιλικό παρεκκλήσι, που βρίσκεται στον όροφο, ενσαρκώνει μια από τις κορυφαίες στιγμές στην ιστορία της ανθρώπινης δημιουργίας και έμπνευσης, δημιουργώντας ένα εκπληκτικό παιχνίδι με το φως και το χρώμα, με το σχέδιο και την αρχιτεκτονική.

Κίονες που καταλήγουν στο ανάγλυφο των Δώδεκα Αποστόλων δίνουν τον έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, που κορυφώνεται στις παραστάσεις των δεκαπέντε παραθύρων με τα βιτρό, οι οποίες έρχονται σε απόλυτη αρμονία με το εντυπωσιακό σύνολο. Εξακόσια ολόκληρα τετραγωνικά μέτρα βιτρό, με κυρίαρχα χρώματα το γαλάζιο και το κόκκινο, σε ύψος που φτάνει τα δεκαπέντε μέτρα έως τον έναστρο θόλο, αποτελούσαν την καλύτερη έκφραση αυτής της τέχνης, που όμως δεν έμεινε αλώβητη από το διάβα των αιώνων και τις ανθρώπινες παρεμβάσεις. Στα 1803, μεγάλο μέρος των βιτρό απομακρύνθηκε, καθώς η Sainte Chapelle μετατράπηκε σε αρχειοφυλακείο, για να αποκατασταθούν τον 19ο αιώνα στο αρχικό τους μεγαλείο.

Από τις παραστάσεις των βιτρό ξεχωρίζουν το λεγόμενο “Παράθυρο των Παθών του Ιησού”, ίσως το πιο όμορφο της Σαν Σαπέλ, επίσης το “Παράθυρο των κειμηλίων”, το οποίο αναπαριστά τον βίο της Αγίας Ελένης, την εύρεση του Τιμίου Σταυρού και τον Λουδοβίκο να φέρνει τα πολυάριθμα κειμήλια στην εκκλησία, αλλά και η περίφημη ροζέτα με 86 φατνώματα βιτρό, που εικονίζουν το όραμα του Ιωάννη στην Αποκάλυψη, δώρο αυτό το τελευταίο του Καρόλου Η’ στα 1485. Η δύση του ήλιου είναι η καλύτερη στιγμή για να απολαύσει κανείς το θέαμα, καθώς το φως διαχέεται μέσα από τα πολύχρωμα παράθυρα, δημιουργώντας μια ονειρική ατμόσφαιρα, ενώ η εκπληκτική ακουστική της Σαν Σαπέλ την καθιστά ιδανική για μελωδικές απολαύσεις με το εκκλησιαστικό όργανο.

Το φυτό πίσω από το στεφάνι; - Το Ziziphus spina Christi

Αρκετοί υποστηρίζουν ότι τα αγκάθια που υπήρχαν στο στεφάνι της Σαν Σαπέλ και τα πιο “διάσημα” που βρίσκονται σε ναούς της Δύσης προέρχονται από ένα φυτό, το Ziziphus spina Christi, γνωστό από την αρχαιότητα με πληθώρα θρύλων να το περιβάλλει. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν, άλλωστε, οι επιστήμονες που εξέτασαν το ακάνθινο στεφάνι της Σαν Σαπέλ στα 1908. Πρόκειται για ένα φυτό ιερό στο Ισραήλ, το οποίο, σύμφωνα με πολλούς θρύλους, είναι ένα από τα πιο πιθανά δέντρα από τα οποία οι Ρωμαίοι στρατιώτες κατασκεύασαν το ακάνθινο στεφάνι που φόρεσαν στον Ιησού.

Το Ziziphus spina Christi είναι κοινό στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και κυρίως της Παλαιστίνης και καταγράφεται από πληθώρα κειμένων, ιστορικών και θρησκευτικών. 

Το ακάνθινο στεφάνι και η Σινδόνη του Τορίνου

Η ύπαρξη του ακάνθινου στεφανιού ως ιστορικού γεγονότος και μάλιστα ως μοναδικού, καθώς η μόνη αναφορά εσταυρωμένου με τέτοιο στεφάνι στο κεφάλι είναι εκείνη για τον Ιησού, αποτελεί και ένα από τα επιχειρήματα όσων υποστηρίζουν ότι η Σινδόνη του Τορίνου, το μυστηριώδες ύφασμα με τη μορφή ενός μαστιγωμένου, βασανισμένου, σταυρωμένου, νεκρού άνδρα, που φυλάσσεται στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Βαπτιστή στο Τορίνο της Ιταλίας, είναι στην πραγματικότητα το σάβανο το οποίο τυλίχθηκε γύρω από το σώμα του Χριστού κατά την ταφή του.

Οι ενδείξεις που υπάρχουν από το αποτύπωμα στη Σινδόνη ερμηνεύονται χωρίς καμιά αμφιβολία με τις πληγές που ένα τέτοιο στεφάνι θα είχε προκαλέσει στο πρόσθιο και το πίσω μέρος της κεφαλής αυτού του άνδρα. Ορατές χάρη στο αίμα που έχει κυλήσει στα σωστά, από ανατομική άποψη, σημεία, οι πολλαπλές πληγές έχουν οδηγήσει τους μελετητές στην υπόθεση ότι το ακάνθινο στεφάνι, αν φυσικά η θεωρία ότι η Σινδόνη είναι γνήσια αληθεύει, δεν ήταν εκείνο που έχουμε γνωρίσει από τη χριστιανική εικονογραφία τόσο της Ανατολής όσο και της Δύσης, αλλά πιθανότατα είχε σχήμα ενός σκούφου από αγκάθια, που κατασκευάστηκε από τους Ρωμαίους με στόχο να προκαλέσει τον μεγαλύτερο δυνατό πόνο στον Ιησού κατά τα Πάθη Του.

Στηριγμένοι στα δεδομένα που έχουν προκύψει από τη μελέτη του αποτυπώματος του σταυρωμένου άνδρα στη Σινδόνη, οι ειδικοί έχουν αναπαραστήσει αυτό που θεωρούν ως την πιθανότερη μορφή του ακάνθινου στεφανιού, το οποίο εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο της Σινδόνης στο Τορίνο. Το επιχείρημα είναι ενδιαφέρον, αν σκεφτεί κανείς ότι ένας πλαστογράφος του Μεσαίωνα και σε αυτή, όπως και σε πληθώρα άλλων περιπτώσεων που σχετίζονται με τη μυστηριώδη Σινδόνη, θα επέλεγε την οδό της “δημιουργίας” στο αποτύπωμα ενός κλασικού ακάνθινου στεφανιού, οικείου στους πιστούς, από το να αναπαραστήσει “αρχαιολογικά” ένα στεφάνι που δεν είχε προηγούμενο στην εικονογραφία και κανένας εκείνη τουλάχιστον την εποχή δε θα μπορούσε να υποθέσει την πραγματική μορφή του.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News