Αυτός είναι ο «πατέρας» του ακτινιδίου - Πώς έφτασε στη χώρα το φρούτο με την… μαλλιαρή όψη

Κρήτη
Αυτός είναι ο «πατέρας» του ακτινιδίου - Πώς έφτασε στη χώρα το φρούτο με την… μαλλιαρή όψη

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Τάσος Μίχος το έφερε στην Κατερίνη τη δεκαετία του ’80, ανοίγοντας ένα μεγάλο κεφάλαιο για την ελληνική γεωργία

Γιατί το παγκοσμίως γνωστό ως kiwi στα καθ’ ημάς αποκαλείται ακτινίδιο; Ο νονός του φρούτου στα ελληνικά, ο γεωπόνος Τάσος Μίχος, ο οποίος το έφερε από τη Νέα Ζηλανδία μέσω Ιταλίας στην Ελλάδα και το «εγκατέστησε» στην Κατερίνη τη δεκαετία του ’80, έφυγε από τη ζωή προχθές σε ηλικία 94 ετών.

Το «νέο» φρούτο βαφτίστηκε ακτινίδιο, διότι αν το κόψεις στα δύο, η τομή μοιάζει με τις ακτίνες μιας ρόδας ποδηλάτου, διηγείται στην ερευνήτρια Ειρήνη Αντώνιου ο ίδιος ο Τάσος Μίχος σε συνέντευξή του, η οποία περιέχεται στο αρχείο του ερευνητικού κέντρου Istorima, του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.

Ο πολυμήχανος γεωπόνος, που έφυγε από τη ζωή προχθές σε ηλικία 94 ετών, έμαθε για το kiwi διαβάζοντας ένα γαλλικό περιοδικό.

«Με το ακτινίδιο παντρέψαμε παιδιά, χτίσαμε σπίτι, να είναι καλά ο κ. Μίχος», λένε οι αγρότες της περιοχής όπου πρωτοφυτεύτηκε. Το ακτινίδιο μέσα στις επόμενες δεκαετίες αναδείχτηκε σε μεγάλο κεφάλαιο για την ελληνική γεωργία και την οικονομία της Ελλάδας, που έφτασε να γίνει η τέταρτη χώρα παγκοσμίως σε παραγωγή και να εξάγει μεγάλες ποσότητες σε πολλές χώρες του κόσμου. Μάλιστα, οι εκτάσεις όπου καλλιεργείται ακτινίδιο αυξάνονται συνεχώς εφόσον προσφέρει καλό εισόδημα και σε πολλές περιοχές αντικατέστησε τον καπνό, που η καλλιέργεια του έχει περιοριστεί πολύ. Η Πιερία είναι η περιοχή με τις μεγαλύτερες ποσότητες και το προϊόν που παράγεται στην περιοχή φέρει ονομασία προέλευσης (ΠΓΕ). Στη Φθιώτιδα το ακτινίδιο έχει κατοχυρωθεί με πιστοποιημένη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ). Φέτος για πρώτη φορά ο πόλεμος στην Ουκρανία και το κλείσιμο κάποιων αγορών έφεραν αναταράξεις στις τιμές πώλησης του πολύτιμου φρούτου.

Ο Τάσος Μίχος, ο γεωπόνος που το γνώρισε στους Έλληνες παραγωγούς, γεννήθηκε το 1929 στην Κορησό Καστοριάς. Τελειώνοντας το σχολείο, έφυγε από το χωριό του για τη Θεσσαλονίκη εν μέσω εμφυλίου πολέμου. Ήταν ο μόνος από τα τρία αδέλφια του που πήγε να σπουδάσει. Οι άλλοι έμειναν στα χωράφια και στα ζώα, όπου όμως και ο ίδιος ήταν γραφτό να επιστρέψει από άλλη οδό.

«Η μάνα μου μού έδωσε να πάρω μαζί μου μια λεπτή κουβέρτα που την κρατούσα κάτω από τη μασχάλη. Ανέβηκα σε ένα από τα φορτηγά που μετέφεραν προϊόντα στη Θεσσαλονίκη. Μέχρι να φτάσουμε έξω από τη Βέροια, μας συνόδευαν τεθωρακισμένα», διηγείται στην ίδια συνέντευξη στο αρχείο του ερευνητικού κέντρου Istorima. Ήταν καλός στα μαθηματικά, αλλά πίστευε ότι αν πήγαινε στο μαθηματικό τμήμα θα έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε καθηγητής, οπότε έδωσε εξετάσεις και πέρασε στη Γεωπονική Σχολή.

Η πρώτη του δουλειά ήταν ως γεωπόνος Εφαρμογών στην Κατερίνη. Κατάφερε όμως να πάρει δύο υποτροφίες, μία από τον ΟΟΣΑ για τη Φλωρεντία και μία ακόμη από τη γαλλική κυβέρνηση, που αφορούσε την τυποποίηση γεωργικών προϊόντων. Και κάπως έτσι είδε και τι συμβαίνει λίγο πέρα από τα δικά μας χωράφια. Διαβάζοντας ένα γαλλικό περιοδικό έμαθε για το kiwi, το φοβερό σε συστατικά φρούτο με τη μαλλιαρή όψη, το οποίο ευδοκιμεί σε περιοχές όπου ευδοκιμούν ο αραβόσιτος και τα μηλοειδή: μήλα, αχλάδια, κυδώνια.

«Αυτό θα κάνει και για εδώ», σκέφτηκε ο πολυμήχανος γεωπόνος και επικοινώνησε με την Ιταλία, το Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, προκειμένου να έρθουν δενδρύλλια μέσω αυτής, καθώς η Ελλάδα δεν μπορούσε τότε να εισάγει απευθείας. Μέσα σε λίγες ημέρες έφτασαν δέκα δενδρύλλια στην Ελλάδα και φυτεύτηκαν δοκιμαστικά στο χωριό Σβορώνο όπου οι εδαφοκλιματικές συνθήκες ήταν παρόμοιες με της Νέας Ζηλανδίας. Ήταν η πρώτη φορά που ο Τάσος Μίχος δοκίμασε το περίφημο φρούτο και του φάνηκε ξινό. Αλλά «για τους Βόρειους, που δεν τρώνε πολλή ζάχαρη, έκανε», λέει στην ίδια συνέντευξη. Η αρχή έγινε σε δύο φυτώρια και μετά ο ένας με τον άλλον εξαπλώθηκε η καλλιέργεια.

Το καλό είναι ότι η ηγέτις όλα αυτά τα χρόνια Νέα Ζηλανδία βγάζει στην αγορά ακτινίδιο τους μήνες που δεν παράγει η Ελλάδα, το δικό μας καλοκαίρι δηλαδή. Έτσι η παγκόσμια αγορά είναι δεκτική όταν συγκομίζονται τα ακτινίδια στην Ελλάδα τον Οκτώβριο, ενώ αντέχουν και τους επόμενους μήνες σε κατάλληλα ψυγεία.

Πηγή: kathimerini.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News