Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης: «Εν τούτω νίκα»

Πολιτισμός
Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης: «Εν τούτω νίκα»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κωνσταντίνου και Ελένης: Μέγας Κωνσταντίνος, ο ενδοξότατος πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας, ο ιδρυτής της βασιλεύουσας Κωνσταντινούπολης, γεννήθηκε στην πόλη Ναϊσσό, τη σημερινή Νίσσα της κεντρικής Σερβίας, γύρω στο έτος 275.

Πατέρας του ήταν ο ελληνοϊλλυρικής καταγωγής Κωνστάντιος ο Χλωρός, ο οποίος κατόπιν, ανακηρύχθηκε Καίσαρας και Αύγουστος των δυτικών επαρχιών. Μητέρα του υπήρξε η πολύ ευσεβής και ενάρετη Ελένη, που γεννήθηκε στην πόλη Δρέπανο (σημερινή Γιάλοβα) της Βιθυνίας (Μικράς Ασίας) περί το έτος 247, από πατέρα ξενοδόχο.

Την πόλη αυτή ο Μ. Κωνσταντίνος μετονόμασε αργότερα Ελενόπολη, προς τιμή της μητέρας του.

Το 293 ο Διοκλητιανός, διόρισε Καίσαρα στη Δύση τον Κωνστάντιο Α’ τον Χλωρό, υπό την εξουσία του Μαξιμιανού και για περισσότερη ασφάλειά του, κράτησε όμηρο κοντά του τον Κωνσταντίνο, ως εγγυητή της πιστότητας του πατέρα του. Στην αυτοκρατορική αυλή της Ανατολής παρέμεινε ο Κωνσταντίνος μέχρι και που βασίλευσε ο Γαλέριος (έτος 305), συναναστρεφόμενος με ασεβείς και τυράννους.

Δεν εξομοιώθηκε όμως στα ήθη και τις πράξεις με αυτούς, γιατί η αγία του μητέρα Ελένη φρόντισε να του δώσει ορθή ανατροφή. Κατ’ αυτό το διάστημα είχε την ευχέρεια να μαθητεύσει σε πολύ αξιόλογους διδασκάλους.

Ο νεαρός Κωνσταντίνος διακρινόταν για τα έξοχα πνευματικά του χαρίσματα.

Οι ειδωλολάτρες τύραννοι τον ζήλευαν τρομερά για τα χαρίσματα του, και σχεδίαζαν να τον εξοντώσσουν με δολιότητα. Ο Πανάγαθος όμως Θεός, που γνωρίζει τα μέλλοντα να συμβούν, τον διαφύλαξε αβλαβή από τις δολοπλοκίες και πανουργίες τους και, τελικά, εξολόθρευσε τους φθονερούς εχθρούς του.

Ο Κωνστάντιος πριν αποθάνει, στις 7 Ιουλίου του 306 στην πόλη Εβόρακο (Υόρκη) της Βρεταννίας, τον αφησε διάδοχο του θρόνου του.

Ο Μαξέντιος, σκόπευε να εξουδετερώση τον Κωνσταντίνο και άρχισε να συγκεντρώνει πολυάριθμο στρατό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν είχε άλλη επιλογή, προελαύνοντας αήττητος, έφθασε στα πρόθυρα της Ρώμης, όπου τον περίμενε ο Μαξέντιος με πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις. Ήταν το 322 μ.Χ., πριν τη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας.

Ενώ λοιπόν ο Κωνσταντίνος παρατηρούσε περίλυπος τα εχθρικά στρατεύματα και συλλογιζόταν πώς θα μπορούσε να επιτύχει τη νίκη, κατά τις πρώτες απογευματινές ώρες της ημέρας εκείνης είδε στον ουρανό φωτεινό το σημείο του Τιμίου Σταύρου και γύρω του την επιγραφή, «Εν τούτω νίκα». Μάρτυρας της θαυμαστής αυτής θεοσημίας υπήρξε όλο το στράτευμα του Κωνσταντίνου! Απορούσε δε ο ευσεβής βασιλέας για το νόημα του οράματος.

Γι’ αυτό τη νύχτα φάνηκε στον ύπνο του και ο ίδιος ο Χριστός με το σημείο του Σταυρού, ερμηνεύοντάς το σ’ αυτόν και τον προέτρεψε να κατασκευάσει ένα σταυρικό λάβαρο, σαν εκείνο που είδε, να το φέρει με πίστη ως φυλακτήριο στους πολέμους, και θα νικούσε με τη δύναμή Του πάντοτε τους εχθρούς του.

Πραγματικά, όταν συγκροτήθηκε η τελική μάχη στους Κόκκινους Βράχους (28 Οκτωβρίου 312), νίκησε ο Σταυρός, το ανίκητο σύμβολο, που προπορευόταν του στρατεύματος του Κωνσταντίνου!

Ο Κωνσταντίνος τότε δόξασε τον Θεό, και θαύμασε τη δύναμη του Σταυρού, βλέποντας τέτοιο θαύμα. Ο στρατός του Μαξεντίου αποδεκατίσθηκε και διαλύθηκε. Ο Κωνσταντίνος απέδωσε μεγαλόφωνα τη νίκη στον Θεό, και πρόσταξε να στήσουν αναμνηστικές στήλες με τον Τίμιο Σταυρό στα κυριώτερα μέρη της πόλης.

Και έκτοτε έφερε λάβαρο με το Τίμιο Σταυρό και το μονόγραμμα ΧΡ, σε κάθε μάχη. Χάραξε δε το σημείο του Σταυρού στα όπλα των στρατιωτών του. Ανακάλεσε από την εξορία τους εξορίστους, απελευθέρωσε τους κρατουμένους από τις φυλακές, απέδωσε τιμές στον κλήρο, ανήγειρε ναούς του αληθινού Θεού, σκόρπισε πλουσιοπάροχη ελεημοσύνη προς τους ενδεείς και πένητες!

Τα σπουδαιότατα έργα του, που απαθανάτισαν στους αιώνες τη μνήμη του ήταν: (α) Η υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο σταμάτησαν οι διωγμοί κατά των Χριστιανών, (β) η σύγκληση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, (γ) η αποστολή της μητέρας του, της Αγίας Ελένης, στα Ιεροσόλυμα για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού και των τόπων της παρουσίας του Κυρίου στη γη, (δ) η ανοικοδόμηση της Κωνσταντινούπολης, και (ε) η ολοκλήρωσή του στην Χριστιανική Πίστη με τη βάπτισή του.

Ο Μ. Κωνσταντίνος αγαπούσε ιδιαίτερα τη μελέτη της αγίας Γραφής, αλλά και την προσευχή, προσευχόμενος στον αληθινό Θεό κατά μόνας, καθώς και με όλα τα μέλη του βασιλικού οίκου στα ανάκτορα. Θεσμοθέτησε μάλιστα πρώτος αυτός την Κυριακή, ως την κατεξοχήν ημέρα προσευχής, και την καθιέρωσε με νόμο ως ημέρα αργίας.Ο ίδιος δε, τιμώντας τον Θεό, ακροαζόταν πάντοτε όρθιος τα θεία λόγια.

Στην Κωνσταντινούπολη ανήγειρε μεταξύ άλλων και τον ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου διέταξε και κατασκευάστηκαν δώδεκα λάρνακες (θήκες) προς τιμή των Αποστόλων, σκοπεύοντας να μεταφέρει εκεί τα τίμια λείψανά τους.

Ακόμη, στις 13 Σεπτεμβρίου του 335, τελέστηκαν με λαμπρότητα τα εγκαίνια του πανιέρου ναού της Αναστάσεως, που είχε ανεγερθεί, με δική του επιχορήγηση και τις οδηγίες του στον χώρο του Τάφου του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα.

Η ίδια η Αγία Ελένη είχε δει οπτασία, που την παρακινούσε προς την ιερή της αυτή αποστολή. Η μητέρα του, Αγία Ελένη βοήθησε να χτιστούν οι πρώτοι μεγάλοι ιεροί ναοί της Χριστιανοσύνης, ανήγειρε 25 ναούς στους Αγίους Τόπους. Εκοιμήθη ειρηνικά πιθανώτατα το 328/329 μ.Χ. σε ηλικία 83 ετών.

Το άγιο σκήνος της μεταφέρθηκε στη Ρώμη από τον υιό της και κατατέθηκε στο μαυσωλείο (ροτόντα) γνωστό με το όνομα Tor Pignattara, μέσα σε μεγαλοπρεπή σαρκοφάγο από πορφυρίτη λίθο. Η σαρκοφάγος αυτή φυλάσσεται σήμερα στο Βατικανό Μουσείο.

Συνέβαλλε στον εκχριστιανισμό διαφόρων εθνών κατά την εποχή εκείνη, όπως των Ινδών (σημείωση: δηλαδή των Αιθιόπων, που τότε την Αιθιοπία την έλεγαν και αυτήν Ινδία), όπου κήρυξαν το Ευαγγέλιο ο φιλόσοφος Μερόπιος από την Τύρο με τους μαθητές του Αιδέσιο και Φρουμέντιο.

Ο τελευταίος μάλιστα χειροτονήθηκε επίσκοπος Ινδίας από τον Άγιο Αθανάσιο τον Μεγάλο, αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας.

Πίστευσαν ακόμη στον Χριστό και οι Ίβηρες (Γεωργιανοί), όπου διδάχθηκαν την Πίστη από την Αγία Νίνα, και τέλεσε μεγάλα θαύματα με τη δύναμη του Χριστού.

Η Αγία Νίνα θεράπευσε μάλιστα, τόσο την βασίλισσα Νάνα από ανίατη ασθένεια, όσο και τον βασιλέα Μιριάν (265-342), όταν αυτός επέστρεψε τυφλός από το κυνήγι.

Τότε ο Μιριάν έστειλε πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη προς τον Μ. Κωνσταντίνο, ζητώντας τη βοήθειά του για τον εκχριστιανισμό της Γεωργίας. Ανταποκρινόμενος ο φιλόθεος Κωνσταντίνος, του έστειλε ιερείς μαζί με εικόνες, άγια λείψανα και τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού.

Σε λίγο διάστημα, όχι μόνο οι βασιλείς, αλλά και πλήθη λαού βαπτίστηκαν Χριστιανοί.

Λίγο πριν πεθάνει, αξιώθηκε και του Αγίου Βαπτίσματος, και αμέσως , σαν βγήκε από την αγία κολυμβήθρα, φόρεσε τα λευκά ενδύματα του Βαπτίσματος, τα οποία και δεν απέβαλε μέχρι την κοίμησή του! Δεν θέλησε πια να περιβληθεί τη βασιλική πορφύρα!

Ανέπεμψε δε αμέσως μετά τη βάπτισή του ευχαριστήρια προσευχή προς τον Θεό, επιλέγοντας τα εξής: «Τώρα γνωρίζω ότι είμαι πράγματι μακάριος. Τώρα γνωρίζω ότι δείχθηκα άξιος της αθάνατης ζωής. Τώρα γνωρίζω ότι έγινα μέτοχος του θείου φωτός»!

Έτσι λοιπόν, ευτυχής και ευχόμενος, αφού τακτοποίησε τα της διαδοχής και διαθήκης του, κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 21 Μαΐου του 337, ημέρα της Πεντηκοστής, κατά τις μεσημβρινές ώρες.

Το λείψανο του Κωνσταντίνου τοποθετήθηκε σε χρυσή λάρνακα και μεταφέρθηκε στα ανάκτορα στην Κωνσταντινούπολη, μέχρις ότου αφίχθηκε ο υιός του Κωνστάντιος, οπότε τελέστηκε μεγαλοπρεπής η κηδεία του και κατετέθη η σορός του στη λάρνακα, που είχε ο ίδιος προετοιμάσει, στον ναό των Αγίων Αποστόλων.

Και εκεί ευρισκόμενο το τίμιο λείψανό του, επετέλεσε πολλά θαύματα!Η ιστορία ονόμασε τον Κωνσταντίνο Μέγα και η Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο, μαζί με την μητέρα του Αγία Ελένη.

Πηγή: ekklisiaonline.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News