default-image

Η ελαιοκαλλιέργεια κατά της κλιματικής αλλαγής

Κρήτη
Η ελαιοκαλλιέργεια κατά της κλιματικής αλλαγής

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Πνεύμονας ζωής» για το φυσικό περιβάλλον, οι ελαιοκαλλιέργειες στην Κρήτη και σε ολόκληρο τον κόσμο

«Πνεύμονας ζωής» για το φυσικό περιβάλλον, όπως όλα τα δέντρα, είναι και οι ελαιοκαλλιέργειες στην Κρήτη και σε ολόκληρο τον κόσμο, με επίσημα πλέον στοιχεία, που αναφέρουν ότι «η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου θα μπορούσε να απορροφήσει τις εκπομπές CO2 μιας πόλης με το μέγεθος του Χονγκ Κονγκ».

Και για να το καταλάβουμε καλύτερα... η παραγωγή ενός λίτρου ελαιολάδου συλλέγει 10,64 kg ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Και το αναφέρουν αυτό οι πιο πρόσφατες επίσημες ανακοινώσεις από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (ΔΟΕ), με βάση τα αποτελέσματα προσωρινών επιστημονικών μελετών!

Όπως ανακοινώθηκε, συγκεκριμένα, οι προσωρινές επιστημονικές μελέτες που διεξήχθησαν από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (ΔΟΕ) δείχνουν ότι ένα εκτάριο ελαιοδέντρων ακυρώνει το ετήσιο αποτύπωμα άνθρακα ενός ατόμου.

Η παραγωγή ενός λίτρου ελαιολάδου συλλέγει 10,64 kg ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα (CO2) και η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου θα μπορούσε να απορροφήσει τις εκπομπές μιας πόλης με περισσότερους από 7 εκατομμύρια κατοίκους, όπως το Χονγκ Κονγκ.

Αυτά τα προσωρινά στοιχεία παρασχέθηκαν από το ΔΟΕ στην έκθεση “SOL & Agrifood” που πραγματοποιήθηκε στη Βερόνα. «Αυτά τα δεδομένα δεν έχουν επιβεβαιωθεί ακόμα και έχουν επαληθευτεί από το ΔΟΕ», δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου, Αμπντελάτιφ Γκέντιρα, συμπληρώνοντας ότι «μπορούμε, ωστόσο, να επιβεβαιώσουμε ότι η παραγωγή ελαιολάδου είναι ευεργετική για το περιβάλλον, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η ελιά είναι το δέντρο με τη μεγαλύτερη ικανότητα απορρόφησης ατμοσφαιρικού CO2».

Από το 2012, μια ομάδα εμπειρογνωμόνων έχει μελετήσει το φαινόμενο της παραγωγής CO2 σε σχέση με την παραγωγή ελαιολάδου παγκοσμίως. Συνολικά, έχουν αναλυθεί 132 τοποθεσίες σε 13 χώρες. Εξετάζονται τέσσερις μακροσκοπικές περιοχές: οι περιοχές της Δυτικής και Ανατολικής Μεσογείου και η Νότια και Βόρεια Αμερική.

Τρεις ευρωπαϊκές χώρες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 67% της παραγωγής ελαιολάδου παγκοσμίως, με την Ισπανία να ηγείται, ακολουθούμενη από την Ιταλία και την Ελλάδα. Οι τρεις αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν το 48% της παγκόσμιας έκτασης ελιάς.

Οι προσωρινές μελέτες που εξετάζονται λαμβάνουν υπόψη τη φύση του εδάφους, την άρδευση, τη χρήση ενέργειας για άρδευση και το κατά πόσο οι οπωρώνες είναι παραδοσιακοί, εντατικοί ή υπερβολικά εντατικοί (πηγή ενημέρωσης: Νέα ΠΑΣΕΓΕΣ).

Η ελαιοκομία στο φυσικό περιβάλλον

Σύμφωνα, εξάλλου, με στοιχεία του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης, «οι απέραντοι ελαιώνες με τα περισσότερα από 750 εκατομμύρια δέντρα που απλώνονται σε όλες τις παραλιακές περιοχές της Μεσογείου, άλλοτε αμιγείς και άλλοτε ανάμικτοι με αλλά μεσογειακά καλλιεργούμενα και δασικά δένδρα και φυτά, αποτελούν ασφαλώς ένα ιδιόμορφο “δάσος” που φέρει τα χαρακτηριστικά και της καλλιέργειας αλλά και του “κλασικού” δάσους. Προσφέρουν έτσι και τα πλεονεκτήματα της καλλιέργειας, αλλά και τις θετικές επιδράσεις του δάσους.

Σε ό,τι αφορά την καλλωπιστική προσφορά, ιδιαίτερα στην Κρήτη το 65% της γεωργικής γης καταλαμβάνεται από ελαιώνες. Έτσι, το ασημοπράσινο χρώμα της ελιάς κυριαρχεί στη φυσιογνωμία του νησιού και αποτελεί το βασικό χαρακτήρα του φυσικού περιβάλλοντος σε όλες τις καλλιεργούμενες ζώνες. Αρκετά τουριστικά θέρετρα περιβάλλονται από ελαιώνες και παρά πολλές τουριστικές μονάδες διακοσμούν τον περιβάλλοντα χώρο τους με παλιές ή νέες ελιές. Γι’ αυτό, η Κρήτη δίκαια ονομάζεται από πολλούς σήμερα “νησί της ελιάς”!

Τα δάση των ελαιώνων, όπως όλα τα δάση, οπωσδήποτε εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα με οξυγόνο και δημιουργούν υγιεινή ατμόσφαιρα γύρω από τα χωριά και τις μικρές πόλεις. Στην Κρήτη προσφέρουν έτσι ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την ποιότητα ζωής και των κατοίκων, αλλά και των τουριστών του νησιού».

Και ο ΣΕΔΗΚ συνεχίζει αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Οι ελαιώνες που έχουν εγκατασταθεί στις λοφώδεις εκτάσεις του νησιού ή και στις πολύ επικλινείς με αναβαθμίδες συμβάλλουν σημαντικά στον περιορισμό της διάβρωσης και στη συγκράτηση του λιγοστού εδάφους, το οποίο χωρίς αυτούς μεταφέρεται προς τα κάτω απογυμνώνοντας και ερημοποιώντας τα βουνά και τους λόφους.

Σε ό,τι αφορά τον εμπλουτισμό των υδροφορέων, οι εγκατεστημένοι με αναβαθμίδες ή σε εκτάσεις με μικρές κλίσεις ελαιώνες, στους οποίους εφαρμόζεται ορθή γεωργική πρακτική (καταστροφή των ζιζανίων στο τέλος της περιόδους των βροχών), συμβάλλουν στη συγκράτηση του νερού των βροχών και στην καλύτερη διείσδυσή του στο έδαφος. Εμπλουτίζουν έτσι τα αποθέματα του επιφανειακού εδάφους αλλά και των υπόγειων υδροφορέων.

Αναφορικά τέλος με τη συμβολή στη βιοποικιλότητα, οι ελαιώνες - και ιδίως οι παραδοσιακοί και οι οριακοί - προσφέρουν στέγη, τροφή και προστασία σε πολυάριθμα είδη μικροοργανισμών, μικρών και μεγάλων ζώων, πτηνών κ.λπ., αλλά και φυτικών ειδών, και συμβάλλουν έτσι αποφασιστικά στη διατήρηση της βιοποικιλότητας των περιοχών τους».

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News