Τέλος χρόνου για τον Κούλε - Ο «Ηρακλής» έκανε τον… άθλο του σε Κούλε και Κνωσό

Κρήτη
Τέλος χρόνου για τον Κούλε - Ο «Ηρακλής» έκανε τον… άθλο του σε Κούλε και Κνωσό

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ορόσημο το 2035 για την αντοχή του εμβληματικού φρουρίου του Ηρακλείου

Για πρώτη φορά η Ευρώπη, με τη σφραγίδα του ΙΤΕ, εξέτασε τις συνέπειες των κλιματικών αλλαγών σε μνημεία, εν προκειμένω την Κνωσό και τον Κούλε για το νησί μας, προτείνοντας λύσεις και ρίχνοντας στο τραπέζι τρόπους για καλύτερη διαχείριση για το μέλλον των θησαυρών της ιστορίας μας. Και για πρώτη φορά δημιούργησε μια βάση η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει τον “πιλότο” για την αναγνώριση των αλλαγών που φέρνουν οι καιροί σε πολλά από τα μνημεία όχι μόνο της Κρήτης αλλά της Ελλάδας και της Ευρώπης, προτείνοντας παράλληλα τρόπους οχύρωσης και πιο αποτελεσματικής αξιοποίησής τους.

Το πλαίσιο είναι απλό στη σύλληψή του, έχοντας ήδη βρει εφαρμογή στην “κυκλική οικονομία”: επενδύεις στον πολιτισμό και εκείνος στο ανταποδίδει με μεγαλύτερες επισκέψεις σε αστικά σύνολα και μνημεία και περισσότερες χρήσεις. Μια νέα λογική προσαρμοσμένη στις ανάγκες αλλά και τους κινδύνους των καιρών, όπως οι κλιματικές αλλαγές, που φτάνει ως την Κρήτη μέσω του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας και του πρωτοποριακού ευρωπαϊκού έργου “Ηρακλής” του Εργαστηρίου Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ.

Η έρευνα των επιστημόνων αποκάλυψε εντυπωσιακά στοιχεία τόσο για την Κνωσό όσο και για τον Κούλε, μνημεία που μαζί με τη μεσαιωνική πόλη Gubbio της Ιταλίας βρέθηκαν στο επίκεντρο του προγράμματος. Αν και διαπιστώνεται το αποτύπωμα της κλιματικής αλλαγής, το κορυφαίο μινωικό ανάκτορο εμφανίζεται σε πλεονεκτική θέση, καθώς δε φαίνεται να κινδυνεύει άμεσα από τη διάβρωση του εδάφους, γεγονός που αποκαλύπτει το πόσο σοφοί ήταν οι πρόγονοί μας τόσο ως μηχανικοί όσο και ως αρχιτέκτονες... Απόδειξη που έρχεται και από τον Κούλε, καθώς η τοιχοδομία του φρουρίου αναδεικνύει τη μαεστρία των κατασκευαστών του, με τις θερμοκρασίες να παραμένουν σταθερές, όπως τις αποτύπωσαν οι καταγραφείς καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, άσχετα με τις καιρικές ατμοσφαιρικές συνθήκες. Όμως ο Κούλες βιώνει τις παθογένειες του παράκτιου μετώπου, που, όντας εκτεθειμένος στους ανέμους που μαστιγώνουν τη βόρεια ακτογραμμή της Κρήτης ήδη από την Ενετοκρατία, όταν ενισχύθηκε η οχύρωση, ήταν το αδύναμο σημείο των τειχών του Ηρακλείου.

Ο “Ηρακλής” όχι απλά επιβεβαίωσε το πρόβλημα αλλά με μετρήσεις επίγειες, δορυφορικές και υποθαλάσσιες το τοποθέτησε και σε βάθος χρόνου “βλέποντας” από το μέλλον την τρωτότητα του φρουρίου απέναντι σε φαινόμενα που συνοδεύουν τις κλιματικές αλλαγές, δηλαδή άνοδο της στάθμης της θάλασσας και αύξηση της συχνότητας εμφάνισης έντονων φαινομένων με υψηλές ταχύτητες ανέμου και στις δύο περιόδους που εξετάστηκαν, με σημείο αναφοράς την περασμένη 30ετία, δηλαδή το εγγύς μέλλον που ορίζεται από το 2035 έως το 2065 και το απώτερο, από το 2070 έως το 2100. Έχει ενδιαφέρον ότι σε όλα τα σενάρια η επικρατέστερη κατεύθυνση ανέμου παραμένει η βορειοδυτική με δευτερεύουσα τη δυτική. Με βάση τα αποτελέσματα των μετρήσεων και τη διαγνωσμένη τάση για αύξηση του κυματισμού, που αποτελεί τη βασική αιτία φθοράς τόσο του Κούλε όσο και γενικά του παραθαλάσσιου τείχους και του παράκτιου μετώπου που περιλαμβάνει και το σύνολο του ενετικού λιμανιού, οι επιστήμονες του Εργαστηρίου Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ προχώρησαν και στην κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων που θα μπορούσαν να επιλύσουν σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα, διασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα των μνημείων.

Ο Κούλες πέρασε κυριολεκτικά από το μικροσκόπιο των ειδικών με την τοποθέτηση σειράς αισθητήρων τόσο εξωτερικά του φρουρίου και σε δύο αίθουσες στο εσωτερικό του, όσο φυσικά και στον πυθμένα, μετρώντας συστηματικά βαρομετρική πίεση, ατμοσφαιρική θερμοκρασία, σχετική υγρασία, ηλιακή ακτινοβολία, βροχόπτωση και άνεμο. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε και στην καταγραφή των μικροκλιμάτων με διακριτικούς αλλά πανίσχυρους αισθητήρες. Τα δεδομένα συνδυάστηκαν τόσο για το εξωτερικό όσο και το εσωτερικό του βενετσιάνικου φρουρίου που δεσπόζει στο ενετικό λιμάνι από τον 16ο αιώνα, αλλά και για τον πυθμένα, όπου ειδικοί αισθητήρες κατέγραφαν για μεγάλο χρονικό διάστημα διαρκώς τη θερμοκρασία του νερού και το ύψος των κυμάτων. Χρησιμοποιώντας μαθηματικές προσομοιώσεις, οι επιστήμονες μπόρεσαν να ανοίξουν μια πόρτα στον χρόνο και να δουν έτσι πώς επιδρά η κλιματική αλλαγή στις κυματικές συνθήκες και πόσο σημαντικές είναι οι συνέπειες για το φρούριο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως μας εξήγησε ο επικεφαλής του Εργαστηρίου Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ κ. Νίκος Καμπάνης, αν και οι τιμές για το 2019 που καταγράφηκαν είναι τυπικές για την περιοχή, προκάλεσαν αίσθηση οι ακραίες στιγμιαίες τιμές της ταχύτητας του ανέμου, οι γνωστές στους μετεωρολόγους “ριπές”, που έφτασαν μέχρι και τα 144 χιλιόμετρα την ώρα. Επίσης εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι, από την επεξεργασία των καταγραφών των παραμέτρων σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους του Κούλε κατά την περίοδο 2017-2018, προέκυψε ότι η κατανομή της θερμοκρασίας στο φρούριο παραμένει σε συγκεκριμένα όρια στους δύο χώρους που παρακολουθήθηκαν, με τιμές που κυμαίνονται από 17οC τον χειμώνα έως και 25οC το καλοκαίρι, κάτι που οφείλεται, όπως μας εξήγησε ο κ. Καμπάνης, κατά κύριο λόγο στο πάχος των οχυρωματικών τοίχων και στην έλλειψη φεγγιτών που διατηρούν τις εσωτερικές συνθήκες σε συγκεκριμένα επίπεδα, παρά τις διακυμάνσεις των εξωτερικών μετεωρολογικών συνθηκών. Ουσιαστικά δηλαδή αποδεικνύεται η μαεστρία των κατασκευαστών του φρουρίου, που είχαν βρει τρόπους για διατήρηση της θερμοκρασίας σε σταθερά επίπεδα.

Ο “Ηρακλής” σήμανε “καμπανάκι” με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν και εξετάστηκαν για το φρούριο, και ειδικά για το τμήμα του μπροστά στον λιμενοβραχίονα, δηλαδή το πλέον εκτεθειμένο στους ανέμους, με τα μοντέλα να “βλέπουν” υπερπήδηση των κυματισμών και κυματική ενέργεια τέτοια, ώστε να αναμένονται μετακινήσεις στο κομμάτι του λιμενοβραχίονα μπροστά στον Κούλε. Η εικόνα αυτή διαπιστώνεται ήδη από το “σκανάρισμα” που πραγματοποίησαν οι επιστήμονες του ΙΤΕ, με τμήματα της θωράκισης του προσήνεμου λιμενοβραχίονα να έχουν κυλήσει και μεταφερθεί σε αποστάσεις μεγαλύτερες των 40 μέτρων από την αρχική τους θέση. Παράλληλα οι υψηλοί κυματισμοί όχι μόνο αναρριχούνται μέχρι το φρούριο, αλλά μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες νερού και αλμύρας στην ήδη βεβαρυμμένη από τον χρόνο λιθοδομή του μνημείου.

Προτάσεις για την οχύρωση του παράκτιου μετώπου

Η μελέτη κάλυψε συνολικά και το παράκτιο μέτωπο, όπου επίσης μοντελοποιήθηκε η προστασία της περιοχής από τον κυματισμό και τον εξίσου διαβρωτικό άνεμο με την κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων, ικανών να θωρακίσουν την περιοχή και τα μνημεία της. Πιο συγκεκριμένα, προτάθηκε ο επανασχεδιασμός του κυματοθραύστη μπροστά από τον Κούλε, που “κόβει” το 90% των κυμάτων που δημιουργούν υπερπήδηση, μειώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο κατά 80% την ποσότητα των σωματιδίων που αφήνουν το υδάτινο αποτύπωμά τους στους λίθους του Κούλε μαζί με το διαβρωτικό αλάτι. Έτσι, όχι απλώς προστατεύεται το μνημείο από την εκτόνωση της κυματικής ενέργειας και την επακόλουθη φθορά στη λιθοδομή του, αλλά το φρούριο οχυρώνεται στατικά από τον κίνδυνο μετατοπίσεων του λιμενοβραχίονα λόγω ακραίων κυματικών φαινομένων, που αναμένονται να είναι συχνότερα στο μέλλον.

Καταλυτική για τη μελέτη και μοντελοποίηση που έδωσε την εικόνα από το κοντινό και μακρινό μέλλον, για όλη την ακτή του Ηρακλείου, με τη διαφοροποίηση του επιπέδου κινδύνου, ως την περιοχή της Αμμουδάρας, στάθηκε η εφαρμογή πρωτοποριακών τεχνικών παρακολούθησης της φθοράς με εφαρμογές που βασίζονται στην τεχνολογία των λέιζερ, ώστε να καταγραφούν οι όποιες μικροπαραμορφώσεις και αλλαγές πάνω στα μνημεία, χρησιμοποιώντας ό,τι πιο σύγχρονο διαθέτει σήμερα η επιστημονική έρευνα.

Η Κνωσός αντέχει στα “σημεία των καιρών”

Αντίστοιχες εφαρμογές μέτρησης δεδομένων και προσομοιώσεις για τις ίδιες μελλοντικές περιόδους χρησιμοποιήθηκαν και για το δεύτερο μνημείο επί κρητικού εδάφους που βρέθηκε στο επίκεντρο του προγράμματος “Ηρακλής”, του μινωικού ανακτόρου της Κνωσού, όπως επίσης και για το τρίτο σκέλος του προγράμματος, τη μεσαιωνική ιταλική πόλη Gubbio. Για τους σκοπούς της μελέτης αναπτύχθηκε από το Εργαστήριο Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ ένα γεωμορφολογικό μοντέλο το οποίο υπολογίζει την πιθανότητα κατολισθήσεων και της έκτασής τους, συνεπεία της μεταβολής του υδρολογικού κύκλου, συσχετίζοντας κλίσεις εδάφους, γεωμορφολογία, γεωλογία, υδρογεωλογία και βλάστηση, σε μια περιοχή, με τις στατιστικές μεταβολές της βροχόπτωσης και της θερμοκρασίας. Όπως προέκυψε από τη μελέτη των δεδομένων, για την περιοχή της Κνωσού δεν προβλέπονται σημαντικές μεταβολές του καιρού λόγω της κλιματικής αλλαγής, εκτός από μια σχετική μείωση της βροχόπτωσης, που ωστόσο δε θα έχει δραματικές συνέπειες. Σύμφωνα με τον κ. Νίκο Καμπάνη, τα αποτελέσματα της μοντελοποίησης έδειξαν για την Κνωσό ότι το έδαφος είναι σχετικά σταθερό και υπάρχει πρακτικά μηδενική πιθανότητα κατολισθήσεων. Οι όποιες μικρομετακινήσεις που έχουν προκύψει κατά το παρελθόν είναι γνωστές μόνο από επιτόπια παρατήρηση και εντοπίζονται στην περιοχή προς την πλευρά του ρέματος της Αγίας Ειρήνης και όχι εκείνης του ανακτόρου της Κνωσού. Αυτό αν μη τι άλλο επιβεβαιώνει ότι οι Μινωίτες ήξεραν όχι μόνο πώς έχτιζαν τα οικοδομήματά τους, είτε εκείνα ήταν μνημειακά είτε εργαστηριακά είτε οικιστικά, αλλά και πού ακριβώς έχτιζαν.

Το συμπέρασμα από το πρωτοποριακό αυτό πρόγραμμα εξετάζεται μέσα από το γενικότερο πλαίσιο του μνημειακού-πολιτιστικού αλλά και τουριστικού ρόλου που επιτελούν Κούλες, Κνωσός και Gubbio. Όπως επισημαίνουν οι υπεύθυνοι του “Ηρακλή”, με τις προβλέψεις της Eurostat για τον τουρισμό και της επικινδυνότητας από την κλιματική αλλαγή, σε βάθος 15 χρόνων, έγινε προβολή εσόδων στο 2030. Αποδείχθηκε ότι η Κνωσός είναι σημαντικά συσχετισμένη με την οικονομία της Κρήτης, άρα είναι αναγκαίες η συνεχής συντήρηση, η προστασία και η ανάδειξή της. Για τον Κούλε και τα ενετικά τείχη, τα οποία παραμένουν τρωτά στα ακραία καιρικά φαινόμενα και την ανύψωση στάθμης της θάλασσας που επιφέρει η κλιματική αλλαγή και η υποβάθμισή τους, αν και έχουν μικρότερη επισκεψιμότητα, η τάση είναι αυξητική για τα προσεχή χρόνια. Τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα αστικών αναπλάσεων στην περιοχή του λιμανιού του Ηρακλείου, υπό το πρίσμα της βιώσιμης ανάπτυξης, καθιστούν επιβεβλημένη τη λήψη μέτρων προστασίας τους, τα οποία έχουν προταθεί μέσα στα πλαίσια του προγράμματος.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News