Ιταλία: Ο αρχαιολογικός «θησαυρός» που έμεινε «κρυμμένος» στη λάσπη για πάνω από 2.300 χρόνια (εικόνες)

Κόσμος
Ιταλία: Ο αρχαιολογικός «θησαυρός» που έμεινε «κρυμμένος» στη λάσπη για πάνω από 2.300 χρόνια (εικόνες)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η πιο εντυπωσιακή ανακάλυψη εδώ και 50 χρόνια 24 μπρούτζινων αγαλμάτων σε ιερό χώρο

Η μεγαλύτερη αρχαιολογική ανακάλυψη εδώ και μισό αιώνα από τότε που βγήκαν από τα νερά του Ιονίου τα πασίγνωστα αριστουργηματικά μπρούτζινα γλυπτά του Ριάτσε συνεχίζει να παραμένει στο επίκεντρο του επιστημονικού, και όχι μόνο, ενδιαφέροντος. Χαρακτηρισμοί όπως “ιστορική ανακάλυψη” και ευρήματα “ανυπολόγιστης αξίας” είναι πραγματικά κυριολεκτικοί, καθώς αυτό που ήρθε στο φως στην Τοσκάνη της κεντρικής Ιταλίας είναι ένας αληθινός θησαυρός.

Κυρίαρχα σε επίπεδο σπουδαιότητας είναι τα 24 μπρούντζινα ρωμαϊκά και ετρουσκικά αγάλματα και τα χιλιάδες χρυσά νομίσματα, αλλά παράλληλα επιγραφές και αναθηματικά αντικείμενα. Τα 24 μπρούτζινα αγάλματα που αποκάλυψαν οι αρχαιολόγοι κατά τις ανασκαφές στο Σαν Κασιάνο Ντέι Μπάνι έχουν συναρπάσει τους επιστήμονες. Τα πέντε από αυτά τα 24 αγάλματα έχουν ύψος περίπου ενός μέτρου και έχουν διατηρηθεί σε άριστη κατάσταση, γεγονός που τα καθιστά ακόμα πιο σημαντικά από αυτό καθαυτό το γεγονός της ανακάλυψης τόσων πολλών μπρούτζινων αγαλμάτων. Ο λόγος είναι απλός.

Λόγω της υψηλής τιμής του υλικού στην αρχαιότητα, τα αγάλματα σε δύσκολους καιρούς ξαναλειώνονταν ώστε το μέταλλο να ξαναχρησιμοποιηθεί κυρίως για την κοπή νομισμάτων, κάτι που εξηγεί το γιατί δεν εντοπίζονται συχνά σε ανασκαφές, σε αντίθεση με το τι συμβαίνει με μαρμάρινα έργα τέχνης. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων όσα έχουν καταφέρει να διασωθούν - με ελάχιστες εξαιρέσεις - είναι από ναυάγια, καθώς τα πλοία που τα μετέφεραν ναυάγησαν.

Τα αρχαία αυτά αριστουργήματα διατηρήθηκαν για 2.300 χρόνια μέσα στη λάσπη που είχε δημιουργηθεί στις ιερές δεξαμενές με θερμό νερό που υπήρχαν στον αρχαιολογικό χώρο, ο οποίος προσδιορίζει θέρμες. Από τα πιο όμορφα αγάλματα είναι εκείνα ενός έφηβου, αυτό της Υγείας, ένα του Απόλλωνα, καθώς και εκείνα άλλων θεοτήτων, αλλά και πιστών καθώς και αυτοκρατόρων. Εντυπωσιακό είναι και ένα τμήμα χεριού το οποίο ανήκε σε μεγαλύτερο επίσης μπρούτζινο άγαλμα, το οποίο είτε δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμα είτε χάθηκε. Τα αγάλματα, σύμφωνα με τους ειδικούς, χρονολογούνται από τον 2ο αιώνα π.Χ. μέχρι και τον 1ο αιώνα μ.Χ. Ήταν τοποθετημένα σε θέρμες με ιερό χαρακτήρα, ο οποίος διέθετε ζεστά, κοχλάζοντα νερά και παρέμεινε σε λειτουργία μέχρι και τον 5ο μετά Χριστόν αιώνα.

Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, όλα τα ευρήματα είναι πολύ πιθανό να κατασκευάστηκαν στην περιοχή της Τοσκάνης, αποτελώντας “παραγγελίες” εύπορων οικογενειών, οι οποίες ανήκαν στην ετρουσκική και στη συνέχεια στη ρωμαϊκή κοινωνία. Σύμφωνα με τους Ιταλούς αρχαιολόγους, στη συγκεκριμένη περιοχή, οι δύο αυτοί πολιτισμοί κατάφεραν να συνυπάρξουν ειρηνικά για πολλούς αιώνες και η γλώσσα των Ετρούσκων να “επιβιώσει” για μεγαλύτερο διάστημα απ' ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη περιφέρεια της Ιταλίας.

Τους επόμενους μήνες θα ξεκινήσει το σημαντικό έργο της συντήρησης του συνόλου των ευρημάτων, με τη συνεργασία ιταλικών και ξένων πανεπιστημίων και την εποπτεία του υπουργείου Πολιτισμού της Ρώμης.

Η ανακάλυψη στα 1972 - Τα διάσημα αγάλματα του Ριάτσε

Στις 17 Αυγούστου 1972, ο φαρμακοποιός από τη Ρώμη Στεφάνο Μαριοτίνι, ερασιτέχνης ψαροτουφεκάς, που έκανε διακοπές στην Καλαβρία, καταδύεται με τους φίλους του 300 μέτρα μακριά από την ακτή του Ριάτσε. Σε βάθος οκτώ μέτρων ανακαλύπτει δύο μπρούτζινα ελληνικά αγάλματα ενός νεαρότερου και ενός γηραιότερου άνδρα, που έκτοτε θα γίνονταν γνωστοί ως «πολεμιστές του Ριάτσε».

Τα αγάλματα προέρχονται από αθηναϊκό εργαστήριο του 5ου αιώνα π.Χ., με την προέλευση του μετάλλου από το Άργος. Αποτελούσαν φορτίο πλοίου που ναυάγησε στην περιοχή, ενώ θεωρίες τα ερμηνεύουν ως έργα της σχολής του Πολύκλειτου, του Φειδία ή του εργαστηρίου τους. Δημιουργήθηκαν με διαφορά 20-30 χρόνων μεταξύ τους, με τον νεότερο πολεμιστή να χρονολογείται στο 460 π.Χ. και τον γηραιότερο στο 430 π.Χ.

Αρχικά μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Φλωρεντίας, όπου και εκτέθηκαν για πρώτη φορά το 1981. Κατόπιν παρουσιάστηκαν στο Ανάκτορο του Κυρηνάλιου, την επίσημη κατοικία του Ιταλού προέδρου στη Ρώμη, και στη συνέχεια τοποθετήθηκαν μόνιμα στο Εθνικό Μουσείο της Μεγάλης Ελλάδας στο Ρέτζιο Ντι Καλάμπρια.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News