Ο θόρυβος μας «κοστίζει» πολύ ακριβά – «Υποφέρουν» οι Έλληνες από την ηχορύπανση

Ελλάδα
Ο θόρυβος μας «κοστίζει» πολύ ακριβά – «Υποφέρουν» οι Έλληνες από την ηχορύπανση

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι φτωχότεροι ακόμα πιο βαθιά στο πρόβλημα

Σας ενοχλεί ο θόρυβος των γειτόνων; H φασαρία από τους δρόμους και τον... αέρα; Τότε είστε ένας από τους εκατομμύρια Ευρωπαίους που αντιμετωπίζουν το σοβαρότατο κατά τις ευρωπαϊκές Αρχές πρόβλημα της ηχορύπανσης, με τους Έλληνες να βρίσκονται ψηλά στη σχετική λίστα με ποσοστό 19,8%. Τόσο που, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής, το 17,3% των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζούσαν το 2019 σε περιοχές όπου τα επίπεδα θορύβων θεωρούνται επιβλαβή για την υγεία.

Εξειδικεύοντας τον κίνδυνο, η στατιστική καταγράφει 20 εκατομμύρια Ευρωπαίους που βιώνουν έντονη ενόχληση ως συνέπεια των “περιβαλλοντικών θορύβων”, 8 εκατομμύρια που δεν μπορούν να κλείσουν μάτι από τη φασαρία, 43.000 που βιώνουν συνέπειες από τον θόρυβο στην υγεία τους με τον αριθμό να παραπέμπει σε εισαγωγές με αυτήν την αιτιολογία στα νοσοκομεία, 10.000 που απειλούνται με πρόωρη θνησιμότητα και περίπου 12.500 παιδιά που διαγιγνώσκονται με γνωστική δυσλειτουργία λόγω της ηχορύπανσης στην Ευρώπη, κάθε χρόνο. Εξειδικεύοντας τον κίνδυνο, οι ευρωπαϊκές Αρχές έχουν συμπεράνει ότι εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη είναι εκτεθειμένοι σε ηχορύπανση και πιο συγκεκριμένα 113 εκατομμύρια που υφίστανται ευρύτερα τις συνέπειες από τους θορύβους του δρόμου, 22 εκατομμύρια από εκείνους των σιδηροδρόμων, 4 εκατομμύρια από τον θόρυβο των αεροσκαφών και 1 εκατομμύριο από εκείνον της βιομηχανίας.

Η σχετική ανάλυση της Eurostat περιλαμβάνεται στη γενικότερη για τους δείκτες ποιότητας ζωής με στοιχεία από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος και αναλύει τις συνέπειες από την έκθεση του πληθυσμού σε διάφορες πηγές ρύπανσης, ανάμεσά τους και της ηχητικής. Με δεδομένο το ότι αυτοί οι περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τις επιλογές των ανθρώπων, όπως για παράδειγμα το πού θα ζήσουν, οι δείκτες εξετάζονται και από την οπτική της πιθανής σχέσης με τον κίνδυνο φτώχιας και έκθεσης σε παρόμοιες περιβαλλοντικές συνθήκες, αφήνοντας το στίγμα τους στην ποιότητα ζωής.

Και αν νομίζετε ότι μέσα στα τόσα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε η ηχορύπανση είναι το μικρότερο, αναλογιστείτε ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ταξινομεί τον θόρυβο από το κυκλοφοριακό, συμπεριλαμβάνοντας, εκτός από τα αυτοκίνητα, εκείνον από τους σιδηροδρόμους και τα αεροσκάφη, ως τη δεύτερη πιο σημαντική αιτία ψυχικών νοσημάτων στη Δυτική Ευρώπη, πίσω μόλις από τη ρύπανση της ατμόσφαιρας από σωματίδια.

Η ακτινογραφία του προβλήματος

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής που αφορούν στο 2019, ένα αξιοσημείωτο ποσοστό Ευρωπαίων, που έφτασε το 17,3%, ανέφερε ότι υπέφερε από τη φασαρία είτε των γειτόνων είτε από τον δρόμο, με το 24,1% από αυτούς να είναι αστοί και το 10,4% κάτοικοι της υπαίθρου. Έχει ενδιαφέρον ότι το ποσοστό των ανθρώπων που αναφέρουν τέτοιου είδους προβλήματα από τους γείτονες βαίνει μειούμενο όσο αυξάνεται ο αριθμός των ενοίκων του κάθε νοικοκυριού. Αυτό σημαίνει ότι το 20,8% όσων μένουν μόνοι ανέφερε αντίστοιχα προβλήματα, όπως επίσης το 17,8% νοικοκυριών που αποτελούνται από δύο ενήλικες και μόλις το 15,5% νοικοκυριών όπου διαμένουν τρεις ή παραπάνω ενήλικοι.

Επίσης, παρόμοια προβλήματα ανέφερε το 18,2% των ενοίκων που δεν έχουν παιδιά, σε αντίθεση με το 16,4% εκείνων με εξαρτώμενα από εκείνους τέκνα. Το ποσοστό των ανθρώπων που επηρεάζονται περισσότερο από τον θόρυβο είναι υψηλότερο σε ηλικίες κάτω των 65 ετών, φτάνοντας στο 25,2% σε μοναχικά άτομα σε σχέση με το 14,9% ατόμων ηλικίας άνω των 65. Αναφορικά με τη διαφοροποίηση ανά χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2019, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Eurostat, πάνω από το 1/4 του πληθυσμού ανέφερε προβλήματα από τους γείτονες ή τον δρόμο στη Μάλτα (28,3%), την Ολλανδία (26,6%) και τη Γερμανία (26,1%). Ακολουθούν οι Πορτογάλοι (22,7%), οι κάτοικοι του Λουξεμβούργου (20,2%) και οι Δανοί με 20,1%.

Στον αντίποδα, λιγότερο ευερέθιστοι ή πιο λίγο εκτεθειμένοι στους θορύβους στην Ε.Ε. είναι οι κάτοικοι της Κροατίας, της Εσθονίας και της Ιρλανδίας με 8,2%, της Βουλγαρίας με 8,9%, της Ουγγαρίας με 9,7% και της Σλοβακίας με 10,5%. Για τους Έλληνες, το ποσοστό αυτό ήταν το 2019 19,8%. Υπάρχουν ωστόσο και τα καλά νέα, που δείχνουν μείωση του προβλήματος, καθώς από το 2010 ως το 2017 ένας στους πέντε πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ποσοστό 20,6%, ζούσαν σε περιοχές όπου τα επίπεδα θορύβων θεωρούνται επιβλαβή για την υγεία, ενώ το 2018 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 18,2% και το 2019 στο 17,3%. Ζητούμενο είναι βέβαια τι αλλαγές επήλθαν το 2020 σε αυτό, με δεδομένο το μεγάλο χρονικό διάστημα καραντίνας λόγω της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, που σημαίνει ότι οι κάτοικοι, κλεισμένοι μέσα στα σπίτια, ήταν πιο επιρρεπείς στη δημιουργία θορύβου και αυτονόητα στην όχληση των γειτόνων.

ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Πώς ορίζεται η ηχορύπανση

Όσον αφορά στην “ορολογία” του τι νοείται “ηχορύπανση”, αυτή περιγράφεται ως η έκθεση σε περιβαλλοντικούς θορύβους που είναι πάνω από τα ανεκτά επίπεδα, με συνέπειες που μπορεί να είναι άμεσες ή έμμεσες, περιλαμβάνοντας από υπερένταση έως διαταραχές στον ύπνο και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ακόμα και προβλήματα στην ακοή, που φτάνουν μέχρι το ακραίο της απώλειας της εν λόγω αίσθησης, μαθησιακές δυσκολίες και βεβαίως το ανάλογο οικονομικό κόστος. Οι δε συνέπειες της ηχορύπανσης δεν αφορούν μόνο στην υγεία ή την ποιότητα ζωής, αλλά και στο οικοσύστημα τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα.

Για τις ανάγκες της στατιστικής εξετάστηκε το είδος των θορύβων που προέρχονται από τους γείτονες ή τον δρόμο, επιδρώντας στην ποιότητα ζωής.

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Οι φτωχότεροι ακόμα πιο βαθιά στο πρόβλημα

Έχει ενδιαφέρον η παράμετρος που δείχνει ότι οι πολίτες που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχιας είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στους θορύβους αυτού του είδους, με το σχετικό ποσοστό για το 2018 να είναι 2,4%, υψηλότερο σε σχέση με τον μέσο όρο συνολικά των χωρών-μελών της Ε.Ε., με εξαίρεση τη Ρουμανία, τη Λιθουανία, την Ελλάδα, την Πολωνία, την Κροατία, τη Μάλτα, τη Σλοβενία και την Πορτογαλία.

Η σχετική μελέτη καταγράφει ότι στις χώρες αυτές ο φτωχότερος πληθυσμός κατά κανόνα εντοπίζεται στην ύπαιθρο, σε αντίθεση με τα όσα συμβαίνουν σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπου είναι συνηθέστερο να συναντά κανείς το φτωχότερο μέρος του πληθυσμού συγκεντρωμένο σε αστικές περιοχές, εξηγώντας εν μέρει το γιατί οι πιο φτωχοί ανέφεραν ποσοστά ενόχλησης ακόμα και 10% υψηλότερα από τον μέσο όρο του συνολικού πληθυσμού σε χώρες όπως η Ολλανδία και η Δανία.

Όσον αφορά στο «γιατί» αυτές οι ομάδες του πληθυσμού είναι πιο ευάλωτες και στον θόρυβο, η απάντηση έγκειται στο ότι δεν έχουν τη δυνατότητα σωστής ηχομόνωσης στα σπίτια τους, ούτε μπορούν να επιλέξουν ένα πιο ήσυχο προάστιο για να κατοικήσουν.

Τι συνιστά ο ΠΟΥ

Η οδηγία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για το πρόβλημα του περιβαλλοντικού θορύβου συνιστά λιγότερο από 30 ντεσιμπέλ στα υπνοδωμάτια κατά τη διάρκεια της νύχτας για να επιτυγχάνεται ύπνος καλής ποιότητας και λιγότερο από 35 ντεσιμπέλ στις αίθουσες διδασκαλίας για να υπάρχουν καλές συνθήκες διδασκαλίας και μάθησης.

Οι οδηγίες του ΠΟΥ για τον νυχτερινό θόρυβο προτείνουν λιγότερα από 40 ντεσιμπέλ ετήσιου μέσου όρου έξω από τα υπνοδωμάτια για την αποφυγή δυσμενών επιπτώσεων στην υγεία από τον νυχτερινό θόρυβο. Τι συμβαίνει όμως στην Ευρώπη με βάση αυτά τα δεδομένα; Όπως αντιλαμβάνεστε, υπέρβαση των ορίων σε όλα τα επίπεδα. Σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές στατιστικές, το 40% του πληθυσμού της Ε.Ε. είναι εκτεθειμένο σε θόρυβο από το κυκλοφοριακό που ξεπερνάει τα 55 ντεσιμπέλ. Ένα 20% των κατοίκων είναι εκτεθειμένο σε επίπεδα άνω των 65 ντεσιμπέλ κατά τη διάρκεια της μέρας και πάνω από 30% σε επίπεδα άνω των 55 ντεσιμπέλ κατά τη νύχτα.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το πρόβλημα έχει και άλλες διαστάσεις, καθώς δεν υφίστανται όλοι τις ίδιες συνέπειες από τον θόρυβο. Τα παιδιά, για παράδειγμα, είναι περισσότερο ευάλωτα, καθώς περνούν περισσότερο χρόνο στο κρεβάτι απ’ ό,τι οι ενήλικες, άρα είναι περισσότερο εκτεθειμένα στους νυχτερινούς θορύβους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους. Το αυτό ισχύει και για τους ηλικιωμένους ή τους χρόνια ασθενείς.

Αυξημένος είναι ο κίνδυνος, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, για τους εργάτες που δουλεύουν νυχτερινές βάρδιες, καθώς ο ύπνος τους είναι ούτως ή άλλως στρεσαρισμένος. Επιπλέον, οι φτωχότερες ομάδες του πληθυσμού που δεν μπορούν να ζήσουν σε ήσυχες κατοικημένες περιοχές ή δεν έχουν επαρκώς μονωμένα σπίτια είναι πιθανό να υποφέρουν δυσανάλογα από τους θορύβους.

Κακός ύπνος σημαίνει περισσότερα προβλήματα υγείας, αυξημένες ιατρικές και φαρμακευτικές δαπάνες για αντιμετώπιση του προβλήματος, επιπλέον επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού και αυτονόητα αύξηση του χάσματος μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Οι δε συνέπειες του υπερβάλλοντος θορύβου στην υγεία των παιδιών, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, μπορεί να είναι μακροχρόνιες και στη μαθησιακή πορεία των μαθητών. Στατιστικές που έχουν εξειδικεύσει στις επιπτώσεις των παιδιών στη χρόνια έκθεση σε θορύβους από αεροσκάφη, πάντα σύμφωνα με την ανάλυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, έχουν αποδείξει ότι η έκθεση στον θόρυβο βλάπτει τη γνωστική απόδοση. Επίσης, υπάρχει βάσιμη συσχέτιση με μειωμένη ευεξία και λιγότερα κίνητρα, καθώς και μέτρια ένδειξη επιδράσεων στην αρτηριακή πίεση και στην έκκριση κατεχολαμίνης.

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News