Λούντβιχ βαν Μπετόβεν: 250 χρόνια από τη γέννηση του κορυφαίου της μουσικής

Πολιτισμός
Λούντβιχ βαν Μπετόβεν: 250 χρόνια από τη γέννηση του κορυφαίου της μουσικής

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ιστορία και το έργο ενός ανθρώπου που σημάδεψε την κλασική μουσική - Η κώφωση που έγινε ο Γολγοθάς της ζωής του και ο θρίαμβος του ανεπανάληπτου ταλέντου

Στις 16 Δεκεμβρίου 1770, 250 χρόνια πριν, έβλεπε για πρώτη φορά το φως του ήλιου, στη Βόννη, που τότε ανήκε στο Εκλεκτοράτο της Κολωνίας, τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα μωρό που επρόκειτο να λάμψει στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα και να μείνει στην ιστορία ως ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών, ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν. Το αξιοσημείωτο είναι ότι στην πραγματικότητα κανείς δε γνωρίζει με ακρίβεια την ημερομηνία γέννησής του...

Αυτό που ξέρουμε είναι ότι βαφτίστηκε στις 17 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου και, καθώς εκείνη την εποχή στην ευρύτερη περιοχή της Κολωνίας τα παιδιά βαφτίζονταν την ακριβώς επόμενη ημέρα της γέννησής τους, η 16η Δεκεμβρίου θεωρείται ως η γενέθλια του Μπετόβεν. Επίσης η ημερομηνία αυτή ήταν εκείνη κατά την οποία τόσο η οικογένειά του όσο και ο δάσκαλός του αναφέρεται ότι γιόρταζαν τα γενέθλιά του.

Ο Μπετόβεν ήταν ο δευτερότοκος της επταμελούς οικογένειας και εκείνος μαζί με τα δύο νεαρότερα παιδιά που επέζησαν. Ο πατέρας του, Γιόχαν, φλαμανδικής καταγωγής, έδωσε ώθηση στο ταλέντο του παιδιού, αναγνωρίζοντάς το ως μουσικός και ο ίδιος. Όμως το βίαιο του χαρακτήρα του, συνεπεία του αλκοολισμού του, είχε ως συνέπεια ο Μπετόβεν να κλειστεί στον εαυτό του και να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στη μουσική, μαθαίνοντας πιάνο και εκκλησιαστικό όργανο, τα οποία χειριζόταν με ιδιαίτερη μαεστρία.

Ο Μπετόβεν επέδειξε για πρώτη φορά το μοναδικό ταλέντο του σε ηλικία 7 ετών στην Κολωνία, ενώ στα 12 του δημοσίευσε την πρώτη του δουλειά. Στα 1787 βρέθηκε για πρώτη φορά στη λαμπερή μουσική πρωτεύουσα της Ευρώπης, τη Βιέννη, όπου γνωρίστηκε και πήρε μαθήματα από τον Μότσαρτ, τον Χάιντν και άλλους μουσικούς. Σε ηλικία 25 χρονών διηύθυνε συναυλίες στη Βιέννη και συνέθετε ο ίδιος μουσικά κομμάτια. Η καλλιτεχνική του ιδιοφυΐα προκάλεσε τον γενικό θαυμασμό και πολλοί αριστοκράτες τον ενίσχυαν οικονομικά ώστε να μπορεί να ζει μια άνετη ζωή. Όμως ο ίδιος, σε αντίθεση με τα όσα συνέβαιναν την εποχή του, ούτε ανήκε στην Αυλή, ούτε εργάστηκε για την Εκκλησία, αλλά διατήρησε την ανεξαρτησία του ως συνθέτης. Παρήγαγε έργα κατά παραγγελία, ενώ βιοποριζόταν αποκλειστικά από τις δημόσιες συναυλίες που έδινε. Παρ’ όλα αυτά, είχε την υποστήριξη και την αναγνώριση από τον αριστοκρατικό κύκλο της Βιέννης και της Ευρώπης.

Ο Μπετόβεν ήταν ένας άνθρωπος κλειστός, πεισματάρης και δημοκράτης, γαλουχημένος με τα ιδανικά της Γαλλικής Επανάστασης. Μάλιστα στα 1804, όταν ο Ναπολέοντας, στον οποίο είχε αφιερώσει την Τρίτη του Συμφωνία, αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας, ο Μπετόβεν την έσβησε από την πρώτη σελίδα της παρτιτούρας.

Ο μεγάλος Γερμανός συνθέτης άρχισε να χάνει την ακοή του από τα 26 του χρόνια και μέχρι το τέλος της ζωής του είχε γίνει πλέον τελείως κωφός, χωρίς κανείς να γνωρίζει με σιγουριά ποια πάθηση ήταν η αιτία. Είναι πάντως γνωστό ότι υπέφερε από σοβαρής μορφής εμβοές, δηλαδή “κουδούνισμα” στα αφτιά. Αναφέρεται μάλιστα μια παράδοση από τις πολλές, σύμφωνα με την οποία ο Μπετόβεν συνειδητοποίησε ότι είχε χάσει πλέον τελείως την ακοή του όταν, περνώντας έξω από τον θρυλικό καθεδρικό του Αγίου Στεφάνου στο κέντρο της αυστριακής μητρόπολης, δεν άκουσε τις 23 καμπάνες του να χτυπούν.

Από τα πιο συγκλονιστικά στιγμιότυπα ήταν τον Μάιο του 1824, όταν ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν παρουσίαζε για πρώτη φορά δημοσίως τη θρυλική Ένατη Συμφωνία του. Ο θρίαμβος ήταν ανεπανάληπτος. Το χειροκρότημα καταιγιστικό. Όμως ο Μπετόβεν, που όδευε προς τη δύση της ζωής του, δεν μπορούσε να το ακούσει. Ήταν πλέον τελείως κωφός. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής, ο Μπετόβεν, που φαινομενικά διηύθυνε το έργο δίπλα στον μαέστρο, καθώς δεν ήταν σε θέση να ακούσει το χειροκρότημα του κοινού, χρειάστηκε να δεχτεί τη βοήθεια μιας σολίστ που τον έστρεψε προς αυτό, ώστε να δει τον κόσμο που προσπαθούσε να κάνει αισθητό τον ενθουσιασμό του και να υποκλιθεί. Ήταν ένα από τα πιο συγκλονιστικά στιγμιότυπα στη ζωή εκείνου που σημάδεψε και σημαδεύει την ιστορία της μουσικής με την έμπνευση και το μεγαλείο του ταλέντου του.

Η βαρηκοΐα ήταν ο Γολγοθάς της ζωής του. Όμως ο Μπετόβεν δεν πτοήθηκε. Η μουσική ήταν η ίδια η ύπαρξή του. Συνέχισε να γράφει παρά τις δυσκολίες, καταφέρνοντας ως το 1812 να τελειώσει 8 συμφωνίες, ένα ορατόριο και πλήθος άλλα έργα. Ο ίδιος προσπαθεί να διευθύνει μια συναυλία με έργα του, αλλά δεν το κατορθώνει, και χρειάζεται τη βοήθεια κι ενός άλλου αρχιμουσικού, που στέκεται πίσω του, όπως στο περιστατικό με την πρεμιέρα της Ενάτης Συμφωνίας. Σώζεται μάλιστα το ακουστικό κέρας που χρησιμοποιούσε, καθώς και ένα τετράδιο, όπου του έγραφαν τις ερωτήσεις που ήθελαν να του απευθύνουν.

Ο Μπετόβεν μάς κληροδότησε ένα σημαντικό σε ποιότητα και ποσότητα έργο που γεφύρωσε την Κλασική με τη Ρομαντική περίοδο της δυτικής μουσικής. Το έργο του είναι ογκώδες. Συνέθεσε εννέα συμφωνίες (1η, 2η, 3η ή “Ηρωική”, 4η, 5η, 6η ή “Ποιμενική”, 7η, 8η και την περίφημη 9η με το χορωδιακό “Ύμνο της Χαράς” του Σίλερ, που αποτελεί και τον ύμνο της Ευρωπαϊκής Ένωσης), την περίφημη “Μεγάλη Λειτουργία” (“Μίσα Σολέμνις”), το ορατόριο “Ο Χριστός στο όρος των Ελαιών”, ένα κοντσέρτο για βιολί, 5 κονσέρτα για πιάνο, το τριπλό κονσέρτο για βιολί, πιάνο και ορχήστρα, εμβατήρια, χορούς, σονάτες, κουαρτέτα και πλήθος άλλα μουσικά έργα.

ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΙ ΕΡΩΤΕΣ

Απογοητεύσεις και στην προσωπική του ζωή

Ο Μπετόβεν, πάντα κλειστός στον εαυτό του, έγινε και λόγω της περιπέτειας της υγείας του ακόμα πιο μοναχικός. Περπατούσε σκυθρωπός, σιωπηλός, κακοντυμένος... Γεμάτη απογοητεύσεις ήταν και η προσωπική του ζωή. Ο πρώτος έρωτάς του ήταν μια νεαρή κόμισσα με την οποία γνωρίστηκε το 1801. Ωστόσο, δε στάθηκε δυνατό να την παντρευτεί επειδή δεν ανήκε στην τάξη των ευγενών.

Λίγα χρόνια αργότερα, γνώρισε και ερωτεύτηκε τη Ζοζεφίν Μπρούνσγουικ, στην οποία παρέδιδε μαθήματα πιάνου το 1799. Αργότερα, εκείνη παντρεύτηκε έναν κόμη, ο οποίος πέθανε το 1804. Ωστόσο, ούτε και τότε μπορούσε να παντρευτεί τον καταξιωμένο συνθέτη, αφού θα κινδύνευε να χάσει την κηδεμονία των παιδιών της, που άνηκαν στην αριστοκρατία. Αυτή η γυναίκα πιστεύεται ότι ήταν και η παραλήπτρια των 15 φλογερών ερωτικών γραμμάτων που έγραψε ο Μπετόβεν κατά τη διάρκεια της ζωής του, συμπεριλαμβανομένης της διάσημης επιστολής στην “Αθάνατη Αγαπημένη” του, την οποία έγραψε το 1812.

Ο Μπετόβεν πέθανε στο σπίτι του στη Βιέννη στις 26 Μαρτίου 1827. Το τελευταίο αντίο ειπώθηκε παρουσία 20.000 τουλάχιστον ανθρώπων.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News