Π. Πιλάτος: Η ζωή του ανθρώπου που καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο τον Ιησού

Πολιτισμός
Π. Πιλάτος: Η ζωή του ανθρώπου που καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο τον Ιησού

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τον Πόντιο Πιλάτο, το Ρωμαίο κυβερνήτη της Ιουδαίας τον 1ο αι. μ.Χ., ο οποίος δίκασε και καταδίκασε τον Ιησού. Ο άνθρωπος που συνεχίζει να προβληματίζει τους ερευνητές για το ρόλο του σε εκείνα τα γεγονότα διαδέχτηκε τον Βαλέριο Γκράτο το 26 μ.Χ. και κυβέρνησε σκληρά την περιοχή, μέχρι τη στιγμή που παύτηκε από τα καθήκοντά του από τον Βιτέλιο, ύπατο της επαρχίας της Συρίας (36 μ.Χ.).

Η σκληρότητα και η αδιαφορία που επιδείκνυε για τα προβλήματα των Ιουδαίων ήταν οι λόγοι που οι Εβραίοι τον μισούσαν. Σύμφωνα με τα Ευαγγέλια, ο Πιλάτος, κατά τη δίκη του Χριστού, φαίνεται ότι πείστηκε για την αθωότητά Του, αλλά δεν μπόρεσε να αντισταθεί μπροστά στις πιέσεις των Ιουδαίων, που ζητούσαν «άρον άρον σταύρωσον αυτόν». Η καταδίκη από τον Πιλάτο θεωρείτο άλλωστε αναγκαία, καθώς τα μέλη του ιουδαϊκού συνεδρίου δεν μπορούσαν να καταδικάσουν σε θάνατο έναν Ιουδαίο, χωρίς την έγκριση του Ρωμαίου επιτρόπου. Από τα πιο γνωστά στιγμιότυπα της δίκης του Χριστού είναι η κίνηση του Πιλάτου να πλύνει τα χέρια του, αναφωνώντας το «αθώος ειμί από του αίματος του δικαίου τούτου».

Λέγεται ότι ο Πιλάτος αυτοκτόνησε όταν βρέθηκε εξόριστος στη Γαλλία. Απόκρυφα κείμενα κάνουν λόγο για το ότι ο Πιλάτος και η γυναίκα του Κλαύδια Πρόκουλα βαπτίστηκαν χριστιανοί. Ο Ευσέβιος αναφέρει ότι ο Πιλάτος έπεσε σε δυσμένεια στη Ρώμη και οδηγήθηκε στην αυτοκτονία, ενώ κατά άλλους το σώμα του ρίχτηκε στον Τίβερη. Τα νερά, όμως, σύμφωνα με την παράδοση, δεν μπορούσαν να σηκώσουν το βάρος των πράξεών του και έτσι το σώμα του μεταφέρθηκε στη Βιέννη, σε ένα σημείο που ακόμα και σήμερα αποκαλείται ο «τάφος του Πιλάτου». Επειδή όμως το “σκηνικό” επαναλήφθηκε και εκεί, ο θρύλος θέλει το σώμα του να μεταφέρεται στη Λοζάνη, όπου και τάφηκε σε ένα βουνό που ονομάζεται “Πιλάτος”.

Πληθώρα θρύλων για το Ρωμαίο επίτροπο της Ιουδαίας υπάρχουν σε πολλά μέρη της Γηραιάς Ηπείρου, ελάχιστες όμως ιστορικά τεκμηριωμένες πληροφορίες για τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Σύμφωνα με τον Ρωμαιο-Εβραίο ιστορικό Ιώσηφο, ο Πιλάτος διατάχθηκε να επιστρέψει στη Ρώμη μετά τη σκληρή καταστολή μιας εξέγερσης των Σαμαρειτών και έφτασε στην Αιώνια Πόλη λίγο μετά το θάνατο του Τιβερίου, το Μάρτιο του 37 μ.Χ. Αναφέρεται ότι έπεσε σε δυσμένεια από τον Καλιγούλα (37-41 μ.Χ.) και εξορίστηκε στη Γαλατία. Κατά μια παράδοση αυτοκτόνησε στη Βιέννη την ίδια χρονιά ή λίγο αργότερα, το 39 μ.Χ.

Ο Πιλάτος καταγόταν από τη σαμνιτική γενιά των Ποντίων, απ' όπου το πρώτο του όνομα. Στο μικρό χωριό Μπισέντι, στο κέντρο της Ιταλίας, υπάρχουν ακόμα ερείπια ενός ρωμαϊκού σπιτιού, που εικάζεται ότι ήταν το πατρικό του. Ο Πιλάτος έφτασε στην Ιουδαία το 26 μ.Χ. σε ηλικία μόλις 30 ετών, τη νεαρότερη που θα μπορούσε κάποιος να διοριστεί σε αυτό το αξίωμα. Οι πηγές της εποχής εστιάζουν μάλιστα σε αυτό, σημειώνοντας ότι ήταν ανώριμος, με αλαζονική συμπεριφορά, στερούμενη σοφίας και τακτικής.

Ο Πιλάτος κατοικούσε στην επίσημη έδρα των Ρωμαίων επιτρόπων της Ιουδαίας, το ανάκτορο του Ηρώδη στην Καισαρεία. Στην Ιερουσαλήμ πήγαινε τις περιόδους των μεγάλων εορτών, τις πιο επικίνδυνες για την πρόκληση επεισοδίων από τους Εβραίους, όπου, μάλιστα, για την τήρηση της τάξης ή της Pax Romana, της Ρωμαϊκής Ειρήνης, συγκεντρώνονταν στην πόλη υπό τις διαταγές του περίπου τρεις χιλιάδες στρατιώτες. Γενικότερα, η πολιτική του Πόντιου Πιλάτου και ο ρόλος του στο ιστορικό γίγνεσθαι θα ήταν σχεδόν αμελητέος αν δεν ήταν ο άνθρωπος που καταδίκασε τον Ιησού, έστω και αν προσπάθησε να μην επωμιστεί την ευθύνη της καταδίκης αυτής, χρησιμοποιώντας ως τελευταία εναλλακτική λύση το έθιμο που έλεγε να ελευθερώνεται ένας κρατούμενος τις ημέρες του Πάσχα. Εν προκειμένω, ο Ιησούς ή ο Βαραββάς.

Ο ΤΙΒΕΡΙΟΣ (42 π.Χ.-37 μ.Χ.)

Ο αυτοκράτορας της εποχής των Παθών του Ιησού

Στις προσωπικότητες που μνημονεύονται την εποχή των Παθών του Ιησού δεσπόζει μοιραία, λόγω αξιώματος και όχι ενεργούς συμμετοχής σε αυτά, ο αυτοκράτορας της Ρώμης τα χρόνια εκείνα, ο Τιβέριος (42 π.Χ.-37 μ.Χ.). Ο Τιβέριος ήταν γιος της Λιβίας, η οποία έγινε αργότερα σύζυγος του Αυγούστου, αλλά και του Τιβέριου Κλαύδιου Νέρωνα. Έγινε γαμπρός του Αυγούστου με το να μνηστευτεί την κόρη του Ιουλία.

Γνωστός για τις μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες του στη Γερμανία και στη Δαλματία, τιμήθηκε με λαμπρό τρόπο και απέκτησε αρκετά αξιώματα. Υιοθετήθηκε από τον Αύγουστο το έτος 4 μ.Χ. και τον διαδέχτηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο το 14 μ.Χ. Με το γεγονός αυτό τέθηκαν τα θεμέλια της δυναστείας των Ιουλίων-Κλαυδίων. Ο Τιβέριος ήταν ένας ικανός και επιδέξιος πολιτικός, που κατάφερε να εδραιώσει την εξουσία του, καθώς γνώριζε πώς να εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο τις εσωτερικές διαμάχες Γερμανών και Πάρθων, που κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη, και βεβαίως να δρα επ' ωφελεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εγγυώμενος τη σταθερότητα των συνόρων και φυσικά την πολιτική ηρεμία στα όρια της αχανούς αυτοκρατορίας.

Ο Τιβέριος διατήρησε τα σύνορά της χωρίς να επιδιώξει την εξάπλωση της Αυτοκρατορίας, ενώ στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό ενίσχυσε τη θέση και την εξουσία του σε βάρος της ρωμαϊκής Συγκλήτου. Για το λόγο αυτό, όπως ήταν αναμενόμενο, αντιμετώπισε την έντονη εχθρότητα των αριστοκρατών, που γινόταν όλο και πιο μεγάλη. Μετά το θάνατο του στρατηγού Γερμανικού και μέσα σε ένα σκηνικό έντονης καχυποψίας και ιντρίγκων αποσύρθηκε το 26 μ.Χ. στο νησί Κάπρι, κοντά στη Νάπολη, ασκώντας από εκεί την εξουσία μέσω του Σεγιανού.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News