Ύφεση 5,8% προβλέπει η ΤτΕ

Οικονομία
Ύφεση 5,8% προβλέπει η ΤτΕ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τρία σενάρια ενόψει της αβεβαιότητας που επικρατεί

“Χαμηλώνει” το ταβάνι της ύφεσης για φέτος η Τράπεζα της Ελλάδος, εκτιμώντας όμως ότι χρειάζονται συγκεκριμένες κινήσεις για την επιστροφή στην ανάπτυξη το 2021. Στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2019-2020, που υποβλήθηκε χθες στον πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και το Υπουργικό Συμβούλιο, εκτιμάται πως η ύφεση στην Ελλάδα θα κυμανθεί ανάμεσα στο 4,4% και στο 9,4% φέτος.

Επισημαίνεται παράλληλα πως η πορεία ανάκαμψης της κερδοφορίας των τραπεζών ανακόπηκε από την πανδημία, ενώ υπογραμμίζεται πως καταγράφονται μεσοπρόθεσμες προκλήσεις. Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αναφέρεται πως συνέχισαν να υποχωρούν, αναμένεται όμως να αντιστραφεί αυτή η τάση εξαιτίας της πανδημίας.

Η ΤτΕ, επίσης, προβαίνει σε σειρά προτάσεων για τη στήριξη της οικονομίας. Επιμένει στην ανάγκη δημιουργίας εταιρείας διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company), η οποία θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς το σχέδιο “Ηρακλής”, αλλά και στη στοχευμένη μείωση της φορολογίας και ιδιαίτερα των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Η πορεία της οικονομίας

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, καταγράφεται υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της πανδημίας και σημειώνεται πως η Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος υποβάλλεται σε μια περίοδο «μεγάλης αβεβαιότητας και έντονων οικονομικών αναταράξεων».

Η αρνητική εικόνα κατά το α’ τρίμηνο του 2020 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019 οφείλεται κατά κύριο λόγο στην υποχώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων. Αντίθετα, θετική ήταν η συμβολή της δημόσιας κατανάλωσης και των καθαρών εξαγωγών, όπως επισημαίνεται. Η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να περιοριστεί σημαντικά το β’ τρίμηνο, αλλά και στο σύνολο του έτους.

Στην έκθεση του κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα επισημαίνεται πως «παρά τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ ενισχύει την εμπιστοσύνη των αγορών προς την ελληνική οικονομία».

Αναφέρεται παράλληλα πως «οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες που επικράτησαν το 2019 ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές, αντανακλώντας και τις αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας, ενώ παρέμειναν διευκολυντικές και στις αρχές του 2020. Ωστόσο, η ραγδαία επιδείνωση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών από τα μέσα Φεβρουαρίου του 2020, λόγω των εντεινόμενων ανησυχιών των επενδυτών για τις επιπτώσεις της πανδημίας, επέφερε αναπόφευκτα άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών, αλλά κυρίως των εταιρικών, ομολόγων και μεγάλη πτώση στις τιμές των μετοχών. Μετά την ανακοίνωση των μέτρων στήριξης από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών, οι επιπτώσεις της αναταραχής στις τιμές και τις αποδόσεις μετοχών και ομολόγων περιορίστηκαν».

Η ΤτΕ επισημαίνει πως η Ελλάδα επωφελήθηκε από τις αποφάσεις που έλαβε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία αναφορικά με τη χορήγηση παρέκκλισης (waiver) για τους τίτλους που εκδίδει το Ελληνικό Δημόσιο από τα κριτήρια επιλεξιμότητας του Ευρωσυστήματος: α) ως προς την αγορά τους στο έκτακτο λόγω πανδημίας πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ και β) την αποδοχή τους ως εξασφαλίσεων για την παροχή ρευστότητας από το Ευρωσύστημα στις ελληνικές εμπορικές τράπεζες. Η στήριξη αυτή προς την Ελλάδα συνέβαλε ώστε να συνεχιστεί η επιτυχής πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές κεφαλαίων, επιβεβαιώνοντας την εμπιστοσύνη των αγορών στην ελληνική οικονομία, παρά τις συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας σχετικά με τις επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία.

Ύφεση 5,8% το “βασικό” σενάριο

Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει εκπονήσει ένα βασικό και δύο εναλλακτικά σενάρια, το ένα πιο ήπιο και το άλλο πιο δυσμενές σε σχέση με το βασικό σενάριο. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει σημαντικά το 2020, καταγράφοντας ρυθμό μεταβολής -5,8%. Το 2021, η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα ανακάμψει και θα αυξηθεί με ρυθμό 5,6%, ενώ το 2022 θα σημειώσει αύξηση 3,7%.

Σύμφωνα με το ήπιο σενάριο, το οποίο υποθέτει μια πιο σύντομη μεταβατική περίοδο προς την κανονικότητα, το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 4,4% το 2020 και θα αυξηθεί κατά 5,8% και 3,8% το 2021 και το 2022, αντίστοιχα. 

Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, το οποίο συνδέεται με μια ενδεχόμενη αναζωπύρωση του κορωνοϊού, οι συνέπειες της πανδημίας αναμένεται να είναι πιο έντονες και με μεγαλύτερη διάρκεια και η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι βραδύτερη: το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9,4% το 2020, ενώ θα αυξηθεί κατά 5,7% το 2021 και 4,5% το 2022.

Η προσφορά των μέτρων στήριξης 

Η δέσμη δημοσιονομικών μέτρων περιλαμβάνει προσωρινού χαρακτήρα στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως να δημιουργηθούν μόνιμα πρωτογενή ελλείμματα που θα επηρέαζαν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική του δημόσιου χρέους, όπως αναφέρει η ΤτΕ.

Επισημαίνεται όμως πως «οι προβλέψεις υπόκεινται σε σημαντικούς κινδύνους και αβεβαιότητες». Σύμφωνα με την ΤτΕ, ο μεγαλύτερος κίνδυνος σχετίζεται με τυχόν αναζωπύρωση της πανδημίας του κορωνοϊού. Επίσης, η αναμενόμενη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ως απόρροια της προβλεπόμενης ύφεσης θα περιόριζε την παροχή χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, καθυστερώντας την ανάκαμψη των επενδύσεων και της οικονομικής δραστηριότητας. Οι παράγοντες αυτοί θα οδηγούσαν σε επιβράδυνση της ανάκαμψης, σε σημαντική επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών και σε εκ νέου αύξηση του ήδη πολύ υψηλού δημόσιου χρέους. Επιπλέον, μια επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό. Μια πιο θετική του αναμενόμενου έκβαση σχετίζεται με την ταχύτερη υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων.

Οι κίνδυνοι που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον συνδέονται με μια πιο αδύναμη της αναμενόμενης ανάκαμψη της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής οικονομίας, λόγω μιας νέας έξαρσης της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς και με μια επιδείνωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Η ΤτΕ αναφέρει πως η πανδημία του κορωνοϊού αναμένεται να επιδεινώσει σημαντικά κάποια από τα προβλήματα (το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το μεγάλο επενδυτικό κενό) που κληροδότησε στην Ελλάδα η κρίση χρέους της δεκαετίας του 2010. 

Τα αναγκαία μέτρα

Πώς θα αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις

Για την επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων και την επαναφορά της οικονομίας στην αναπτυξιακή τροχιά των τελευταίων ετών, κρίσιμες θεωρούνται, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, οι εξής πρωτοβουλίες από την ΤτΕ:

  • Η αποτελεσματική και ευρεία αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων και των εθνικών δημοσιονομικών πόρων, ώστε να μεγιστοποιηθεί η επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα και να ελαχιστοποιηθεί το δημοσιονομικό κόστος.
  • Η συνέχιση της παροχής άμεσων ενισχύσεων και φορολογικών και ασφαλιστικών διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις και κλάδους που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, προκειμένου οι επιπτώσεις της κρίσης να μην καταστούν μόνιμες.
  • Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και της πολιτικής προστασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης της υγειονομικής κρίσης.
  • Η ταχεία ανάταξη, σε συνδυασμό βέβαια με την προστασία της δημόσιας υγείας, της οικονομικής δραστηριότητας - και ιδιαίτερα της τουριστικής, η εξέλιξη της οποίας δε συνδέεται μόνο με τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και με εξωτερικούς παράγοντες.

Επίσης, αναφέρει πως μεσοπρόθεσμα θα πρέπει να αναληφθούν πρόσθετες πρωτοβουλίες με στόχο:

  • Να αποκατασταθεί η δημοσιονομική σταθερότητα και να μετριαστεί η επίπτωση των έκτακτων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Παράλληλα, θα πρέπει να διατηρηθεί το υψηλό ταμειακό απόθεμα της γενικής κυβέρνησης, ώστε να μη διαταραχθεί η ικανότητα αναχρηματοδότησης των μεσομακροπρόθεσμων δανειακών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου και να αποφευχθεί μια πιθανή αύξηση του κινδύνου αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους στις αγορές κεφαλαίων.
  • Να στηριχτούν οι τράπεζες ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του αύριο, που αφορούν την ψηφιακή τεχνολογία και, κυρίως, τη χρηματοδότηση δυναμικών κλάδων και επιχειρήσεων. Αυτό απαιτεί, κατά προτεραιότητα, την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC). Είναι επιτακτική ανάγκη σύντομα να υλοποιηθούν λύσεις για την αντιμετώπιση όχι μόνο του υψηλού υφιστάμενου υπολοίπου των ΜΕΔ, αλλά και την πολύ πιθανή καταγραφή και νέων ΜΕΔ λόγω της επίπτωσης της πανδημίας. Μια τέτοια λύση είναι η δημιουργία εταιρείας διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company), η οποία θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς το σχέδιο “Ηρακλής”, θα αναλάβει τη διάθεση μέρους των ΜΕΔ, ενώ θα αντιμετωπίζει και το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Η Τράπεζα της Ελλάδος επεξεργάζεται ένα σχήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News