Μεγάλη Παρασκευή: Το μυστήριο των εγκωμίων - Τα μοιρολόγια για τον Ιησού

Κρήτη
Μεγάλη Παρασκευή: Το μυστήριο των εγκωμίων - Τα μοιρολόγια για τον Ιησού

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ιστορία από τα βάθη των αιώνων μιας παράδοσης από τις πιο συναρπαστικές και πιο συγκινητικές

Τα Εγκώμια ή “Μεγαλυνάρια”, όνομα που οφείλει την ύπαρξή του στο γεγονός ότι ολόκληρη σειρά των τροπαρίων αυτών σε ορισμένα χειρόγραφα αρχίζει με το ρήμα “μεγαλύνω”, ή επίσης “Επιτάφιος Θρήνος”, αποτελούν ένα μεγάλο μυστήριο, καθώς δεν είναι γνωστό ούτε πότε πρωτοεμφανίστηκαν, ούτε ποιος τα έγραψε.

Πολλοί μελετητές τα αποδίδουν στον Νείλο Διασωρινό, Μητροπολίτη της Ρόδου του 14ου αιώνα, κάτι όμως που δε φαίνεται να είναι ακριβές. Σήμερα οι ερευνητές αποδέχονται γενικώς ότι τα Εγκώμια εμφανίστηκαν κατά τους χρόνους των Παλαιολόγων, και πάντως όχι πριν από τον 13ο αιώνα. Η αρχαιότερη ένδειξη για την ύπαρξη αυτού του υμνογραφικού είδους βρίσκεται στον Αθηναϊκό Κώδικα 533 του 13ου αιώνα.

Μια σειρά παρόμοιων τροπαρίων φέρονται ως ποίημα του Ιακώβου, Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, στα μέσα του 13ου αιώνα και θεωρούνται ως το αρχαιότερο δείγμα του είδους. Πρώτη φορά, πάντως, εμφανίζονται στην έντυπη έκδοση του Τριωδίου του έτους 1522. Τα Εγκώμια δεν είναι όμως το μόνο μυστήριο που έχει σχέση με την ιστορία του Επιτάφιου Θρήνου, καθώς ακόμα και το ίδιο το κεντημένο πανί με τη μορφή του Χριστού έχει μια ενδιαφέρουσα και πολύπλοκη ιστορία, που εμπλέκει και τη μυστηριώδη Σινδόνη του Τορίνου, το λινό ύφασμα που θεωρείται ως εκείνο το οποίο τύλιξε το σώμα του νεκρού Χριστού.

Σύμφωνα με τη θεωρία που υποστηρίζει την αυθεντικότητα της Σινδόνης, το ύφασμα ήταν γνωστό στους Βυζαντινούς ως “Μανδήλιον” και η εντυπωσιακή, μυστηριακή παρουσίασή του στους πιστούς κάθε Μεγάλη Παρασκευή στην Κωνσταντινούπολη, με την οποία αποκαλυπτόταν ως ύφασμα με αποτυπωμένη ολόσωμη την εικόνα ενός εσταυρωμένου, ίσως αποτελεί ένδειξη για τη Σινδόνη όπως τη γνωρίζουμε σήμερα στο Τορίνο. Δεν είναι τυχαίο ότι στις αρχές του 13ου αιώνα μια σημαντική “επανάσταση” στην εικονογραφία των Παθών αρχίζει να λαμβάνει χώρα. Η Βυζαντινή τέχνη υιοθετεί τον Επιτάφιο Θρήνο με τη μορφή του Χριστού κεντημένη ή ζωγραφισμένη σε ύφασμα, στην ίδια στάση με εκείνη της Σινδόνης, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Ταυτόχρονα αρχίζει να κυριαρχεί η εικόνα της Άκρας Ταπείνωσης, με τον Ιησού να εικονίζεται όρθιος, μαστιγωμένος, με τα χέρια μπροστά, στη στάση της Σινδόνης, βγαίνοντας από μια κατασκευή που θυμίζει κιβώτιο και παραπέμπει στον Πανάγιο Τάφο.

Τι ήταν όμως εκείνο που έκανε τους Βυζαντινούς να περάσουν από την απεικόνιση του προσώπου του Ιησού στο Μανδήλιον σε εκείνη ολόκληρου του σώματός του; Η ερμηνεία βασίζεται όχι μόνο σε εικασίες, αλλά και στην ένδειξη ότι το ύφασμα για μεγάλο μέρος της ιστορίας του παρέμεινε διπλωμένο. Είναι γνωστό ότι οι Βυζαντινοί είχαν ιδιαίτερη αδυναμία στη δραματοποίηση θρησκευτικών τελετών, κάτι που ακόμα και σήμερα διαπιστώνεται στον τρόπο τέλεσης της Θείας Λειτουργίας με την πληθώρα των συμβολικών στοιχείων. Πιστεύεται ότι κάποια στιγμή τον 13ο αιώνα το έως τότε γνωστό κειμήλιο του Μανδηλίου, το οποίο εικονιζόταν στην προθήκη του με την απεικόνιση του προσώπου του Ιησού, με τη Σινδόνη δηλαδή διπλωμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ορατό μονάχα το κεφάλι της μορφής, βγήκε ίσως για πρώτη φορά από τη θήκη της, αποκαλύπτοντας το αποτύπωμα ολόκληρου του σώματος, όπως το γνωρίζουμε σήμερα από τη Σινδόνη του Τορίνου.

Είναι εύκολο να φανταστούμε την έκπληξη, αν όχι το σοκ και την επίδραση που είχε αυτή η στιγμή όχι μόνο στην εικονογραφία, αλλά και στην ίδια τη θρησκεία. Δυστυχώς, δεν υπάρχει καμιά ιστορική καταγραφή μιας τέτοιας αποκάλυψης, παρά μόνο πληθώρα “υπονοουμένων” σε κείμενα. Και βεβαίως η σχέση του μυστηριώδους κειμηλίου με τον Επιτάφιο.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News