Η Χανιώτισσα Έλια Βεργανελάκη σε μία αποκαλυπτική συνέντευξη - «Δε μας παίρνει άλλο να στρουθοκαμηλίζουμε»

Κρήτη
Η Χανιώτισσα Έλια Βεργανελάκη σε μία αποκαλυπτική συνέντευξη - «Δε μας παίρνει άλλο να στρουθοκαμηλίζουμε»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μία από τις πιο αντισυμβατικές και ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς της, η Χανιώτισσα Έλια, μιλά για το θέατρο, τον κινηματογράφο, την αγάπη για την Κρήτη, αλλά και το να είσαι καλλιτέχνης εν καιρώ COVID

«Δεν καταλαβαίνω γιατί στην Ελλάδα του 2022, εν μέσω πανδημίας, υπάρχει η ανάγκη να ανέβει ο “Θείος Βάνιας” ή το “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”, όταν τα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα είναι σε εκκρεμότητα, ταυτόχρονα με μια συνεχή αίσθηση απαξίωσης από την Πολιτεία για τον Πολιτισμό αυτής της χώρας». Τάδε έφη στη συνέντευξη που παραχώρησε στη «ΝΚ» η Κρητικιά ηθοποιός- σκηνοθέτης- συνθέτρια Έλια Βεργανελάκη.

Από τις πιο αντισυμβατικές και ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς της, δείχνει έμπρακτα - είτε εντός, είτε εκτός θεάτρων και σινεμά - ότι κοινωνία και Τέχνη δε γίνεται παρά να πηγαίνουν χέρι-χέρι.

Η Έλια Βεργανελάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Χανιά, ωστόσο τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στην Αθήνα: Όπως μας εξηγεί, δεν ήθελε να φύγει ποτέ από την Κρήτη. Η εγκατάσταση στην Αθήνα ήρθε ως αποτέλεσμα της επιθυμίας της να κάνει σινεμά, κάτι που ήταν δύσκολο να γίνει ενόσω βρισκόταν στο νησί.

Εδώ και μερικές εβδομάδες, πρωταγωνιστεί στη θεατρική παράσταση «Κατερίνα Γώγου: “Το γαμώτο που δεν έζησα”» του Ανδρέα Ζαφείρη, στην Αθήνα, καθώς της έγινε πρόταση να αντικαταστήσει την πρωταγωνίστρια, ενώ η παράσταση “έτρεχε” ήδη αρκετές εβδομάδες με απανωτά sold out. Η Έλια δέχτηκε με ενθουσιασμό την πρόκληση και - όπως φανερώνει η ανταπόκριση του κοινού - τα έχει καταφέρει και με το παραπάνω...

Επικοινωνήσαμε με την Έλια λίγο πριν φτάσει στην Κρήτη, λόγω ακύρωσης παραστάσεων εξαιτίας COVID-19. Η ίδια άρπαξε την ευκαιρία για ολιγοήμερες διακοπές στο “σπίτι” της, όπως αποκαλεί το νησί, κι εμείς αδράξαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε μαζί της για... τα πάντα: Την ιδιαίτερη σχέση της με τη Γώγου, την αγάπη της για την Κρήτη, αλλά και τη σχέση του νησιού με το θέατρο. Επί τάπητος τέθηκαν ακόμη το Metoo, αλλά και οι ανθρώπινες σχέσεις στα χρόνια του κορωνοϊού...

Η Έλια μάς αποκάλυψε, μάλιστα, ότι δεν αποκλείεται η παράσταση «Κατερίνα Γώγου: “Το γαμώτο που δεν έζησα”» να ανέβει και στην Κρήτη, ενώ λίγο πριν το... πιεστήριο πληροφορηθήκαμε ότι θα δοθούν τρεις τελευταίες παραστάσεις στην Αθήνα, στα τέλη Ιανουαρίου.

Πώς αντέδρασες όταν σου πρότειναν να πρωταγωνιστήσεις στην παράσταση «Κατερίνα Γώγου: “Το γαμώτο που δεν έζησα”»; Ενθουσιάστηκες; Υπήρξε καθόλου φόβος ή δεύτερες σκέψεις για το “βαρύ φορτίο” τού να υποδυθείς τη συγκεκριμένη προσωπικότητα;

«Καταρχάς να πούμε πως έκανα αντικατάσταση στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Γώγου. Η παράσταση ήδη “έτρεχε” έναν μήνα με συνεχόμενα sold out, και η αλήθεια είναι πως δεν είχα την πολυτέλεια του χρόνου να το σκεφτώ και πολύ. Ενθουσιάστηκα, ναι, διότι μεγάλωσα με την ποίηση της Γώγου. Με συγκινούσε πάντα η ευαισθησία αυτής της γυναίκας, αλλά και το τσαγανό της. Το ότι δεν μετρούσε τα λόγια της. Δε φοβήθηκα. Δε φοβάμαι τους ρόλους. Όσο πιο βαρύ είναι το φορτίο, τόσο πιο πολύ αδημονώ να παίξω. Για μένα το να υποδυθώ την Κατερίνα Γώγου ήταν, και είναι ακόμη, ασύλληπτη τιμή και ευχαρίστηση!».

Έχει αλλάξει κάτι από το πώς βλέπεις το έργο κι εν γένει την προσωπικότητα της Γώγου, από το χρονικό σημείο κι έπειτα που “ενεπλάκης” στην παράσταση;

«Θαυμάζω τη Γώγου με τον ίδιο παλμό από την πρώτη στιγμή που διάβασα ποίημά της, ανατρέχω συχνά σαν να αναζητώ παρηγοριά στα γραπτά της και κάπως παίρνω δύναμη. Το έχει αυτό η Κατερίνα. Σου ξυπνά τη δύναμη που έχεις μέσα σου να αντιστέκεσαι σε ό,τι σου περιορίζει την ελευθερία. Με αφορμή το έργο, το να την υποδυθώ, μου ξυπνά τη δική μου ανάγκη για αντίσταση σε όσα παράλογα συμβαίνουν γύρω μας. Εκείνη ζούσε και έγραφε, αντιστεκόμενη στη χούντα, εγώ υποδυόμενη την Κατερίνα, μου θυμίζω καθημερινά να μην επαναπαύομαι στο παράλογο, όσο κι αν πληθαίνει. Να τολμάω να μιλήσω για την αδικία και να μην εθελοτυφλώ στην έλλειψη δικαιοσύνης ενός κράτους. Να ζυγίζω καταστάσεις, να μην την κοπανάω. Να παραμένω άνθρωπος».

Πώς βλέπεις τη μέχρι τώρα ανταπόκριση του κοινού στην παράσταση;

«Την προηγούμενη εβδομάδα άρχισαν να χειροκροτούν στη μέση της παράστασης και να φωνάζουν “μπράβο”. Σε όλες τις παραστάσεις θεατές μένουν μετά το τέλος και με δάκρυα στα μάτια μας συγχαίρουν για το πόσο αληθινά και ταπεινά προσεγγίσαμε το έργο της Κατερίνας και πόσο θα ένιωθε περήφανη αν ζούσε και το έβλεπε. Άνθρωποι ηλικιωμένοι, που είχαν γνωρίσει προσωπικά την Κατερίνα, μου ζητούν, εν μέσω πανδημίας, να με αγκαλιάσουν, ναι να αγκαλιαστούμε και αυτό για μένα είναι επιτυχία. Με ελάχιστα μέσα, σε μία ταράτσα στην καρδιά των Εξαρχείων, κάτι κρύα βράδια του Δεκέμβρη, δεκάδες άνθρωποι συγκινημένοι μας ζεσταίνουν με πολύ δυνατά και θερμά χειροκροτήματα. Είμαι ευγνώμων! Ανυπομονώ να ξαναπαίξουμε μόλις ξεπεράσουμε τον COVID, που χτύπησε δυστυχώς και σε μας την πόρτα».

Ποιο είναι το «αγαπημένο» σου ποίημα της Κατερίνας Γώγου;

«Το “Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά». Για δύο λόγους.

Πρώτον, γιατί με αυτό το ποίημα πέρασα τις εισαγωγικές εξετάσεις του υπουργείου Πολιτισμού, όταν έδωσα για να μπω στη Δραματική Σχολή και η επιτροπή με άφησε να το πω ολόκληρο, κάτι που δε συνέβαινε παρά σπάνια απ’ ό,τι μου είπαν κάποια μέλη της επιτροπής, αφού τελείωσα την απαγγελία, και, δεύτερον, διότι όλη μου η ζωή είναι οι φίλοι μου. Η ύπαρξή μου καθορίζεται από τους φίλους μου, μου είναι πολύτιμοι. Τους αγαπώ, οι φίλοι μου είναι η οικογένειά μου...

“κάνουν ό,τι λάχει

όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου

γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή

όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουν με μαύρο χρώμα

γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο

γράφουν σε συνθηματική γλώσσα

γιατί η δική σας μόνο για γλείψιμο κάνει

οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα

στον λαιμό σας, στα χέρια σας

οι φίλοι μου...”».

Είναι πιθανό να σε δούμε στην Κρήτη με τη συγκεκριμένη παράσταση;

«Ναι πολύ, και το εύχομαι! Θα με συγκινούσε αφάνταστα να παίξουμε αυτό το έργο στην Κρήτη. Έχουμε σκοπό να κυνηγήσουμε κάποιες ευκαιρίες για περιοδεία εκτός Αττικής και ένας από τους επιθυμητούς προορισμούς μας είναι και το νησί!».

Τι σημαίνει για σένα η Κρήτη; Ποιο είναι κατά τη γνώμη σου το ωραιότερο μέρος του νησιού;

«Η Κρήτη είναι το σπίτι μου. Δεν ήθελα ποτέ να φύγω και να ζήσω στην Αθήνα, αλλά ήθελα να κάνω σινεμά και ενώ τα χρόνια που ζούσα στα Χανιά και συνεργαζόμουν με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης ήμουν πλήρης από θέατρο, δυστυχώς δεν είχα την ευκαιρία να παίζω σε ταινίες. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος που μετακόμισα στην Αθήνα και άξιζε φυσικά τον κόπο, διότι τα τελευταία χρόνια κάνω ταινίες κάθε χρόνο και πέρυσι έκανα και τηλεόραση. Προσπαθώ σε κάθε ευκαιρία να μπαίνω στο πλοίο και να κατεβαίνω. Τώρα που μιλάμε, βρίσκομαι στο κατάστρωμα του πλοίου της γραμμής και σε λίγες ώρες θα είμαι στο νησί. Το ωραιότερο μέρος του νησιού το επισκέπτομαι κάθε καλοκαίρι, καθώς κάνω ελεύθερο camping και προσπαθώ να μένω σχεδόν έναν μήνα για να ξεκουράζομαι. Δε θα στο πω τώρα, αλλά θα στο πω σαν μυστικό από κοντά όταν με το καλό σμίξουμε... χα χα χα!».

Ανυπομονώ! Ποιο είναι το μεγαλύτερό σου όνειρο σε επίπεδο θεάτρου; Σε ποια θεατρική παράσταση θα ήθελες να πρωταγωνιστήσεις;

«Ονειρεύομαι θιάσους με μοναδικούς ανθρώπους, είμαι ομαδικός άνθρωπος, πιστεύω στη δημιουργία όταν οι άνθρωποι μοιράζονται ελεύθερα. Ονειρεύομαι ένα θέατρο με συμβάσεις εργασίας, με ένσημα, με πληρωμένες πρόβες, με όσα θα έπρεπε να είναι αυτονόητα σε επίπεδο παραγωγής μιας θεατρικής παράστασης και με απαλλαγμένη την αίσθηση του φόβου στο νέο, στο επίκαιρο. Θα ήθελα να πρωταγωνιστώ σε κάθε παράσταση που υπάρχει μια υγιής αισθητική και που μιλά για το τώρα στο τώρα. Δεν καταλαβαίνω γιατί στην Ελλάδα του 2022, εν μέσω πανδημίας, υπάρχει η ανάγκη να ανέβει ο “Θείος Βάνιας” ή το “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”, όταν τα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα είναι σε εκκρεμότητα, ταυτόχρονα με μια συνεχή αίσθηση απαξίωσης από την Πολιτεία για τον Πολιτισμό αυτής της χώρας».

Ποια ταινία που σ’ έχει σημαδέψει θα ήθελες να έχεις “ντύσει” εσύ μουσικά;

«Η ταινία που με είχε ταρακουνήσει είναι το “Requiem for a dream” του Darren Aronofsky. Μόλις είχα κλείσει τα 18, όταν είχε πρωτοκυκλοφορήσει, και θυμάμαι ότι την είχα δει τρεις φορές μέσα σε μία μέρα. Σε αυτή την ταινία θα ήθελα να έχω γράψει τη μουσική, χωρίς φυσικά να αλλάξω ούτε νότα».

Ποιος είναι ο/η αγαπημένος/η σου ηθοποιός (σε θέατρο και κινηματογράφο) και ποιος είναι ο/η αγαπημένος/η σου σκηνοθέτης (σε θέατρο και κινηματογράφο);

«Έχω πολλούς αγαπημένους ή πιο σωστά δεν μπορώ να ξεχωρίσω έναν αγαπημένο για κάθε κατηγορία, όπως δεν έχω και αγαπημένο χρώμα ή αγαπημένο φαγητό. Μπορώ να σου πω τώρα, αυτή τη στιγμή, ποιοι μου έρχονται στον νου ως αγαπημένοι, όπως και ένα αγαπημένο μου φαγητό που θα ήθελα να φάω σήμερα, εδώ, αλλά το βράδυ μπορεί να βάλω να δω μια ταινία και να ερωτευτώ έναν νέο σκηνοθέτη ή μία νέα αγαπημένη ηθοποιό, τρώγοντας πατατάκια. Θαυμάζω πολύ συχνά ανθρώπους και καλλιτέχνες και τους κάνω όλους αγαπημένους μου.

Αγαπημένοι μου έχουν υπάρξει και υπάρχουν σκηνοθέτες: ο Kim Ki-duk, ο Wim Wenders, ο Γιώργος Λάνθιμος, θα ήθελα να έχω πρωταγωνιστήσει σε ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, να έχω γράψει μουσική σε ταινία του Darren Aronofsky, να παρακολουθήσω 6 μήνες σεμινάριο στην California με τον Tim Burton, να παίξω σε παράσταση με τον Δημήτρη Καταλειφό και να μας σκηνοθετεί η Άντζελα Μπρούσκου!».

Μάθαμε ότι συμμετέχεις και στα γυρίσματα ταινίας. Πες μας, αν θες, κάποια πράγματα γι' αυτήν.

«Πρόκειται για μία μικρού μήκους ταινία που γυρίστηκε από και με φανταστικούς ανθρώπους με ένα πολύ πολύ πολύ ενδιαφέρον σενάριο στα χέρια τους. Δε θα σου πω τον τίτλο, ούτε λεπτομέρειες, για να σε κρατήσω σε αγωνία...! Θα σου πω όμως πως με τον καιρό για ένα πράγμα γίνομαι όλο και πιο σίγουρη. Οι φανταστικοί άνθρωποι κάνουν φανταστικές ταινίες. Είμαι ευγνώμων που έκλεισε αυτός ο χρόνος με μία τόσο ουσιαστική και δημιουργική συνεργασία!».

«Ο καλλιτέχνης δεν είναι άνθρωπος». Περισσότερο από ενάμιση χρόνο μετά από αυτό το “άνοιγμα ψυχής” στο οποίο προχώρησες μέσω διαδικτύου, τι έχει μείνει σήμερα από τότε; Άλλαξε κάτι; Mίλησέ μας για τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία που είχες πάρει κατά τη διάρκεια της “πρώτης καραντίνας”.

«Έχει μείνει και θα μείνει ανεξίτηλη για πάντα η θετική ανταπόκριση και αγκαλιά του κόσμου προς εμένα, αλλά και τον κλάδο γενικότερα. Η παραδοχή πως οι καλλιτέχνες και οι τεχνικοί του Πολιτισμού είναι σημαντικοί και αναγκαίοι. Είμαι περήφανη που μίλησα τη σωστή στιγμή για το πιο αναγκαίο, αν και μίλησα με κυνισμό για κάτι που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο. Όπως το ότι 1+1=2. Όπως τόλμησα να μιλήσω εγώ, κάπως έτσι άρχισαν να μιλούν κι άλλοι για όσα τους αδικούν και τους πνίγουν. Όταν τα συναισθήματα εκφράζονται με αλήθεια, τότε δε γίνεται να μην επηρεάσουν, να μην ταρακουνήσουν τα νερά. Κι εγώ απλά εξέφρασα την απόλυτη αλήθεια μου, έχοντας πλήρη άγνοια για το τι θα ακολουθήσει. Δεν ήλπιζα να γίνω viral, φορούσα την πιτζάμα μου και δεν είχα πάρει καν πρωινό, δεν είχα καμία αξίωση να γίνω viral, ήθελα απλά να βγω και να τα πω. Ήταν από τις ελάχιστες φορές στη ζωή μου που ένιωσα πως με καταλαβαίνουν κι άλλοι, και ξέχασα για λίγο την ατέρμονη μοναξιά που έχει το να είσαι καλλιτέχνης».

Ανθρώπινες επαφές και ανάπτυξη ανθρώπινων σχέσεων την εποχή της COVID. Πώς βλέπεις να κυλούν τα πράγματα; Παρατηρείς κάποια δεινά που ήρθαν για να μείνουν; Και αντίστροφα βλέπεις κάτι ενθαρρυντικό, όχι μόνο στην Τέχνη;

«Βρίσκομαι στο πλοίο γιατί λόγω COVID ακυρώθηκαν οι παραστάσεις μας, άρα σε επίπεδο Τέχνης θα απαντήσω πως δεν κυλούν καλά τα πράγματα. Χθες (σ.σ. πριν από λίγες εβδομάδες) ανακοίνωσαν πως απαγορεύεται πάλι η μουσική, άρα με άνεργους τους μουσικούς μέσα στις γιορτές, όπως καταλαβαίνεις δεν κυλούν καν τα πράγματα. Σε κοινωνικό επίπεδο θεωρώ ότι βιώνουμε τη μάστιγα της μοναξιάς. Άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι, αρρωσταίνουν και υπομένουν μόνοι. Μετά την πρώτη καραντίνα επέζησε κυρίως το σύνδρομο του εγκλεισμού. Ο φόβος της πανδημίας, δυστυχώς, αποτέλεσε βήμα για τους συντηρητικούς, ώστε να ενισχύσουν τους κοινωνικούς διαχωρισμούς και την ανθρωποφοβία. Φτάσαμε να βιώνουμε παράλογες καταστάσεις ως “κανονικές”. Προσλαμβάνουμε αστυνομικούς με 100 νεκρούς τη μέρα, αντί να προσλαμβάνουμε γιατρούς και νοσηλευτές. Αποκλείουμε τους ανεμβολίαστους από την Τέχνη και την ψυχαγωγία, αντί να παρέχουμε σε όλους ανεξαιρέτως τεστ και σε όλους ανεξαιρέτως ψυχαγωγία μετά από τόσο καιρό απομόνωσης. Η πανδημία, δυστυχώς, ήρθε για να δοκιμαστούμε και, αντί να ακολουθήσουμε τον δρόμο της λογικής με γνώμονα πάντα την υγεία, σωματική και ψυχική, βάζουμε τρικλοποδιά στους εαυτούς μας και απλά προσευχόμαστε να τελειώσει γρήγορα. Θέλω να πιστεύω ότι θα βγούμε εντέλει πιο δυνατοί και συνειδητοποιημένοι».

«Δε μας παίρνει άλλο να στρουθοκαμηλίζουμε»

«Το #MeToo προκαλεί πλήγμα στους καταχραστές και όχι στο θέατρο»

Metoo. Στις αρχές του έτους, όταν άρχισε να βγαίνει στη φόρα πολλή από τη “σαπίλα” που επικρατούσε - και - στον χώρο του θεάτρου, κάποιοι (και μάλιστα όχι “τυχαία” ονόματα) ήταν αρκετά επικριτικοί απέναντι στις αποκαλύψεις, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, ότι «με τις αποκαλύψεις αυτές δέχεται πλήγμα το θέατρο».

«Επιλέγω να παρατηρώ ότι υπάρχουν άνθρωποι που επιθυμούν και επιδιώκουν σε κάθε ευκαιρία το κίνημα #ΜeΤoo να απλωθεί σε όλους τους κλάδους, σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Επιλέγω να συζητάω για το ότι το θέατρο πρέπει να εμπνεύσει ξανά την ελευθερία. Δεν επιλέγω να δώσω βάση σε επικριτικά σχόλια ανθρώπων που ψάχνουν να δικαιολογήσουν την εξουσία και προτιμούν στόματα κλειστά. Όλη αυτή η “σαπίλα” που βγαίνει στη φόρα καθημερινά είναι μόνο για να τη δούμε κατάματα, μιας και δε μας παίρνει άλλο να στρουθοκαμηλίζουμε. Να την απορρίψουμε καθολικά και να στηρίξουμε ουσιαστικά και ανθρώπινα τον Πολιτισμό, αλλά και κάθε κλάδο που δέχτηκε πληγές από ανθρώπους εθισμένους στην εξουσία. Η συζήτηση καλώς άνοιξε και ουσιαστικά έχει ξεκινήσει η αποκαθήλωση ενός είδους πρωτόγνωρης πατριαρχίας που επικρατούσε ανέκαθεν στη χώρα. Η κατάσταση είναι γνωστή σε όλους μας. Σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Η κουλτούρα του πρωτόγονου σεξισμού και της πατριαρχίας αρχίζει να σπάει. Το #MeToo προκαλεί πλήγμα στους καταχραστές και όχι στο θέατρο. Κι αυτό δεν μπορεί να είναι παρά μόνο θετικό».

Στην εποχή της παντοκρατορίας της οθόνης, όπου οι άνθρωποι βρίσκονται μπροστά από μια οθόνη (είτε πρόκειται για κινητό, είτε για λάπτοπ, κ.ο.κ.), δύναται ο κινηματογράφος να διατηρήσει τον ριζοσπαστικό του ρόλο, αυτό το... “καινούργιο” που έφερε ως μορφή Τέχνης όταν πρωτοεμφανίστηκε; Ή τα ερεθίσματα στους ανθρώπους είναι πλέον τόσο διαφορετικά απ’ ό,τι σε προηγούμενες γενιές που αναπόφευκτα αλλάζει η μορφή της καλλιτεχνικής έκφρασης - και - στο σινεμά;

«Η τέχνη του κινηματογράφου ήταν εξαρχής συνδεδεμένη με την τεχνολογία. Όσο ζούμε μία τεχνολογική επανάσταση, είναι μεγάλες και επαναστατικές οι επιπτώσεις της στην 7η Τέχνη.

Η ψηφιακή τεχνολογία αποτελεί μια αληθινή επανάσταση για τον κινηματογράφο. Μεταβάλλει ριζικά τον τρόπο παραγωγής, αναπαραγωγής και διανομής. Επιπλέον όμως δημιουργεί μια νέα αισθητική με τα νέα μέσα που διαθέτει και τα χαρακτηριστικά τους. Όπως κάθε επανάσταση έχει τα θετικά και τα αρνητικά της, αλλά και ένα αβέβαιο, απρόβλεπτο μέλλον, που παρουσιάζει πολλές προκλήσεις για τους καλλιτέχνες και το κοινό. Άλλωστε, αυτό είναι η Τέχνη. Ζωντανή και άγρυπνη μπροστά στις ανάγκες των ανθρώπων».

Το θέατρο στην Κρήτη

«Μεράκι υπάρχει, αυτό που λείπει είναι η στήριξη της Πολιτείας»

Θέατρο και Κρήτη. Τα τελευταία χρόνια κάτι φαίνεται να κινείται στο Ηράκλειο, από τα λίγα που μπορώ να γνωρίζω. Δεν ξέρω τι εικόνα έχεις εσύ για το τι συμβαίνει στα Χανιά ή αλλού στο νησί. Θεωρείς ότι κινείται το πράγμα; Υπάρχουν θίασοι; Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν μεράκι με την υποκριτική;

«Ως ηθοποιός σε ανεξάρτητες παραγωγές αλλά και όσο συνεργαζόμουν με το ΔΗΠΕΘΕ στην Κρήτη, έχω λάβει πολύ θετική ανταπόκριση από το κοινό και έχω να παρατηρήσω την ανάγκη του για ακόμη περισσότερο θέατρο στο νησί. Πριν λίγα χρόνια άνοιξε η πρώτη Ανώτερη Δραματική Σχολή Υποκριτικής στο Ηράκλειο και αυτό ήταν για μένα ένα πολύ ευχάριστο νέο. Επαγγελματίες του χώρου έφτιαξαν ομάδες και έκαναν παραγωγές χωρίς καμία κρατική βοήθεια, παραγωγές που θα μας μείνουν αξέχαστες. Σε σημείο που δεν αμφιβάλλεις για το αν υπάρχει μεράκι. Υπάρχει. Αυτό που λείπει είναι η έμπρακτη επιβράβευση της Πολιτείας προς τους καλλιτέχνες του νησιού, η επιθυμία συμπαραγωγής, η επιδότηση καλλιτεχνικής δημιουργίας, λείπουν οι υποδομές, χώροι που αντέχουν να φιλοξενήσουν μεγάλες παραγωγές, λείπει η εμπιστοσύνη του κόσμου προς τους ντόπιους ηθοποιούς και κυριαρχεί ενίοτε, ακόμη και σήμερα δηλαδή, μία πρωτόγονη αντίληψη πως, αν είσαι καλλιτέχνης στην επαρχία, είναι επειδή απέτυχες να είσαι καλλιτέχνης στην πρωτεύουσα. Θα ήταν ευχής έργον να εμπιστευόντουσαν πιο πολύ οι φορείς αλλά και το κοινό τους επαγγελματίες του τόπου. Να απαλλαγούν από τα στερεότυπα. Να μη χρειάζεται να έχει παίξει στην τηλεόραση ο ηθοποιός για να αποφασίσεις να πας να δεις μια παράσταση στο Ηράκλειο ή στα Χανιά. Να μη χρειάζεται να ξέρεις τίνος είναι, ούτε να έχει συμμετάσχει σε τηλεοπτικό ριάλιτι με κάτι χιλιάδες followers. Ειδικά μετά από δύο χρόνια εγκλεισμού και ιδίως πνευματικού εγκλεισμού, ήρθε η ώρα να αγκαλιάσουμε και να στηρίξουμε το θέατρο και την Τέχνη γενικότερα περισσότερο από ποτέ στην Κρήτη, στην Αθήνα, παντού».

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News