Εκλογές στη Γερμανία: Σήμερα η μεγάλη αναμέτρηση – Ένα πραγματικό «ντέρμπι»

Κόσμος
Εκλογές στη Γερμανία: Σήμερα η μεγάλη αναμέτρηση – Ένα πραγματικό «ντέρμπι»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σε κρίσιμο σταυροδρόμι η Γερμανία και η Ευρώπη ενόψει των σημερινών εκλογών

Οι σημερινές ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας είναι εξαιρετικής σημασίας καθώς πολλοί είναι αυτοί που τις αποκαλούν ιστορικές. Άλλωστε μετά από 16 χρόνια η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ αλλάζει χέρια. Κατά την διάρκεια των χρόνων αυτών με τις διαδοχικές κρίσεις να «χτυπούν» κάθε χώρα, η Άνγκελα Μέρκελ διατήρησε την ενότητα της Ένωσης προωθώντας συμβιβαστικές λύσεις.

Σε κρίσιμο σταυροδρόμι παρουσιάζεται λοιπόν η Γερμανία και ολόκληρη η Ευρώπη ενόψει τις σημερινής κάλπης με τις ομοσπονδιακές εκλογές να θυμίζουν ένα μεγάλο ντερμπι. Οι σημερινές εκλογές δεν θα διαμορφώσουν μόνο το εσωτερικό τοπίο της Γερμανίας, τόσο με όρος ευρείας πολιτικής όσο και εσωκομματικής, αλλά θα καθορίσουν και την επόμενη μέρα στην ίδια την Ευρώπη.

Η απουσία της Μέρκελ είναι ηχηρή…

Ο Τόμας Γκούτσκερ, ανταποκριτής της Frankfurter Allgemeine Zeitung στις Βρυξέλλες, αναφέρει χαρακτηριστικά σχετικά με την απουσία της Άνγκελα Μέρκελ, «Κάθε Γερμανός Καγκελάριος έχει το φυσικό ρόλο να κρατά την ΕΕ ενωμένη. Αυτό είναι το σημαντικότερο επίτευγμα της Μέρκελ αυτά τα 16 χρόνια. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα πέρυσι, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το Ταμείο Ανάκαμψης από την πανδημία».

Η  ίδια εγκαταλείπει προσωρινά (καθώς οι φήμες τη φέρνουν σχεδόν νομοτελειακά προς τις Βρυξέlλες) το πλοίο της πολιτικής, αφήνοντας πίσω της ένα έτοιμο προς εσωτερικό σπαραγμό CDU και κατ’ επέκταση το CSU, με το κενό της να θεωρείται ως η βασική πηγή της δημοσκοπικής προς το παρόν - και μένει να φανεί αν θα αποδειχτεί και εκλογικής - αιμορραγίας, παρά τη διαρκώς μειούμενη διαφορά των Χριστιανικών κομμάτων με τους Σοσιαλδημοκράτες τις τελευταίες ημέρες, που ως αυτή την ώρα βρίσκεται στα όρια του στατιστικού λάθους.

Όποιος κι αν είναι ο διάδοχός της, ο Χριστιανοδημοκράτης Λάσετ ή ο Σοσιαλιστής Σολτς ή ακόμα και η Μπέρμποκ των Πρασίνων, σενάριο απίθανο αλλά όχι παντελώς εκτός πραγματικότητας, θα κληθεί να υπερασπιστεί την κληρονομιά της Μέρκελ στη Γηραιά Ήπειρο, να αποδείξει αν μπορεί να σταθεί στο ύψος της, ούσα επιτυχημένη διαχειρίστρια στα δύσκολα, και αν είναι σε θέση να σπρώξει την Ευρώπη μπροστά, όπως τουλάχιστον διακηρύσσεται ως πολιτικός πόθος των υποψήφιων διαδόχων. Και βεβαίως να διατηρήσει την ευμάρεια των Γερμανών στα επίπεδα που “έχτισε” η Μέρκελ, με βασικό πυλώνα τον Σόιμπλε.

Γιατί μπορεί το χαμόγελο του Λάσετ μπροστά στους πλημμυροπαθείς να θεωρήθηκε ως το πολιτικό τέλος του, οι αιτίες ωστόσο της πτώσης (δημοσκοπικής πάντα) των CDU/CSU είναι πολύ πιο βαθιές. Αν οι εκτιμήσεις επιβεβαιωθούν και οι Σοσιαλδημοκράτες επιτύχουν την εντυπωσιακή τους νεκρανάσταση με τον Όλαφ Σολτς, μένει να φανεί πώς θα ξημερώσει η Δευτέρα και πόσο η δημοφιλία του θα τον οδηγήσει στο “τιμόνι” της Καγκελαρίας, υπό άγνωστο επί του παρόντος κυβερνητικό σχήμα και άρα παραχωρήσεις και ισορροπίες. Στις οποίες η μόνη σταθερά σαν “κλειδί” των εξελίξεων - όσο και αν ο όρος είναι παρακινδυνευμένος στην πολιτική - με βάση όλες τις δημοσκοπήσεις, είναι η ηχηρή παρουσία των Πρασίνων.

Δεν υπάρχει σχεδόν καμιά αμφιβολία για το ότι οι Πράσινοι θα είναι τρίτοι και μάλιστα σημαντικά ενισχυμένοι σε σχέση με το 2017, παρά το γεγονός ότι ξεφούσκωσε ο αρχικός ενθουσιασμός που τους ήθελε ακόμα και να κάνουν την έκπληξη και να διεκδικήσουν την πρωτιά και την Καγκελαρία.

Για τον ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν δεν είναι τυχαία η παρέμβαση του γενικού γραμματέα του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD) Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, ο οποίος εξέφρασε τη σαφή προτίμησή του για έναν κυβερνητικό συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων. Δεν είναι όμως μόνο το SPD, καθώς με τους  τους Πράσινους προσεγγίζουν και οι CDU-CSU, εκδηλώνοντας προθυμία συνεργασίας.

Τα “παράθυρα” ανοίγουν το ένα μετά το άλλο με άφθονες υποσχέσεις τόσο από στελέχη των δύο κομμάτων όσο και από τους ίδιους τους Όλαφ Σολτς και Άρμιν Λάσετ, που επιχειρούν να δουν τι θα καταφέρουν. Παραδοσιακά πάντως, αλλά και όπως έδειξε πρόσφατη δημοσκόπηση που διενήργησε η Civey για λογαριασμό του “Der Spiegel”, η βάση των Πρασίνων γέρνει αποφασιστικά την πλάστιγγα προς την πλευρά του Σολτς. Σε κάθε περίπτωση, οι Πράσινοι θα είναι οι ρυθμιστές, καθώς για πρώτη φορά μεταπολεμικά θα απαιτηθεί η σύμπραξη και τρίτου κόμματος για να διασφαλιστεί κυβερνητική πλειοψηφία στην Bundestag. Και αυτό μάλλον δύσκολα θα είναι οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), που μάχονται με την Εναλλακτική για τη Γερμανία (Afd) και εμφανίζονται σχεδόν ισοδύναμοι.

 Στο «παρά πέντε» θα κριθεί το αποτέλεσμα – Στις δύο μονάδες η διαφορά

 Όπως το 2017, έτσι και τώρα οι συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού μπορεί και να διαρκέσουν αρκετούς μήνες. Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά  ο επικεφαλής ερευνών στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής (EPC), Γιάννης Εμμανουηλίδης, «To αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών θα είναι ακόμα πιο περίπλοκο από αυτό του 2017. Δεν μπορούμε να πούμε ποιο θα είναι το αυριανό αποτέλεσμα, όμως όντως υπάρχει σασπένς. Θα είναι μικρή η απόσταση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων και θα χρειαστεί, απ΄ ό,τι φαίνεται, ένας συνασπισμός τριών κομμάτων. Μπορεί oι διαπραγματεύσεις να κρατήσουν μέχρι το τέλος του χρόνου», προσθέτει ο επικεφαλής του EPC.

Μία ανάσα σήμερα από τις κάλπες και το σκηνικό παραμένει ιδιαίτερα ρευστό. Και ενώ μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος έχει ήδη ψηφίσει επιστολικά, η διαφορά μεταξύ του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος του SPD και της Χριστιανικής Ένωσης των CDU και CSU είχε περιοριστεί στις δύο μονάδες. Σύμφωνα με το Πολιτικό Βαρόμετρο του δεύτερου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ZDF, το SPD παραμένει στο 25%, ενώ CDU/CSU κερδίζουν μια μονάδα και ανεβαίνουν στο 23%. Οι Πράσινοι κερδίζουν 0,5% και βρίσκονται στο 16,5%, η Εναλλακτική για τη Γερμανία χάνει μία μονάδα και περιορίζεται στο 10% και Φιλελεύθεροι και Αριστερά διατηρούν τις δυνάμεις τους, με 11% και 6% αντίστοιχα.

 Εάν αυτά τα ευρήματα επιβεβαιωθούν σε λίγο  στην κάλπη, τη μεγαλύτερη πλειοψηφία θα είχε ο μεγάλος συνασπισμός SPD - CSU/CSU, αλλά τα ποσοστά θα επαρκούσαν και για άλλους συνδυασμούς. Στο μεταξύ, χωρίς εκπλήξεις εξελίχθηκε η τελευταία προεκλογική συζήτηση που διοργάνωσαν το βράδυ της Πέμπτης τα δύο κανάλια της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD και ZDF με τη συμμετοχή των επικεφαλής των κομμάτων στις αυριανές εκλογές. Οι Άρμιν Λάσετ του CDU, ο Μάρκους Ζέντερ του CSU, ο Όλαφ Σολτς του SPD, η Αναλένα Μπέρμποκ των Πράσινων, ο Κρίστιαν Λίντνερ των Φιλελεύθερων, η Αλίς Βάιντελ της AfD και η Γιανίνε Βίσλερ της Αριστεράς εμφανίστηκαν αποφασισμένοι να μην κάνουν το “λάθος” που θα μπορούσε να τους στοιχίσει ψήφους.

Όπως σχολίασε μετά τη συζήτηση η εφημερίδα “Bild”, κανένας αναποφάσιστος δεν αποφάσισε μετά την εκπομπή και κανένας από αυτούς που έχουν ήδη ψηφίσει επιστολικά δε μετάνιωσε την ψήφο του. Καθώς η Μέρκελ ετοιμάζει τις βαλίτσες της από την Καγκελαρία, ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, σε συνέντευξή του στο eυronews προσδιόρισε ως τη μεγαλύτερη αποτυχία της Μέρκελ την «απροθυμία που έδειξε κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης. Λόγω των δισταγμών της και της απροθυμίας της, χάναμε χρόνο. Η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε βοηθηθεί νωρίτερα».

Ο ίδιος ανέφερε ότι η Μέρκελ ήθελε να αποκλείσει την Ελλάδα σε προσωρινή βάση από τη ζώνη του ευρώ. Εγώ ήμουν ισχυρός αντίπαλος αυτής της ιδέας. Ποτέ δε συμμερίστηκε αυτήν την ιδέα, αλλά ποτέ δεν αρνήθηκε τη χρησιμότητά της. Στο τέλος της ημέρας, όμως, πάντα σκεφτόταν τις συνέπειες και πίστευε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε ταραγμένα νερά, με την Ιταλία και κάποιες άλλες χώρες», τόνισε ο Γιούνκερ.

Το πιο αναγνωρίσιμο πρόσωπο των Πρασίνων είναι η υποψήφια καγκελάριός τους, η Αναλένα Μπέρμποκ. Όμως δεν πρέπει να λησμονείται ότι κανένας δημοφιλής πολιτικός στη γερμανική πολιτική τα τελευταία 16 χρόνια - με εξαίρεση τη Μέρκελ - δεν ξεπέρασε τη λάμψη ενός διάττοντα.

Αρκεί αν θυμηθεί κανείς τις μεγάλες προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί γύρω από το πρόσωπο του Μάρτιν Σουλτς, όταν το 2016 εξελέγη με το 100% των ψήφων, και λίγο αργότερα της διαδόχου του στην ηγεσία του SPD Αντρέα Νάλες.

Το ερώτημα είναι αν την ίδια μοίρα θα έχει και ο έως πρότινος όχι ιδιαίτερα επιτυχημένος Όλαφ Σολτς, που κατάφερε μετά τις πλημμύρες του Ιουλίου στη Γερμανία όχι απλά να ξεκολλήσει από την τρίτη θέση που τον έφερναν οι δημοσκοπήσεις, αλλά να ξυπνήσει τα ένστικτα της εκλογικής βάσης του SPD σε χρόνους-ρεκόρ.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News