Έντονες αντιδράσεις από ΕΛΜΕΠΑ και Πανεπιστήμιο Κρήτης για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία

Κρήτη
Έντονες αντιδράσεις από ΕΛΜΕΠΑ και Πανεπιστήμιο Κρήτης για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο καταδικάζουν από κοινού την «Πανεπιστημιακή Αστυνομία», θεωρώντας την ανεπιθύμητη

Το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο καταδικάζουν από κοινού την «Πανεπιστημιακή Αστυνομία», θεωρώντας την ανεπιθύμητη και κάνοντας σαφές πως ο χώρος του Πανεπιστημίου είναι χώρος διακίνησης ιδεών.

Παρά το γεγονός πως η κυβέρνηση εδώ και πάνω από 12 μήνες έχει μιλήσει ανοιχτά για την ανάγκη ύπαρξης της “Πανεπιστημιακής Αστυνομίας”, τα δύο μεγάλα πανεπιστημιακά Ιδρύματα της Κρήτης έχουν προβεί σε ανακοινώσεις, καταδικάζοντας τους χειρισμούς της υπουργού Παιδείας κ. Νίκης Κεραμέως στο κομμάτι των πανεπιστημίων. Όλα αυτά με αφορμή την επίθεση που δέχτηκε φοιτητής στο ΑΠΘ, που όπως φαίνεται δεν πέρασε απαρατήρητο από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Πιο συγκεκριμένα, η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κρήτης εξέδωσε πρώτη ανακοίνωση, όπου κάνει σαφές πως τα Πανεπιστήμια είναι χώροι διακίνησης ιδεών, ενώ υποστηρίζει ευθαρσώς πως η “Πανεπιστημιακή Αστυνομία” θα προκαλέσει προβλήματα.

«Η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κρήτης εκφράζει τον έντονο προβληματισμό της για τα πρόσφατα φαινόμενα βίας σε πανεπιστημιακούς χώρους. Η εσκεμμένη και συστηματική απαξίωση των ελληνικών Πανεπιστημίων, είτε προβάλλοντάς τα ως κέντρα ανομίας είτε καλλιεργώντας καθημερινές σκηνές τυφλής βίας, προκαλεί ανεπανόρθωτη βλάβη στη λειτουργία των Ιδρυμάτων και αποτελεί τροχοπέδη στην εκπλήρωση του σκοπού τους.

Οι φοιτητές/τριές μας αποτελούν το κύριο συστατικό της ακαδημαϊκής κοινότητας και μας ανησυχεί ιδιαίτερα η απειλή της σωματικής ακεραιότητάς τους (όπως και κάθε άλλου μέλους του Πανεπιστημίου).

Τα Πανεπιστήμια είναι χώροι ελεύθερης διακίνησης ιδεών, παραγωγής γνώσης, αριστείας και καλλιέργειας ακαδημαϊκού και δημοκρατικού ήθους. Δεν είναι χώροι σύγκρουσης ιδεοληπτικών πολιτικών. Η λεγόμενη “Πανεπιστημιακή Αστυνομία” θα προκαλέσει και δε θα λύσει προβλήματα», τόνισε η Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Κρήτης.

Το ΕΛΜΕΠΑ

Από την πλευρά του, ο Σύλλογος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου αναφέρει σε ψήφισμά του: «Με αφορμή την υλοποίηση προηγούμενων αποφάσεων των οργάνων διοίκησης του ΑΠΘ αναφορικά με την κατασκευή βιβλιοθήκης και αιθουσών διδασκαλίας στο κτήριο του Βιολογικού, έχει ξεκινήσει από τις αρχές του χρόνου η συνεχής παρουσία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων στον χώρο του ΑΠΘ, έχοντας σαν στόχο την πάταξη της εγκληματικότητας μέσα στο Πανεπιστήμιο.

Σαν πρόσχημα χρησιμοποιείται μια ομάδα γνωστών-αγνώστων, κουκουλοφόρων, που βανδαλίζουν τη βιβλιοθήκη και καταστρέφουν τη δημόσια περιουσία. Στο όνομα αυτής της μικρής ομάδας των περίεργης προέλευσης καταστροφέων, η Αστυνομία ρίχνει αδιάκριτα δακρυγόνα, σε κάθε προσπάθεια φοιτητικής κινητοποίησης, που αποτέλεσμα είχαν τον τραυματισμό στο πρόσωπο φοιτητή μετά από ευθεία βολή αστυνομικού με βομβίδα κρότου-λάμψης».

Μεταξύ άλλων, τονίζει: «Υπενθυμίζουμε ότι τα Πανεπιστήμια είναι χώροι ελεύθερης διακίνησης ιδεών, παραγωγής γνώσης, αριστείας και καλλιέργειας ακαδημαϊκού και δημοκρατικού ήθους. Δεν είναι χώροι σύγκρουσης ιδεοληπτικών πολιτικών. Κατά συνέπεια η εσκεμμένη απαξίωση των δημόσιων ελληνικών Πανεπιστημίων και η συστηματική παρουσίασή τους ως δήθεν κέντρων βίας και ανομίας έχουν ως στόχο την εμπέδωση από την κοινή γνώμη της αναγκαιότητας της παρουσίας αστυνομικών δυνάμεων εντός των Ιδρυμάτων.

Το υπουργείο Παιδείας, αντί λοιπόν να ενισχύσει τη μορφωτική αποστολή των πανεπιστημίων, τα διαλύει με πειθαρχικά και αστυνομοκρατία. Η λεγόμενη “Πανεπιστημιακή Αστυνομία” θα προκαλέσει και δε θα λύσει προβλήματα.

Το Δ.Σ. του Συλλόγου Μελών ΔΕΠ του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου θεωρεί ότι η παρουσία διμοιριών ΜΑΤ και ΟΠΠΙ στους πανεπιστημιακούς χώρους είναι τελείως ασύμβατη με τον ακαδημαϊκό και δημοκρατικό χαρακτήρα των Πανεπιστημίων και ότι θα προκαλέσει σημαντικά προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία τους.

Καλούμε την κυβέρνηση να σταματήσει να δρα με γνώμονα την ατελέσφορη και συνάμα επικίνδυνη λογική της αστυνομοκρατίας».

Κατά του νομοσχεδίου

Ενιαίος Φορέας Διδασκόντων Κοινωνικών Επιστημών

Είναι άξιο αναφοράς πως έλαβε χώρα το προηγούμενο χρονικό διάστημα έκτακτη γενική συνέλευση του Ενιαίου Φορέα Διδασκόντων της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης την προηγούμενη Πέμπτη, όπου τάχθηκε κατά του νομοσχεδίου της ηγεσίας που προωθεί το υπουργείο Παιδείας.

Όπως αναφέρει ο Ενιαίος Φορέας Διδασκόντων της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης σε ανακοίνωσή του, «θεωρούμε πως το εν λόγω νομοσχέδιο υπονομεύει τον θεσμό του δημόσιου δημοκρατικού Πανεπιστημίου, που υπηρετεί τη γνώση και την έρευνα, ανατρέπει τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα του, ακυρώνει τις διαδικασίες συμμετοχής και αντιπροσώπευσης, που είναι συνυφασμένες με την κατοχυρωμένη στο Σύνταγμα έννοια της “πλήρους αυτοδιοίκησης”, ενώ, παράλληλα, θεσμοθετεί την ιεραρχικής αυθαιρεσία και διαπλοκή».

Η ανακοίνωση καταλήγει προειδοποιώντας: «Για τους παραπάνω λόγους, απαιτούμε την άμεση απόσυρση του νομοσχεδίου. Αν η κυβέρνηση επιμείνει στην ψήφισή του, η αντίδραση της πανεπιστημιακής κοινότητας θα είναι σφοδρή, με κάθε πρόσφορο δημοκρατικό μέσο».

Πανεπιστήμιο Κρήτης: Κριτική Συγκλήτου για το νομοσχέδιο των ΑΕΙ

Τις θέσεις της αναφορικά με το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα αναπτύσσει η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Κρήτης, τονίζοντας ιδιαίτερα την αλλοίωση του δημοκρατικού χαρακτήρα του Πανεπιστημίου.

Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Πανεπιστήμιο Κρήτης, «το υπουργείο Παιδείας κατέθεσε για διαβούλευση το νέο νομοσχέδιο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, χωρίς καμία προηγούμενη συνεννόηση με τα Πανεπιστήμια σχετικά με το πιο κρίσιμο τμήμα του νομοσχεδίου, το νέο μοντέλο διοίκησης. Το χρονικό διάστημα των δύο εβδομάδων για ένα νομοσχέδιο 400 σελίδων και 345 άρθρων είναι ασφυκτικό, καθιστώντας αδύνατη την ουσιαστική διαβούλευση».

Στο πλαίσιο αυτό, η Σύγκλητος τονίζει μερικά από τα σημεία που θεωρεί σημαντικά, όπως:

  • «Την επαναφορά του Συμβουλίου Διοίκησης, το οποίο σε μία άλλη μορφή (Συμβούλιο Ιδρύματος) δοκιμάστηκε στην πράξη μέσω του νόμου Διαμαντοπούλου του 2011 και απέτυχε.
  • Το σύγχρονο ελληνικό Πανεπιστήμιο μετά τη μεταπολίτευση και ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του νόμου-πλαισίου του 1982, οικοδομήθηκε πάνω στις αρχές του (συνταγματικά κατοχυρωμένου) αυτοδιοίκητου, της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της δημοκρατικής οργάνωσης της ακαδημαϊκής ζωής και της συνεπαγόμενης αντιπροσωπευτικότητας και λογοδοσίας. Βασικό συστατικό στοιχείο της δημοκρατικής λειτουργίας των πανεπιστημίων είναι η εκλογή των μονοπρόσωπων (πρόεδρος Τμήματος, κοσμήτορας Σχολής) και συλλογικών (Σύγκλητος, Πρυτανικό Συμβούλιο) οργάνων με καθολική ψηφοφορία από τα μέλη των αντίστοιχων σωμάτων.
  • Με το νέο νομοσχέδιο οι παραπάνω Αρχές καταστρατηγούνται. Η δημοκρατικά εκλεγμένη Σύγκλητος υποβαθμίζεται (ο ρόλος της περιορίζεται στα ακαδημαϊκά θέματα) και στη θέση της θεσμοθετείται ένα ολιγομελές όργανο, το Συμβούλιο Διοίκησης, με υπερεξουσίες. Πέντε από τα έντεκα μέλη του οργάνου (τα εξωτερικά) διορίζονται, ενώ το σώμα επιφορτίζεται με την αρμοδιότητα να διορίζει (και να παύει) τον πρύτανη, τους αντιπρυτάνεις και τους κοσμήτορες. Κατ' αυτόν τον τρόπο, η αντιπροσωπευτικότητα του οργάνου αυτού και η δημοκρατική νομιμοποίησή του από την πανεπιστημιακή κοινότητα την οποία εκπροσωπεί ακυρώνεται, καθιστώντας το όργανο αυτό ευάλωτο στη διαπλοκή τόσο εντός (αδιαφανείς συναλλαγές), όσο και εκτός (με κέντρα εξουσίας και οικονομικά ή άλλα συμφέροντα) του Πανεπιστημίου. Επί της ουσίας, ένα ολιγομελές, μη δημοκρατικά νομιμοποιημένο σώμα θα διαφεντεύει τις τύχες του Πανεπιστημίου και θα παίρνει όλες τις κρίσιμες αποφάσεις για την πορεία του, ερήμην των μελών του».

Στην ανακοίνωση αναφέρεται και η σειρά νέων δομών, υποστηρίζοντας πως «το νομοσχέδιο θεσμοθετεί σειρά νέων δομών (ΜΟΔΙΠ, Μονάδα Στρατηγικού Σχεδιασμού, Μονάδα Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Μονάδα Ασφάλειας και Προστασίας κ.λπ.), χωρίς πρόβλεψη για τη στελέχωσή τους και χωρίς αύξηση του προϋπολογισμού. Τα Ιδρύματα χρειάζονται άμεση ενίσχυση σε διοικητικό και τεχνικό προσωπικό και αύξηση της χρηματοδότησης για να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες ανάγκες».

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News