Εκρήξεις στη Βηρυτό: «Συντρίμμια από γυαλιά και αίμα γέμισαν τους δρόμους - Θα μπορούσα να είχα πεθάνει»

Κόσμος
Εκρήξεις στη Βηρυτό: «Συντρίμμια από γυαλιά και αίμα γέμισαν τους δρόμους - Θα μπορούσα να είχα πεθάνει»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σοκάρουν οι περιγραφές 4 αυτόπτων μαρτύρων

Την τραγική στιγμή της μεγάλης έκρηξης στην Πρωτεύουσα του Λιβάνου, που στέρησε την ζωή και την περιουσία  πολλών κατοίκων, περιγράφουν τέσσερεις νέοι άνθρωποι.

Mohammed Dakroub, 26, Ιατρικός ερευνητής

«Ήμουν στο γραφείο με τους συναδέλφους μου, ήταν μια φυσιολογική Τρίτη. Επρόκειτο να πάω σπίτι σε μια ώρα αλλά για κάποιο λόγο αποφάσισα να φύγω μισή ώρα νωρίτερα από την ώρα που υποτίθεται ότι θα έφευγα. Ήμουν στον δρόμο για το σπίτι και έκανα νόημα σε έναν οδηγό ταξί. Συζητούσαμε όταν ξαφνικά αισθάνθηκα ότι τα αφτιά μου είχαν βουλώσει, ότι δεν μπορούσα να ακούσω και τότε κοίταξα στον ουρανό και υπήρχε ένα τεράστιο ροζ σύννεφο. Δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε.  Είναι τραυματικό να βλέπεις ότι οι δρόμοι που έχεις περπατήσει με τους φίλους σου, δρόμοι στους οποίους έχεις μνήμες του παρελθόντος, στους οποίους έχεις περάσει τις καλύτερες μέρες σου, είναι απλά ερείπια. Είδα ανθρώπους να κλαίνε και να ουρλιάζουν. Είδα όλα τα κτίρια πεσμένα κάτω. Κάποιους δρόμους δεν μπορούσα καν να τους αναγνωρίσω.   Άρχισα να λαμβάνω τηλεφωνήματα από ανθρώπους, πρώτα ήταν ο θείος μου, ταυτόχρονα η μητέρα μου. Άνθρωποι με ρωτούσαν αν ήμουν εντάξει. Δεν ήταν σίγουροι για το τι έγινε, ότι μάλλον υπήρχε μια βόμβα στη Βηρυτό και ότι ήταν αρκετά μεγάλη, ήμουν ήδη στα προάστια, ήρθα σπίτι, και η οικογένειά μου ήταν εκεί. Τους ρώτησα και είπαν ότι υπήρχε μια ριπή ανέμου στο σπίτι και ότι όλα τα παράθυρα άρχισαν να τρέμουν. Ευτυχώς τα παράθυρα μας ήταν ανοιχτά και δεν έσπασαν.   Δεν μένουμε ακριβώς στη Βηρυτό, αλλά οι περισσότεροι φίλοι μου που μένουν στην πόλη είπαν ότι έσπασαν τα τζάμια. Αυτοί που ήταν πολύ κοντά στην έκρηξη είχαν τα σπίτια τους τελείως κατεστραμμένα. Ευτυχώς, από όσο ξέρω, κανείς τους δεν ήταν στο σπίτι όταν συνέβη, γιατί εκείνη τη στιγμή γυρνούσαν από τη δουλειά τους».

Hana, 26, Επιστημονική συνεργάτις

«Οι συνάδελφοι μου κι εγώ συνήθως τελειώνουμε τη δουλειά στις πέντε το απόγευμα. Αυτή τη μέρα, την Τρίτη, 4 Αυγούστου 2020, ένας συναγερμός φωτιάς ενεργοποιήθηκε στο κτίριο του νοσοκομείου για άγνωστο λόγο, κάτι που καθυστέρησε την έξοδό μας. Αποφασίσαμε να μείνουμε στο γραφείο και να κάνουμε λίγη περισσότερη δουλειά.

Στις 18:05 έλαβα μια κλήση από τον πατέρα μου ότι έρχεται στο νοσοκομείο για έναν ασθενή. Είχα ένα άσχημο συναίσθημα, δεν μπορούσα να μείνω στο γραφείο. Στάθηκα μπροστά από το ασανσέρ και τον περίμενα να φτάσει. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα αισθάνθηκα το κτίριο να γέρνει μπρος πίσω. «Πρέπει να ζαλίζομαι» είπα. Όταν το ασανσέρ τελικά έφτασε στον 8ο όροφο ακούστηκε ο ήχος, όμως οι πόρτες δεν άνοιξαν. Ακούσαμε τον ήχο μιας έκρηξης. Σκόνη και άμμος παντού. Νόμιζα πως το ασανσέρ ανατινάχτηκε. Ο συναγερμός της φωτιάς άρχισε να χτυπάει ξανά και οι συνάδελφοι μου κι εγώ πήραμε οδηγίες να φύγουμε από το κτίριο.   Οι σκέψεις μου ήταν με τον πατέρα μου. Πού είναι; Ήταν μέσα σε αυτό το ασανσέρ; Οι γραμμές του τηλεφώνου είχαν κοπεί. Ένας από τους φρουρούς του κτιρίου, να είναι ευλογημένος, προσφέρθηκε να μείνει μαζί μου και να ψάξουμε για τον πατέρα μου. Ευτυχώς ήταν ασφαλής όπως και ο ασθενής. Ήταν απλά χαρούμενος που κατάφερε να σώσει την όραση του ασθενή του. Δεν σκέφτηκα να τσεκάρω κανένα μέλος της οικογένειάς μου και φίλους, καθώς σκέφτηκα ότι η έκρηξη συνέβη στον 8ο όροφο του μέρους που δουλεύω, ότι όλοι οι άλλοι ήταν ασφαλείς και ότι δεν είχαν επηρεαστεί.

Ο ήχος από τις σειρήνες των ασθενοφόρων και από τα κλάματα κάλυψε τη σιωπή του σοκ. Συντρίμμια από γυαλιά και αίμα γέμισαν τους δρόμους της πόλης. Τα τμήματα των επειγόντων γέμισαν με επείγουσες υποθέσεις. Ο κώδικας «Καταστροφή» είχε ενεργοποιηθεί. Η ηλεκτροδότηση των νοσοκομείων είχε διακοπεί, οι ασθενείς με τις μάσκες δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν άλλο.  

Πήγα σπίτι για να τσεκάρω τη μαμά μου, καθώς ο αδερφός μου πήγε για να βοηθήσει στο τμήμα επειγόντων και στα δωμάτια εγχειρίσεων. Μόλις μπήκα στο δωμάτιό μου είδα τα μαξιλάρια, το κρεβάτι, τους τοίχους, τα ρούχα, να είναι γεμάτα από τα κομμάτια γυαλιού. Θα μπορούσα να είμαι εγώ κάτω από αυτά τα κομμάτια, αν είχα φύγει από τη δουλειά στις πέντε το απόγευμα.

Αυτήν τη μέρα συνάντησα αναπάντεχα ανθρώπους που δεν είχα δει για μήνες εξαιτίας της πανδημίας. Από φρουρούς ασφαλείας μέχρι φίλους, πρώην συναδέλφους και ξαδέρφια. Γρήγορες συναντήσεις πριν από την αναπάντεχη καταιγίδα. Είμαστε όλοι μουδιασμένοι και σοκαρισμένοι αυτήν τη στιγμή, χωρίς απαντήσεις. Ποιος; Πότε; Γιατί; Πώς; Πού; Δεν είμαστε εντάξει, αλλά είμαστε ευγνώμονες που είμαστε ζωντανοί. Το αίμα κυλάει ακόμη στις φλέβες μας, μπορούμε να δώσουμε αίμα. Ο αέρας υπάρχει ακόμη στα πνευμόνια μας, μπορούμε να βοηθήσουμε τους τραυματίες, τους πεινασμένους, τους παρατημένους, αυτούς που αγωνιούν, τους διαλυμένους, τον πόνο και την απώλεια.   Ευχαριστούμε όλους αυτούς που επικοινωνούν από όλη την υφήλιο. Ευχαριστούμε τους εθελοντές και τους διασώστες που βοηθούν μια ψυχή, που βοηθούν έναν αδερφό τους, μια γάτα ή έναν σκύλο, που μετακινούν ένα κομμάτι γυαλί από τον δρόμο, που δίνουν αίμα, ρούχα, χρήματα, ιατρικό εξοπλισμό, που προσφέρουν μια στέγη, ανοιχτά καταφύγια, που παρέχουν ψυχολογική φροντίδα και παρηγορητικές λέξεις μέσα στη δυσκολία. Μέσα στην παγκόσμια κρίση, στην οικονομική, πολιτική κρίση, προσευχόμαστε για τους ζωντανούς και τους νεκρούς, την πόλη και τη χώρα. Προσευχόμαστε για ειρήνη και δικαιοσύνη μέσα στη σκληρότητα και στην απερισκεψία».

Ανώνυμη, 26, Ερευνητής γιατρός

 Ήμασταν σε ένα καφέ με φίλους, δουλεύαμε και μιλούσαμε. Καθόμασταν δίπλα σε ένα ανοιχτό παράθυρο και ακούμε κάτι που μοιάζει με βόμβα. Κοιτάμε ο ένας τον άλλον. Αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσε να είναι. Είναι κοντά; Είναι μακριά; Κοιτάμε στο παράθυρο και τότε ακούμε μια δεύτερη έκρηξη, πολύ πιο δυνατή, πιο τρομακτική. Δεν σκεφτήκαμε τίποτα, μπήκαμε μέσα ενστικτωδώς, στο εσωτερικό του καφέ, μακριά από τα παράθυρα και όλοι μαζευτήκαμε εκεί με τους άλλους ανθρώπους. Ήταν τρομακτικό. Θαρρείς και ήταν ακριβώς απ' έξω. Ήταν κοντά, δεν ξέραμε τι είναι, αν θα συνέβαινε ξανά ή αν είχε τελειώσει.   Μετά κοιτάξαμε γύρω μας, αν ήμασταν όλοι καλά. Αν ήταν κανείς τραυματισμένος. Ακούσαμε γυαλιά να θρυμματίζονται και πράγματα να σπάνε, όχι στο καφέ, αλλά έξω. Και τότε άρχισαν να φτάνουν τα νέα. Κάποιος έλεγε ότι είχε γίνει σε μία περιοχή ερευνών. Διαφορετικές ιστορίες, διαφορετικές περιοχές. Μετά αρχίσαμε να τηλεφωνούμε τις οικογένειες μας, για να δούμε αν είναι εντάξει. Όταν τηλεφωνούσα σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας μου, η κλήση αποτύγχανε. Οπότε υπήρξαν μερικές τρομακτικές στιγμές που αναρωτιόμουν τι τους συνέβαινε. Πολλοί μπορούσαν να βρουν τα μέλη της οικογένειάς τους και εγώ δεν μπορούσα να βρω τη δικιά μου. Μετά από πολλές τηλεφωνικές απόπειρες, το σήκωσαν και έμαθα ότι είναι σπίτι, ασφαλείς, και ότι βίωσαν ό,τι όλοι οι υπόλοιποι».

Elie Azar, 26, Οικονομικός ελεγκτής

Ήταν ένα φυσιολογικό απόγευμα Τρίτης. Ο πατέρας μου, η αδερφή μου κι εγώ ήμασταν στον δρόμο για το σπίτι. Το γραφείο μας είναι στο κέντρο. Φύγαμε στις 17:20 και τη στιγμή που φτάσαμε στη γέφυρα, μπροστά ακριβώς από το λιμάνι, υπήρχε πολλή κίνηση και γκρινιάζαμε, γι' αυτό κάναμε μια στροφή, πήραμε μια σύντομη διαδρομή και περάσαμε από το Mar Mikhael και το Gemmayze. Τη στιγμή που περάσαμε το Forum Du Beirut, νιώσαμε το αυτοκίνητο να πετάγεται προς τα μπρος, γρήγορα. Δεν καταλαβαίναμε τι συνέβαινε, τα αφτιά μας ήταν τόσο βαριά.  

Συνεχίσαμε να οδηγούμε προς το σπίτι. Ήμασταν σε σοκ. Τη στιγμή που φτάσαμε σπίτι συνειδητοποιήσαμε ότι είχε γίνει μια έκρηξη. Στην αρχή νομίζαμε ότι ήταν πυροτέχνημα, αυτό είχαν πει. Αρχίσαμε να καλούμε τους φίλους μας στη δουλειά, για να τσεκάρουμε αν έφυγαν, αν ήταν στον δρόμο. Πανικοβληθήκαμε. Οι τηλεφωνικές γραμμές κόπηκαν αμέσως γιατί υπήρχε υπερφόρτωση στο δίκτυο, και τη στιγμή που αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε τι έγινε και είδαμε ολόκληρη την εικόνα στις ειδήσεις, αρχίσαμε να κλαίμε αμέσως με την οικογένεια μου. Γιατί αν είχαμε φύγει δέκα λεπτά μετά, θα μπορούσαμε να είμαστε εμείς σε αυτήν τη γέφυρα. Και είναι τραυματικό να βλέπεις ότι οι δρόμοι που έχεις περπατήσει με τους φίλους σου, δρόμοι στους οποίους έχεις μνήμες του παρελθόντος, στους οποίους έχεις περάσει τις καλύτερες μέρες σου, είναι απλά ερείπια.   Όταν εχθές κατέβηκα στη Βηρυτό, περπάτησα στις περιοχές Achrafieh, Gemmayze, Mar Mikhael και είδα ανθρώπους να κλαίνε και να ουρλιάζουν. Είδα όλα τα κτίρια πεσμένα κάτω. Κάποιους δρόμους δεν μπορούσα καν να τους αναγνωρίσω. Οι μισοί από τους φίλους των ξαδέρφων μου είναι χαμένοι μέχρι αυτήν τη στιγμή. Κάποιοι είναι ανάμεσα στους πυροσβέστες που ήταν στο λιμάνι, άλλοι απλά γυρνούσαν σπίτι από τη δουλειά, πήραν τον δρόμο του Gemmayze-Mar Mikhael, κτίρια έπεφταν στα αμάξια τους και ακόμη δεν μπορούν να τους βρουν. Κάποιοι έμειναν πιο αργά στη δουλειά και είναι κολλημένοι προφανώς στα (σ.σ. κατεστραμμένα) κτίρια.   Αυτό που με έχει σημαδέψει είναι μια ομάδα ανθρώπων που χωρίστηκε σε μικρές υποομάδες για να μπει στα κτίρια και να δει αν υπάρχουν νεκροί στα ίδια τους τα σπίτια».

Πηγή: lifo.gr

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News