Εδώ υπάρχει η Κάνδανος! - Το χωριό που ξαναχτίστηκε διαψεύδοντας τη χιτλερική διακήρυξη για αφανισμό (pics)

Κρήτη
Εδώ υπάρχει η Κάνδανος! - Το χωριό που ξαναχτίστηκε διαψεύδοντας τη χιτλερική διακήρυξη για αφανισμό (pics)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί άδειασαν οι δρόμοι, οι πλατείες και τα σπίτια; Γιατί έφτασαν εκεί οργισμένοι οι Γερμανοί; Δεν έγιναν όλα ξαφνικά. Το σημείο της Κανδάνου στον χάρτη θάμπωνε σιγά σιγά. Όλα ξεκίνησαν 20 Μαΐου 1941 μετά από την πτώση των αλεξιπτωτιστών στο Μάλεμε...

Θλιβερές στιγμές μα έμειναν πίσω, η σκοτεινή γραμμή της καταστροφής με τον καιρό μίκρυνε και από εκεί που η Κάνδανος ήταν σαν το λιωμένο κερί αναγεννήθηκε μέσα από τα χαλάσματά της χάρη στη φιλοπατρία των κατοίκων της.

3 Ιουνίου του 1941. Η μέρα που με το πρώτο της φως έσπειρε θρήνο και λύπη. Ήταν η μέρα που οι Γερμανοί επέστρεψαν στην Κάνδανο για να βαρύνουν τις ζωές των κατοίκων του χωριού, να προκαλέσουν μια άθλια εικόνα καταστροφής και να αφανίσουν αυτό τον τόπο της Κρήτης. Και τα κατάφεραν, δεν έμεινε τίποτα, παντού καπνός και νεκρική σιγή. Τις επόμενες ημέρες μάλιστα τοποθετήθηκαν από τους Γερμανούς πινακίδες που έγραφαν τα κατορθώματα τους στα ελληνικά και στα γερμανικά, διατυπώνοντας παράλληλα ότι η Κάνδανος καταστράφηκε εκ θεμελίων για να μην ανοικοδομηθεί ποτέ ξανά. Βέβαια σ αυτές τις σκοτεινές πράξεις και λέξεις δεν έμειναν οι Κανδανιώτες που φορτωμένοι με λύπη, φτώχεια αλλά και θάρρος ξεπέρασαν τα εμπόδια που είχαν και στην περγαμηνή δεν έγραψαν τίτλους τέλους αλλά αρχής δίνοντας έτσι συνέχεια στον τόπο τους αλλά και τιμή σε εκείνους που χάθηκαν.

Γιατί όμως άδειασαν οι δρόμοι, οι πλατείες και τα σπίτια; Γιατί έφτασαν εκεί οργισμένοι οι Γερμανοί; Δεν έγιναν όλα ξαφνικά. Το σημείο της Κανδάνου στον χάρτη θάμπωνε σιγά σιγά. Όλα ξεκίνησαν 20 Μαΐου 1941 μετά από την πτώση των αλεξιπτωτιστών στο Μάλεμε. Το μεσημέρι της 21ης Μαΐου ομάδα Γερμανών εξοντώθηκε στα Κουλουκουθιανά των Βουκολιών. Σ αυτή τη σύγκρουση έπεσε ηρωικά και ο λοχίας Ιωάννης Λαζόπουλος από τα Τεμένια Σελίνου, με άλλους εννέα αγωνιστές.

Προχωρώντας την επόμενη μέρα η ομάδα των Γερμανών βρήκε αντίσταση στην Αγριμοκεφάλα. Εκεί συνελήφθησαν 7 Γερμανοί και σκοτώθηκαν 10. Από διάφορα περάσματα εμποδίστηκε η πορεία τους και στις 23 Μαΐου, ανιχνευτική περίπολος Γερμανών σε μοτοσυκλέτα έφτασε στην Κάντανο στη θέση Ξεροπόταμος όπου έγινε αντιληπτή και τραυματίστηκε ο ένας εξ αυτών οπότε και αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω. Συναντήθηκαν με την υπόλοιπη ομάδα τους που βρισκόταν στα Φλώρια. Εκεί δέχτηκαν επίθεση από όλες τις πλευρές και δίχως να μπορέσουν να αμυνθούν, Κρητικοί τους πήραν το οπλοπολυβόλο, τη σημαία και τον ασύρματο. Το απόγευμα η μάχη είχε λήξει και στον απολογισμό της ήταν 16 Γερμανοί νεκροί, 2 νεκροί και 2 τραυματίες Κρητικοί.

Μετά από τα Φλώρια, το Σάββατο 24 Μαΐου, ακολούθησε αντίσταση στο φαράγγι της Κανδάνου όπου χάθηκαν 45 Γερμανοί. Ανάμεσά τους ήταν και ο Μαξ Σμέλινγκ (Max Schmeling), Γερμανός πρωτοπυγμάχος, ο πρώτος Ευρωπαίος που ανακηρύχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών στην επαγγελματική πυγμαχία. Σε αυτή τη μάχη λοιπόν, πολύτιμο στάθηκε το οπλοπολυβόλο που είχε πάρει από τους Γερμανούς ο Γιώργης Κωστάκης κατά τη μάχη στα Φλώρια.

«Απούχει άρματα ας κρατά κι απού δεν έχει ας βρίσκει...» Δημοτικό τραγούδι του Διγενή Ακρίτα, κρητική παραλλαγή

Το καλοκαίρι του 1941, οι Γερμανοί κέρδιζαν μάχες αλλά εξακολουθούσαν να χάνουν άνδρες από την αντίσταση των Κρητικών. Η Βέρμαχτ στηρίχθηκε στη γερμανική πολιτική κατοχής: «ο τρόμος πρέπει να απαντηθεί με τρόμο» για να αναγκάσει τον πληθυσμό να αποσύρει τη στήριξη του στους αντάρτες. Έτσι την ώρα που η ναζιστική μπότα πατούσε για τα καλά, το μίσος είχε θεριέψει από την αντίσταση των Κρητικών και κάπως έτσι ξέσπασε στην Κάνδανο. Στις 3 Ιουνίου πριν ανατείλει ο ήλιος το χωριό καιγόταν.

Μια ομάδα καταστροφέων είχε φτάσει εκεί με μπιτόνια γεμάτα βενζίνη. Έβαλε φωτιές, έσφαξε ζώα, προκάλεσε τρόμο στους κατοίκους του χωριού.

Μια αυτόπτης μάρτυρας, η Χριστίνα Γρυφάκη, στις αφηγήσεις της για εκείνη τη συννεφιασμένη μέρα έλεγε ότι στις αποθήκες των σπιτιών τους υπήρχαν πιθάρια γεμάτα από το λάδι της χρονιάς τα οποία από τις φωτιές έσπαγαν και ακούγονταν σαν βόμβες.

Οι κάτοικοι παρακολουθούσαν την καταστροφή του χωριού τους από το βουνό. Το χωριό τους καιγόταν μα δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Λέγεται μάλιστα, ότι το ριζίτικο τραγούδι “Απού την Κάντανο ’ρχομαι” που αναφέρεται στην καταστροφή της Κανδάνου γράφτηκε εκείνη την ημέρα.

Οι Κανδανιώτες το ίδιο βράδυ άρχισαν να αναζητούν τους συγγενείς τους και την επόμενη μέρα πήγαν στο χωριό τους για να αντικρίσουν τις πληγές που είχε αφήσει η προηγούμενη ημέρα. Είδαν ανθρώπους σκοτωμένους, ένας ανάπηρος κάηκε αβοήθητος, υπήρχαν κομματιασμένα ζώα στους δρόμους, νεκρική σιγή, καπνός, κλάμα…

Όπως σβήνει μια λάμπα έτσι … ξαφνικά από τη μια στιγμή στην άλλη όλα είχαν καταστραφεί και παντού υπήρχε θρήνος και λύπη. Οι Κανδανιώτες εξαντλημένοι και κυρτοί βάδιζαν δίχως κανένα περιουσιακό στοιχείο και είδος ανάγκης αναζητώντας φιλοξενία. Σαν πρόσφυγες στον τόπο τους και με το νου να κουβαλά το μαρασμό, έψαχναν να βρουν άλλους καινούργιους τόπους διότι σύμφωνα με διάταγμα που είχαν βγάλει οι Γερμανοί, η Κάνδανος ήταν απαγορευμένη περιοχή και δεν μπορούσαν ούτε να την επισκεφτούν, ούτε να την περάσουν και να την διασχίσουν. Κάποιοι έμειναν στις παρυφές των βουνών της περιοχής και κάποιοι άλλοι βρήκαν φιλοξενία στα γύρω χωριά.

Μετά από το έγκλημά τους οι Γερμανοί τοποθέτησαν δυο πινακίδες επιβεβαιώνοντας την καταστροφή. Πρόκειται για γραπτές αποδείξεις που σε κανένα άλλο μέρος της Ευρώπης δεν συναντάτε, ποτέ κατακτητής δεν άφησε γραπτώς το έγκλημά του.

Η πρώτη πινακίδα έγραφε: «Διά την κτηνώδη δολοφονία Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του μηχανικού από άνδρες, γυναίκες, παιδιά και παπάδες μαζί και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του μεγάλου Ράιχ κατεστράφη την 3/6/41 η Κάνδανος εκ θεμελίων διά να μην επανοικοδομηθεί πλέον ΠOTE».

H δεύτερη ανορθόγραφη πινακίδα που έβαλαν οι Γερμανοί έγραφε: «Ως αντίποινον των άπω οπλισμένων πολιτών ανδρών και γυναικών εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερμανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος».

Το 1943 οι Γερμανοί σε μια πινακίδα από μάρμαρο έγραψαν: «Εδώ υπήρχε η Κάνδανος κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών Στρατιωτικών». Στην πλάκα, υποβαθμίζουν σκόπιμα τους νεκρούς τους από 45 σε 25.

Όπως είχε πει και ο Κ.Π. Καβάφης στο ποίημα του “Η ΠΟΛΙΣ”:

«...Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς

τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·

και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις…».

Αυτή τη φρικτή μέρα, οι κάτοικοι της Κανδάνου δεν την ξέχασαν ποτέ. Κουβαλούσαν το στίγμα της καταστροφής, τη συμφορά. Επειδή όμως ο άνθρωπος είναι καμωμένος για τα ωραία, υπερνικά όταν θέλει τον ταραγμένο νου και τα τρομαγμένα μάτια, σχεδιάζοντας αυτό που θέλει ακόμα και πάνω στην καταστροφή. Αυτός ήταν ο δρόμος που ακολούθησαν και οι Κανδανιώτες, γι’ αυτό και το χωριό τους ξαναχτίστηκε διαψεύδοντας τη χιτλερική διακήρυξη για αφανισμό.

 

 

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News