default-image

Ξενιτεύονται για να αποφύγουν τους μεσάζοντες οι παραγωγοί της Ιεράπετρας

Λασίθι
Ξενιτεύονται για να αποφύγουν τους μεσάζοντες οι παραγωγοί της Ιεράπετρας

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι παραγωγοί των κηπευτικών της Ιεράπετρας και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν για να πουλήσουν μόνοι τους τα κηπευτικά τους

Πριν από πολλά χρόνια οι παραγωγοί κηπευτικών της Ιεράπετρας, ξεκίνησαν να ξενιτεύονται κατά την περίοδο της συγκομιδής των προϊόντων τους, για να πουλήσουν μόνοι τους στους πάγκους των λαϊκών αγορών της Αθήνας, το εισόδημα τους αποφεύγοντας τους μεσάζοντες.

Σε κάποιες περιόδους που το χρήμα κυκλοφορούσε άφθονο στην αγορά, οι παραγωγοί πωλητές λαϊκών αγορών στην Αθήνα, ήταν όλοι σχεδόν ευχαριστημένοι.

«Από τους εκατό περίπου παραγωγούς που συνηθίζαμε τα τελευταία χρόνια να ανεβαίνουμε στην Αθήνα για να πουλήσουμε μόνοι μας τα προϊόντα μας στη λαϊκή, τώρα δεν πρέπει να ξεπερνούμε τους τριάντα. Τα πράγματα έχουν γίνει δύσκολα. Δεν βγαίνει μεροκάματο και τα έξοδα μας είναι πάρα πολλά. Με τον τρόπο που λειτουργεί τώρα η λαϊκή αγορά, νομίζω ότι σιγά - σιγά θα σβήσει. Δεν έχει μέλλον. Οι μόνοι που θα επιβιώσουν είναι οι μεγάλοι παίκτες των αλυσίδων τροφίμων», μας λέει ο πρώην πρόεδρος του Συλλόγου Παραγωγών Πωλητών Λαϊκών Αγορών Αθήνας κ. Μανόλης Μιχαλάκης.

Λίγα και ακριβά τα κηπευτικά

«Φέτος λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που συνεχίζουν να επικρατούν, η παραγωγή είναι μειωμένη, τα κηπευτικά της λαϊκής κατανάλωσης ακριβά, τα χρήματα των καταναλωτών ελάχιστα και εξ’ αυτού του λόγου η γκρίνια και η μουρμούρα όσων φτάνουν μέχρι τους πάγκους μας πολλαπλάσια», μας λέει ο κ. Γιώργος Πηγιάκης, ένας από τους λίγους εναπομείναντες ξενιτεμένους παραγωγούς που επιμένουν να παραμένουν στην ξενιτιά για ένα καλύτερο μέλλον.

«Τις τελευταίες 4-5 εβδομάδες λόγω του κακού καιρού, στις αγορές της Αθήνας μπαίνουν προϊόντα μόνο από την Ιεράπετρα, το Τυμπάκι και την Κουντούρα - Ελαφόνησο. Όλες οι άλλες περιοχές της χώρας μας έχουν μείνει χωρίς παραγωγή νωπών λαχανικών. Από τη στιγμή που τα κηπευτικά είναι λίγα, οι τιμές φυσιολογικά είναι πιο υψηλές σε σχέση με πέρυσι. Βλέπω μελιτζάνες και πιπεριές από 2,50 έως 3,50 ευρώ, ενώ αγγούρια και ντομάτες από 1,20 έως 1,50.

»Όταν οι καταναλωτές βλέπουν τις τιμές να μην ανεβαίνουν πάνω από το 1,20 ψωνίζουν με χαμόγελο, μόλις ιδούν όμως τις τιμές να φτάνουν στο 1,50 για τα αγγουράκια και τις ντομάτες πολυτελείας, τότε αρχίζει η γκρίνια και η μουρμούρα. Για να πάρει κάποιος από τη λαϊκή 3 κιλά ντομάτες μαζεμένες, πρέπει να πουλάμε κάτω από 1 ευρώ», μας είπε ο κ. Γιώργος Πηγιάκης.

Φέτος με τον σχετικά βαρύ χειμώνα μετά τα Χριστούγεννα  και τις χαμηλές θερμοκρασίες, η Νότια Κρήτη έδειξε ότι, το μικροκλίμα της αποτελεί το συγκριτικό πλεονέκτημα στην παραγωγή ευπαθών αγροτικών προϊόντων που μέσα στο καταχείμωνο μπορεί να ξεχωρίζει και για τα εκτός εποχής ποιοτικά κηπευτικά της.

Οι λαϊκές αγορές ξεκίνησαν πριν από 90 χρόνια

Κάτω από τις έντονες διαμαρτυρίες σχεδόν όλων των επαγγελματικών οργανώσεων, που πίστευαν ότι θα ζημιώνονταν τα μέλη τους, ξεκίνησε στις 18 Μαΐου του 1929 η λειτουργία του θεσμού των λαϊκών αγορών. Η πρώτη λαϊκή αγορά στήθηκε στην πλατεία Θησείου της Αθήνας, ημέρα Σάββατο, και η παρουσία του αείμνηστου πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, με το καλάθι στο χέρι να ψωνίζει προϊόντα, έδειχνε την απόφαση της κυβέρνησης του να καθιερώσει το νέο αυτό μέτρο. Εξάλλου, η κερδοσκοπία των τότε μεσαζόντων είχε καταντήσει μάστιγα και η οικονομική κρίση βρισκόταν προ των πυλών. Ίσως ακόμη και οι εμπνευστές του θεσμού να μη γνώριζαν τη δημοφιλία που θα απολάμβανε και τον τρόπο που θα επηρέαζε την καθημερινή ζωή των Ελλήνων το καινούργιο αυτό εγχείρημα. Αλλά και την επιρροή που θα ασκούσε στην εικόνα και τη λειτουργία της πρωτεύουσας και των άλλων μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας.

Οι λαϊκές αγορές πλέον είναι μέρος της ζωής, της κουλτούρας και του πολιτισμού μας, είναι ο συνδετικός κρίκος που ενώνει τον παραγωγό με τον καταναλωτή, ο θεσμός που περιορίζει τους μεσάζοντες.

Οι λαϊκές αγορές δημιουργήθηκαν για την προώθηση, κυρίως των ντόπιων φρούτων και λαχανικών, όμως σιγά-σιγά οι περισσότερες από αυτές άλλαξαν μορφή, αφού επιτράπηκε να πωλούν, πλάι στους παραγωγούς, και μεσάζοντες έμποροι.

Από σημεία συνάντησης παραγωγών και καταναλωτών, από τόποι πώλησης προϊόντων της Ελληνικής γης απευθείας στους καταναλωτές, μετατράπηκαν σε χώρους πώλησης προϊόντων, ντόπιων και εισαγωγής, από εμπόρους.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News