Νήσος Χρυσή: Την ήθελαν οι Τούρκοι, η Χούντα ακόμη και η Fiat - Η έκθεση Φιλιππάκη που αγνόησαν τα υπουργεία

Κρήτη
Νήσος Χρυσή: Την ήθελαν οι Τούρκοι, η Χούντα ακόμη και η Fiat - Η έκθεση Φιλιππάκη που αγνόησαν τα υπουργεία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Χρυσή και το Μικρονήσι εμφανίζονται να ανήκουν σε ιδιώτες, συγγενείς νυν και πρώην πολιτικών προσώπων, τον Δήμο Ιεράπετρας ακόμη και σε κοινωφελές ίδρυμα

Ένα κουβάρι που μπερδεύτηκε πριν από 100 χρόνια και συνεχίζει να είναι μπερδεμένο μέχρι σήμερα είναι το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Χρυσής! Η ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας με τη Συνθήκη της Λωζάννης φαίνεται ότι αποτέλεσε την αρχή γύρω από το ιδιοκτησιακό καθεστώς της νήσου Χρυσής και του Μικρονησίου έναντι του Δήμου Ιεράπετρας, στα διοικητικά όρια του οποίου ανήκουν ως εδάφη.

Η «ΝΚ» ανοίγει σήμερα τον φάκελο με το ιδιοκτησιακό της νήσου Χρυσής και του Μικρονησίου από το 1932 που εμφανίζονται τα πρώτα συμβόλαια, σύμφωνα με την έκθεση του δασολόγου Ματθαίου Φιλιππάκη, ενώ ταυτόχρονα φέρνει στο φως άγνωστα στοιχεία και ντοκουμέντα για την ιστορία και τις «περιπέτειες» της νήσου, όταν επιχειρήθηκε στα τέλη του ’60 να κατασκευαστεί ξενοδοχειακή μονάδα από τον πρόεδρο της FIAT Gianni Agnelli και λίγο αργότερα να επιταχθεί ολόκληρο το νησί από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, προκειμένου να γίνει σε αυτό πεδίο βολής και στρατιωτική βάση! Ωστόσο, σήμερα η νήσος Χρυσή εμφανίζεται να ανήκει σε περίπου 50 ιδιοκτήτες, που κατέχουν τεράστιες εκτάσεις γύρω-γύρω από τις ακτές του νησιού.

Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, που θεωρούνται ασφαλείς, μεταξύ των σημερινών φερόμενων ιδιοκτητών είναι ο Δήμος Ιεράπετρας, συγγενείς ή η ευρύτερη οικογένεια νυν και πρώην πολιτικών προσώπων, απλοί ιδιώτες από Κρήτη αλλά και τις Κυκλάδες, μέχρι και ένα ίδρυμα, κοινωφελές μη κερδοσκοπικό φιλανθρωπικό σωματείο, που έχει ιδρυθεί από το 1893 και λειτουργεί ακόμη στην Αθήνα! Είναι λογικό ότι με το πέρασμα των χρόνων και τις κληρονομιές, οι ιδιοκτησίες της Χρυσής, που ξεκίνησε από τρεις ανθρώπους, σήμερα θα έχουν πολλαπλασιαστεί, και είναι επίσης λογικό ότι ανάμεσα στους φερόμενους ως ιδιοκτήτες θα βρίσκονται συγγενείς ή πρόσωπα της ευρύτερης οικογένειας που είναι κοντά σε πολιτικά πρόσωπα, νυν και πρώην!

Ωστόσο, το κουβάρι παραμένει μπερδεμένο από την εποχή που κάποιοι «πονηροί» Οθωμανοί, κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών της Συνθήκης της Λωζάννης δε δίστασαν να δηλώσουν τη νήσο Χρυσή και το γειτονικό Μικρονήσι ως καλλιεργήσιμους και ανταλλάξιμους κλήρους, περνώντας τίτλους στην ΕΤΕ, με σκοπό να πάρουν αντίστοιχο κλήρο στην Τουρκία. Η ΕΤΕ το 1932 πούλησε τα ανταλλάξιμα και έτσι βρέθηκαν τρεις άνθρωποι να κατέχουν δύο νησιά! Έκτοτε άλλοι πούλησαν, άλλοι δώρισαν, άλλοι κληρονόμησαν και συνολικά σήμερα, σύμφωνα με τις προαναρτήσεις του Κτηματολογίου, φαίνονται περίπου 15 οικοπεδικές μερίδες πολλών στρεμμάτων η καθεμία και συνολικά φέρονται, να τις κατέχουν περίπου 50 ιδιοκτήτες!

Το μπερδεμένο ιδιοκτησιακό της νήσου Χρυσής και πολλά άγνωστα στοιχεία γύρω από αυτό είναι δυνατό να αντληθούν από την περίφημη έκθεση του δασάρχη Φιλιππάκη, μια έρευνα που έγινε από έναν και μόνο άνθρωπο και φτάνει σε τόσο βάθος με ντοκουμέντα, έγγραφα ακόμη και αριθμούς συμβολαίων, αποκαλύπτοντας ακόμη ότι υπάρχουν μέχρι και χαμένοι τόμοι από τα Υποθηκοφυλακεία, καθώς κι ένας ολόκληρος φάκελος, τον οποίο είχε πάρει σπίτι του ένας δασάρχης, που πέθανε, και οι συγγενείς δεν τον επέστρεψαν ποτέ στην υπηρεσία! Μάλιστα, σε μια περίπτωση το Δασαρχείο έχτισε κτίσμα για τις υπηρεσίες, του πέτρινο με τουαλέτες, όμως δε λειτούργησε ποτέ για τον σκοπό που χτίστηκε, και έκτοτε οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το κτίσμα του Δασαρχείου χτίστηκε εντός ιδιωτικής έκτασης και με δικαστική απόφαση αποδόθηκε σε ιδιώτες! Μάλιστα, αυτό το περιστατικό είναι πρόσφατο, γιατί υπάρχει και εκείνη η περίπτωση από το μακρινό παρελθόν, που το νησί δόθηκε με απαλλοτρίωση του 1954 σε 5 ακτήμονες κτηνοτρόφους, όμως εκείνοι τσακώθηκαν μεταξύ τους και η απαλλοτρίωση πάρθηκε πίσω, καθώς τα πρόβατα κατέστρεφαν με τη βόσκηση το νησί!

Η εφημερίδα «Νέα Κρήτη» φέρνει σήμερα στο φως τα σημαντικότερα αποσπάσματα και στοιχεία από την έκθεση του δασολόγου Λασιθίου Ματθαίου Φιλιππάκη, ενόψει και της μεγάλης έρευνας από δικηγορικά γραφεία των Αθηνών για λογαριασμό του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) και της Επιτροπής Εφαρμογής και Παρακολούθησης του Σχεδίου Δράσης της Νήσου Χρυσής, υπό την εποπτεία του ΥΠ.ΕΝ. και τη συνδρομή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης, να διερευνηθεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Χρυσής ως πρώτιστο μέλημα για την προστασία του νησιού!

Το ιδιοκτησιακό για τη νήσο Χρυσή και το Μικρονήσι είναι πραγματικά ένα κουβάρι που άρχισε να μπερδεύει πριν από 90 χρόνια και μέχρι σήμερα έχει τυλιχθεί με προσωπικές ιστορίες, «αμαρτίες» και φυσικά πολλά συμβόλαια, απαλλοτριώσεις, κληρονομιές και δωρεές, που οδηγούν στους σημερινούς ιδιοκτήτες, τους οποίους καλείται να εντοπίσει και να διερευνήσει ως προς τους τίτλους και τις υποχρεώσεις τους ο εντεταλμένος νομικός σύμβουλος του ΟΦΥΠΕΚΑ. Το κουβάρι των ιδιοκτησιών καλείται να ξεμπερδέψει σήμερα δικηγορικό γραφείο από την Αθήνα, στο πλαίσιο της δράσης για την προστασία του νησιού, όπου έχει απαγορευτεί από φέτος και για ένα χρόνο κάθε αποβίβαση τουρίστα σε αυτό!

Η ανακίνηση της υπόθεσης του ιδιοκτησιακού των δύο νησιών νότια της Κρήτης αναμένεται να δημιουργήσει νέες αναταράξεις μετά και τις απαγορεύσεις για τουρισμό στο νησί, που οδήγησαν τον Δήμο Ιεράπετρας στο Συμβούλιο της Επικρατείας και σε μηνυτήρια αναφορά. Η έρευνα για τους ιδιοκτήτες των δύο νησιών έρχεται να φωτίσει άγνωστες πτυχές της ιστορίας της Χρυσής, που κάποτε προοριζόταν από τη Χούντα να γίνει στρατιωτικό ορμητήριο και πεδίο βολής, μέχρι και τα σχέδια του Ιταλού ιδρυτή της FIAT Gianni Agnelli για ξενοδοχειακή μονάδα πολλών αστέρων, σχεδόν στο κέντρο του νησιού! Κανένα από τα δύο σχέδια δεν ευοδώθηκε για διαφορετικούς λόγους και το νησί παρέμεινε ακατοίκητο, όχι όμως και απάτητο! Η τουριστική ασυδοσία των τελευταίων δεκαετιών άφησε τα σημάδια του, με το δάσος των κέδρων να αργοπεθαίνει και τις εμφανίσεις της Καρέτα-Καρέτα και της φώκιας Μονάχους-Μονάχους, που κάποτε ήταν συχνές, σήμερα να γίνονται όλο και πιο σπάνιες!

Την ήθελαν οι Τούρκοι, την ήθελε η Χούντα, ακόμη και η Fiat

Η υπόθεση προστασίας της νήσου Χρυσής και του Μικρονησίου ανατολικά αυτής δεν είναι καινούργια. Ήδη από το 2011 είχαν ξεκινήσει κάποιες ενέργειες, όμως, όπως αναφέρει έγγραφο της Διεύθυνσης Δασών Λασιθίου, από την 1η Φεβρουαρίου 2011 «η ιδιοκτησιακή εκκρεμότητα δημιουργεί τριβές με τους φερόμενους ως διεκδικητές. Χαρακτηριστικό δε παράδειγμα είναι ότι επί 10 έτη το εκεί ανεγερθέν δασοφυλακείο με πλήρη εξοπλισμό για τη φιλοξενία των δασοφυλάκων, θηροφυλάκων κ.λπ. έχει καταληφθεί και κατοικείται από φερόμενο ιδιοκτήτη ευρύτερης έκτασης», αναφέρει το έγγραφο με αριθμό πρωτοκόλλου 308 της Διεύθυνσης Δασών Λασιθίου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Κρήτης προς το ΥΠΕΚΑ, διαβιβάζοντας για δεύτερη φορά την έκθεση του δασολόγου Ματθαίου Φιλιππάκη, η οποία είναι αποκαλυπτική.

Η έκθεση του Ματθαίου Φιλιππάκη διαβιβάστηκε στις 30 Μαρτίου 2010 στο ΥΠΕΚΑ, όμως είχε ξεκινήσει η έρευνα και σύνταξή της από το 1988 και αφορούσε περίπου το 95% των ιδιοκτησιακών ζητημάτων που εξετάζονται σε δύο περιόδους α) από το 1932 που πουλήθηκαν ως ανταλλάξιμα κτήματα πάνω στη Χρυσή από την Εθνική Τράπεζα και φτάνει ως το 1980, και β) από το 1981 ως το 2008.

Επί οθωμανικής κατοχής

Σύμφωνα με την έκθεση της Διεύθυνσης Δασών Λασιθίου που συντάχθηκε από τον δασολόγο Ματθαίο Φιλιππάκη, επί οθωμανικής κατοχής οι νήσοι φαίνεται να τελούσαν υπό το ειδικό ιδιοκτησιακό του οθωμανικού νόμου που άρχισε να ισχύει από το 1858. Στην Κρήτη υπήρχαν ιδιαιτερότητες ως προς το ιδιοκτησιακό ως κατάλοιπο της βυζαντινής και ενετικής εποχής. Πριν το 1858 η έκθεση αναφέρει ότι δεν είναι γνωστό αν το ιδιοκτησιακό καθεστώς των νήσων αφορούσε σε δημόσια ιδιοκτησία με ωφέλιμη παραχώρηση σε ιδιώτες, αν ήταν αποκλειστικά δημόσια τα κτήματα ή υπήρχαν ιδιόκτητες γαίες ως λάφυρα, τίτλο Mulk του σουλτάνου, παραχωρήσεις (Temlik), νεκρές γαίες ή βακούφια. Από το 1858 με τον κωδικοποιημένο οθωμανικό νόμο η κατάσταση αλλάζει, δεδομένου ότι τα εδάφη σε Χρυσή και Μικρονήσι ήταν άγονα, χέρσα και περιορισμένης βοσκοϊκανότητας, για 2-3 μήνες το πολύ. Δεν μπορούσαν να υπάρξουν καλλιέργειες, παρά μόνο στο βορειοδυτικό τμήμα κάποιες μικρές σπορές και κήποι δίπλα σε υφάλμυρα υπάρχοντα πηγάδια, ενώ το 95% της Χρυσής καλύπτεται από αλότοπους, ζώνες αιγιαλού, αμμοθίνες, αποικίες σκίνου, φρυγανότοπους, ποώδη βλάστηση, δάση αμμοθινών αρκεύθου και κυρίως βραχώδη εδάφη. Εξάλλου είναι γνωστό, σύμφωνα με την έκθεση Φιλιππάκη, ότι από τα ιστορικά χρόνια ως το 1954 γινόταν συλλογή καρπών για εξαγωγή δεψικών ουσιών και υλοτομίες για παραγωγή ξυλείας και συνεπώς η Χρυσή είχε δασική χρήση. Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα και τον κωδικοποιημένο οθωμανικό Κώδικα, ο συντάξας την έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι γαίες από το 1858, που εισήχθη ο νόμος, ήταν «δημόσιες-κρατικής ιδιοκτησίας με τη σύγχρονη έννοια, που ανήκαν στην άμεση διοίκηση και ιδιοκτησία του οθωμανικού κράτους. Τις γαίες αυτές αποτελούσαν κυρίως τα δάση και οι δασικές εκτάσεις. Συνεπώς επί οθωμανικής κατοχής οι νήσοι Χρυσή και Μικρονήσι ήταν γαίες δημόσιες με βάση τον οθωμανικό Κώδικα περί δασών.

Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε και μετά τη σύμβαση της Χαλέπας το 1878, με τη μερική αυτονομία της Κρήτης, και μετά την ίδρυσης της Κρητικής Πολιτείας, μέχρι και το 1904, οπότε τέθηκε σε ισχύ ο Κρητικός Αστικός Κώδικας που διατήρησε το κληρονομημένο καθεστώς ιδιοκτησίας των Οθωμανών στην Κρήτη. Όπως αναφέρει η έκθεση Φιλιππάκη για την περίπτωση των νήσων Χρυσής και Μικρονησίου καθώς και όλων των βραχονησίδων, είναι αποκαλυπτικό το Ε.Π. 61/1.6.1974 της Οικονομικής Εφορίας Χανίων που επικαλείται το άρθρο 1 σε συνδυασμό προς το άρθρο 20 του Συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας, σύμφωνα με το οποίο «ουδέν επί των παρακείμενων νησίδων συμπραγμάτων δικαίωμα αποκτάται άνευ αδείας της κυβερνήσεως...» και παρακάτω: «Νησίς Χρυσή δεν ενετοπίσθη προς το παρόν παρ’ ημών, ενδεχομένως λόγω του δασοσκεπούς της να μην εξεμισθούτο ως αγριάς...». Συμπεραίνεται λοιπόν ότι οι νήσοι Χρυσή και Μικρονήσι ουδέποτε επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπήρξαν αντικείμενο τακτικής παραγωγικής χρήσης και λόγω του δασοσκεπούς και άγονου, άρα ήταν κρατική ιδιοκτησία. Μάλιστα, με την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα το 1913, και τον Νόμο 147/1914 περί της «εν ταις προσαρτωμένας χώραις νομοθεσίας και της δασικής αυτών οργανώσεως», ορίστηκε ότι διατηρούνται άθικτες οι γαίες που τελούσαν υπό την κυριαρχία του οθωμανικού κράτους, ενώ με τον Νόμο 262/1914 έγινε ρητό ότι δεν παραγράφονται τα δικαιώματα του Δημοσίου που ορίζονταν σύμφωνα με το Οθωμανικό Δίκαιο, εκτός από όσα είχαν τίτλο “Ταπί”.

Οι Τούρκοι που δήλωσαν ιδιοκτήτες των νησιών!

Η Χρυσή και το Μικρονήσι δεν αναφέρθηκαν ονομαστικά στη σύμβαση ειρήνης και στο ειδικό πρωτόκολλο, με αποτέλεσμα το διάστημα που μεσολάβησε τα νησιά να καταπατηθούν, εικάζει ο συντάξας της έκθεσης. Σύμφωνα με τον δασολόγο Ματθαίο Φιλιππάκη, «πιθανολογείται ότι έγιναν αντικείμενο καταπάτησης, όπως την υπόθεση εργασίας αυτή ενισχύσει το έγγραφο της Εθνικής Τραπέζης Ελλάδας με αριθμό 1232/6.12.1938, ενώ οι εκκρεμότητες είχαν ήδη κλείσει από το 1923 με τη συμφωνία της ανταλλαγής πληθυσμών και γαιών. Έτσι, σύμφωνα με τρία ιστορικά έγγραφα: α) την από 21/6/1924 απόφαση της Μικτής Επιτροπής, β) το 1232/6.2.1938 έγγραφο της ΕΤΕ και γ) το 1611/16.6.1970 έγγραφο της Εφορίας Ιεράπετρας οι εκτάσεις στη Χρυσή και το Μικρονήσι πλην των παραλιών και του αιγιαλού ανήκαν στους ανταλλαγέντας μουσουλμάνους Νεμιά Σικέρ Παπατσόγλου, Ταχήρ Βέη Παπατσόγλου, Ζινιές, Μελενιέ και Κεπαρέ Παπατσόγλου και με την ανταλλαγή περιήλθαν στο Ελληνικό Δημόσιο. Επρόκειτο για τους πρώτους ιδιοκτήτες που αναγνωρίστηκαν χωρίς τίτλο για τα 6.000 στρέμματα. Βέβαια από την άλλη, ουσιαστικά, το Ελληνικό Δημόσιο προσάρτησε της νησίδες χωρίς να επιδέχεται κυριαρχική αμφισβήτηση από την Τουρκία. Έτσι η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας προχώρησε κατά την πρακτική των ανταλλάξιμων γαιών στην εκποίηση των εκτάσεων που οι ανωτέρω Οθωμανοί δήλωσαν φεύγοντας ως ιδιοκτησίες τους. Οι ιδιοκτησίες αυτές που παραδόθηκαν στην ΕΤΕ πουλήθηκαν εν συνεχεία ως ανταλλάξιμα στους πρώτους Κρητικούς ιδιοκτήτες το έτος 1932».

Οι πρώτοι Κρητικοί ιδιοκτήτες

Με το συμβόλαιο της ΕΤΕ αρ. 54 του 15364/1932, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας μεταβιβάζει τη νήσο Χρυσή και το Μικροσήσι στους τρεις αρχικούς ιδιώτες. Τιμή πώλησης ήταν 1.041.000 δρχ., εκ των οποίων καταβλήθηκαν επιτόπου οι 141.000 δραχμές και το υπόλοιπο των 900.000 δραχμών σε δόσεις και τόκο 300.000 δρχ. (στην έκθεση δε φαίνεται ξεκάθαρα το ποσό), με ορίζοντα αποπληρωμής της τελευταίας δόσης τον Ιούλιο του 1942. Η μεταγραφή έγινε στο βιβλίο υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Ιεράπετρας και συγκεκριμένα στον τόμο 127, ο οποίος, σύμφωνα με την έκθεση Φιλιππάκη, αγνοείται από το Υποθηκοφυλακείο Ιεράπετρας, και από τον οποίο θα αποδεικνυόταν αν τελικά οι αγοραστές εξόφλησαν τις δόσεις τους. Ακολουθεί έγγραφο της Γενικής Διοίκησης Κρήτης προς την ΕΤΕ, ζητώντας τους τίτλους ιδιοκτησίας με βάση τους οποίους περιήλθαν οι νήσοι στην Εθνική Τράπεζα, με την τελευταία να απαντά ότι περιήλθαν με το πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής από 24/2/1926 στην κατοχή της. Η αλληλογραφία με τη Γενική Διοίκηση Κρήτης και την ΕΤΕ συνεχίζεται, ζητώντας προγενέστερους τίτλους, που φυσικά δεν ανευρέθηκαν. Έτσι η έκθεση Φιλιππάκη καταλήγει ότι «το ενδεχόμενο να δηλώθηκαν οι νήσοι ως ιδιόκτητες αυθαιρέτως από δόλο από τους ανταλλαγέντες μουσουλμάνους και κατά μεθόδευση από τις τοπικές επιτροπές ενισχύεται». Τέσσερα χρόνια μετά την αγοραπωλησία του 1932, δηλαδή το 1936, οι νέοι ιδιοκτήτες ζήτησαν παράταση αποπληρωμής των δόσεων σε 20 χρόνια, ενώ ήδη από έγγραφο της ΕΤΕ προκύπτει ότι δεν είχε ως τότε καταβληθεί ούτε η δόση της πρώτης 10ετούς ρύθμισης. Εντέλει δόθηκε παράταση αποπληρωμής 6 ετών, δηλαδή ως το έτος 1948, ενώ με νεότερο αίτημα δίνονται άλλα 6 χρόνια παράταση, δηλαδή ως το έτος 1952. Μάλιστα το Υποκατάστημα Σητείας της ΕΤΕ ζήτησε το 1937 να μειωθεί ο χρόνος αποπληρωμής, «για να μην εγείρουν παρόμοιες αξιώσεις και οι λοιποί οφειλέτες εκ Ιεράπετρας», καταλήγοντας η έκθεση Φιλιππάκη στο συμπέρασμα ότι μάλλον «οι αρχικοί αγοραστές επιχειρούσαν να αποφύγουν την καταβολή των δόσεων όχι από πραγματικούς λόγους οικονομικής ανέχειας, αλλά κατά ιδιοτελή μεθόδευση». Στην πραγματικότητα ως σήμερα δεν έχει ανευρεθεί κάποιο έγγραφο που να δηλώνει την πλήρη αποπληρωμή των δόσεων ως το 1952. Το μόνο που έχει βρεθεί είναι το αρχικό συμβόλαιο που προσδιορίζει την αποπληρωμή από το 1925 ως και το 1932, ενώ υπάρχει κάποια αλληλογραφία της Εθνικής Τράπεζας από το 1935 ως το 1939 που δηλώνει ότι δεν έχουν γίνει οι αποπληρωμές.

Αυτό το σταυρόλεξο καλούνται σήμερα να λύσουν οι δικηγόροι στους οποίους ο ΟΦΥΠΕΚΑ (Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής) αναθέτει τον έλεγχο του ιδιοκτησιακού των νήσων.

Ο χαμένος τόμος 127!

Ένα σημαντικό εύρημα στην έκθεση Φιλιππάκη είναι το γεγονός ότι ο τόμος των μεταγραφών- υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Ιεράπετρας που αφορά τις ιδιοκτησίες Χρυσής και Μικρονησίου έχει χαθεί! Όπως αναφέρεται στην έκθεση, είναι ερευνητέο αν υπάρχει ο τόμος 127 ακόμη και στο Γενικό Αρχείο του Κράτους, όμως ως τώρα από τα έγγραφα δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Ο τόμος 127 φέρεται να είναι χαμένος πριν από το 1970, οπότε και συντάχθηκε η καθοριστική διανομή Τζέλιου, με την οποία επαναχώρησαν οι αρχικοί προκάτοχοι και διάδοχοι στην ιδιοκτησία των νήσων. Αντιθέτως ο τότε υποθηκοφύλακας είχε εκδώσει καθαρά πιστοποιητικά βαρών, διεκδικήσεων και κατασχέσεων για τις εκτάσεις των νησιών, ενώ η υποθηκοφύλακας που ανέλαβε στην Ιεράπετρα το 1976 είχε ειδοποιηθεί ότι σε αποθήκη μέσα στην πόλη της Ιεράπετρας, ιδιοκτησίας του προηγούμενου υποθηκοφύλακα, είχαν βρεθεί βιβλία και τόμοι του Υποθηκοφυλακείου. Επρόκειτο για 536 τόμους μεταγραφών, υποθηκών και μερίδων, γραμμένους στην ελληνική και την τουρκική γλώσσα, και οι οποίοι παραδόθηκαν το 2002 στο Γενικό Αρχείο του Κράτους στο Ηράκλειο και συντάχθηκε πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής, όμως χωρίς να γίνει σχετική καταγραφή των τόμων. Έτσι ο τόμος 127 αγνοείται, ενώ το Γενικό Αρχείο του Κράτους δηλώνει αδυναμία να αναζητήσει στο αρχείο του τον τόμο αν υπάρχει!

Μάλιστα, όπως επισημαίνει η έκθεση Φιλιππάκη, οι τόμοι στο Υποθηκοφυλακείο Ιεράπετρας αρχίζουν από τον αριθμό 135 και παραλείπονται όλοι οι προηγούμενοι - μεταξύ αυτών και ο 127 - σώματα εγγραφών υποθηκών υπάρχουν μετά το 1947, ενώ οι εξαλείψεις βαρών υποθηκών και κατασχέσεων υπάρχουν από το 1939 και μετά, και περιέργως δεν υπάρχει το έγγραφο που λογικά θα έπρεπε να εκδοθεί το 1952 για την αποπληρωμή των δόσεων. Μάλιστα, για το συγκεκριμένο γεγονός, η έκθεση Φιλιππάκη καταλήγει ότι «έως τώρα, παρότι έχει αναζητηθεί επιμόνως, δεν έχει ανευρεθεί τίποτα στο Γενικό Αρχείο του Κράτους, στο Υποθηκοφυλακείο Σητείας, στο Υποθηκοφυλακείο Ιεράπετρας, στο αρχείο του τέως συμβολαιογράφου Σητείας Αγγελάκη, στο αρχείο της Εθνικής Τραπέζης, του τέως υπουργείου Γεωργίας και της τέως Διεύθυνσης Γεωργίας Νομού Λασιθίου».

Περίπου τέτοια τύχη έχει και ο φάκελος για την περιοχή Κουδουνάτα και το κτήμα της ΕΤΕ, καθώς φέρεται ένας δασάρχης να κατείχε σπίτι του τους φακέλους και, όταν πέθανε, αυτοί δεν αποδόθηκαν ποτέ στην Υπηρεσία.

Η απαλλοτρίωση του 1954

Το 1954 το υπουργείο Γεωργίας προχωράει σε αναγκαστική απαλλοτρίωση των νησιών, προκειμένου να τα αποδώσει σε ακτήμονες Κρητικούς. Η περίοδος που ακολουθεί αφορά τη διαδικασία απαλλοτρίωσης του υπουργείου Γεωργίας, ενστάσεις της διανομής, άρση της απαλλοτρίωσης, αποβολή “κληρούχων” κτηνοτρόφων, μεταβιβάσεις, ανακατατμήσεις και την κρίσιμη πράξη εσωτερικής διανομής του 1970 (Τζέλιου), σύμφωνα με την οποία οι κληρονόμοι των τριών αρχικών συνιδιοκτητών επαναχώρησαν με διανομές, «προβαίνοντας με αυτόν τον τρόπο στην πλήρη επανακατάληψη του νησιού», αναφέρει η έκθεση Φιλιππάκη. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση κηρύσσεται με το υπ’ αριθμ. Ε/4475/15.11.1954 του υπουργού Γεωργίας, προκειμένου να αποκατασταθούν ακτήμονες κτηνοτρόφοι με βάση το άρθρο 104 του Νόμου 2185/52. Ωστόσο το ερώτημα που τίθεται είναι καίριο: γιατί να απαλλοτριωθεί μια έκταση που έχει ήδη πουληθεί από το Δημόσιο σε ιδιώτες. Κατά την παράθεση των γεγονότων και των εγγράφων, φαίνεται ότι οι αρχικοί τρεις ιδιοκτήτες ζήτησαν την ανάκληση της απόφασης απαλλοτρίωσης, εντοπίζοντας πολλά κακώς κείμενα με τη νομοθεσία, και προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας το 1955, όμως έχασαν. Η απαλλοτρίωση συνεχίστηκε, με την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων του Λασιθίου το 1959 να καθορίζει 3,5 χιλιάδες στρέμματα, καθώς εξαιρέθηκαν 500 στρέμματα ως καλλιέργειες και 1.000 στρέμματα ως βοσκότοπος. Συνάγεται ότι στην απαλλοτρίωση του 1954 δεν είχε συμπεριληφθεί το Μικρονήσι, ενώ κατά την απαλλοτρίωση δε διερευνήθηκε αν είχαν αποπληρωθεί οι δόσεις το 1952, οπότε και έληγαν. Στο μεταξύ, είχαν γίνει γονικές δωρεές, μεταβιβάσεις, κληρονομιές και άλλες διοικητικές πράξεις αλλαγής ιδιοκτησιακού δικαιώματος. Το Εφετείο Κρήτης με την απόφαση 2/1962 και το Πρωτοδικείο Λασιθίου με την απόφαση 56/1961 όρισαν ως τιμή μονάδας 10 δρχ. το στρέμμα, αν και η αξία εκτιμόταν στις 30 δρχ. το στρέμμα, ενώ το 1962 οι φερόμενοι ιδιοκτήτες ζήτησαν από τον νομάρχη Λασιθίου να απαγορευτεί το κυνήγι για όσους δεν είναι ιδιοκτήτες του νησιού και να επιτρέπεται μόνο για εκείνους. Το 1963 γίνεται διανομή σε πέντε ακτήμονες κτηνοτρόφους και ενεγράφη η υποθήκη στον τόμο 146.

Τον ισχυρό άνδρα της FIAT

Το παρ’ ολίγον ξενοδοχείο από τον Gianni Agnelli

Στα τέλη του 1969 υπάρχει ο θρύλος ότι ο ισχυρός άνδρας της Fiat, Gianni Agnelli, είχε επιλέξει τη Χρυσή για να αναγείρει ένα ξενοδοχειακό θέρετρο πολλών αστέρων. Ζητήθηκαν άδειες κατάτμησης και κατατέθηκαν τα σχέδια στον ΕΟΤ, όμως κάπου “σκόνταψαν”. Ωστόσο από το 1965 ζητούσαν οι φερόμενοι ιδιοκτήτες να αξιοποιηθεί το νησί τουριστικά!

Το 1965 οι φερόμενοι ως ιδιοκτήτες ζητούν με έγγραφό τους από το υπουργείο Γεωργίας άδεια εκποίησης των νήσων για λόγους τουριστικής αξιοποίησης, άρσης κάθε περιορισμού και δηλώνεται η μη καταβολή αποζημίωσης από την απαλλοτρίωση. Μάλιστα, και ο Δήμος Ιεράπετρας με το έγγραφό του 329/8.2.1965 προς το υπουργείο Γεωργίας ζητά την άρση της απαλλοτρίωσης και την αποβολή των κτηνοτρόφων για λόγους περιβαλλοντικών καταστροφών, ενώ και έγγραφο της Διεύθυνσης Γεωργίας Νομού Λασιθίου παρουσιάζει την κατάσταση με τις καταστροφές από τη βοσκή και τους διαπληκτισμούς. Ένα χρόνο αργότερα, οι πέντε κληρούχοι κτηνοτρόφοι παραιτούνται της ιδιοκτησίας των κλήρων που τους είχαν δοθεί και οι εκτάσεις - περίπου 3,5 χιλιάδες στρέμματα - περιέρχονται στην αρμοδιότητα του κράτους, που όμως ούτε τότε τις κηρύσσει μη διαθέσιμες. Έτσι οι αρχικοί ιδιοκτήτες της αγοραπωλησίας του 1932 ζητούν ανάκληση της απαλλοτρίωσης και δηλώνουν νόμιμοι ιδιοκτήτες που αποσκοπούν στην τουριστική αξιοποίηση των νήσων και μνημονεύουν τη σύμφωνη γνώμη του Δήμου, της Διεύθυνσης Γεωργίας κ.λπ. Η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Νομού Λασιθίου κρίνει ότι παρέλκει η εκ νέου διάθεση της νήσου για κτηνοτροφική χρήση, δεχόμενη την προοπτική τουριστικής αξιοποίησης, ενώ με την άρση της απαλλοτρίωσης οι έκτασης χαρακτηρίστηκαν μη διαθέσιμες για κτηνοτροφική χρήση. Με την από 20/1/1967 αίτηση και περίληψη μεταγραφής προς το Υποθηκοφυλακείο Ιεράπετρας, οι 8 κληρονόμοι των αρχικών ιδιοκτητών αιτούνται τη μεταγραφή της ανακλητικής αυτής απόφασης, η οποία μεταγράφηκε και καταχωρίστηκε στον 2ο τόμο με αυξάνοντα αριθμό 57 και μεταγραφή με αριθμό 55.518/28.1.1967. Τον επόμενο χρόνο ακολουθούν έλεγχος και απανωτά έγγραφα του Δασαρχείου Ηρακλείου, που το 1968 ονομάζει τους φερόμενους ιδιοκτήτες ως διακατόχους και εκφράζει την αντίρρηση για την κατάτμηση, ενώ “βλέπει” ασυμφωνία ονομάτων αιτούντων και φερόμενων ιδιοκτητών. Εγείρονται ζητήματα αναγνωρίσεως ιδιοκτησιών.

Το ίδιο έτος ζητείται εκ νέου η κατάτμηση, προκειμένου να υπάρξει τουριστική αξιοποίηση. Την υπόθεση αναλαμβάνει δικηγόρος του Δημοσίου, ενώ στο τέλος του 1968 οι κατιόντες των αρχικών κληρονόμων ζητούν και πάλι άδεια κατατμήσεως προτάσσοντας την τουριστική αξιοποίηση. Με έγγραφό του ο ΕΟΤ (8622/13.4.1969) απορρίπτει το αίτημα κατάτμησης και θέτει όρους κατάτμησης εκτάσεων όχι κάτω των 300 στρεμμάτων και βεβαιώσεις για την αναγνώριση των συνιδιοκτητών. Τον Ιούλιο του 1969 επιτρέπει την κατάτμηση για οικόπεδα τουλάχιστον 234 στρεμμάτων, με 500 μέτρα πρόσωπο παραλίας και διάσταση πλευράς τα 300 μέτρα, και τότε οι ιδιότητες καταθέτουν τοπογραφικό διάγραμμα κατάτμησης της νήσου Χρυσής σε 17 διακεκριμένα τμήματα. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους δηλώνεται μια ιδιοκτησία 758 στρεμμάτων και επίσης πρόθεση ανέγερσης ξενοδοχειακής μονάδας με σειρά φωτογραφιών που δείχνουν αυτή να περιβρέχεται από θάλασσα από τρεις πλευρές και να έχει μήκος 3.000 μέτρα με ορμίσκους και αμμουδιές. Ο θρύλος λέει ότι ο τότε ισχυρός άνδρας της Fiat, Gianni Agnelli, είχε εκφράσει το ενδιαφέρον του για την ανέγερση ξενοδοχειακής μονάδας πάνω στη Χρυσή, και οι ιδιοκτήτες προσπαθούσαν να βρουν τη νομική φόρμουλα για να προχωρήσει η επένδυση που θα τους έκανε πλουσιότερους!

Το ίδιο έτος αίρονται οι απαγορεύσεις για πωλήσεις κάποιων τεμαχίων και με απόφαση του νομάρχη Λασιθίου (6/3.1.1970) μοιράζονται τα τεμάχια σε 9 μερίδες, 320 στρ., 247, 248, 249, 274, 262, 251, 247 και 1.500 στρεμμάτων, ενώ ακολούθως διανέμεται και το Μικρονήσι και το 1971 κατατίθεται αίτημα στο υπουργείο Γεωργίας για την άδεια αγοράς εκτάσεων στις νήσους από τους ιδιοκτήτες.

Με αναγκαστική απαλλοτρίωση το 1973

Όταν η Χούντα ήθελε να κάνει Πεδίο Βολής

Είναι ήδη γνωστό ότι το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ήθελε να επιτάξει τη νήσο Χρυσή για στρατιωτική μονάδα και πως ο αρχαιολόγος Κώστας Δαβάρας είχε αποτρέψει το σχέδιο με παρέμβασή του στον Αβέρωφ. Μέσα από την έκθεση Φιλιππάκη, όμως, γίνεται γνωστό ότι με κοινή απόφασή τους (1449/382/26.2.1973) τα υπουργεία Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών, επί Χούντας, και πριν τις παραιτήσεις του Οκτώβρη του 1973, δηλαδή ακόμη με Παπαδόπουλο, κήρυξαν αναγκαστική απαλλοτρίωση για στρατιωτικές ανάγκες στη νήσο Χρυσή. Οι πληροφορίες που είναι γνωστές κάνουν λόγο για στρατιωτική βάση ή ακόμη και Πεδίο Βολής πάνω στη Χρυσή. Η απαλλοτρίωση βεβαίως δεν έγινε ποτέ, αλλά δεν έγινε ποτέ και η οφειλόμενη τυπική ανάκλησή της. Μάλιστα, τον Ιούλιο του 1973 ειδοποιούνται για την απόφαση του υπουργείου Εθνικής Άμυνας οι ιδιοκτήτες, ενώ το Πρωτοδικείο Λασιθίου με απόφασή του (62/13.2.1974) ορίζει ως τιμή μονάδας τις 18.000 δραχμές το στρέμμα και τότε γινόταν λόγος για 10 φερόμενους ιδιοκτήτες και 22 παρεμβαίνοντες, ενώ ένα χρόνο μετά εμφανίζονται και άλλοι 4.

Κατεδαφίστηκαν 20 αυθαίρετα

Τα σκουπίδια γέμισαν μια φορτηγίδα με γερανό!

Η νήσος Χρυσή ή Γαϊδουρονήσι βρίσκεται 8 μίλια νότια της Ιεράπετρας. Διαθέτει ρηχούς κόλπους και αμμώδεις παραλίες που καλύπτονται από κοχύλια, ένα από τα χαρακτηριστικά του νησιού. Είναι επίπεδο νησί και καταλαμβάνει έκταση περίπου 5 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Η θαλάσσια έκταση καλύπτει το 22% της προστατευόμενης περιοχής.

Το υψηλότερο σημείο βρίσκεται ανατολικά, στη θέση Κεφάλα (31 μ.). Τα βασικά πετρώματα της Χρυσής δημιουργήθηκαν με τη στερεοποίηση λάβας που εκχύθηκε από υποθαλάσσιο ηφαίστειο πριν εκατομμύρια χρόνια. Το μεγαλύτερο τμήμα της καλύπτεται από άμμο. Ανατολικά της Χρυσής βρίσκεται η βραχώδης νησίδα Μικρονήσι, με έκταση μόλις 11,7 εκτάρια.

Το νησί είναι ακατοίκητο, ωστόσο υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα, ένδειξη του ότι παλαιότερα υπήρχαν μικροί οικισμοί. Στη θέση Κεφάλα υπάρχει δασικό φυλάκιο που έχει θέα σε ολόκληρο το νησί.

Η ανεξέλεγκτη τουριστική εκμετάλλευση απείλησε τη βιοποικιλότητα του νησιού, καθώς καταστρέφονται οι ρίζες του άρκευθου και το κεδρόδασος, ενώ το Μικρονήσι είναι υπερβοσκημένο και οι θαλασσίνοκρινοι είναι σε κίνδυνο.

Η Επιτροπή Προστασίας και Εφαρμογής του Σχεδίου Δράσης για τη νήσο Χρυσή προχώρησε σε εκκαθάριση των αυθαίρετων κατασκευών και παραπηγμάτων που είχαν δημιουργηθεί τα περασμένα καλοκαίρια για χάρη του τουριστικού προϊόντος. Μάλιστα, είναι ενδεικτικό ότι για τη μεταφορά των σκουπιδιών χρησιμοποιήθηκε μια φορτηγίδα. Απομακρύνθηκαν συνολικά 20 αυθαίρετες κατασκευές.

Φυτά και ζώα

Το νησί περιλαμβάνει έναν μοναδικό συνδυασμό οικοσυστημάτων που αποτελούν φυσικό περιβάλλον για πολλά σπάνια ενδημικά είδη χλωρίδας.

Η χλωρίδα του νησιού, σε σχέση με το μέγεθός του, μπορεί να χαρακτηριστεί πλούσια, με 277 είδη και υποείδη φυτών. Σε αυτά περιλαμβάνονται 13 ενδημικά είδη της Ελλάδας, 5 ενδημικά της Κρήτης και ένα είδος κολχικού (Colchicum cousturieri) που το συναντούμε μόνο στη Χρυσή και το Κουφονήσι. Επίσης, το τεύκριο (Teucrium brevifolium), το οποίο είναι είδος του νοτίου Αιγαίου, και που - εκτός Ελλάδος - εμφανίζεται επίσης στην Ανατολία, την Αίγυπτο και τη Λιβύη.

Η πανίδα του νησιού προέρχεται κατά κύριο λόγο από την εγγύτερη κρητική ξηρά, περιλαμβάνοντας τρωκτικά, δύο είδη σαμιαμιδιού και ένα υποείδος κρητικής σαύρας (Podarcis cretensis werneriana).

Η Χρυσή αποτελεί σημαντικό τόπο ξεκούρασης για τα μεταναστευτικά πουλιά. Έχουν καταγραφεί έως τώρα 133 είδη πουλιών. Ο πληθυσμός της νησιωτικής πέρδικας (Alectoris chucar) έχει πιθανότατα εισαχθεί από τον άνθρωπο στην περιοχή, όπως και τα αγριοκούνελα και πρόσφατα οι λαγοί και οι φασιανοί. Στο παρελθόν, το νησί φιλοξενούσε τη μεσογειακή φώκια (Monachus Monachus), που εμφανίζεται ακόμη σποραδικά και εξαιτίας της έχει απομείνει το τοπωνύμιο Φωκόσπηλιος στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού, ενώ εξακολουθούν οι εμφανίσεις της θαλάσσιας χελώνας (Caretta Caretta) για ωοτοκία στις νοτιοανατολικές παραλίες της.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News