Κλιματική αλλαγή: Οκτώ στους δέκα Έλληνες ανησυχούν για το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης

Life
Κλιματική αλλαγή: Οκτώ στους δέκα Έλληνες ανησυχούν για το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πρόσφατη έρευνα, κατέδειξε ένα ολοένα και αυξανόμενο ποσοστό αφύπνισης της κοινής γνώμης στη χώρα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, να χαρακτηρίζει την κλιματική αλλαγή ως ένα «σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης»

Καθώς ο χρόνος μετράει αντίστροφα προς τη διάσκεψη της Γλασκόβης, της COP26 του ΟΗΕ για τις κλιματικές αλλαγές και καθώς η ειδησεογραφία κατακλύζεται από ειδήσεις που καταγράφουν τον σφυγμό του πλανήτη που ψήνεται από τον “πυρετό” της ανόδου της θερμοκρασίας και των ακραίων γεγονότων, αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίον οι Ευρωπαίοι και οι Έλληνες βλέπουν το κλιματικό “θρίλερ” που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Η πιο πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, που είδε το φως της δημοσιότητας, κατέδειξε ένα ολοένα και αυξανόμενο ποσοστό αφύπνισης της κοινής γνώμης στη χώρα, αλλά και σε ολόκληρη την ήπειρο, με οκτώ στους δέκα Έλληνες (84%) να χαρακτηρίζουν την κλιματική αλλαγή ως ένα «πολύ σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης», έναντι ενός εξίσου εντυπωσιακού ποσοστού 78%, κατά μέσο όρο, στην Ε.Ε. Ένας στους δέκα ερωτηθέντες στην Ελλάδα (10%) θεωρεί την κλιματική αλλαγή ως ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος, ποσοστό που σε ευρωπαϊκό επίπεδο αντιστοιχεί στο 18%, ενώ η κλιματική αλλαγή κατατάσσεται στην τέταρτη θέση στην Ελλάδα, ως το πιο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κόσμος, μετά την οικονομική κατάσταση που συγκεντρώνει το 28%, τη φτώχια, την πείνα και τη λειψυδρία με 18% και τη διάδοση μεταδοτικών ασθενειών σε ποσοστό 14%.

⇒Διαβάστε ακόμη: Έρχεται ένας πολύ κρύος και δύσκολος χειμώνας

Έχει ενδιαφέρον ότι στην ερώτηση «ποιον θεωρείτε υπεύθυνο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής;», το 74% των Ελλήνων απάντησε «οι εθνικές κυβερνήσεις», έναντι 63% στην Ε.Ε., το 65% θεωρεί υπεύθυνη και «την Ευρωπαϊκή Ένωση», έναντι 57% στην Ε.Ε., το 62% θεωρεί υπεύθυνες τις επιχειρήσεις και τη βιομηχανία, έναντι 58% στην Ε.Ε. και το 33% απάντησε ότι «είμαστε προσωπικά υπεύθυνοι» για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, έναντι 41% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.

Επιπλέον, το 58% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα απάντησε ότι έχουν αναλάβει ήδη δράση, σε ατομικό επίπεδο, για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής τούς τελευταίους έξι μήνες και προβαίνουν συνειδητά σε βιώσιμες επιλογές στην καθημερινή τους ζωή, έναντι ποσοστού 64% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε. Πιο συγκεκριμένα, 20% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα δηλώνουν ότι έχουν εγκαταστήσει ηλιακούς συλλέκτες στο σπίτι τους, ποσοστό πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που βρίσκεται στο 8%.

Οι ερωτηθέντες στην Ελλάδα συμφωνούν, σε ποσοστό 94%, ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί η αλλαγή του κλίματος και τα περιβαλλοντικά ζητήματα ως προτεραιότητα για τη βελτίωση της δημόσιας υγείας, με το αντίστοιχο ποσοστό κατά μέσο όρο στην Ε.Ε. να είναι 87%. Επίσης, 85% των Ελλήνων ερωτηθέντων θεωρούν ότι το κόστος των ζημιών που οφείλονται στην αλλαγή του κλίματος είναι πολύ υψηλότερο από την απαιτούμενη επένδυση για μια πράσινη μετάβαση, έναντι ποσοστού 74% στην Ε.Ε.

Εννέα στους δέκα Έλληνες πιστεύουν ότι είναι σημαντικό τόσο η εθνική τους κυβέρνηση (91%, έναντι 88% στην Ε.Ε.) όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση (91%, έναντι 87% στην Ε.Ε.) να θέσουν φιλόδοξους στόχους για την αύξηση της χρήσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ως το 2030. Επίσης, το 92% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα συμφωνεί ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου πρέπει να μειωθούν στο ελάχιστο, αντισταθμίζοντας παράλληλα τις εναπομένουσες εκπομπές, ώστε να καταστεί η Ε.Ε. κλιματικά ουδέτερη έως το 2050 (έναντι 90% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.).

Τέλος, 77% των Ελλήνων ερωτηθέντων, έναντι 75% στην Ε.Ε., πιστεύουν ότι τα χρήματα από το σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης θα πρέπει να επενδύονται κυρίως στη νέα πράσινη οικονομία.

Αύξηση στάθμης θάλασσας - Εφιάλτης για τις παραλιακές πόλεις

Το πρόβλημα γίνεται ακόμα σοβαρότερο καθώς, όπως προειδοποιούν οι επιστήμονες, ακόμη κι αν η ανθρωπότητα καταφέρει να περιορίσει την αύξηση της θερμοκρασίας της Γης στον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, η στάθμη του νερού στις θάλασσες θα αυξάνεται επί αιώνες, πλημμυρίζοντας πόλεις που κατοικούνται τώρα από μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους. Αν η θερμοκρασία του πλανήτη αυξηθεί κατά μισό βαθμό επιπλέον, άλλα 200 εκατομμύρια κάτοικοι πόλεων θα πλήττονται τακτικά από πλημμύρες και θα καθίστανται πιο ευπρόσβλητοι καθόσον διαρκούν οι τυφώνες, όπως αναφέρουν στην επιθεώρηση “Environmental Research Letters”.

Η Ασία, όπου βρίσκονται εννέα από τις δέκα μεγαπόλεις που κινδυνεύουν περισσότερο, θα πληγεί πιο σκληρά. Η πλειονότητα των εκτιμήσεων που γίνονται σήμερα για την αύξηση του επιπέδου της θάλασσας και τις απειλές που θέτει για τις παραλιακές πόλεις καλύπτουν την περίοδο μέχρι το τέλος του αιώνα και κάνουν λόγο για αύξηση από μισό έως τουλάχιστον ένα μέτρο. Όμως το φαινόμενο θα συνεχιστεί πέρα από το 2100, υπό την επίδραση της υπερθέρμανσης του νερού και της τήξης των πάγων, όποια κι αν είναι η ταχύτητα της μείωσης των εκπομπών αερίου που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Και ο “βομβαρδισμός” από ειδήσεις που μας υπενθυμίζουν πόσο κοντινός είναι ένας περιβαλλοντικός “Αρμαγεδδώνας” συνεχίζει να γίνεται όλο και πιο τρομακτικός και αφορά όλες τις γωνιές του πλανήτη και ειδικά τις πιο ευάλωτες. Όπως αυτή που γνωστοποίησε η αρμόδια υπηρεσία του ΟΗΕ για το κλίμα, σύμφωνα με την οποία οι φημισμένοι παγετώνες της Αφρικής θα εξαφανιστούν μέσα σε δύο δεκαετίες, 118 εκατομμύρια φτωχοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν ξηρασίες, πλημμύρες ή ακραία ζέστη, ενώ η κλιματική αλλαγή μπορεί να μειώσει κατά 3% το ΑΕΠ της αφρικανικής ηπείρου μέχρι τα μέσα του αιώνα.

Σύμφωνα με τα ιστορικά αρχεία, το 2020 ήταν η τρίτη θερμότερη χρονιά που έχει καταγραφεί στην Αφρική με 0,86 βαθμούς Κελσίου πάνω από τη μέση θερμοκρασία των τριών δεκαετιών πριν από το 2010. Αντίστοιχα, οι παγετώνες στην Ελβετία έχασαν το 1% του όγκου τους το 2021, παρά το πολύ χιόνι που έπεσε στη διάρκεια του χειμώνα και ένα δροσερό καλοκαίρι, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, όπως αποκάλυψε η Ελβετική Ακαδημία Φυσικών Επιστημών.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, «από μετεωρολογική άποψη οι συνθήκες το 2021 ήταν κατάλληλες για να προσφέρουν μια ανάπαυλα στους παγετώνες. Δυστυχώς, σε μια περίοδο κλιματικής αλλαγής, ακόμη και μια “καλή” χρονιά δεν αρκεί για τους παγετώνες».

Τριπλάσια έκθεση σε θανατηφόρες υψηλές θερμοκρασίες

Το πρόβλημα γίνεται ακόμα σοβαρότερο για τους κατοίκους των αστικών κέντρων, καθώς όπως κατέδειξε μια νέα διεθνής μελέτη που ανέλυσε στοιχεία για 13.115 πόλεις, παγκοσμίως, ο αριθμός των ημερών στις οποίες οι άνθρωποι εκτίθενται σε - δυνητικά θανατηφόρους - ακραίους συνδυασμούς ζέστης και υγρασίας έχει τριπλασιαστεί από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα.

Ιδιαίτερα οι μεγάλες πόλεις γίνονται ολοένα πιο ευάλωτες στους καύσωνες και στο θερμικό στρες, γι′ αυτό θα χρειαστούν σημαντικές επενδύσεις στο μέλλον, ώστε να παραμείνουν βιώσιμες, σύμφωνα με τους επιστήμονες. Σε μερικές φτωχότερες περιοχές του κόσμου, όταν η θερμοκρασία και η υγρασία ξεπερνούν ένα “κατώφλι”, μπορούν να πεθάνουν άνθρωποι μέσα σε μόνο λίγες ώρες. Σύμφωνα με τη μελέτη, εάν υπάρχει μεγάλη υγρασία, το πρόβλημα γίνεται ορατό ακόμη και με θερμοκρασίες μόνο 30 βαθμών Κελσίου, επειδή το υποκειμενικό αίσθημα θερμοκρασίας ισοδυναμεί με 41 βαθμούς.

Η έρευνα συμπεραίνει ότι αυτή η τάση, που πλέον επηρεάζει σχεδόν το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού, αποτελεί το συνδυασμένο αποτέλεσμα των συνεχώς ανερχόμενων θερμοκρασιών λόγω κλιματικής αλλαγής και της εκρηκτικής αύξησης του αστικού πληθυσμού σε πολλές χώρες. Στο 17% των πόλεων - σε μία στις έξι - έχει προστεθεί κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες ένας ολόκληρος μήνας με ημέρες ακραίας ζέστης.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον γεωγράφο Κασκάντ Τουχόλσκε του Ινστιτούτου Γης του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), συνδύασαν υπέρυθρες δορυφορικές εικόνες και δεδομένα από χιλιάδες επίγεια όργανα. Βρήκαν ότι οι ημέρες όπου οι κάτοικοι των πόλεων εκτίθενται σε μεγάλη ζέστη και υγρασία αυξάνονται συνεχώς (τριπλασιασμός μεταξύ 1983-2016) και σήμερα περισσότεροι από 1,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι βιώνουν τέτοιες συνθήκες πολλές ημέρες του χρόνου.

Τις τελευταίες δεκαετίες, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι έχουν μετακινηθεί από την επαρχία στις πόλεις, οι οποίες πλέον φιλοξενούν πάνω από τον μισό παγκόσμιο πληθυσμό. Στις αστικές περιοχές, όμως, οι θερμοκρασίες είναι γενικά υψηλότερες απ’ ό,τι στις αγροτικές, λόγω της αραιής βλάστησης, της “παντοκρατορίας” του τσιμέντου και της ασφάλτου, και άλλων παραγόντων που παγιδεύουν τη θερμότητα το γνωστό φαινόμενο της “αστικής θερμικής νησίδας”.

«Η εξέλιξη αυτή έχει ευρείες συνέπειες, αυξάνοντας τη θνησιμότητα και τη θνητότητα, επηρεάζοντας επίσης την ικανότητα των ανθρώπων να εργάζονται, με συνέπεια τη χαμηλότερη οικονομική παραγωγή και την επιδείνωση των υποκείμενων προβλημάτων υγείας».

Οι πόλεις που επηρεάζονται περισσότερο είναι αυτές σε χαμηλά γεωγραφικά πλάτη στη Νότια Ασία, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Η χειρότερα πληγείσα πόλη φαίνεται να είναι η Ντάκα, πρωτεύουσα του Μπαγκλαντές, ο πληθυσμός της οποίας εκτοξεύτηκε από 4 εκατομμύρια το 1983 σε 22 εκατομμύρια σήμερα. Από τις χώρες, πάντως, το μεγαλύτερο πρόβλημα έχει η Ινδία, τέσσερις πόλεις της οποίας - Νέο Δελχί, Κολκάτα, Μουμπάι και Τσενάι - βρίσκονται στην πρώτη δεκάδα των πόλεων με τη μεγαλύτερη αύξηση στο αστικό θερμικό στρες.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News