Στην… αναμονή για το Πανεπιστήμιο Κρήτης 1.700 απόφοιτοι

Ελλάδα
Στην… αναμονή για το Πανεπιστήμιο Κρήτης 1.700 απόφοιτοι

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πτυχία για θέσεις που δεν υπάρχουν στο χώρο της εκπαίδευσης

Πάνω από 1.700 άτομα δέχεται κάθε χρόνο το Πανεπιστήμιο Κρήτης, τα οποία είναι εν δυνάμει πτυχιούχοι νηπιαγωγοί, φυσικοί, χημικοί, φιλόλογοι και γενικότερα άτομα που στόχο έχουν την απασχόληση στην εκπαίδευση. Ένας τόσο μεγάλος αριθμός εισακτέων, όμως, με στόχο την εκπαίδευση και μάλιστα σε δύο νομούς (Ηράκλειο, Ρέθυμνο), δημιουργεί μια πληθώρα ερωτημάτων ως προς την επαγγελματική τους αποκατάσταση.

Η εφημερίδα “Νέα Κρήτη” επικοινώνησε με τον κ. Μάνο Καζαντζάκη, πρόεδρο του Συλλόγου Φροντιστών Νομού Ηρακλείου, ο οποίος έδωσε την απάντησή του στο ερώτημα σε ποιο βαθμό μπορούν να απορροφηθούν τόσοι εισακτέοι μετά από τόσα χρόνια στην εκπαίδευση, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Εξαρτάται από παράγοντες όπως τι ακριβώς έχεις τελειώσει και τι σπουδές έχεις κάνει μετά ώστε να μπορείς να απευθυνθείς σε τομείς που μπορούν να σε απορροφήσουν. Αυτή τη στιγμή στην εκπαίδευση η απορροφησιμότητα είναι σχεδόν μηδενική, αλλά ούτε και στα σχολεία διορίζεται κόσμος. Και στα φροντιστήρια τα δικά μας, για να μπουν άνθρωποι, μπαίνουν με μικρότερους ρυθμούς απ’ ό,τι έμπαιναν παλαιότερα. Εκεί προφανώς τα πράγματα έχουν συρρικνωθεί λόγω της οικονομικής κρίσης, οπότε στο κομμάτι της εκπαίδευσης υπάρχει βασικό εργασιακό πρόβλημα. Το παιδί που τελειώνει Μαθηματικά, Πληροφορική, Ψυχολογία, κ.λπ., με ένα στοχευμένο μεταπτυχιακό που θα εξειδικεύσει τις γνώσεις του, θα μπορεί να πάει σε κάποιους τομείς που έχουν ζήτηση και αυτό θα είναι προς όφελός του. Θέλουμε να ελπίζουμε πως οι συνθήκες θα βελτιωθούν και θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά».

Ένα δείγμα του κακού εκπαιδευτικού σχεδιασμού, όπως ακολουθείται, είναι το γεγονός πως στο Ρέθυμνο υπάρχουν τρεις σχολές που είναι δεξαμενές φιλολόγων, με συνολικό αριθμό εισακτέων 578 άτομα. Δηλαδή μπαίνουν σε σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης 578 άτομα, τα οποία θα έχουν τα επαγγελματικά δικαιώματα ενός φιλολόγου. Την ίδια στιγμή στο Ηράκλειο υπάρχουν δύο μαθηματικές σχολές (Μαθηματικών και Εφαρμοσμένων Μαθηματικών) με συνολικό αριθμό εισακτέων στα 329 άτομα. Πρόκειται για μια κατάσταση που δείχνει με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο την ανάγκη αλλαγής εκπαιδευτικού μοντέλου και εισαγωγής φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

«Είναι λίγο άσχημο να σκέφτεσαι ότι, τελειώνοντας μια σχολή όπου έχεις τα επαγγελματικά δικαιώματα του εκπαιδευτικού, πρέπει οπωσδήποτε να δουλέψεις ως εκπαιδευτικός και ότι ταυτόχρονα να είναι υποχρεωμένο το κράτος να σε διορίσει. Σίγουρα, όταν τελειώνεις, είναι κάτι που σου δίνει κάποια εχέγγυα να κάνεις κάτι διαφορετικό. Δεν πρέπει, όμως, να σκεφτόμαστε, ως φοιτητές ή ως γονείς, ότι το παιδί μας με το που τελειώνει μια ειδικότητα πρέπει οπωσδήποτε να την εξασκήσει. Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι πρέπει να κάνουν μετά τα παιδιά μας, τι πρέπει να γίνει για το καλύτερο το δικό τους... Και ελπίζουμε οι κρατούντες να ανοίξουν θέσεις εργασίας ώστε είτε να βελτιωθούν τα πράγματα είτε να βρίσκουν μια αντίστοιχη δουλειά με τις σπουδές τους. Δείτε για παράδειγμα στις Σχολές Μαθηματικών και Εφαρμοσμένων Μαθηματικών που είναι πανομοιότυπες όσον αφορά τα επαγγελματικά δικαιώματα. Στη σχολή όμως των Εφαρμοσμένων Μαθηματικών, από το τρίτο έτος και μετά, οι φοιτητές μπορούν να πάνε σε τομείς όπως τα Οικονομικά, τα Μαθηματικά, η Πληροφορική και οι Φυσικές Επιστήμες. Τη δυνατότητα αυτή δεν την έχει το Μαθηματικό, που παράγει “κλασικούς” μαθηματικούς. Το ζήτημα είναι τα παιδιά να ασχοληθούν με τομείς πέρα από το τετριμμένο της εκπαίδευσης», σημειώνει ο κ. Καζαντζάκης.

Διορισμοί

Άξιο αναφοράς είναι και το νέο σύστημα διορισμών σχετικά με το σε ποιους δίνει προτεραιότητα και σε ποιους όχι: σε εκείνους που έχουν προϋπηρεσία ως εκπαιδευτικοί ή σε εκείνους που έχουν ακαδημαϊκούς τίτλους σπουδών.

Αναφερόμενος στο νέο σύστημα διορισμών, ο κ. Καζαντζάκης είπε χαρακτηριστικά: «Δεν είναι μόνο η προϋπηρεσία, αλλά το νέο σύστημα προσλήψεων πριμοδοτεί τα μεταπτυχιακά, τα διδακτορικά και όλα αυτά. Άνθρωποι, όμως, που είναι πολλά χρόνια στα σχολεία και πάνε από τον ένα νόμο στον άλλο, κινδυνεύουν να μείνουν εκτός. Οικογένειες από τα Χανιά που έρχονται στο Ηράκλειο για να διδάξουν και δεν έχουν κάνει μεταπτυχιακά κινδυνεύουν να μείνουν εκτός από άτομα ηλικίας 25 ετών που έχουν προχωρήσει στη ζωή τους με μεταπτυχιακά διπλώματα. Και αυτά τα πράγματα είναι λίγο άσχημα».

Τέλος, ο κ. Καζαντζάκης έκανε λόγο για την ανάγκη ύπαρξης ενός νέου εκπαιδευτικού σχεδιασμού, ο οποίος να απαιτεί προσεκτικές και λεπτές κινήσεις. «Χρειάζεται ένας προσεκτικός σχεδιασμός σε ό,τι γίνεται. Επειδή η εποχή είναι πάρα πολύ δύσκολη, υπάρχει μια φοβερή εξάρτηση κάθε φορά του υπουργού Παιδείας από τον χρόνο που θα καθίσει στο υπουργείο του, προκειμένου να γίνουν αλλαγές για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ας καθίσουν με ένα δεκαετές πλάνο. Και, εκτός από αυτό, πρέπει να ξεκαθαρίσουν το τοπίο στις πανεπιστημιακές σχολές σε όλη την Ελλάδα. Αλλά να έχουμε κεντρικά πανεπιστήμια που να έχουν την αρτιότητα και την ευθύνη να τα βγάλουν πέρα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Κουρασμένο... προσωπικό

Πενηντάρηδες οι περισσότεροι

Ένα άλλο ερώτημα που τίθεται είναι ο τρόπος διορισμού των αποφοίτων που θέλουν να απασχοληθούν στην εκπαίδευση, καθώς οι περισσότεροι καθηγητές στα δημόσια σχολεία είναι πενηντάρηδες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Κεντρικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΚΥΣΔΕ), οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί στα γυμνάσια και στα λύκεια έχουν μέσο όρο ηλικίας τα 48,8 χρόνια, ενώ ο μέσος όρος πέφτει στα 48 χρόνια εάν προστεθούν οι αναπληρωτές με προϋπηρεσία. Από τις βασικές ειδικότητες, οι πιο “γερασμένοι” είναι οι μαθηματικοί. Ο μέσος όρος ηλικίας των μόνιμων μαθηματικών είναι τα 52 έτη, ενώ η αντίστοιχη τιμή των αναπληρωτών με προϋπηρεσία είναι τα 39,3 έτη. Ως προς τους φιλολόγους, οι αντίστοιχοι μέσοι όροι είναι 47,7 έτη και 38,3 έτη και των φυσικών 51,2 και 40,6 έτη.

Ως προς τα παραπάνω ο κ. Καζαντζάκης μάς λέει ότι «ένας άνθρωπος ο οποίος παίρνει σύνταξη θα λάβει ένα μηνιαίο χρηματικό ποσό χαμηλότερο απ’ ό,τι ο μισθός του. Οπότε φροντίζουν όλοι οι εκπαιδευτικοί να πάνε όσο γίνεται πιο μακριά τη συνταξιοδότησή τους. Από την άλλη πλευρά, δε διορίζονται νέοι άνθρωποι και εκεί τίθεται ένα ζήτημα όσον αφορά τον 15χρονο ή τον 16χρονο που έχει απέναντί του καθηγητές των 50 ή 60 χρονών που έχουν κουραστεί και δεν έχουν τη φρεσκάδα των ιδεών που έχουν νεότεροι. Αυτές είναι οι συνθήκες του ελληνικού Δημοσίου και είναι παντού το ίδιο».

ΤΑ ΝΕΑ του neakriti.gr στο Google News