default-image

Στα άδυτα του μινωικού «μυστικού» της Αμμουδάρας

Κρήτη
Στα άδυτα του μινωικού «μυστικού» της Αμμουδάρας

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τα "βραχάκια" στην Αμμουδάρα τα γνωρίζουν όλοι οι Ηρακλειώτες ή τουλάχιστον όσοι έχουν καλή σχέση με τη θάλασσα και επιλέγουν την τεράστια αυτή παραλία για τα καλοκαιρινά τους μπάνια.

 Ο μεγάλος αυτός ύφαλος δεν αποδεικνύεται απλώς καθοριστικής σημασίας για την ακτογραμμή του Ηρακλείου, αλλά και για την ανασύσταση του μινωικού παρελθόντος της περιοχής, που είναι ελάχιστα μελετημένο.

Τώρα, νέα στοιχεία που έρχονται στο φως "ξεκλειδώνουν" τα μυστικά του παρελθόντος και ανοίγουν ένα πολύτιμο "παράθυρο" στο χρόνο, που επιτρέπει να ρίξουμε ένα βλέμμα στο μινωικό παρελθόν της Αμμουδάρας και στη ζωή που είχε η περιοχή κατά τα προϊστορικά χρόνια. Τότε που η παραλία ήταν κατά τουλάχιστον 60 μέτρα μεγαλύτερη, αξιοσημείωτα ψηλότερη, με περισσότερες αμμοθίνες και πρόσφορη για οικονομικές παράκτιες δράσεις, αλλά και για κατοίκηση.

Βασισμένο στις αρχές της πολλά υποσχόμενης επιστήμης της Αρχαιολογικής Ωκεανογραφίας, το Εργαστήριο Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ), υπό το διευθυντή Έρευνας δρ. Νίκο Καμπάνη και τον ερευνητή δρ. Γιώργο Αλεξανδράκη, στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του με αντικείμενο την παράκτια γεωαρχαιολογία, εστίασε στην περιοχή της Αμμουδάρας.

Για τη συγκεκριμένη περιοχή συνεργάστηκε με την αρχαιολόγο κ. Κατερίνα Αθανασάκη, προχωρώντας σε ανάπλαση του παλαιοπεριβάλλοντος. Παράλληλα το Εργαστήριο Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, υπό τον καθηγητή Γιώργο Παπαθεοδώρου και την αναπληρώτρια καθηγήτρια Μαρία Γεραγά, στα πλαίσια αντίστοιχων ερευνών, κλήθηκαν να λύσουν το μυστήριο του ελληνιστικού λιμανιού της Αλεξάνδρειας, στην Αίγυπτο, με επίσης σημαντικά αποτελέσματα στην περιοχή του αρχαίου Φάρου και του Ανατολικού ή Μεγάλου Λιμένα της ελληνιστικής πόλης.

Η μινωική Αμμουδάρα

Η περιοχή της Αμμουδάρας επιλέχθηκε κυρίως γιατί είναι από τις λιγότερο μελετημένες όσον αφορά στη Μινωική Εποχή και γιατί, λόγω του μεγέθους και των ιδιαιτεροτήτων της, η παραλία έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Εξετάζοντας γεωμορφολογικά την περιοχή και την ευρύτερη παράκτια ζώνη της και συνεκτιμώντας αρχαιολογικές μαρτυρίες από σωστικές ανασκαφές και τυχαία ευρήματα, οι επιστήμονες επιβεβαίωσαν προηγούμενα συμπεράσματά τους για τη δημιουργία, τη μορφή και τη λειτουργία του υφάλου, τα γνωστά στους Ηρακλειώτες "βραχάκια", "βλέποντας" ένα εντυπωσιακό τοπίο, το οποίο επέτρεπε στη Μινωική Εποχή όχι απλά την κατοίκηση, αλλά και τη γεωργική εκμετάλλευση.

Σύμφωνα με τον κ. Νίκο Καμπάνη, ο ύφαλος αποτελείται από ακτόλιθο, πέτρωμα το οποίο σχηματίζεται από την ανάμειξη θαλασσινού και γλυκού νερού από τον υπόγειο υδροφορέα. Η ύπαρξή του στην Αμμουδάρα μπορεί να εξηγηθεί ως καταποντισμένος ακτόλιθος, που σχηματίστηκε κατά μήκος μιας αρχαίας ακτογραμμής, η οποία έχει πλέον καταβυθιστεί. Σε αυτό παραπέμπει, πέρα από τα μορφολογικά χαρακτηριστικά, τόσο η θέση του υφάλου, που είναι παράλληλη της σημερινής ακτογραμμής, όσο και το κενό που διαπιστώνεται μπροστά από την εκβολή του Αλμυρού ποταμού. Ο εντυπωσιακός αυτός ύφαλος ξεκινά από το ανατολικό άκρο της Αμμουδάρας και εκτείνεται παράλληλα με την παραλία σχεδόν σε όλο το μήκος της, από τα δυτικά, σε μέση απόσταση 30 έως 50 μέτρων από την ακτή μέσα στη θάλασσα και με κορυφή που φτάνει σε κάποια σημεία λιγότερο από μισό μέτρο κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Στο δυτικό τμήμα της παραλίας, ο ύφαλος χάνεται και εμφανίζεται η τυπική μορφή του ακτόλιθου. Η ύπαρξη του επιμήκους υφάλου υποδηλώνει τη θέση της αρχαίας ακτογραμμής, η οποία βρισκόταν περί τα 60 μέτρα από τη σημερινή, καταποντισμένη πλέον στη θάλασσα, συνέπεια της ανόδου της στάθμης των υδάτων και της διάβρωσης, η οποία στο κεντρικό και ανατολικό τμήμα της Αμμουδάρας απομάκρυνε την άμμο και δημιούργησε τον ύφαλο. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η παραλία της Αμμουδάρας στα προϊστορικά χρόνια ήταν κατά πολύ πλατύτερη.

Οι πλούσιες αμμοθίνες

Τα "βραχάκια" δεν είναι όμως το μόνο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της μεγάλης αυτής παραλίας με μεγάλο αρχαιολογικό και όχι μόνο ενδιαφέρον, αλλά και οι αμμοθίνες. Σήμερα αυτοί οι αμμόλοφοι εκτείνονται σε απόσταση 30 έως 60 μέτρων από την ακτογραμμή και έχουν χαμηλό ύψος, που φτάνει μέχρι τα 3 μέτρα. Οι επιστήμονες του Εργαστηρίου Παράκτιας και Θαλάσσιας Έρευνας του Ινστιτούτου Υπολογιστικών Μαθηματικών του ΙΤΕ, προκειμένου να "αποκρυπτογραφήσουν" την "ταυτότητά" τους, πραγματοποίησαν ερευνητική γεώτρηση στην περιοχή, η οποία είχε εντυπωσιακά αποτελέσματα, αποδεικνύοντας ότι αυτές οι εναποθέσεις αιολικών ιζημάτων, γνωστές ως αμμοθίνες, υπήρχαν από τη Μινωική Εποχή. Ήταν μάλιστα πιο εκτεταμένες σε εκείνη την περιοχή, που αποτελούσε φαρδύτερη, από τη σημερινή, παραλία και με υψηλότερο ανάγλυφο από το σημερινό.

Με την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, που άλλαξε την ακτογραμμή, η διάβρωση απομάκρυνε τα ιζήματα από την παραλία μέχρι που απομονώθηκε ο ακτόλιθος, ο οποίος, όπως προαναφέραμε, ήταν το όριο της αρχαίας ακτής, βυθίστηκε και σχηματίστηκε ο σημερινός ύφαλος. Αυτό σημαίνει ότι η Μινωική Αμμουδάρα την Εποχή του Χαλκού ήταν κατά πολύ ευρύτερη, αφού η ακτή βρισκόταν 60 τουλάχιστον μέτρα μέσα στη θάλασσα από τη σημερινή και με πιο μεγάλη εύφορη έκταση, που επέτρεπε όχι απλά οικονομικές και κοινωνικές δράσεις, αλλά και γεωργική δραστηριότητα από τους προϊστορικούς κατοίκους.

Το νεοανακτορικό κτίσμα

Αν και η Αμμουδάρα δεν έχει ερευνηθεί εκτεταμένα αρχαιολογικά, υπάρχει μια ένδειξη που ενισχύει το συμπέρασμα της ομάδας του κ. Καμπάνη: Μια ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στην παράκτια αυτή ζώνη το 1979 και εκ νέου το 2013, και η οποία αποκάλυψε εν μέρει ένα κτίσμα και δείγματα αγγειοπλαστικής, τα οποία χρονολογήθηκαν στη Νεοανακτορική Περίοδο. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, το εν λόγω κτίσμα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο οικιστικό δίκτυο της περιοχής στη βόρεια παράκτια ζώνη της Κρήτης, που δεν έχει ακόμη εντοπιστεί. Επίσης, η ομάδα του κ. Καμπάνη έφερε στην επιφάνεια ένα θραύσμα κεραμικού αγγείου, γνωστό ως "όστρακο" στην Αρχαιολογία, κατά την ερευνητική γεώτρηση του 2016, σε βάθος 8 μέτρων, που επιβεβαιώνει τα γεωλογικά και αρχαιολογικά ευρήματα.

Ρεπορτάζ: Σταύρος Μπουντουφάρης

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News