ΤΙΤΑ-ΛΟΥ: Ο σκηνοθέτης Μάνος Βαβαδάκης περιγράφει την εμπειρία του στο Ηράκλειο

Κρήτη
ΤΙΤΑ-ΛΟΥ: Ο σκηνοθέτης Μάνος Βαβαδάκης περιγράφει την εμπειρία του στο Ηράκλειο

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μια συνέντευξη του σκηνοθέτη της παράστασης ΤΙΤΑ-ΛΟΥ λίγο πριν την πρεμιέρα στο Ηράκλειο

Ο σκηνοθέτης Μάνος Βαβαδάκης, λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης «ΤΙΤΑ – ΛΟΥ» στο Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείου, μας μιλά για την παράσταση, τα βαθιά κοινωνικά ζητήματα που θίγει και την εμπειρία του να δουλεύεις στο Ηράκλειο.

Πείτε μας, αρχικά, λίγα λόγια για το έργο.

Δύο αδελφές, η Τίτα και η τυφλή Λου, βρίσκουν ένα γράμμα του πατέρα τους, όπου τις παροτρύνει να εγκαταλείψουν τα πάντα και να ταξιδέψουν στη Σικελία, αναζητώντας θεραπεία για τις πληγές τους. Στο ταξίδι που ακολουθεί θα συγκρουστούν μεταξύ τους ανασύροντας μνήμες, ακροβατώντας μέσα σε όνειρα, για να καταλήξουν στην ειλικρινή αποδοχή του εαυτού τους. Είναι δυο κορίτσια, δυο γυναίκες, που ο χρόνος τις καλεί επιτέλους να ενηλικιωθούν. Αποκομμένες τόσο καιρό από τον κόσμο, εγκλωβισμένες στο στενό οικογενειακό κύκλο, καλούνται, μετά το θάνατο του πατέρα τους, να ανοίξουν τους ορίζοντές τους. Σαν ιδανικές κόρες του Λωτ καλούνται να αποτινάξουν την πατρική εξουσία, να πατήσουν γερά στα πόδια τους και να ζήσουν, όπως αυτές θέλουν. Παρόλο που έχουν ζήσει μια απλή και ευτυχισμένη ζωή, τα τραύματα δεν τα γλίτωσαν. Κανείς μας δεν τα γλυτώνει. Ακόμα κι οι προσεκτικότεροι γονείς θα τραυματίσουν τη ζωή των παιδιών τους, θα μισηθούν από τα παιδιά τους, για να συμφιλιωθούν έπειτα μαζί τους, έστω και μετά θάνατον. Αυτό είναι το ανθρώπινο. Και το έργο αυτό μας προτρέπει. Να συμφιλιωθούμε με τα τραύματά μας, με τα σκοτάδια μας και να βαδίσουμε προς το φως της αγάπης.

Θέματα του έργου αποτελούν επίσης, η γυναικεία χειραφέτηση και η θέση της γυναίκας στον ανδροκρατούμενο κόσμο. Πιστεύετε πως έχουμε κάνει πρόοδο ως κοινωνία στα ζητήματα αυτά;

Το έργο, γραμμένο το 1991, κουβαλά την αισθητική και τις αντιλήψεις εκείνης της περιόδου, που οι γυναίκες μάχονται δυναμικά να κατακτήσουν ορατότητα στους μηχανισμούς εξουσίας. Η θέση της γυναίκας, από την περίοδο συγγραφής του έργου μέχρι σήμερα, έχει ευτυχώς αλλάξει προς το καλύτερο. Την δεκαετία του ‘90 πολύ δύσκολα θα φανταζόμασταν μια γυναίκα ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Την κοινωνική αυτή αλλαγή την οφείλουμε κυρίως στους γυναικείους αγώνες, καθώς και σε ορισμένους μηχανισμούς ισότητας, που δίνουν φωνή στις γυναίκες, όπως η ποσόστωση στις εκλογές. Υπάρχουν όμως πολλά ακόμα που πρέπει να κερδηθούν, για παράδειγμα, ίσες αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα. Φυσικά για αυτή την πρόοδο μπορούμε να περηφανευόμαστε μόνο στις δυτικού τύπου δημοκρατίες. Είναι ακόμα νωπός ο θάνατος της Μαχσά Αμινί στο Ιράν. Πάντως ειδικά για την Ελλάδα, το μοντέλο «pater familias» είναι ακόμα στιβαρό. Ακόμα και ‘γω νιώθω συχνά το βάρος της πατριαρχίας να με πλακώνει. Είναι και για εμάς τους άνδρες τυραννικό να μας αναγκάζει η κοινωνία να ενστερνιστούμε τον ρόλο του προστάτη ή του κληρονόμου πατρικών νουθεσιών. Ακόμα κι ο ρόλος του σκηνοθέτη έχει ρίζες σε μια τέτοια σχέση πατέρα - παιδιών, όπου επιβραβεύει και τιμωρεί τον «καλό και κακό» ηθοποιό. Προσωπικά παλεύω πολύ σκληρά να αποτινάξω αυτή την διπλή τυραννία.

Πως είναι η εμπειρία του να δουλεύεις στο Ηράκλειο;

Δυστυχώς, οι συνθήκες δημιουργίας στο Ηράκλειο είναι απογοητευτικές. Οι περισσότεροι από τους καλλιτέχνες που επιμένουν να παράγουν τέχνη στο Ηράκλειο είναι άξιοι θαυμασμού. Χωρίς ουσιαστική στήριξη, χωρίς κατάλληλες σκηνές, σ’ ένα άναρχο τοπίο ερασιτεχνισμού, προσπαθούν να δημιουργήσουν ρεπερτόριο, να εκπαιδεύσουν το κοινό, να προσφέρουν πνευματικό έργο. Ευτυχώς, η Ιωάννα Σταμούλη, που είχε την ιδέα να με καλέσει να δουλέψουμε μαζί, ανέτρεψε τα δεδομένα που είχα. Μου προσέφερε εξ αρχής ένα απόλυτα επαγγελματικό περιβάλλον εργασίας και μια ασφάλεια, λόγω και του δυναμικού της χαρακτήρα, για να συμβεί αυτή η παράσταση. Ευτυχές ήταν που συναντήσαμε και τη Σοφία Δερμιτζάκη, και έτσι οι τρεις μας συγκροτήσαμε έναν πυρήνα κοινής αντίληψης. Τις ευχαριστώ και τις δύο θερμά. Είναι σίγουρο πως το κοινό μας όραμα δεν τελειώνει εδώ. Πάντως η εκτενής παραμονή μου ξανά στην πόλη που μεγάλωσα, ήταν ευχάριστη. Είδα παλιούς φίλους, την οικογένειά μου και έριξα λίγο και τον εξοντωτικό ρυθμό της αθηναϊκής καθημερινότητας.

Θα επιστρέφατε δηλαδή στο Ηράκλειο, αν οι συνθήκες το επέτρεπαν;

Φυσικά θα επέστρεφα, αν μπορούσα να παράγω καλλιτεχνικό έργο με τις επαγγελματικές συνθήκες που απαιτούνται. Το Ηράκλειο το αγαπώ βαθιά. Απ’ όταν τελείωσα τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, προσπάθησα να έχω διπλή παρουσία στην Αθήνα και στην Κρήτη. Γι’ αυτό και το 2021 σκηνοθέτησα σε παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης την «Πανώρια» του Χορτάτση και τα τελευταία δύο χρόνια δίδασκα υποκριτική στη Δραματική Σχολή «Νότος». Δυστυχώς φέτος, λόγω βεβαρυμμένου προγράμματος, δεν μπορούσα να ταξιδεύω κάθε βδομάδα για τα μαθήματα.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας;

Μετά την ολοκλήρωση των παραστάσεων στο Ηράκλειο, γυρίζω στην Αθήνα με γεμάτο πρόγραμμα. Ξεκινάω πρόβες στο Θέατρο Τέχνης με τον Ακύλλα Καραζήση και την ομάδα μου, την RMS MATAROA, για ένα φιλόδοξο εγχείρημα, τη δραματουργία πάνω σε τέσσερα έργα του Σαίξπηρ με πρωταγωνιστή τον Φάλσταφ, που θα κάνει πρεμιέρα στις 3 Μαΐου. Και τον Μάρτιο σκηνοθετώ σε δραματοποιημένο αναλόγιο την «Κωμωδία των Παρεξηγήσεων» του Σαίξπηρ στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News