Στα όριά τους οι μικρομεσαίοι: «Βραχνάς» ενεργειακό, αύξηση κόστους πρώτων υλών, μείωση αγοραστικής δύναμης και ακρίβεια

Οικονομία
Στα όριά τους οι μικρομεσαίοι: «Βραχνάς» ενεργειακό, αύξηση κόστους πρώτων υλών, μείωση αγοραστικής δύναμης και ακρίβεια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επιβαρυμένες περισσότερο από ποτέ είναι αυτή την ώρα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα

«Οι δείκτες της οικονομίας δε δείχνουν να βελτιώνονται. Οι απανωτές κρίσεις έχουν προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην επιχειρηματικότητα ή καλύτερα σε όλη την κοινωνία», δηλώνει στη “Νέα Κρήτη” ο Μπάμπης Λεκάκης, πρόεδρος της ΟΕΒΕΝΗ και αντιπρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.

Επιβαρυμένες περισσότερο από ποτέ είναι αυτή την ώρα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα, που στην πλειοψηφία τους είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε σύγκριση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Όπως μάλιστα καταγράφει η έρευνα της ΓΣΕΒΕΕ, έχουν περιορισμένους πόρους, ενώ συχνά δε διαθέτουν την τεχνογνωσία και την κλίμακα για να προσαρμόσουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες ώστε να αναπτυχθούν.

Οι επαγγελματοβιοτέχνες υπενθυμίζουν παράλληλα την πρότασή τους περί θεσμοθέτησης ενός νέου αποτελεσματικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση του φαινομένου υπερχρέωσης, που με επιστολή τους, άλλωστε, είχαν γνωστοποιήσει προς τον πρόεδρο της Βουλής, τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τους υπουργούς Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, και Εργασίας, τον ειδικό γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, τα πολιτικά κόμματα, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας και την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών.

Όπως υπογραμμίζει επίσης η Γενική Συνομοσπονδία, η συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών δεν ανήκει στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών, κρίνοντας ότι είναι επιτακτική η διαμόρφωση, ψήφιση από όλα τα κόμματα και η εφαρμογή μιας κοινής χάρτας πολιτικών για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της υπερχρέωσης, που θα συνδυάζει τα προηγούμενα εργαλεία με την προσθήκη σημαντικών ρυθμίσεων.

Μεταξύ αυτών, «η προστασία της κύριας κατοικίας, η μέριμνα για την προστασία της επαγγελματικής στέγης και των λοιπών παγίων των επιτηδευματιών, η δυνατότητα εξαγοράς ή άμεσης επαναγοράς του δανείου που έχει αποδοθεί σε ταμεία, η απαλοιφή υπολοίπων οφειλής έπειτα από οικειοθελή και συναινετικό πλειστηριασμό ακινήτου, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες για τις οποίες έχει υπάρξει προσημείωση. Να συμπεριληφθούν στη δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση χρέους πρώην επαγγελματίες/συνταξιούχοι που δε διατηρούν την ιδιότητα του επιχειρηματία, αλλά είχαν λάβει δάνειο και διέκοψαν την επιχειρηματική δραστηριότητα εντός της κρίσης, με αντίστοιχη μέριμνα για τους εγγυητές/συνοφειλέτες επαγγελματίες ή συνταξιούχους, ελάφρυνση από τις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις.

Ζητούν, επίσης, τη θεσμοθέτηση ενός μοναδικού ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού ανά επιχείρηση (τουλάχιστον σε μεταβατικό επίπεδο 5 ετών), ο οποίος θα εξυπηρετεί όλες τις οικονομικές λειτουργίες της επιχείρησης, και του οποίου οι τεχνικές παραμετροποιήσεις δύνανται να υπόκεινται σε κάποια κριτήρια, όπως ο κύκλος εργασιών, ύψος οφειλών κ.λπ.».

«Η εξίσωση σήμερα είναι ιδιαίτερα δύσκολη και οι μικρομεσαίοι στα όριά τους», επαναλαμβάνει ο Μπάμπης Λεκάκης.

«Υψηλό χρέος, αυξήσεις των επιτοκίων, ενεργειακό κόστος, επιχειρήσεις που δεν ευνοούνται από την επιδότηση του ρεύματος, πανάκριβες πρώτες ύλες, πολυπλοκότητα του ρυθμιστικού και φορολογικού πλαισίου, γραφειοκρατία» συμπεριλαμβάνονται στα “αγκάθια” που αναφέρει.

 Αρνητικό πρόσημο σε νέες επενδύσεις

Αρνητικό κατά τον ίδιο είναι και το επενδυτικό κλίμα, καθώς τα χρέη «απαγορεύουν» τη συμμετοχή των επιχειρήσεων σε νέα προγράμματα, με πρώτο το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς κρίνονται ως μη βιώσιμες από το τραπεζικό σύστημα. Μεγάλοι χαμένοι η μεταποίηση, η βιοτεχνία και η βιομηχανία.

«Επιβιώνουμε μέρα με τη μέρα ανά 24ωρο, χωρίς σχέδιο για το αύριο», σημειώνει ο κ. Λεκάκης. «Ακόμα και στην αναβίωση των 120 δόσεων, το “κούρεμα” των προσαυξήσεων, όπως προτείναμε, έπεσε στο... κενό. Περιορισμοί ιδιαίτερα κρίσιμοι ειδικά σε περιόδους μεταβολής της οικονομικής πραγματικότητας, όπως στην παρούσα συγκυρία, όπου η μετάβαση στην ψηφιακή και “πράσινη” οικονομία πραγματοποιείται εν μέσω υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης, όταν η χάραξη πολιτικής χωρίς αποκλεισμούς θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες προκλήσεις και ανάγκες που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές ΜμΕ και οι επιχειρηματίες».

Αλλαγή παραγωγικού μοντέλου

Στις αναφορές του προέδρου της ΟΕΒΕΝΗ και αντιπροέδρου της ΓΣΕΒΕΕ η πεποίθηση πλέον αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με το δραστικό περιορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αναλογούν πάνω από το 90% του επιχειρηματικού κόσμου πανελλαδικά. Πεποίθηση που στηρίζει στην περίφημη έκθεση Πισσαρίδη, στην οποία υπάρχει χωριστό κεφάλαιο για τα προβλήματα και τις προοπτικές των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας, για τις οποίες αναφέρεται: «Η κυριαρχία μονοπρόσωπων και πολύ μικρών επιχειρήσεων αποτελεί κυρίαρχο και προβληματικό χαρακτηριστικό, καθώς η παραγωγικότητα στις επιχειρήσεις αυτές είναι γενικά χαμηλή. Καθώς, όμως, καλύπτουν το σύνολο σχεδόν της οικονομίας, οι ΜμΕ διαφέρουν σημαντικά ως προς τα χαρακτηριστικά και τον προσανατολισμό τους».

 Μήνυμα στο πολιτικό προσωπικό της χώρας: «Στηρίξτε τους μικρομεσαίους»

 «Αναστενάζει η αγορά» υπό το βάρος των προβλημάτων, που πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα, διαμηνύει ο αντιπρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ στο πολιτικό προσωπικό της χώρας, με προτεραιότητα στην πολυπλοκότητα του ρυθμιστικού και φορολογικού πλαισίου, τη γραφειοκρατία, την πρόσβαση σε χρηματοδοτικούς πόρους, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τη μετάβαση σε “πράσινα” και βιώσιμα επιχειρηματικά πρότυπα, την ενίσχυση της εξωστρέφειάς τους και τη διεθνοποίησή τους, την υποστήριξή τους σε τεχνογνωσία και δεξιότητες ή/και σε εξειδικευμένο προσωπικό, καθώς και τη στήριξή τους στη διαχείριση των έκτακτων συνθηκών που δημιουργούνται από τις διαδοχικές κρίσεις.

Για τη ΓΣΕΒΕΕ η στήριξη των εργαζομένων είναι μονόδρομος, υποστηρίζοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική οικονομική ανάπτυξη χωρίς ουσιαστική ανάκαμψη της αγοράς εργασίας, αλλά και ριζική επέκταση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, όπως προβλέπει και σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο 80% των εργαζομένων.

Στη χώρα μας οι συλλογικές συμβάσεις καλύπτουν μόλις το 26% των εργαζομένων, όταν σε άλλες χώρες της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης τα ποσοστά κάλυψης ξεπερνούν το 70%.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News