Τραγική κατάσταση για 1 στα 2 νοικοκυριά - Ο μισθός φτάνει μόλις μέχρι τις 18 του μήνα!

Οικονομία
Τραγική κατάσταση για 1 στα 2 νοικοκυριά - Ο μισθός φτάνει μόλις μέχρι τις 18 του μήνα!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τα νοικοκυριά εκδηλώνουν απαισιοδοξία ως προς τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση, η οποία φαίνεται ότι τροφοδοτείται κυρίως από την ακρίβεια, σύμφωνα με έρευνα

Για τα μισά νοικοκυριά της χώρας, το εισόδημά τους φτάνει για να περάσουν 18 μόλις ημέρες του μήνα, την ώρα που η ακρίβεια συνθλίβει τα εισοδήματα εργαζομένων και μικροεπαγγελματιών, που ζορίζονται ακόμη και να βγάλουν στοιχειωδώς τον μήνα!

Στα θλιβερά αυτά συμπεράσματα καταλήγει η ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων της ΓΣΕΒΕΕ με θέμα “Εισόδημα - Δαπάνες νοικοκυριών 2022”.

Σύμφωνα με την έρευνα, τα νοικοκυριά εκδηλώνουν απαισιοδοξία ως προς τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση, η οποία φαίνεται ότι τροφοδοτείται κυρίως από την ακρίβεια, καθώς στο ερώτημα εάν η αύξηση των τιμών έχει επηρεάσει τα νοικοκυριά των ερωτώμενων σε βαθμό να αναγκαστούν να μειώσουν δαπάνες για βασικές ανάγκες, το 56,7% απάντησε «πολύ», το 28,4% «λίγο», ενώ το 14,8% απάντησε αρνητικά.

Η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών (11η κατά σειρά) το 2022 διεξήχθη υπό τις συνθήκες που έχει διαμορφώσει η πολύμηνη κρίση ακρίβειας.

Οι ανατιμήσεις κυρίως στην ενέργεια, που ξεκίνησαν από τα μέσα του 2021 και αυξήθηκαν εκθετικά το 2022 λόγω και των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων, διαχύθηκαν σε όλο σχεδόν το εύρος της οικονομίας, προκαλώντας ιδιαίτερα υψηλό πληθωρισμό.

Τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση, ώστε να περιορίσει τις δυσμενείς επιπτώσεις των ανατιμήσεων στα εισοδήματα των νοικοκυριών, φαίνεται ότι δεν ήταν αρκετά. Όπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών επιδεινώθηκε σημαντικά το 2022, ενώ οι προσδοκίες για το μέλλον σημειώνουν αρνητικό πρόσημο, καθώς πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά (51,9%) εκτιμούν ότι η κατάστασή τους θα επιδεινωθεί το 2023, κάτι που είχε να παρατηρηθεί από την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 2018.

Εκτός από τις χαμηλές προσδοκίες που δημιουργεί η πληθωριστική κρίση, δύο είναι οι βασικές αρνητικές επιπτώσεις των ανατιμήσεων στα νοικοκυριά με βάση τα ευρήματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.

Η πρώτη εντοπίζεται στη διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων μεταξύ των νοικοκυριών με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, και των νοικοκυριών με υψηλά εισοδήματα. Συγκεκριμένα, το 30,1% των νοικοκυριών με εισόδημα έως 30.000 ευρώ δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε το 2022, έναντι 11% που δήλωσε ότι αυξήθηκε και 58,9% που δήλωσε ότι παρέμεινε σταθερό. Στον αντίποδα, το 22,7% των νοικοκυριών με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ δήλωσε πως το εισόδημά του αυξήθηκε, έναντι 16,7% που δήλωσε πως το εισόδημά του μειώθηκε και 60,6% που δήλωσε ότι παρέμεινε σταθερό.

Δεδομένου ότι η εν λόγω επίπτωση παρατηρήθηκε και στις αντίστοιχες έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που διεξήχθησαν κατά τη διάρκεια της πανδημικής έξαρσης, η συνέχιση της τάσης αυτής αρχίζει να λαμβάνει διαστάσεις διαρθρωτικού προβλήματος. Μάλιστα, φαίνεται πως πλέον επηρεάζει έντονα και τα μεσαία εισοδήματα, καθώς σχεδόν 6 στα 10 νοικοκυριά (57,3%) δήλωσαν πως χρειάζεται να κάνουν περικοπές για να καλύψουν τα αναγκαία, ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σχέση τόσο με την έρευνα του 2021 (42,3%), όσο και με τις έρευνες του 2020 (47,9%) και του 2019 (48,7%). Επιπλέον, σταθερά υψηλό παραμένει το ποσοστό των νοικοκυριών που φαίνεται ότι διαβιεί σε συνθήκες ακραίας φτώχιας (11,9%).

Η δεύτερη σημαντική επίπτωση σχετίζεται με την επιδείνωση που παρουσιάζουν τα ευρήματα της έρευνας αναφορικά με τη μηνιαία επάρκεια του εισοδήματος των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά (52,4%) δήλωσαν ότι το μηνιαίο εισόδημά τους επαρκεί για 18 ημέρες (μεσοσταθμικά) και συνδέεται με τις αυξήσεις των τιμών τόσο της ηλεκτρικής ενέργειας, όσο και των ειδών διατροφής, οι οποίες αποτελούν για σχεδόν 6 στα 10 νοικοκυριά τις κατηγορίες που έχουν τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημά τους.

Τέλος, πάνω από 6 στα 10 νοικοκυριά δήλωσαν ότι το “καλάθι του νοικοκυριού” δεν έχει συμβάλει στην αποκλιμάκωση των τιμών, ενώ ως καταλληλότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της ακρίβειας το 51,1% των νοικοκυριών θεωρεί πως είναι η αύξηση μισθών και συντάξεων και το 28,6% η μείωση φόρων και τελών στα καύσιμα.

Ιδιαίτερα αρνητικές προσδοκίες καταγράφονται στα νοικοκυριά για το 2023.

Συγκεκριμένα, πάνω από 1 στα 2 νοικοκυριά (51,9%) εκτιμούν ότι το 2023 θα χειροτερέψει η οικονομική τους κατάσταση, έναντι μόλις του 15,4%, που εκτιμά ότι θα βελτιωθεί και του 29,3% που εκτιμά ότι θα παραμείνει η ίδια.

Η απαισιοδοξία που εκδηλώνουν τα νοικοκυριά ως προς τη μελλοντική οικονομική τους κατάσταση φαίνεται ότι τροφοδοτείται κυρίως από την ακρίβεια, καθώς στο ερώτημα εάν η αύξηση των τιμών έχει επηρεάσει τα νοικοκυριά των ερωτώμενων σε βαθμό να αναγκαστούν να μειώσουν δαπάνες για βασικές ανάγκες, το 56,7% απάντησε «πολύ», το 28,4% «λίγο», ενώ το 14,8% απάντησε πως δεν το έχει επηρεάσει.

Οι αυξήσεις των τιμών τόσο της ηλεκτρικής ενέργειας, όσο και των ειδών διατροφής αποτελούν για σχεδόν 6 στα 10 νοικοκυριά τις κατηγορίες που έχουν τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημά τους και ακολουθούν οι αυξήσεις στη βενζίνη (28,5%) και στο πετρέλαιο θέρμανσης (23,2%).

Ως καταλληλότερο μέτρο για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της ακρίβειας, το 51,1% των νοικοκυριών θεωρεί πως είναι η αύξηση μισθών και συντάξεων και το 28,6% η μείωση φόρων και τελών στα καύσιμα.

Πέφτει κι άλλο ο πληθωρισμός, αλλά οι αυξήσεις συνεχίζονται

Κάτω από το 7% αναμένεται να διαμορφωθεί ο Εθνικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή για τον Φεβρουάριο, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης πτώσης της τιμής του φυσικού αερίου, παρά το γεγονός ότι οι τιμές στα τρόφιμα συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία.

Ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα συνεχίσει την καθοδική του πορεία και τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, λόγω της συνεχιζόμενης αποκλιμάκωσης του φυσικού αερίου, που συμπαρασύρει και την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία θα καταγράφεται μειωμένη σε σχέση με το 2022, για τρίτο συνεχόμενο μήνα. Σε αντίθετη πορεία, οι τιμές των τροφίμων αναμένεται να καταγράψουν αύξηση πάνω από 16% σε ετήσια βάση, αφού συνεχίζεται το φαινόμενο του “ντόμινο” της αύξησης του κόστους παραγωγής, που τείνει μάλιστα να λάβει εντελώς ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Το γεγονός ότι ο πληθωρισμός μειώνεται, έχει την αιτία του ότι - σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat - οι αυξήσεις που είχαν οι τιμές ενέργειας ήταν μέχρι και πέντε φορές μεγαλύτερες από αυτές που έχουν τώρα τα τρόφιμα. Συγκεκριμένα, η μεγαλύτερη αύξηση για τα ενεργειακά προϊόντα ήταν 80% και καταγράφηκε τον Σεπτέμβριο, ενώ η αύξηση στα τρόφιμα είναι μεν σταθερά ανοδική, αλλά η αύξηση που καταγράφηκε τον Ιανουάριο ήταν 15,4%.

Με την υποχώρηση των αυξήσεων στις τιμές της ενέργειας το τελευταίο εξάμηνο, από το 80% τον Σεπτέμβριο, στο 1,6% τον Ιανουάριο, λόγω της παράτασης της καλοκαιρίας σε όλη την Ευρώπη, ο πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει κάτω από το 7% τον Φεβρουάριο, από το 12% τον Σεπτέμβριο.

Αν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς και την υψηλή στάθμιση που έχουν τα καύσιμα στο “καλάθι” του πληθωρισμού, μπορεί να εξηγήσει την πτώση τόσο του εναρμονισμένου όσο και του εθνικού δείκτη τιμών καταναλωτή το τελευταίο εξάμηνο.

Η πρόβλεψη του ΥΠ.ΟΙΚ. για την πορεία των τιμών, κυρίως στα τρόφιμα, είναι ότι η τάση θα συνεχίσει να είναι ανοδική και τους επόμενους μήνες, όσο και αν μειωθεί ο πληθωρισμός. Αν δηλαδή ο Γενικός Δείκτης δε γίνει πάλι αρνητικός (όπως ήταν από το 2012 μέχρι και το 2020), οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται, έστω και με βραδύτερους ρυθμούς απ’ ό,τι το 2022.

Μονιμότερο αντίδοτο στην αύξηση των τιμών θα ήταν η αύξηση των εισοδημάτων. Ωστόσο, τόσο η ΕΚΤ όσο και η Κομισιόν έχουν ταυτιστεί στις παραινέσεις προς όλα τα κράτη-μέλη, για αυξήσεις μισθών χαμηλότερες από τον πληθωρισμό, ώστε τα επιπλέον εισοδήματα να μην αναζωπυρώσουν τις πληθωριστικές πιέσεις.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News