default-image

Κρητικός πούλησε τα κειμήλια των παππούδων για να ζήσει

Κρήτη
Κρητικός πούλησε τα κειμήλια των παππούδων για να ζήσει

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πίσω από τις πόρτες των ενεχυροδανειστηρίων, πίσω από τις βιτρίνες, πέρα από τους ψιθύρους, τις υποψίες και τις σκέψεις για περίεργα, παράνομα δρώμενα, για σκοτεινά κυκλώματα και σκοτεινές συναλλαγές, το σίγουρο είναι ότι εκτυλίσσονται καθημερινά ανθρώπινα δράματα...

Ακόμα και σε εκείνα τα μαγαζιά που τα πάντα γίνονται καθ' όλα νόμιμα και όπως πρέπει, δεν παύουμε να μιλάμε για "εμπόριο ανθρώπινου πόνου" και για συνανθρώπους μας που πέφτουν σε "γαμψά" νύχια...

Οι ίδιοι οι ενεχυροδανειστές φυσικά θα σου πουν πως εξυπηρετούν καταστάσεις και ανθρώπους. Οι άνθρωποι όμως που "εξυπηρετούνται" κάθε άλλο παρά έτσι το βλέπουν...

«Δυστυχώς χρειάστηκε να καταφύγω δύο φορές τα προηγούμενα χρόνια σε ενεχυροδανειστή. Την πρώτη φορά, επειδή με πίεζαν οι τράπεζες για οικονομικές εκκρεμότητες, μάλιστα, που είχα επωμιστεί από άλλον. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία...

Χρειαζόμουν μερικά χρήματα. Αποφάσισα να "σκοτώσω" κάτι χρυσές λίρες που είχα από τα "χαρίσματα" του γάμου μου. Ένιωθα περίεργα από την αρχή. Με ένα σφίξιμο πέρασα την πόρτα, και μπήκα μέσα. Στην πρώτη επαφή με το περιβάλλον αυτό, θυμάμαι ότι ήταν ένα πολύ κρύο συναίσθημα!

Η υπάλληλος μού ζήτησε ταυτότητα. Με θεατρινίστικη διάθεση έκανε ότι σημειώνει τα στοιχεία μου. Της έδωσα τις λίρες. Τις ζύγισε και άρχισε να τις περιεργάζεται. Και πάλι με θεατρινίστικο τρόπο. Σαν να ήταν κάποια περίφημη ειδήμονας, αλλά ήταν φως-φανάρι πως δεν είχε ιδιαίτερες γνώσεις. Όμως δε με ένοιαζε διόλου.

Μετά από ένα μικρό παζάρι, μου έδωσε 300 ευρώ και έφυγα. Δεν είχα διάθεση να παζαρέψω κι άλλο, να συζητήσω κι άλλο. Ένιωθα ένα ψυχοπλάκωμα μεγάλο. Πήρα τα λίγα λεφτά και έγινα "καπνός"», μας εξομολογήθηκε η Ε.Κ.

Λίγα χρόνια μετά, η ίδια αναγκάστηκε να περάσει ξανά τα κατώφλι

Αυτή τη φορά διαφορετικού... «Ξαναπήγα σε άλλο ενεχυροδανειστήριο. Αυτή τη φορά, μάλιστα, δε χρειάστηκε να ψάξω πολύ. Παντού υπήρχαν τέτοια μαγαζιά. Πέρασα από τρία-τέσσερα, έκανα τάχατες ότι χαζεύω απέξω, διάλεξα τελικά ένα και μπήκα μέσα.

Ανέβηκα τα σκαλοπάτια, με λιγότερη αμηχανία λόγω πρότερης εμπειρίας, και με υποδέχτηκε η υπάλληλος, γυναίκα και πάλι. Έδωσα ταυτότητα και της παρέδωσα σε ένα σακουλάκι έξι-επτά κοσμήματα. Κοσμήματα όχι μεγάλης οικονομικής, αλλά τεράστιας συναισθηματικής αξίας για μένα! Βλέπετε, μέσα στο σακουλάκι είχα τη βέρα μου και το βαφτιστικό σταυρό μου.

Και αυτή τη φορά δεν είχα διάθεση, κουράγιο, για πολλά παζάρια. Ήξερα ότι τα χρήματα που μου έδωσε η υπάλληλος, 330 ευρώ μόνο, δεν είχαν καμία σχέση με το πραγματικό αντίτιμο της αξίας των κοσμημάτων. Όταν όμως έχεις ανάγκη, σκύβεις το κεφάλι και κλείνεις το στόμα. Πήρα τα χρήματα, και εξαφανίστηκα»...

Για πολλές περιπτώσεις υπάρχουν δεκάδες αγωγές και μηνυτήριες αναφορές, οι οποίες δεν έχουν φτάσει ακόμη στο επίπεδο της προανάκρισης, που αναμένεται...

Τα κειμήλια των παππούδων

Για οικογενειακό λόγο η προ τριετίας επίσκεψη του Κ.Μ. σε ενεχυροδανειστήριο στο κέντρο του Ηρακλείου... «Δυστυχώς η ζωή σού φέρνει και αναπάντεχα. Ο γιος μου είχε μπλέξει σε μια δικαστική διαμάχη. Έχασε το δικαστήριο. Τέλος πάντων, έπρεπε να πληρώσει ένα ποσό κοντά στα 5.000 ευρώ.

Είμαστε φτωχή οικογένεια. Από συγγενείς και φίλους καταφέραμε να μαζέψουμε τότε κάπου 3.500 ευρώ. Για τα υπόλοιπα δεν υπήρχε λύση. Το μόνο που είχαμε ήταν κάποια χρυσά κοσμήματα, κειμήλια ουσιαστικά από τους παππούδες.

Έβαλα τα χρυσά δαχτυλίδια και ένα χρυσό ρολόι σε ένα σακουλάκι και κίνησα για κάποιο ενεχυροδανειστήριο. Βρήκα μπροστά μου πολλά μαγαζιά. Έκοψα κίνηση απέξω, διάλεξα ένα και μπήκα μέσα.

Μου ζητήσανε ταυτότητα. Ζυγίσανε τα κοσμήματα, τα επεξεργάζονταν, έβαζαν, θυμάμαι, κάτι ειδικά σαν μαντιλάκια με υγρά για να κάνουν εκτίμηση και μου είπαν ότι η τιμή είναι 800-900 ευρώ! "Μα, μόνο;", διαμαρτυρήθηκα. Πίστευα ότι αξίζανε τουλάχιστον 3.000 ευρώ. "Αυτή είναι η τιμή", η ξερή απάντηση.

Τι να κάνω; Συμφώνησα, τα παρέδωσα, πήρα επιτόπου τα μετρητά και έφυγα. Λίγα μέτρα παρακάτω σκέφτηκα να ξαναγυρίσω να τα πάρω πίσω, να τα πάω αλλού. Δεν ξέρω, φοβήθηκα κάτι, το ξανασκέφτηκα και δεν επέστρεψα στο κατάστημα... Γύρισα στο σπίτι θλιμμένος», μας περιέγραψε ο συνταξιούχος Κ.Μ.

Εν κατακλείδι

Οι ευθύνες της Πολιτείας

Η έρευνα αυτή της "Ν.Κ." είχε στόχο, τώρα που έχει "κατακαθίσει ο κουρνιαχτός" από την τεράστια υπόθεση εκμετάλλευσης της φτωχοποίησης που προκάλεσαν τα μνημόνια, να φωτίσουμε άγνωστες και κρυφές πτυχές της κατάστασης.

Οι ευθύνες του πολιτικού κόσμου και των ελεγκτικών μηχανισμών της χώρας είναι τεράστιες για αυτό που συνέβη. Οι σύγχρονοι μαυραγορίτες, "λαδέμποροι της Κατοχής" του 21ου αιώνα, εκμεταλλευόμενοι την ανέχεια και την απελπισία, μπήκαν σε ένα χώρο που υποσχόταν εύκολο και γρήγορο κέρδος. Και η ανθρώπινη πλευρά δεν είναι η μόνη: Υπάρχει - όπως αναλυτικά είδαμε - και μια εκτεταμένη "σκοτεινή πλευρά", που περιλαμβάνει αποδοχή προϊόντων εγκλήματος, εκτεταμένη φοροδιαφυγή και παράνομες πράξεις σωρό.

Όλα αυτά βεβαίως δεν είναι στοιχεία που αφορούν σε όλο τον κλάδο, που περιλαμβάνει πολλούς αξιοπρεπείς επαγγελματίες οι οποίοι εργάζονται νόμιμα και με τα σωστά περιθώρια κέρδους. Αφορούν κυρίως τους "αλεξιπτωτιστές" που "είδαν φως και μπήκαν".

Τώρα που το "μπαμ" έχει τελειώσει, ας ρίξει μια ματιά η Πολιτεία στο άθλιο νομοθετικό πλαίσιο και ας κάνει τις αναγκαίες βελτιώσεις. Γιατί... στο μέλλον μπορεί να ξαναζήσουμε ανάλογες καταστάσεις.

Ρεπορτάζ: Μπάμπης Σαββίδης, Νικόλας Αγγελίνος

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News